Wikipedia
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

H ιστορία μυστηρίου ενός πτώματος που δεν ταυτοποιήθηκε ποτέ

Η παραλία Somerton της Αυστραλίας είναι ο τόπος γέννησης ένος μεγάλου μυστηρίου.

Την 1η Δεκεμβρίου του 1948, η αυστραλιανή αστυνομία δέχεται μια ειδοποίηση ότι ένα πτώμα βρίσκεται στην παραλία Somerton κοντά στην Αδελαΐδα. Το σώμα ανήκε σε έναν άντρα γύρω στα 45 ο οποίος βρέθηκε ξαπλωμένος στην άμμο της παραλίας με σταυρωμένα τα πόδια. Στα δεξιά του λαιμού του υπήρχε ένα τσιγάρο. Η στάση του σώματός του έδειχνε ότι είχε πεθάνει στον ύπνο του. Κατά το ψάξιμο των τσεπών του νεκρού βρέθηκαν: άλλο ένα πακέτο τσιγάρων διαφορετικής μάρκας, τσίχλες, ένα εισιτήριο λεωφορείου, ένα τρένου, σπίρτα και μια κτένα. Αυτό που έλειπε ήταν οποιοδήποτε στοιχείο που θα μπορούσε να τον ταυτοποιήσει.

Τότε η αστυνομία καταφεύγει στο δεύτερο επίπεδο ερευνών και ρωτάει περιοίκους και ανθρώπους που βρέθηκαν στην περιοχή την προηγούμενη μέρα. Ένα ζευγάρι λέει στις αρχές ότι είδε την προηγούμενη μέρα τον ίδιο άντρα περίπου στην ίδια θέση όπου βρέθηκε νεκρός. Ο άντρας ήταν ζωντανός καθώς, σύμφωνα με το ζευγάρι, σήκωσε ψηλά το δεξί του χέρι. Αυτό που κάνει εντύπωση επίσης είναι ότι ο άντρας ήταν καλοντυμένος αλλά με ρούχα που δεν ταίριαζαν καθόλου με τις υψηλές θερμοκρασίες της εποχής.

Η 1η Δεκεμβρίου του 1948 υπήρξε, λοιπόν, η αρχή ενός μυστηρίου που απασχολεί την κοινή γνώμη -και όχι μόνο της Αυστραλίας- ακόμα και σήμερα. Κανείς δεν αναγνώρισε ποτέ τον νεκρό, τα αποτυπώματά του δεν ανήκαν σε κάποιον, δεν είχε επάνω του ταυτότητα, ενώ από τα ρούχα του είχαν αφαιρεθεί όλες οι ετικέτες, ώστε να μην υπάρχει καμία περίπτωση να ανιχνευθεί η πορεία του μέχρι το Somerton. Υπήρξε όμως ένα μόνο στοιχείο.

Μήνες μετά την εύρεση του πτώματος, σε μια τσέπη του παντελονιού του, βρίσκεται τυχαία ένα κομμάτι χαρτί με το τυπωμένο σημείωμα “Tamam Shud”. Το κομμάτι του χαρτιού ήταν παρμένο από την τελευταία σελίδα ενός αντιτύπου του ‘Rubaiyat of Omar Khayyam’, ενός περσικού ποιήματος του 12ου αιώνα. Το ‘Tamam Shud’ σημαίνει ‘Τελειωμένο’ ή ‘Έχει τελειώσει’.

Η αστυνομία καταφέρνει να βρει το αντίτυπο από το οποίο κόπηκε η σελίδα όπου βρέθηκε γραμμένος χειρόγραφα ένας τηλεφωνικός αριθμός, ένα άλλος αριθμός που δεν αποκωδικοποιήθηκε και ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα. Το μήνυμα, που δεν αποκρυπτογραφήθηκε ποτέ, έγραφε…

WRGOABABD

 MLIAOI

 WTBIMPANETP

 MLIABOAIAQC

 ITTMTSAMSTGAB…

Από την άλλη, ο σημειωμένος αριθμός του τηλεφώνου ανήκε στη νοσοκόμα Jessica Thomson, η οποία ζούσε μόλις 400 μέτρα από το σημείο όπου βρέθηκε ο νεκρός. Εκείνη αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με τον νεκρό. Τόνισε ότι δεν τον ήξερε ούτε ήξερε τον λόγο που βρέθηκε το τηλέφωνό της στο βιβλίο. H Jessica Thomson ζήτησε τα στοιχεία της να μείνουν κρυφά από τα ΜΜΕ, γιατί η εμπλοκή της σε μια τέτοια υπόθεση θα την εμπόδιζε για το υπόλοιπο της ζωής της. Η αστυνομία συμφώνησε και για την αναφορά της χρησιμοποιούνταν το ψευδώνυμο ‘Jestyn’. Η πραγματική της ταυτότητα αποκαλύφθηκε πολλά χρόνια μετά, μετά τον θάνατό της, από την κόρη της.

Wikipedia

Το απόσπασμα από το βιβλίο

Toν Ιανουάριο του 1949 στον σιδηροδρομικό σταθμό της Αδελαΐδας βρέθηκε μια βαλίτσα που πιστεύεται ότι ανήκε στον Άνθρωπο του Somerton και περιείχε κυρίως ρούχα και προσωπικά αντικείμενα. Σε μια γραβάτα που υπήρχε μέσα στη βαλίτσα ήταν γραμμένο το επώνυμο ‘Τ.Keane’, ‘Keane’ σε μια σακούλα για άπλυτα ρούχα και ‘Κean’, χωρίς το ‘e’ σε ένα γιλέκο. Την ίδια στιγμή, από όλα τα υπόλοιπα πράγματα εντός της βαλίτσας είχαν αφαιρεθεί οι ετικέτες και οποιοδήποτε στοιχείο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ενδεχόμενη ταυτοποίηση με τέτοια επιμέλεια, ώστε η αστυνομία να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι το όνομα Keane δεν ήταν το πραγματικό και γι’αυτό δεν αφαιρέθηκε. Πράγματι, κανένας αγνοούμενος με αυτό το όνομα δεν βρέθηκε σε καμία από τις αγγλόφωνες χώρες του κόσμου.

Mετά από αυτές τις αποτυχίες, η έρευνα στράφηκε και πάλι στην προσπάθεια αποκωδικοποίησης της σειράς γραμμάτων που είχαν σημειωθεί στο βιβλίο. Μυστικές υπηρεσίες, μαθηματικοί, γλωσσολόγοι, ντετέκτιβ, ιστορικοί και ερασιτέχνες προσπάθησαν επί 60 χρόνια ανεπιτυχώς να τα καταφέρουν. Το σενάριο που προκρίνεται πλέον ως το πιο πιθανό για τα συγκεκριμένα γράμματα είναι πως αυτά αποτελούν συντομογραφίες και όχι κάποιο μορφή κώδικα και, επομένως αδύνατο να αποκρυπτογραφηθούν.

Σε κάθε περίπτωση, η αδυναμία ταυτοποίησης του πτώματος του Ανθρώπου του Somerton συνδέθηκε με αδυναμία ανεύρεσης της αιτίας θανάτου του. Κανένα τραύμα, κανένα οργανικό πρόβλημα και καμία ένδειξη δηλητηρίασης δεν βρέθηκε. Οι ειδικοί είναι, ωστόσο, σίγουροι πως ο θάνατός του δεν προκλήθηκε από φυσικά αίτια.

Η επιμέλεια να κρυφτούν όλα τα στοιχεία ταυτοποίησης, το μυστήριο της αιτίας θανάτου καθώς και η περίοδος που έγιναν όλα αυτά, στις απαρχές δηλαδή του Ψυχρού Πολέμου, προκρίνουν ως βασικό ενδεχόμενο ότι κατά πάσα πιθανότητα ο Άνθρωπος του Σόμερτον ήταν κατάσκοπος, ενδεχομένως της Σοβιετικής Ένωσης, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα δηλητηριάστηκε με ένα δηλητήριο που δεν είναι ανιχνεύσιμο. Ο κατάσκοπος αυτός ενδεχομένως να υπήρξε και ο πατέρας του παιδιού της Jessica Thomson, ο ισχυρισμός της οποίας ότι δηλαδή δεν γνώριζε ποιος είναι ο νεκρός, αμφισβητείται ακόμα και σήμερα. Kι όμως κανείς ποτέ δεν μπορεί να είναι βέβαιος.

Ο άνθρωπος του Somerton τάφηκε στο ιστορικό νεκροταφείο West Terrace Cemetery της Αδελαϊδας. Στο τελετουργικό βρέθηκαν κατά κύριο λόγο ρεπόρτερ και αστυνομικοί, ενώ πάνω στην μαρμάρινη πλάκα του τάφου αναγράφηκε: “εδώ βρίσκεται ο άγνωστος άνδρας που βρέθηκε νεκρός στη παραλία του Somerton, 1 Δεκ. 1948”. Ο άγνωστος έμεινε εκεί με μόνο προσδιοριστικό της ταυτότητάς του να είναι ο τόπος στον οποίο βρέθηκε νεκρός,

Συνήθως το μυστήριο του θανάτου απασχολεί τον άνθρωπο κυρίως ως προς το τι τον ακολουθεί. Η περίπτωση του Somerton αφορά περισσότερο το τι προηγήθηκε αυτού. Κατά κάποιο τρόπο, ο Άνθρωπος του Somerton είναι εκείνος που έζησε μια μέρα στην παραλία του Somerton. Είναι τα παπούτσια του, η γραβάτα του, τα εισιτήρια στις τσέπες του. Ο καθένας αφήνει ένα στίγμα του στον κόσμο και σε εκείνον έτυχε να αφήσει μερικά προσωπικά αντικείμενα και ένα μυστήριο. Με την έννοια αυτή, το πτώμα ανήκει στον Άνθρωπο του Somerton. Το πού ανήκε πριν μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ.