Panos Giannakopoulos
ΜΟΥΣΙΚΗ

good job nicky: Ένας Pop Star Γεννιέται

Δεν είναι ο γιος του Πάριου και της Αλιμπέρτη. Δεν είναι ο άτυχος που δεν υπέγραψε συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό στο μπάσκετ. Είναι ο επόμενος Έλληνας pop star. Είναι το next big thing της ελληνικής δισκογραφίας. Είναι ο Νικόλας. Ο good job nicky.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΠΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
HAIR STYLING: ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΘΕΝΙΤΗ

Δεν είναι ο γιος του Πάριου και της Αλιμπέρτη. Δεν είναι ο άτυχος που δεν υπέγραψε συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό στο μπάσκετ. Είναι ο επόμενος Έλληνας pop star. Είναι το next big thing της ελληνικής δισκογραφίας. Είναι ο Νικόλας. Ο good job nicky.

«Τι είναι τώρα αυτός ο τύπος;». Aναρωτήθηκα με μια κάποιου τύπου καχυποψία, όταν άρχισα να βλέπω τις αναρτήσεις του “January 8th” να πληθαίνουν στην αρχική μου σελίδα στο Facebook. Λίγο μετά, πάτησα το κλικ. Και τότε είδα και άκουσα κάτι που μου φαινόταν ταυτόχρονα πολύ μακρινό για τα ελληνικά δεδομένα αλλά μαζί και πολύ κοντινό στα δικά μου ακούσματα. Στη συνολική αισθητική, το video clip που ντύνει με εικόνες τη μουσική του κομματιού μου θύμισε, αφηρημένα, την Billie Eilish ή ακόμα και μια πιο ευγενική εκδοχή του Tyler, The Creator. Ο ήχος όμως ήταν κάτι διαφορετικό. Οικείος αλλά και πρωτότυπος. Αυτή ήταν, λοιπόν, η δική μου πρώτη επαφή με τον good job nicky. Λίγους μήνες μετά θα ερχόταν και η πρώτη μου επαφή με τον Νικόλα που είχε στο πλάι του και τον φίλο και στενό συνεργάτη του, Ερμή. Τα σύννεφα της καχυποψίας εκείνης της πρώτης ημέρας είχαν ήδη από καιρό διαλυθεί.

Ο good job nicky συστήθηκε στο ελληνικό κοινό όταν συστήθηκε και σε μένα. Είχε προηγηθεί μία σύντομη πορεία στο μπάσκετ όπου έφτασε να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό αλλά αποσύρθηκε λόγω ενός τραυματισμού. Δεν τον στεναχωρεί. Ούτως ή άλλως η μουσική πάντα τον καλούσε. Στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου απάντησε στην κλήση της. Το “January 8th” αρχίζει να διαμοιράζεται στα κοινωνικά δίκτυα με αποτέλεσμα να μετράει τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές 1.157.000 views. Λίγο καιρό μετά ακολουθούν ακόμα δύο κομμάτια. Το πιο old-school hip-hop στιλ “FO SHO” αλλά και το αγαπημένο μου, το “Clouds”. Τρία μεταξύ τους πολύ διαφορετικά τραγούδια που το μόνο κοινό συστατικό που μας αφήνουν είναι ένα αισθητικό στίγμα που είχαμε ανάγκη. Πλέον θα έχουμε και μια τέταρτη δουλειά του, το “Blue” που μόλις κυκλοφόρησε από την Cobalt Music, το οποίο κατά δήλωση του good job nicky αλλά και των μαλλιών του είναι φόρος τιμής στο αγαπημένο του χρώμα.

To νέο video clip του  good job nicky με τίτλο “Blue” μόλις κυκλοφόρησε από την Cobalt Music.

Ας επιστρέψουμε όμως σε μένα. Τα τρία πρώτα κομμάτια τα είχα ακούσει από πολλές φορές το καθένα. Όταν ξεπεράστηκε το εμπόδιο του προσωπικού κανόνα που έχω (για να προτείνω έναν καλλιτέχνη σε κάποιον, πρέπει να έχω ακούσει τουλάχιστον τρία τραγούδια του) άρχισα να στέλνω τη δουλειά του σε φίλους και γνωστούς. Ο πρώτος από αυτούς μου απάντησε -σαν να ήταν δεδομένο- ότι πρόκειται για τον γιo του Γιάννη Πάριου. Τότε έκανα το κεφάλι πίσω και τα φρύδια μου πήραν το κλασικό σχήμα γλάρου που παίρνουν όταν εκπλήσσονται οι άνθρωποι. Δεν είχα ιδέα και αυτό είναι κάτι για το οποίο ενδεχομένως δε θα έπρεπε να είμαι περήφανος εγώ αλλά ίσως θα έπρεπε να είναι περήφανος ο Νικόλας. Το να είσαι γιος του Πάριου και κάποιος που ζει στην Ελλάδα -και τέλος πάντων όχι σε κάποια από τις όμορφες σπηλιές της- σε γνωρίζει πρώτα από τη μουσική σου και μετά από τον πατέρα σου είναι από μόνο του ένα σημαντικό επίτευγμα. Το πρώτο από τα πολλά που θα ακολουθήσουν. Ίσως, και το πιο δύσκολο.

Κάτι σαν pop

Ως ένας άνθρωπος που έχει μανία με τις διαφόρων ειδών κατηγοριοποιήσεις δεν μπορούσα να μην ξεκινήσω την κουβέντα σχετικά με το πού πιστεύει ότι είναι σωστότερο να ενταχθεί η μουσική του. Είναι τελικά pop; «Δε δηλώνουμε pop, όχι. Πιστεύω ότι ο κόσμος, όταν είναι να προσδιορίσει κάτι που είναι ας πούμε πιασάρικο, θα το προσδιορίσει ως pop. Προφανώς, δε θα κατηγορήσουμε κανέναν που μας χαρακτηρίζει έτσι αλλά από την άλλη είναι καλό να έχουμε και εμείς το δικαίωμα να βγούμε και να το διορθώσουμε, εξηγεί ο Νικόλας. «Από την πλευρά μας θα το προσδιορίζαμε, όπως μας το έχει προσδιορίσει ένας άνθρωπος και το έχει πει τέλεια, “μουσική γυμνή και cinematic”. Δεν οφείλουμε σε κανέναν να προσδιοριστεί ως κάποιο συγκεκριμένο genre. Οφείλουμε όμως στους πάντες και μαζί στους εαυτούς μας να προσδιοριστεί ως καλή μουσική», συμπληρώνει.

Πιθανόν, ο good job nicky να πληρώνει το τίμημα που υπάρχει όταν φέρνεις κάτι καινούργιο και, τουλάχιστον πριν αυτό καθιερωθεί, όσοι το ακούν προσπαθούν ατσούμπαλα να το χωρέσουν σε πράγματα που ήδη ξέρουν. Προσπαθώντας, λοιπόν, να τους χωρέσω και εγώ κάπως θέλω να μάθω ποιες είναι οι μουσικές του αναφορές. Ποια ήταν τα ακούσματά του ως έφηβος. «Άκουγα πάρα πολύ Erykah Badu, The Roots, Tupac, Biggie. Μετά θα άκουγα και Etta James, Aretha Franklin, Eddie Kendricks. Ήμουν σε soul, jazz, blues, hip-hop και μετά οτιδήποτε άλλο μπορούσα να ακούσω, το άκουγα», απαντά ο Νικόλας.

Φούτερ και παντελόνι Sotiris Georgiou, Παπούτσια Yeezy, adidas

Μία άλλη μουσική οπτική

Θυμάμαι όταν ξεκίνησα να ακούω λίγο αφηρημένος και για πρώτη φορά το “January 8th” έκανα μια σύνδεση τελείως αυθαίρετη όπως θα αποδεικνυόταν μετά. Συνδύασα την ημερομηνία του τραγουδιού με μία από τις παραδοσιακά πιο απεχθείς σε μένα μέρες του έτους. Το οριστικό τέλος των Χριστουγέννων, την κατάθλιψη που φέρνει αυτή η μέρα. Στη δεύτερη ακρόαση, όταν ασχολήθηκα λίγο περισσότερο με τους στίχους, κατάλαβα ότι όλο αυτό δεν έχει καμία σχέση με τη δική τους πραγματικότητα. Αυτό δε με εμπόδισε βέβαια απ’ το να σχηματίσω την πρώτη δική μου καλή εντύπωση με έναν τελείως δικό μου τρόπο. Τους αφηγούμαι τον δικό μου «μοναδικό» όπως τον χαρακτήρισαν τρόπο πρόσληψης του κομματιού και τους ρωτάω αν τους αγχώνει όταν φεύγει ένα κομμάτι από τον έλεγχό τους.

«Δε με αγχώνει γιατί μέχρι να φτάσει στο σημείο να ελευθερωθεί από τον έλεγχό μου αυτό το κομμάτι έχει περάσει κάθε στάδιο ελέγχου. Έχω τριπλοτσεκάρει το οτιδήποτε. Ο σκοπός είναι εξαρχής να απελευθερωθεί από εμάς, να περπατήσει και -γιατί όχι;- κάποια στιγμή να πετάξει. Αναγνωρίζουμε τον σκοπό αυτό, τον ανώτερο και κάνουμε τα απαραίτητα βήματα έτσι ώστε να μη χρειαστεί να έχουμε άγχος, όταν πια δεν έχουμε τον έλεγχο. Πίστεψε με είναι πάρα πολλές βραδινές συζητήσεις, μήπως να το κάνουμε λίγο πιο πάνω αυτό, λίγο πιο κάτω, να το στέλνουμε στη μάνα μου να μας λέει τα δικά της. Πολλές ιδέες, πάρα πολλές συζητήσεις».

Μπορεί να μην ήταν λοιπόν για τα Χριστούγεννα το “January 8th” αλλά έχει τη δική του όμορφη ιστορία. «Τo January 8th είναι ουσιαστικά μία πρώην σχέση που είχα. Περιγράφει τι ένιωθα τη μέρα προτού τα βρούμε, πριν τα φτιάξουμε. Η προσδοκία της προηγούμενης μέρας. Το άγχος που σε περιβάλλει προτού βρεθείς να σμίξεις με αυτόν τον άνθρωπο. Τι θα κάνω; Πώς θα της φανώ; Αυτό το παράξενο συναίσθημα. Θα αποτύχω; Θα πετύχει; Είναι τόσο πολλά πράγματα όσον αφορά τον έρωτα».

Σπεύδω να τον ρωτήσω και για την ιστορία που κρύβεται πίσω από το “Clouds”: «Εγώ πριν 2-3 χρόνια πάθαινα κρίσεις πανικού που με ταλαιπώρησαν μέχρι πέρσι. Ένα από τα triggers μου για κάποιον λόγο ήταν η βροχή. Δηλαδή ένιωθα παγιδευμένος με τη βροχή, ότι δε θα μπορώ να φύγω από εκεί που είμαι. Καθόμαστε λοιπόν στο studio εγώ και ο Ερμής και έρχεται η μητέρα του και μας λέει ότι έρχεται καταιγίδα. Είχε και όνομα από αυτά που δίνουν οι μετεωρολόγοι. Εκεί γουρλώνω τα μάτια, βράζω, αγχώνομαι. Αρχίζει η καταιγίδα και το studio μας έχει ένα στέγαστρο που ακούς και τη μια σταγόνα βροχής που πέφτει. Καταλαβαίνεις πώς νιώθει ένας άνθρωπος που έχει τέτοιο θέμα. Προσπάθησα λοιπόν να διοχετεύσω αυτό το άγχος μουσικά, να αποτυπώσω τι μου βγάζει. Μου έβγαλε αυτό. Αντί να το αφήσω να κερδίσει, το μεταφράσαμε».

Η αγωνία του live

Ο good job nicky έχει κάτι σαν ευλογία αλλά μαζί και κατάρα. Η καριέρα του ξεκίνησε σε μια περίοδο που όλοι μας επιζητούσαμε εναγωνίως τη μουσική για να κάνουμε κάπως καλύτερη την απάνθρωπη συνθήκη στην οποία μας έχει υποχρεώσει η πανδημία και οι καραντίνες που αυτή έχει φέρει. Πιθανόν, λοιπόν, να συνδεθήκαμε πολύ ευκολότερα με τη μουσική του. Από την άλλη, όλη αυτή η επιτυχία έχει μείνει σε έναν ψηφιακό χώρο. Μοιραία η κουβέντα πηγαίνει στο πρώτο live και στο πώς το φαντάζονται. «Το καλό που μας θέλω να είναι ακριβώς όπως το φανταζόμαστε. Ανυπομονώ να μπορέσω να είμαι στον ίδιο χώρο με ανθρώπους που έχουν ταυτιστεί με τη μουσική που έχουμε δημιουργήσει. Σε βαθμό που νιώθουν την ανάγκη να σηκωθούν και να έρθουν να μας δουν. Να πάρουν τρένο, ταξί, αμάξι ή όποιον τρόπο έχουν. Δεν τους υποχρεώνει κανείς αλλά το κάνουν. Είναι η πιο όμορφη συζήτηση μεταξύ δύο ξένων έναν live».

Δεν είναι ακόμα έτοιμος για να αποκαλύψει ακριβώς πώς θέλει να το κάνει. «Είχα πάει να δω τους Ocean Wisdom και Dirty Dike στα 18α γενέθλιά μου και ήταν τρομερά. Μετά άραξα και με τους δύο και ήταν πολύ cool. Πήγαινα επίσης πολύ και στα live του πατέρα μου. Αυτό που με έχει στιγματίσει πάνω από όλα, ήταν τότε που κατάλαβα πραγματικά τι εστί ο πατέρας μου ως καλλιτέχνης, όταν άκουσα το “Ο δικός μου Βασίλης Τσιτσάνης”», μου λέει όταν ρωτάω ποιο live του έχει μείνει στο μυαλό. 

Λίγο πριν την εκτόξευση

Kαθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξης είχα πάντα την αίσθηση ότι μιλάω με έναν άνθρωπο που βρίσκεται λίγο πριν την εκτόξευση. Ρωτάω τον Νικόλα αν -τώρα που ο good job nicky αρχίζει να γίνεται γνωστός- αγχώνεται για τις αλλαγές που επίκεινται στη ζωή του. Αν κομπιάζει λίγο μπροστά από μια ζωή γεμάτη δημοσιότητα. «Όχι, καθόλου. Ίσως και να έχουμε προετοιμαστεί όλη μας τη ζωή γι’αυτό. Αν το όνειρό μας είναι να κάνουμε μουσική, το να χάσεις την ανωνυμία σου είναι το νόμισμα που πρέπει να πληρώσεις για να πραγματοποιήσεις αυτό το όνειρο. Και δεν είναι και κακό εντέλει. Αν έχεις κάτι να πεις και κάτι να προσφέρεις, γιατί όχι; Οποιοσδήποτε είναι στη θέση αυτή, ειδικά στο ξεκίνημα, πρέπει να αντιληφθεί ότι αυτό που κάνουμε δεν ανήκει σε μας, ανήκει σε όλους. Δε φοβάμαι λοιπόν να θυσιάσω την ανωνυμία μου».

 

Το soundtrack της ζωής του

Η πρώτη φορά που άκουσε κομμάτι του τυχαία έχει τη δική της ξεχωριστή ιστορία. «Έκανα μια συζήτηση με την πρώην μου, ήμασταν στο αμάξι και κατά κάποιον τρόπο τσακωνόμασταν. Την ώρα λοιπόν που κουβεντιάζαμε έπαιξε το “January 8th” στο ράδιο, που είχαμε γράψει για ‘κείνη και τότε απλά το βουλώσαμε και οι δύο». Αν αυτή ήταν μια πολύ όμορφη ιστορία, υπάρχει και μια ακόμα καλύτερη.  Ποια ήταν η πρώτη φορά που ο Νικόλας πήρε μια αξιολόγηση της δουλειάς του από κάποιον παντελώς ξένο σε εκείνον;

«Από τις πιο ωραίες στιγμές της ζωής μου. Ήμουν στο βουνό με το αμάξι κοιτώντας τη θέα και είχα βάλει σε μια φίλη μου να ακούσει τα κομμάτια που θα έβγαιναν αργότερα. Της έβαλα το Clouds. Δεν είχε βγει ούτε αυτό ούτε κανένα κομμάτι μου. Θυμάμαι ότι ήταν πολύ αργά το βράδυ. Εκεί κοντά ήταν ένας σεκιουριτάς που προφανώς άκουγε ό,τι παίζαμε και όταν έπαιξε το “Clouds” ήρθε και μου χτύπησε το παράθυρο. Βλέπω έναν άκυρο δίπλα στο αμάξι και λέω “ώπα τι γίνεται”. Κατεβάζω το παράθυρο και τον ρωτάω αν μπορώ να τον βοηθήσω σε κάτι. Μου λέει “χίλια συγγνώμη που διακόπτω αλλά αυτό το κομμάτι είναι πάρα πολύ ωραίο, ποιανού είναι;”. Είχα μείνει. Με αυτόν τον άνθρωπο, σκέψου ότι, έχουμε ακόμα επαφή. Ήταν απίστευτο».

Η διάσημη οικογένεια

Είχε έρθει η στιγμή να γυρίσουμε το κεφάλι μας και οι τρεις και να κοιτάξουμε τον ελέφαντα που βρίσκεται στο δωμάτιο. ΟΚ, καλά όλα αυτά αλλά μιλάμε για τον γιο της Σοφίας Αλιμπέρτη και του Γιάννη Πάριου. Πώς ήταν αυτό το βίωμα; «Εσύ μπορείς να μου πεις πώς το φαντάζεσαι, εγώ έζησα μέσα σε αυτό. Δηλαδή δεν έμπαινα στο σπίτι και έλεγα “Α! Η κ. Αλιμπέρτη” και “Α! Ο κ. Πάριος”. Έμπαινα περισσότερο σε φάση “γεια μαμά” (σ.σ. μιμείται ένα βαριεστημένο εφηβικό χαιρετισμό). Είναι η μόνη πραγματικότητα που ξέρουμε. Συγκριτικά με άλλες οικογένειες και άλλα σπίτια που έχουμε βρεθεί δεν υπάρχουν ιδιαίτερες διαφορές. Οι γονείς μας ήταν πραγματικά πρώτα από όλα γονείς. Ο Πάριος και η Αλιμπέρτη έμεναν έξω από την πόρτα του σπιτιού. Στο σπίτι ήταν η μάνα μου η Σοφία και ο μπαμπάς μου ο Γιάννης».

Θυμήθηκα μια πολύ γλυκιά στιγμή από μια συνέντευξη του πατέρα του, Γιάννη Πάριου. Σε αυτή είχε αναφερθεί στον Νικόλα μιλώντας με αγάπη και θαυμασμό γι’ αυτόν τονίζοντας, όμως, ότι διαφωνεί με ένα μέρος της μουσικής που υπηρετεί. «Ο πατέρας μου αυτό που θέλει να πει, και μου αρέσει που το φέρνεις αυτό, είναι ότι δε συμφωνεί τόσο με το ράπισμα. Είναι ένας άνθρωπος που λειτουργεί ως ambassador του να χρησιμοποιείς τη φωνή σου σωστά. Ειδικά αν την έχεις. Επομένως, ο μόνος λόγος που δε συμφωνεί με αυτό είναι όταν δεν τραγουδάω. Πλέον 9 στα 10 που έχω είναι τραγουδιστά και σε αυτό συμφωνούμε απόλυτα. Το ραπ είναι για μένα ένας τρόπος να τα βρίσκω με τον εαυτό μου και να γυρίζω στις ρίζες μου».

Αυτή η καχυποψία προς το flow υπάρχει και σε άλλα μέλη της οικογένειας. Θυμάται μια φράση που είχε πει ο αδερφός του Μιχαήλ πάνω στο ζήτημα. «Το να χρησιμοποιεί ο Νικόλας τη φωνή του για να ραπάρει είναι σαν να χρησιμοποιεί ο Michael Jordan τα χέρια του για να ράβει». Σε κάθε περίπτωση πάντως όλοι είναι πολύ κοντά του και τον στηρίζουν· με πρώτη από όλους τη μητέρα του. «Η μάνα μου έχει απίστευτο μουσικό αυτί, παρότι είναι παράφωνη. Μπορεί να διακρίνει τι θα περάσει και τι όχι. Ό,τι κομμάτι έχουμε γράψει το έχει ακούσει η μάνα μου. Είναι μάλιστα ο πρώτος άνθρωπος που ακούει τις δουλειές μας. Μετά πάει στον Μιχαήλ και μετά βλέπουμε».

Κοστούμι Mi-Ro, Παπούτσια Υeezy, adidas

Ο έμπιστος συνεργάτης

Ο Ερμής Γεραγίδης είναι ο πιο στενός συνεργάτης του Nικόλα. «Τους στίχους τους γράφω εγώ. Για τη μουσική γίνεται μια κουβέντα, μια ανταλλαγή ιδεών. Μπορεί να έρθω εγώ στο στούντιο με κάτι που με ενοχλεί ας πούμε, να το εξηγήσω στον Ερμή και ο Ερμής να ακούει αλλά παράλληλα, να είναι στο πιάνο και να μεταφράζει αυτό που ακούει σε μουσική. Ο Ερμής είναι ούτως ή άλλως ο πρώτος άνθρωπος που δημιουργικά εμπιστεύομαι απόλυτα».  «Πολύ συχνά έχουμε παρομοιάσει τη διαδικασία της παραγωγής της μουσικής μας ως μια εξομολόγηση που ξεκινάει είτε με έναν προβληματισμό καθημερινό είτε από μια ιδέα που είχα εγώ. Πολύ συχνά όμως έρχεται και από μια μουσική ιδέα του Νικόλα. Θα δείτε και στο μέλλον πολύ περισσότερο τον συνθέτη Νικόλα», συμπληρώνει ο Ερμής.

Ακόμα και στον τρόπο που μιλούν και αλληλεπιδρούν καταλαβαίνεις ότι έχεις μπροστά σου δύο πολύ διαφορετικές ψυχοσυνθέσεις. Η γνωριμία τους ήρθε ως αποτέλεσμα πολλών τυχαίων γεγονότων. Δύο παράλληλες ζωές που διασταυρώθηκαν έξω από ένα γήπεδο μπάσκετ. Όπως μου το αφηγείται ο Ερμής: «Ουσιαστικά ο αδερφός μου κάνει ένα roadtrip όπου χάνει το drone που μόλις του είχε αγοράσει η οικογένεια. Ένα χρόνο μετά ψάχνουμε να του βρούμε ένα μεταχειρισμένο μήπως και το αντικαταστήσει. Βλέπουμε, λοιπόν, στο Instagram του Αλέξανδρου Σταματιάδη, του σκηνοθέτη των clip μας, ότι διαφημίζει το drone του αδερφού του Νικόλα, του Χάρη. Ο αδερφός του δεν μπορούσε να έρθει, οπότε ο αμέσως επόμενος που θα ερχόταν να το φέρει ήταν ο Νικόλας. Στο πλαίσιο αυτής της συναλλαγής γνωριστήκαμε και δύο μέρες μετά αρχίσαμε να γράφουμε στο στούντιο το πρώτο μας κομμάτι».

Ήθελα όμως να δω και λίγο καλύτερα αυτές τις δύο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους πορείες. Τους ρωτάω πώς ήταν στο σχολείο. Ο Νικόλας μου βγάζει έναν συνδυασμό ανθρώπου τελείως πειθαρχημένου όσον αφορά στη δουλειά αλλά μόνο εκεί. «Έχω παίξει κυριολεκτικά ξύλο με καθηγητή μου. Κανονικά όμως. Χωρίς βέβαια να φταίω. Είχα ένα iPod την τελευταία ώρα στο σχολείο, έξω έβρεχε και εκείνος δε μας άφηνε να φύγουμε. Πάτησα play, έβαλα τα ακουστικά μου. Ξαφνικά, έρχεται, το παίρνει, το τυλίγει και το σπάει. Του λέω “τι κάνεις ρε;”, με κλώτσησε και εγώ του πέταξε το θρανίο» μου απαντά γελώντας ο Νικόλας.

 

Η ευθύνη απέναντι στη μουσική

Συνήθως όταν θες να φέρεις έναν καινούργιο, φρέσκο αέρα σε έναν χώρο προφανώς υπάρχει κάτι που σε ενοχλεί. Κάτι που σε κάνει να θες να διαφοροποιηθείς από αυτόν και να χαράξεις τη δική σου πορεία αυτόνομα. Η μουσική είναι το όνειρό του αλλά υπάρχει και κάτι που τον εκνευρίζει; «Δε δέχομαι σε κανέναν βαθμό και δε σε σέβομαι καθόλου αν προσπαθείς να εκμεταλλευτείς το κοινό σου και να δώσεις το ίδιο αναγνωρίσιμο μουσικό pattern, με απώτερο σκοπό να επωφεληθείς από αυτό. Τα ίδια patterns δε θα έπρεπε να περνάνε. Είμαστε σε μια τέχνη, τη μουσική. Είσαι εδώ όχι μόνο για να επωφεληθείς από αυτή. Προφανώς, και θα το κάνεις και αυτό αλλά κατά κύριο λόγο είσαι εδώ για να προχωρήσει η τέχνη από σένα. Αυτό που οφείλουμε σε οποιοδήποτε κοινό μας ακολουθήσει είναι να τους φέρουμε κάτι καινούργιο, να μην τους βαλτώσουμε. Αν δεν το κάνεις αυτό, δεν αξίζει να αυτοαποκαλείσαι καλλιτέχνης. Αυτή είναι η ευθύνη μας απέναντι στο κοινό και στη μουσική. Δεν κάνεις μουσική για να επωφεληθείς. Ελπίζεις απλά ότι μπορεί και να επωφεληθείς. Αν ξεκινάς όμως με αυτόν τον σκοπό είσαι ουσιαστικά επιχειρηματίας και όχι καλλιτέχνης». 

Την απάντηση αυτή μου την έδωσε σαν να τη σκεφτόταν από καιρό και με έκανε να καταλάβω ακόμα καλύτερα τι θέλει να φέρει στη χώρα μας. Λίγο πριν κλείσουμε τις κάμερες του zoom μου, o good job nicky μου αποκάλυψε πλήρως το δικό του όραμα. «Πολλές φορές μας λένε μήπως αυτό που κάνουμε είναι πολύ ξένο για την Ελλάδα. Ότι δεν ταιριάζει και πολύ εδώ, είναι λίγο προχωρημένο. Το ακούμε. Θέλουμε όμως να τονίσουμε κάτι: Πλέον η Ελλάδα είναι και αυτό. Πλέον η Ελλάδα είμαστε και εμείς».

Αλήθεια, μπορεί κανείς να διαφωνήσει μαζί του;