LONGREADS

Με το Ρένο Χαραλαμπίδη ‘τσακωθήκαμε’ για τα πολιτικά

Μια μπύρα που άρχισε ως ανάλυση της πιθανής συντριβής στο σινεμά, εξελίχθηκε σε (μάλλον έντονη) διαφωνία για τα πολιτικά και έληξε ειρηνικά με εικόνες από τα 'Φτηνά Τσιγάρα'.

Για μια σεβαστή περίοδο του ’99, ο Ρένος δούλευε νύχτα μέρα. Τη μέρα, στα γυρίσματα του ‘Κάτι Τρέχει Με Τους Δίπλα’ ξυπνούσε δίπλα στη Δήμητρα Ματσούκα και ούρλιαζε ατάκες όπως ‘Πυραύλωσέ με!’. Ήταν ο απατεωνίσκος, αλλά μποέμ Θανάσης Καλημέρης. Τη νύχτα, γυρνώντας τα ‘Φτηνά Τσιγάρα’ στο κέντρο της Αθήνας, προσπαθούσε να ζήσει τον έρωτα, πατούσε τις λάσπες και τα σκατά της νύχτας και έφτιαχνε εικόνες ενός σινεμά που κανείς δεν είχε όρεξη να καταλάβει το 2000. Ήταν ο απατεωνίσκος, αλλά μποέμ Νίκος.

“Δες τώρα τον Καλημέρη και δες και τον Νίκο. Καμία σχέση. Όταν όμως προβλήθηκαν οι δουλειές, μου είπαν ότι στην ταινία παίζω τον εαυτό μου και ότι στο σήριαλ παίζω πάλι τον εαυτό μου. Και ρωτώ. Τελικά, ποιος είναι ο εαυτός μου;”, απορεί ο Ρένος σε ένα τραπεζάκι για τέσσερις στο καφέ του Public στο Σύνταγμα.

 

Μειδιάζει σε κάθε λέξη, τη συνοδεύει πάντα με χειρονομίες, χτυπά αόρατα το τραπέζι σε κάθε τόνο και είναι όσο θεατρικός εικάζεις ότι θα είναι πριν τον γνωρίσεις. Για την ακρίβεια, εικάζεις είτε ότι θα είναι όσο θεατρικός έχει υπάρξει σε σινεμά και τηλεόραση είτε το εντελώς αντίθετο, ένα σημείο στο φάσμα που πιάνουν το ‘βαρύς’ και το ‘ασήκωτος’. Από τα πρώτα μας τηλεφωνήματα για το ραντεβού, ήξερα ότι θα κινηθούμε στο πρώτο σενάριο.

Σε ένα λεπτό γνωριμίας, με είχε ρωτήσει αν έχουμε ξαναβρεθεί, τι μ’ αρέσει να κάνω και γιατί δεν παραδέχομαι ότι είμαι συγγραφέας. Μου είπε ότι μοιάζω με το Ναπολέοντα Λαπαθιώτη και με τον Τζούμα στα νιάτα του. Του είπα να με σκεφτεί για την επόμενη ταινία του. Μετά, γκούγκλαρα τον Ναπελέοντα Λαπαθιώτη και με πήρε από κάτω.

Αφορμή αυτού του σουρεαλιστικού θεάτρου της Δευτέρας ήταν ο διαγωνισμός ‘Done In Sixty Seconds’ του Jameson, στον οποίο ερασιτέχνες Έλληνες auteurs κλήθηκαν να στείλουν μια αγαπημένη τους ταινία γυρισμένη απ’ τους ίδιους αποδομένη σε 60 δευτερόλεπτα. Μαζί με τους Περάκη και Ανδρεαδάκη, ο Ρένος κλείνει την τριάδα της κριτικής επιτροπής που στις 18/2 θα αναδείξει την ταινία που θα στείλουμε στον τελικό του Λονδίνου.

(μια ωραία ατμόσφαιρα στον τελικό)

Γιατί σουρεαλιστικό το ‘θέατρο’; Γιατί έτσι λες μια συνάντηση που είχε από μαθήματα φωτογραφίας με το Ρένο -που ήξερα σκάρτα 20 λεπτά- σε χαραλαμπιδικές πόζες μέχρι αποκαλύψεις για το πόσο καλός ντράμερ είναι ο Αντώνης Σαμαράς και ένα όχι τόσο σύντομο άρπαγμα για τις πολιτικές του επιλογές από έναν απορημένο φαν (εμένα). Λες και δεν έφτανε το (caught on video) cameo μιας έξαλλης Ελένης Λουκά πάνω απ’ το τραπέζι μας.

Και να φανταστείς ότι ξεκινήσαμε με την πιο απλή ερώτηση στον κόσμο.

Πώς σου φάνηκαν οι φετινές συμμετοχές στο DISS του Jameson;

Ο διαγωνισμός του Jameson αποδεικνύει πώς πια ο μέσος Έλληνας έχει βαθιά κινηματογραφική παιδεία, γιατί οι ταινίες δείχνουν αντίληψη, ενημέρωση, παιδεία  και ένα βαθύ ταλέντο στην αφηγηματικότητα. Φέτος είχαμε πάρα πολλές συμμετοχές που κάθε χρόνο γίνονται και καλύτερες. Υπάρχει μια πάλη μεταξύ των κριτών, γιατί ρε συ, είναι ΠΟΛΥ καλές. Εμείς της γενιάς του ’90 για να δέσουμε δύο πλάνα κάναμε αγώνα ζωής. Δεν υπήρξε μία ταινία που να είναι για πέταμα ή να μην έχει ούτε μία αρετή”.

Σε ποια φάση είμαστε τώρα;

“Έχουμε καταλήξει στις πέντε και φιλοδοξούμε να διαλέξουμε μια ταινία που θα κάνει μια πορεία στο εξωτερικό. Βέβαια, για να μην παίρνουν τα μυαλά μας αέρα, από την ταινία του ενός λεπτού μέχρι τη μεγάλου μήκους, η απόσταση είναι πολύ μεγάλη”.

Πες μου για το remake που σε εντυπωσίασε περισσότερο.

“Θα σου πω ένα απ’ τον περσινό διαγωνισμό για να είμαι δίκαιος. Υπήρξε ταινία 60 δευτερολέπτων που ήταν βουβός κινηματογράφος στιλ ‘Νοσφεράτου’. Τα παιδιά είχαν κάνει τα ντεκόρ, το στιλ της φωτογράφισης, το μακιγιάζ και όλο το εξπρεσιονιστικό παίξιμο. Όταν τους γνώρισα και έμαθα ότι είναι πρωτοετείς φοιτητές, λέω ‘Συγγνώμη αν εσείς κάνετε αυτό, εγώ τι πρέπει να κάνω εγώ μετά’; Το εντυπωσιακό είναι ότι όσο τα μέσα γίνονται πιο προσβάσιμα στον δημιουργό χάνεται η τσαπατσουλιά”.

 

Το πρόβλημα είναι ότι καμιά φορά η μούσα δεν ενθουσιάζεται και τόσο.

“Γι’ αυτό οι καλλιτέχνες που δεν έκαναν πραγματικότητα το όνειρό τους έχουν στα μάτια τη θλίψη του ναυαγού. Κι εγώ που κάνω το ταξίδι κι έχω φτάσει στον προορισμό, έρχομαι να σου πω ότι δεν ήταν αυτό που νόμιζα. Έχει πολλή οδύνη όλο αυτό.

Έχω κάνει τέσσερις ταινίες, έχω μια πορεία. Γράφω λοιπόν ένα σενάριο και το δίνω σε παραγωγούς. Ο καθένας μπορεί να ποδοπατήσει με τα λασπωμένα του παπούτσια την ψυχή μου και να μου πει ναι, όχι, ίσως. Ή να πει ότι είναι μαλακία, έστω και καλοπροαίρετα. Και μετά λες, έδωσα δυο χρόνια απ’ τη ζωή μου για να μου πει ο άλλος ότι είναι μαλακία; Και εκεί που πας να το πετάξεις, ένας άλλος σου λέει ‘Τι αριστούργημα’ και έρχεται η ανατροπή”.

 

Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που γύρισες ποτέ;

“Έπρεπε να φτάσω 43 για να μου κάνουν αυτήν την ερώτηση; Ξέρεις γιατί το ρωτάς εσύ αυτό; Γιατί είσαι δυο γενιές μετά από μένα και στην απόσταση που μπορεί να καταλάβει τι έκανα. Θα σου πω ένα παράδειγμα.

 

Ο Δαλιανίδης έχει μια ιδέα που δεν έχω ξαναδεί στο παγκόσμιο σινεμά. Δύο άνθρωποι ερωτευμένοι είναι σε μια ντισκοτέκ. Χορεύουν. Ποιο είναι το κόλπο του για να δείξει ότι είναι ερωτευμένοι; Αυτοί είναι ακίνητοι και οι άλλοι τρέχουν γύρω τους. Βάζει slow motion, οι ακίνητοι παραμένουν ακίνητοι έτσι κι αλλιώς και πετυχαίνει ένα μαγικό εφέ. ΒΑΣΙΚΑ ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ”.

(στο βίντεο, ο Ρένος απαντάει και ποιο είναι το πρώτο πράγμα που γύρισε ποτέ)

 

Δεν νομίζω ότι έχεις παίξει ποτέ χαρακτήρα που δεν είναι μποέμ με τον τρόπο του. Τον εαυτό σου παίζεις κάθε φορά;

“Ο ηθοποιός πρέπει να εξασκείται στο να είναι σοκαριστικά ο εαυτός του. Έχω κάνει πράγματα μπροστά στην κάμερα που δεν έχω τολμήσει στη ζωή μου. Έβγαινα ως Καλημέρης με ένα σώβρακο και ένα πούρο και έλεγα ‘Άσε με να σου κάνω τον έρωτα’. Πώς θα τολμούσα να το πω στη ζωή μου; Εκεί μου έβγαινε φυσικό γιατί μου επέτρεπα να είμαι εγώ.

Μποέμικη ζωή είναι αυτό που βλέπουμε στην ‘Κάλπικη Λίρα’, όπου ο Χορν πετυχαίνει μετά από χρόνια τη Λαμπέτη, την παλιά του αγάπη που έχει χαθεί στις οικογενειακές υποχρεώσεις κι αυτός απλά κάνει μια βόλτα για να ξεσκάσει.

 

Είμαι εργένης, 43, αφιερωμένος στο σινεμά, καλλιτέχνης, περιπετειώδης τύπος. Μπήκα στην πολιτική σε μια εποχή που οι παλιοί υποψήφιοι φοβούνταν να πάνε. Είμαι ο μόνος καλλιτέχνης της γενιάς μου που βγήκε μπροστά και είπε τη γνώμη του”.

Εισαγωγή στην Πολιτική Κουζίνα

Έχω ακούσει απ’ το ότι είσαι σύμβουλος του Σαμαρά μέχρι ότι είστε κανονικοί φίλοι. Τελικά;

“Την εποχή αυτή ανταλλάσσουμε μηνύματα. Είναι πρωθυπουργός, είναι αρχηγός ενός κράτους. Η σχέση μας κρατάει χρόνια. Γνωριστήκαμε τελείως τυχαία. Είναι χειμώνας, καμιά δεκαετία πίσω. Αυτός είναι στον Καιάδα, διαγραμμένος απ’ τα πάντα, εγώ παίζω στο ‘Αλίκη’. Τελειώνει η παράσταση, βγαίνω στο δρόμο και τον βλέπω να περπατάει μόνος. Έρχεται και μου μιλάει. Μου λέει ‘Σε θαυμάζω πολύ’, τα λέμε λίγο και τον χάνω για χρόνια.

Αφού πήρε τη Ν.Δ., ξαναβρεθήκαμε μέσω κοινών φίλων λίγο πριν τις εκλογές του ’12. Όπως θυμάσαι, το κλίμα των εκλογών ήταν τραγικό. Όποιος πήγαινε με το Μνημόνιο, ήταν προδότης της Ελλάδας. Είναι και μεγάλος ‘ψήστης’ ο Σαμαράς (και φοβερός ντράμερ επίσης), το έφερε έτσι που δεν μπορούσα να πω όχι. Πρώτα με έβαλε στο ψηφοδέλτιο και μετά μου το ανακοίνωσε.

Αν κάθε Έλληνας είχε την ευκαιρία να τον συναντήσει για δέκα λεπτά, δεν νομίζω να ξαναψήφιζε άλλο πολιτικό. Έχει το μεγάλο χάρισμα να ακούει. Κάθεσαι μαζί του και προσπαθεί να πιάσει τι συμβαίνει. Γι’ αυτό έμεινε 11 χρόνια στην κόλαση και βγήκε μπροστά”.

Αυτό το “Μ’ έβαλε στο ψηφοδέλτιο” και δη το συγκεκριμένο ήταν βαρύ για πολλούς φανατικούς σου.

“Εγώ δεν ήθελα να βγω βουλευτής. Ήθελα να βοηθήσω το Σαμαρά. Αυτό που έκανα, το έκανα πληρώνοντας μεγάλο κόστος. Αυτό που δεν αντέχω στη ζωή είναι τους τσάμπα μάγκες. Το έκανα γιατί το πίστευα πραγματικά εκείνη τη στιγμή και το πιστεύω ακόμα, ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιρνε την εξουσία, θα ζούσαμε μια τέτοια καταστροφή άνευ προηγουμένου. Ηθικά βρέθηκα σε τρομερό δίλημμα. Ξέρω τι πρόκειται να γίνει. Τι κοιτάω; Το δικό μου όφελος μένοντας απόμακρος ή το όφελος του συνόλου που κατά τη γνώμη μου ήταν αυτό; Μπορεί να έκανα λάθος, αλλά αυτό πίστευα και βγήκα μπροστά.

Προς το παρόν πορεύεσαι με το ‘Ξέρεις, τον Χαραλαμπίδη και τους ήρωες που δημιουργεί- παίζει τους θέλουμε (και) αριστερούς’. Ισχύει σίγουρα για μένα.

“Μα αυτή είναι η δικτατορία της Αριστεράς. Άρα ο Μάνος Χατζηδάκις δεν ήταν μεγάλος καλλιτέχνης, ο Ελύτης το ίδιο κι ο Γεωργιάδης δεν ήξερε από σινεμά. Και μετά έρχεται το τρομερό ερώτημα. Τι είναι Αριστερά; Όλοι αυτοί που διατυμπανίζουν το αριστερό τους προφίλ, θα ήταν καλό να αναλογιστούν τι δηλώνουν ότι είναι. Τα γκούλαγκ στη Σοβιετική Ένωση τους εκφράζουν; Τους εκφράζει η σφαγή του Δεκέμβρη του ’44 όπου οι κομμουνιστές εκτέλεσαν χιλιάδες αντιδραστικούς μεταξύ των οποίων τροτσκιστές, αναρχικούς και ομοφυλόφιλους μες στην Αθήνα;

 

Πήγα μαζί του χωρίς να έχω το προφίλ δεξιού. Δεν έχω οικογένεια, δεν έχω τη φήμη του συντηρητικού, ζω μια μποέμικη ζωή, δεν έχω το προφίλ του οικογενειάρχη δεξιού”.

Άρα δεν ψήφιζες πάντα Ν.Δ.;

“Όχι, εγώ είμαι Σαμαρικός, δεν είμαι Νεοδημοκράτης. Ανάλογα με την ιστορική συνθήκη έχω ψηφίσει τα πάντα, όλο το φάσμα, από αριστερά μέχρι δεξιά. Γι’ αυτό λέγεται δημοκρατία για να εναλλάσσονται οι εξουσίες. Άμα ψηφίζουμε μόνο έναν, τι δημοκρατία είναι αυτή; Αν πίστευα εκείνη τη στιγμή ότι υπήρχε ακόμα και στο ΚΚΕ κάποιος ικανός να μας βγάλει από την τρικυμία, θα τον ψήφιζα. Σε καμία περίπτωση, όμως, αυτά που έλεγαν περί δραχμής δεν μου επέτρεπαν να κοιμάμαι ήσυχος.

Με γοητεύει η μυρωδιά του αίματος, μπαίνω στον καυγά. Θέλω να πω σε σένα και τους φίλους σου ότι ναι μεν σας απογοήτευσα, αλλά απ’ την άλλη πρέπει να σας ενθουσίασα γιατί μπήκα στο ξύλο.

Ταλαιπωρήθηκα και φοβήθηκα πολύ από τα ακραία στοιχεία όταν έβαλα το κεφάλι μου στον ντορβά. Βαρέθηκα να μου φωνάζουν οι Χρυσαυγίτες. ‘Χαραλαμπίδη, έρχονται κρεμάλες’. Μου την έχουν πέσει λεκτικά στο Σύνταγμα (για φαντάσου να μ’ έβρισκαν σε καμιά γωνία), έχω πάρει άπειρα μηνύματα από ανώνυμα προφίλ στο Facebook τύπου ‘Ξέρω πού μένεις, ετοιμάσου πούστη’.Οι τσάμπα μάγκες που σου ‘λεγα”.

 

Ειδικά εσένα νομίζω ότι σε ντοπάρουν αυτά;

“Μποέμ δεν είπαμε; Αυτή είναι η περιπετειώδης ζωή. Η πολιτική μου έδωσε την άμεση περιπέτεια”.

Δεν θα μπορούσα να ζήσω την περιπέτεια σε ένα κόμμα που έκανε υπουργό το Μάκη Βορίδη.

“Καταλαβαίνω τι λες. Έχεις ακούσει όμως το όνομα Χρύσανθος Λαζαρίδης; Είναι το δεξί χέρι του Σαμαρά. Ήταν στη νεολαία της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος (νεολαία του ΚΚΕ εσωτερικού)”.

 

Υπάρχει και το “Για μένα είσαι ηθοποιός, καλλιτέχνης, γουστάρω τις δουλειές σου, τι σκ*τά μπλέκεις με την πολιτική”;

“Αυτό που λες είναι βαθιά συντηρητικό και ανήκει σε άλλες εποχές. Πολλοί μου είπαν ότι απογοητεύτηκαν από τις επιλογές μου, αλλά κανείς ότι απογοητεύτηκε από αυτά που έλεγα. Αφού συμφωνούμε λοιπόν, γιατί διαφωνούμε; Είμαστε στον 21ο αιώνα. Θα είχε νόημα να τσακωθούμε σήμερα οι δυο μας για το ποιος είναι βασιλικός και ποιος βενιζελικός; Όχι. Κάπως έτσι αμβλύνεται και η αντιπαράθεση Δεξιάς κι Αριστεράς”.

 

Του το έχεις πει αυτό;

“Αν του το πεις, θα σου πει ότι είναι και μετά θα σε ρωτήσει, ‘Τι εννοείς ‘αριστερός’; Ο Σαμαράς είναι άνθρωπος του τώρα, είναι αυτός που θεωρεί ότι το κράτος πρέπει να έχει το μικρότερο δυνατό ρόλο στην κοινωνική ζωή”.

Προσωπικά, το ’12, έβλεπα έναν άνθρωπο που γυάλιζε το μάτι του για να πάρει την εξουσία και αυτό δεν το λέω για καλό.

“Την εποχή που πήρε την εξουσία είναι η χειρότερη που μπορούσε να την πάρει. Μην έχουμε τη μικροψυχία του ραγιά. Ναι μεν παίρνει την εξουσία, αλλά φορτώνεται και τα προβλήματα. Νομίζεις ότι ο Σαμαράς γλεντάει τώρα; Την περιπέτεια με το μάτι δεν την έπαθε από την καλοπέραση. Από την μπέσα του την έπαθε”.

Τα ‘Φτηνά Τσιγάρα’ και το σινεμά του Ρένου

Δε θα μιλήσουμε ποτέ για τα ‘Φτηνά Τσιγάρα’ έ;

“Να μιλήσουμε, βεβαίως. Τα Φτηνά Τσιγάρα τα έζησα ως καταστροφή. Πώς ερμηνεύεις ότι ήταν η μεγαλύτερή μου αποτυχία;

 

Βγαίνει η ταινία στις αίθουσες. Οι κριτικές είναι από χλιαρές μέχρι αδιάφορες, κόβει ελάχιστα εισιτήρια και χάνεται μέσα στο ποτάμι του κινηματογράφου. Έρχεται μετά το Youtube και μαζί μια τρομερή δικαιοσύνη. Αρχίζουν οι νέοι να ανακαλύπτουν την ταινία”.

Η ζωή ξέρει κι εσύ έπρεπε να την εμπιστευτείς.

“Η ζωή ξέρει. Δυστυχώς ξέχασα αυτά που είχα μάθει και το πλήρωσα πολύ ακριβά στην επόμενη δεκαετία μετά τα ‘Τσιγάρα’. Έκανα λάθη ψυχικά, δεν εμπιστεύτηκα τη ζωή”.

 

Μα δεν έκανες και τόσο πολλή;

“Και πάλι πολλή ήταν. Ένα χρόνο ‘Βότκα Πορτοκάλι’ κι ένα ‘Κάτι Τρέχει με τους Δίπλα’, λίγα ήτανε; Έκανα και το μεγάλο λάθος. Μετά τα ‘Τσιγάρα’, είχα προτάσεις να δουλέψω στο Λος Άντζελες. Δεν μου άρεσε η ζωή εκεί, κάπου φοβήθηκα και δεν το τόλμησα. Η ζωή ήξερε, αλλά εγώ δεν την εμπιστεύτηκα”.

(Εκείνη τη στιγμή, μπαίνει στο πλάνο για πρώτη φορά η Ελένη Λουκά, πλησιάζει το Ρένο και αρχίζει τον εξάψαλμο. ‘Δεν είμαι φαν σου, είσαι στο δρόμο του Σατανά, καταστρέφεις την Ορθοδοξία και την Ελλάδα, εδώ και 40 χρόνια ηθοποιοί και τραγουδιστές βγαίνετε και μιλάτε. Αν δεν μετανιώσεις, θα πας στην κόλαση’. Η Λουκά φεύγει απ’ το πλάνο, αλλά θα επέστρεφε για το ανκόρ)

Αυτό είναι το ανκόρ, ενώ ο Ρένος προσπαθεί να πει κάτι για τα 30 και τα 40.

 

Δεν ξέρω αν είναι καλή αφορμή η κυρία Λουκά, αλλά ποια είναι η θεωρία σου για τις γυναίκες;

“Στη ζωή μου νόμιζα ότι ήμουν μισογύνης, μετά διαπίστωσα ότι είχα μπερδευτεί. Απλά επειδή τις αγαπούσα πάρα πολύ, νόμιζα ότι τις μισούσα. Όλοι οι έρωτές μου, και στις ταινίες και στην τηλεόραση, δεν ευδοκίμησαν. Δεν είμαι ακόμα ώριμος να αποφανθώ για τις γυναίκες. Όπως λέει κι η φοβερή Κική Δημουλά, ‘Άφησε να μην ξέρω’. Άσε με να μην ξέρω ρε παιδί μου”.

Επειδή έτσι κι αλλιώς θέλω να κλείσω με την τελευταία σκηνή απ’ τα ‘Φτηνά Τσιγάρα’, μπορείς να πεις ό,τι θες για τις άλλες τρεις ταινίες σου.

“Το ‘No Budget Story’ ήταν η πρώτη μου εμφάνιση, η πιο τρυφερή μου στιγμή. Εμφανίστηκα αθώος, άσπιλος, σαν τον Άγιο Στέφανο που δέχεται τα βέλη των εχθρών. Ήμουν 25-26 και επιτέθηκα στο σινεμά από το πουθενά. Η ‘Καρδιά του Κτήνους’ ήταν η πιο mainstream ταινία μου, μια ταινία για όλο τον κόσμο. Ίσως θα ταίριαζε να είναι η πρώτη μου, γιατί είχε αρχή, μέση και τέλος. Αποθεώθηκε στην πρεμιέρα και μετά εξαφανίστηκε. Στα ‘Φτηνά Τσιγάρα’ έφαγα γιούχα, αλλά η ταινία έμεινε στην ιστορία. Βγάλε άκρη”.

 

Τουλάχιστον έγραψες το ‘Εγχειρίδιο Κινηματογραφικής Ανυπακοής’ με τις σημειώσεις από τα γυρίσματα.

“Το πρώτο τσιτάτο του βιβλίου λέει ‘Όλα είναι απλά. Αλλά όχι και τόσο απλά”. Το μόνο στοίχημα που έχει ο κινηματογράφος είναι ο χρόνος. Κανένα άλλο. Το 2000, τα ‘Φτηνά Τσιγάρα’ πάνε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Δεν παίρνω κανένα βραβείο, συντριβή, όλεθρος. Είμαι σε ένα καφενείο κι έρχεται ένας χοντρούλης Γάλλος, με αγκαλιάζει συγκινημένος απ’ την ταινία και μου συστήνεται ως ο εκλέκτορας του Φεστιβάλ Καννών. Μου εξηγεί πόσο σπουδαία ταινία έκανα. Βλέπω ήδη τον Χρυσό Φοίνικα. Τον ρωτάω αν θα την πάρει. Μου λέει ‘Όχι, γιατί δεν είναι ελληνική ταινία”.

Τι εννοούσε;

“Δεν μου εξήγησε”.

Ωραία. Η σκηνή με τα περιστέρια στο τέλος των ‘Φτηνών Τσιγάρων’. Τι έπος συνετέθη;

(γέλια) “Η ιδέα είναι ότι αυτοί φιλιούνται και δίπλα τους πετάνε περιστέρια. Παίρνω 100 περιστέρια. Τι δεν έχω υπολογίσει; Ότι τα περιστέρια δεν πετάνε! Αφήνουμε τα πουλιά στο τρόλεϊ και πάνε κάτω από τις θέσεις, δεν πετάει κανένα. Είμαι έτοιμος να συντριβώ. Λέω είναι δυνατόν να είμαι τόσο μαλάκας; Κάποια στιγμή μου ήρθε η ιδέα. Τους λέω να πάρουν τα πουλιά στα χέρια και να αρχίσουν να μας τα πετάνε ενώ φιλιόμαστε”.