ΣΙΝΕΜΑ

Geeks, Σαίξπηρ και “Computer Chess”

Σκέψεις και εικόνες από την 4η μέρα των Νυχτών Πρεμιέρας, συν μια κουβέντα με τον γκουρού του ανεξάρτητου σινεμά.

Η πρώτη Κυριακή είναι παραδοσιακά η πιο ήσυχη μέρα από τα δύο τριήμερα των Νυχτών, αλλά στη χθεσινή έγινε ένας κάποιος πανικός.

Αν ας πούμε πέρναγες έξω από το Όπερα γύρω στις 8 παρά ή έξω από το Ιντεάλ λίγο μετά τις 10, θα έτριβες τα μάτια σου. Γινόταν χαμός. Ενθουσιώδη fan bases, διαφορετικής βέβαια λογικής το καθένα, έδωσαν μεγάλο παλμό στη βραδιά.

Στις 20.00 στο Όπερα ήταν η προβολή του “Πολύ Κακό για το Τίποτα”, η ταινία που προσωπικά περίμενα πιο πολύ από το φετινό Φεστιβάλ. Είναι ο αγαπημένος μου δημιουργός (Τζος Γουήντον) να διασευάζει Σαίξπηρ σα να επρόκειτο για κάποιο φτηνό mumblecore δημιούργημα της σύγχρονης ανεξάρτητης αμερικάνικης σκηνής. Όχι ότι περίμενα να είναι η καλύτερη ταινία- απλά ο συνδυασμός Γουήντον με το απείραχτο σαιξπηρικό κείμενο, συν ο βασικός παράγων μη-διανομής (η ταινία δε θα βγει στις αίθουσες, κι αυτά τα έργα πάντα είναι πιο σημαντικά σε ένα τέτοιο Φεστιβάλ), το έκαναν προφανή στόχο.

Και φάνηκε κιόλας, γιατί κι οι δύο προβολές της ταινίας έγιναν γρήγορα sold out.

Ήμουν μέσα στο σινεμά από την προηγούμενη προβολή, το θαυμάσιο “The Searchers” του Τζον Φορντ, που προλόγισε ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος πριν προβληθεί σε ψηφιακή, αποκατεστημένη κόπια. Ήδη καθώς η ταινία πλησίαζε στο τέλος, ένιωθες έναν παλμό απ’έξω. Βγαίνοντας βρήκαμε κόσμο στη στοά και στο πεζοδρόμιο, φανς και μη φανς. Είναι πάντοτε όμορφο να μοιράζεσαι μια εμπειρία με ανθρώπους που μοιράζονται ένα τόσο έντονο πάθος.

Για την προβολή του ελληνικού ανεξάρτητου epic fantasy (βασισμένο σε κόμικ) ”Τα Χρονικά του Δρακοφοίνικα: Αδάμαστος”, λίγο αργότερα στο Ιντεάλ, μάθαμε τα καλύτερα. Ήταν ίσως η πρώτη ταινία που ξεπούλησε, πιθανώς από τους φανς που είχαν συνεισφέρει στο να πραγματοποιηθεί, η οποίοι έφτιαξαν μια πολύ καλή ατμόσφαιρα. Φίλος μου μετέφερε θαυμασμό για το φιλμ και για το κοινό του εξίσου.

Εκείνη την ώρα εμείς βρισκόμασταν στο Δαναό 1 για το “Kill Your Darlings”, μια αναβίωση της νεοϋορκέζικης μπιτ σκηνής με τον Ντάνιελ Ράντκλιφ στο ρόλο του Άλεν Γκίνσμπεργκ να προσπαθεί να μας κάνει να ξεχάσουμε τον Χάρι Πότερ. Για να είμαι κάπως ειλικρινής, το μετάνιωσα. Το πάθος πάντα προηγείται.

Μια θάλασσα εισιτηρίων

Να, κάπως έτσι ήταν στο “Πολύ Κακό για το Τίποτα”. Η ταινία by the way ήταν μια πολύ έξυπνη, αστεία και κεφάτη επαναπροσέγγιση του σαιξπηρικού κειμένου. Μην την κάνουμε τώρα να ακουστεί ως κάτι Σημαντικό. Είναι ένα φανταστικό παιχνίδι, με τον Γουήντον να προσθέτει μικρά, σαρδόνια γκαγκς ανάμεσα στις λέξεις του Βάρδου, καταφέρνοντας δίχως να αλλάξει ούτε λέξη, να δώσει νέα ζωή σε μια πολυπαιγμένη ιστορία. Εγγυημένο fun.

Υπολογιστές, σκάκι, ανεξάρτητη δημιουργία  και το δύσκολο δεύτερο άλμπουμ: Μια συζήτηση με τον Άντριου Μπουζάλσκι

Ο Μπουζάλσκι, μαζί με τον Τζο Σουάνμπεργκ και τους αδερφού Ντουπλά, ουσιαστικά ηγήθηκαν του mumblecore κινήματος των ‘00s στο νέο, εντελώς ανεξάρτητο, αμερικάνικο σινεμά. Όχι ανεξάρτητο σαν αυτές τις χαριτωμένες ‘indie’ ταινίες που βλέπεις να φτάνουν ως τα Όσκαρ. Αληθινό ανεξάρτητο. Τύπου, παίρνουμε μια κάμερα, βάζουμε τους ηθοποιούς μας να μιλάνε, και πάμε να δημιουργήσουμε αλήθειες στο πανί.

Ο Σουάνμπεργκ έχει κάνει έκτοτε τις πιο mainstream συνεργασίες του (“Drinking Buddies” πιο πρόσφατα, με την Ολίβια Γουάιλντ), ο Μαρκ Ντουπλά παίζει στο “The League”, η Γκρέτα Γκέργουιγκ (μούσα του Σουάνμπεργκ) φτάνει να πρωταγωνιστεί σε ταινίες σαν το “Frances Ha”. Όμως από όλους, την πιο ενδιαφέρουσα κίνηση φέτος την έκανε εκείνος που έμεινε πίσω, ο Άντριου Μπουζάλσκι.

Η 4η ταινία του, “Computer Chess”, γυρισμένη σε στυλ ξεχασμένης βιντεοκασέτας από τα ‘80s, είναι ένα DIY ψευδοντοκιμαντέρ από ένα φανταστικό συνέδριο σκακιστών, οι οποίο αντιμάχονται πρωτόγονους υπολογιστές σε παρτίδες σκάκι. Είναι αστείο, έξυπνο και φανταστικά γυρισμένο, μια από τις καλύτερες ανεξάρτητες (αληθινά ανεξάρτητες) ταινίες των ‘10s ως τώρα. Φέτος στο Βερολίνο, πέτυχα τον Μπουζάλσκι σε κάτι διαδρόμους και κάθισα να μιλήσω μαζί του για την υπέροχη ταινία του, η οποία κάνει πρεμιέρα στην Ελλάδα στο πλαίσιο των Νυχτών Πρεμιέρας, αύριο Τρίτη στο Ιντεάλ.

Είδα χτες την ταινία, τη διασκέδασα πολύ και δεν είχε καμία σχέση με ό,τι περίμενα. Η ιδέα είναι πολύ περίεργη. Ήταν κάτι που είχα στο μυαλό μου για χρόνια. Η πρώτη σπίθα ήταν η ιδέα που είχα να δουλέψω με αυτές τις παλιές βιντεοκάμερες. Έκανα ταινίες για μια δεκαετία με 16άρι φιλμ και όλοι με ρωτούσαν ξανά και ξανά γιατί δεν γυρίζω σε βίντεο. Σκέφτηκα, Θέλετε βίντεο; Θα σας δώσω βίντεο. Αλλά ήθελα να έχω λόγο. Κι αυτή είναι η ταινία που μου ήρθε.

Τη δούλευες καιρό; Πριν 3 χρόνια δειπνούσα με ένα φίλο και μιλούσαμε για εμπορικά πρότζεκτ, ιδέες που κανείς δε θα ήθελε να κάνει. Του είπε πως έχω μια ιδέα. Με προκάλεσε να τη γράψω, να φτιάξω ένα πρώτο πέρασμα. Έκατσα κι έγραψα ένα πρώτο draft 8 σελίδων επί τόπου. Κι αυτό είναι ό,τι γυρίσαμε, βασικά.

Ήταν μεγάλη αποχώρηση από ό,τι έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στο mumblecore, μοιάζει πολύ πιο συγκεκριμένο. Νομίζω πως και το όλο ‘άνθρωποι που μιλάνε’ του mumblecore είναι επίσης συγκεκριμένο. Υπάρχουν σίγουρα ομοιότητες, αλλά υπάρχουν ανάμεσα σε όλες τις ταινίες κιόλας. Ο αφηγηματικός κινηματογράφος είναι έτσι, κάποιες φορές νιώθεις πως δουλεύεις σε ένα εργοστάσιο. Το να γυρίσεις ας πούμε μια συζήτηση, πας πίσω από τον ώμο του ενός, cut, ώμος του άλλου, cut, κλπ, ξανά και ξανά, 100 χρόνια τώρα. Κι όμως, βγαίνει διαφορετικό κάθε φορά. Και όποια ήταν η καλύτερη και όποια ήταν η χειρότερη ταινία που είδες φέτος, φτιάχτηκαν με πολύ παρόμοιο τρόπο. Αυτό μου φαίνεται τόσο πολύ ενδιαφέρον. Ατελείωτα ενδιαφέρον. Νιώθω πως όλες οι ταινίες μου είναι συγκεκριμένες.

Σε ενδιαφέρουν τα πιο εμπορικά σχέδια; Θα πρέπει. Έχω παιδί, έχω υποθήκη το σπίτι μου. Πριν κάνω το “Computer Chess”, το 2011 προσπάθησα να στήσω μια άλλη ταινία, μια πιο “μεγάλη” ταινία, πιο συμβατική σε μπάτζετ, με γνωστούς ηθοποιούς κλπ. Φτάσαμε κοντά αλλά κατέρρευσε τελευταία στιγμή. Οπότε το γύρισα εντελώς, κι έκανα το “Computer Chess”. Αλλά θέλω να ελπίζω πως μπορείς να κάνει ημι-εμπορικές ταινίες που να είναι καλές. Αν πρόκειται όμως να αποδείξω ποτέ πως μπορώ να το κάνω, τώρα θα ήταν μια καλή στιγμή.

Γιατί; Γιατί μεγαλώνω. Το βιογραφικό μου είναι αρκετό ώστε να πάω σε οποιονδήποτε στον κόσμο και να του πω “να, κοίτα, ξέρω να κάνω μια ταινία”. Και στους εμπορικούς κύκλους θα το κοιτάξουν και θα πουν “ναι, ξέρεις πώς να κάνεις μια ταινία που χάνει χρήματα”. Και έχουν δίκιο! Μπορώ να κάνω μια ταινία που χάνει χρήματα. Αν λοιπόν θέλω να κάνω κάτι, θα πρέπει να το κάνω τώρα. Δεν γινόμαστε νεότεροι.

Το πρόβλημα ποιο είναι; Η απουσία ονομάτων; Το περιεχόμενο; Η φόρμα; Όλα αυτά. Και τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα. Έχεις όλο και μικρότερα περιθώρια. Αυτό που πήγαινα να κάνω πριν 2 χρόνια αφορούσε εφήβους, και υπό μία έννοια ήταν ένα όχι ιδιαίτερα αντισυμβατικό ταξίδι ενηλικίωσης, το κοιτούσες και έλεγες πως ναι, καταλαβαίνω τι είναι, ξέρω αυτές τις ιστορίες, είχε και γνωστά ονόματα μέσα. Αλλά κανείς δεν ανέλαβε τη χρηματοδότηση. Τελικά ήταν επειδή… και πραγματικά ελπίζω κάποια μέρα να κάνω αυτή την ταινία… επειδή είχε πράγματα αναγνωρίσιμα απ’έξω, αλλά στην καρδιά της η ιστορία ήταν πιο σκοτεινή, πιο περίπλοκη, δεν ήταν σαφές ποιοι ήταν οι καλοί και ποιοι όχι. Δεν είναι και πυρηνική φυσική, αλλά ήταν κάπως περίπλοκο.  Και αυτοί που το διάβασαν, το μυρίστηκαν. Πριν 30-40 χρόνια μπορούσες να το κάνεις ταινία αυτό. Τώρα αν φοβηθούν ότι θα μπερδέψουν το κοινό, σφίγγονται. Ελπίζω να κάνω αυτή την ταινία μια μέρα. Θέλω να βρω την ισορροπία ανάμεσα στο fun και στο ημι-σοβαρό κομμάτι στην καρδιά της ιστορίας.

Χτες μιλούσα με τον Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ κι έλεγε πόσο δύσκολο του είναι σήμερα να γυρίσει μια αληθινή ανεξάρτητη ταινία, επειδή τα στούντιο έχουν αγοράσει τα πάντα. Ναι, για όλους είναι δύσκολο. Σε αφυπνίζει κάπως αυτή η διαπίστωση. Αν ο Λινκλέιτερ κι ο Σόντερμπεργκ δυσκολεύονται πια να γυρίσουν μια ταινία, τι ελπίδα έχουμε εμείς οι υπόλοιποι; Η ελπίδα μου είναι να τα γυρίζω όλα φτηνά. Πριν 10 χρόνια μια ανεξάρτητη γινόταν στα 2-3 εκατομμύρια δολάρια, σήμερα αυτό το σημείο είναι στο μισό εκατομμύριο. Αυτό βέβαια είναι καλό για μένα, γιατί εγώ ξέρω πώς να κάνω μια καλή ταινία για μισό εκατομμύριο. Το κακό είναι πώς όλοι πληρώνονται λιγότερο. Είμαι στα 30-κάτι μου, έχω σπίτι, οικογένεια, πρέπει να αρχίσω να ζω.

Το “Computer Chess” πόσο φτηνό ήταν; Πιο φτηνό από την προηγούμενη ταινία μου, που ήταν η ακριβότερή μου ως τώρα και έχασε και τα περισσότερα χρήματα. Δενν πιάνω ποτέ να γυρίσω μια ταινία έχοντας εμπορικούς σκοπούς, αλλά δε θέλω κιόλας οι επενδυτές να χάνουν τα χρήματά τους. Με το “Computer Chess” ξεκίνησα να κάνω την πιο περίεργή μου ταινία οπότε δεν περίμενα να έχω ιδιαίτερες επιστροφές, και περιέργως είναι η ταινία μου με τις καλύτερες εμπορικές προοπτικές. Νομίζω πως επειδή κόστισε και τόσο λίγο, κι επειδή εν μέρει χρηματοδοτήθηκε από το κοινό, όλοι θα πάρουν τα λεφτά τους πίσω, κάτι που είναι μια πρωτιά για μένα.

Πώς νιώθεις για το crowdfunding; Δε ξέρω. Είναι συναρπαστικό κάθε φορά που κάποιος εμφανίζεται και νοιάζεται αρκετά για να σου δώσει 20 δολάρια. Δε μου αρέσουν δύο πράγματα. Πρώτον, ότι πας ικετεύοντας σε γνωστούς και συγγενείς για λεφτά. Γιατί ουσιαστικά αυτό κάνεις. Αυτοί τα δίνουν πρώτοι. Και το άλλο είναι ότι αναγκάζεσαι να προμοτάρεις μια ταινία πριν την φτιάξεις. Με το “Computer Chess” η ελπίδα μου ήταν πως κανείς δε θα ήξερε τίποτα μέχρι την πρεμιέρα. Αλλά δε γινόταν.

Αν υπήρχε το crowdfunding όταν ξεκίνησε όλο αυτό το DIY κίνημα με τον Σουάνμπεργκ και τους Ντουπλά, πιστεύεις θα είχατε στραφεί εκεί όλοι; Ναι, νομίζω. Είναι φτιαγμένο για τέτοιους σκηνοθέτες. Αλλά δεν ξέρω σίγουρα. Το βασικό είναι να πιάσεις μια κάμερα. Θέλω να πω, ο κόσμος που μαζεύτηκε και έδωσε λεφτά για το “Computer Chess”, αυτό το κοινό που είχα ήταν επειδή είχα ήδη κάνει 3 ταινίες. Ίσως πρέπει πάντα να ξεκινάς με τη δουλειά, με τις δικές σου δυνάμεις.

Πώς σου φαίνεται σήμερα όταν σκέφτεσαι τα δικά σου ξεκινήματα; Το φοβερό με την πρώτη μου ταινία ήταν ότι δουλεύαμε στο πλήρες κενό. Δεν είχα την παραμικρή συναίσθηση ποιος θα την έβλεπε. Θυμάμαι να την έχω τελειώσει, και μια μέρα έφτασε το δέμα με την πρώτη κόπια σε 16άρι. Κι έχω πάει στο εργαστήριο, έχω βγάλει το φιλμ και το έχω απλώσει στο χέρι μου, το κοιτάω κι αναρωτιέμαι, “Και τώρα τι κάνω;” Ξέρεις. Πώς θα κάνω τον οποιονδήποτε να το δει! Είχαμε πάθει εμμονή για χρόνια με το να γυρίσουμε μια ταινία και δεν είχαμε ιδέα τι κάνουμε μετά. Πέρασαν 6 μήνες πριν δει την ταινία άνθρωπος. Αλλά αυτή ήταν η ομορφιά, δεν ανησυχούσαμε για την αντίληψη κανενός για την ταινία, δεν υπολογίζαμε τίποτα. Αυτό είναι κάτι που δε θα το έχω ποτέ ξανά. Τώρα σκέφτεσαι το κοινό, τα Φεστιβάλ, τους κριτικούς. Και δεν είναι υγιεινό για μένα να σκέφτομαι αυτά τα πράγματα. Σίγουρα είναι επικίνδυνο.

Γι’αυτό και η όλη ιδέα του ‘δύσκολου δεύτερου άλμπουμ’ για όλα τα συγκροτήματα. Ναι ναι, ακριβώς. Κι είναι και κάτι επιπλέον. Αυτό το πρώτο άλμπουμ, είτε το θες είτε όχι, όσο χρονών και να είσαι όταν το φτιάχνεις, βάζεις μέσα του εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής. Μετά, για το επόμενο, έχεις 1-2 χρόνια. Τα περισσότερα εκ των οποίων έχεις περάσει σπρώχνοντας το πρώτο.

*Το “Computer Chess” προβάλλεται Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου στο Ιντεάλ, στις 23.00.

Προλαβαίνεις σήμερα

  • Δίλημμα για τη βραδυνή τρόμο-προβολή; Εμείς έχουμε. Και το “Ταξίδι στο Φόβο” μοιάζει τέλειο, και το “Θανατηφόρο”. #happy_times
  • Το Κορεάτικο “Θανατηφόρο” ακολουθεί έναν νεαρό που αισθάνεται ενοχές επειδή συμμετείχε στον ομαδικό βιασμό μιας κοπέλας- και 10 χρόνια μετά τη συναντά ξανά. Ακούγεται πως πρόκειται περί σπαρακτικού θρίλερ. (Ιντεάλ, 22.30)
  • Το “Ταξίδι στο Φόβο” είναι αυτό που συμβαίνει σε ένα νεαρό ζευγάρι που ξεκινά να πάει σε μουσικό φεστιβάλ όμως στο δρόμο α) πέφτει το σκοτάδι β) τελειώνει η βενζίνη. ΓΛΕΝΤΙ. (Όπερα 1, 22.45)
  • Αν ας πούμε έχεις φτιάξει το πρόγραμμά σου σήμερα μουσικά, μπορείς να το πας κάπως έτσι: Στις 18.00 (Όπερα 1) βλέπεις “Sound City” με τον Ντέιβ Γκρολ να μας ξεναγεί στα στούντιο που ηχογραφήθηκαν ορισμένα εκ των πιο εμβληματικών άλμπουμ.
  • Στις 20.30 πετάγεσαι Ιντεάλ και παρακολουθείς το πολυαναμενόμενο ντοκιμαντέρ του Σέιν Μέντοουζ για τους Stone Roses, “Made of Stone”.
  • Και ύστερα από αυτά, μπαίνεις στο αμάξι προς ένα μουσικό φεστιβάλ και έτσι ξεκινά το “Ταξίδι στο Φόβο”. #θεματικη_βραδυα

Αύριο

  • Η Σούπερ Τρίτη του Φεστιβάλ, με τρεις must προβολές την ίδια στιγμή. “Upstream Color“ (Δαναός 1, 22.00) στη μία και μοναδική προβολή στη μεγάλη οθόνη.
  • “Computer Chess” του Άντριου Μπουζάλσκι (Ιντεάλ, 23.00), μια φανταστική καταγραφή ενός φανταστικού σκακιστικού συνεδρίου, ανάμεσα σε φανατικούς σκακιστές και πρωτόγονα μηχανήματα.
  • “The Congress” (Ιντεάλ, 20.15), η νέα ταινία του φοβερού ΄’Αρι Φόλμαν, παρουσία του ιδίου.

*Οι 19ες Νύχτες Πρεμιέρας πραγματοποιούνται με συγχρηματοδότηση Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναλυτικά το πρόγραμμα και οι πληροφορίες, στο επίσημο site.