ΣΙΝΕΜΑ

Μιλήσαμε με τον Gaspar Noe για την αγάπη

Περάσαμε 2 μέρες και 15 λεπτά με τον θρυλικό σκηνοθέτη όταν ήρθε στην Αθήνα για την πρεμιέρα του ρομαντικού, τρισδιάστατου σεξ έπους “Love”.

Πριν 13 χρόνια στον Δαναό ο Γκασπάρ Νοέ ήταν απογοητευμένος.

Ήταν επίσης μεθυσμένος, αλλά θα φτάσουμε και σε αυτό.

Απογοητευμένος επειδή ο κόσμος είναι ακόμα εκεί. Με την πρεμιέρα του “Irreversible” να έχει μόλις ολοκληρωθεί και τους θεατές των Νυχτών Πρεμιέρας να έχουν βιώσει την φιλμική επίθεση-σοκ σε όλο της το μεγαλείο, τον Βενσάν, τη Μόνικα, τον πυροσβεστήρα, τον βιασμό, τη σκοτεινή διάβαση, τον χρόνο που καταστρέφει τα πάντα. Τα είδαμε όλα κι ήμασταν ακόμα εκεί. Και θέλαμε να ακούσουμε κι άλλα, από τον ίδιο τον Νοέ.

Πριν αρχίσει η προβολή, ο τότε 38χρονος Αργεντίνος σκηνοθέτης μας είχε προειδοποιήσει πόσο επιθετικό είναι αυτό που θα δούμε, και το έλεγε με έναν σχεδόν σκανταλιάρικο ενθουσιασμό, το πόσος κόσμος αποχωρεί από τις προβολές του φιλμ στα ανά τον κόσμο Φεστιβάλ. Τα ίδια έλεγε σε συνεντεύξεις και σε πρεμιέρες κι όταν βγήκε το “Enter the Void”, μια LSD πολυχρωμίας, εν πολλοίς πρώτου προσώπου οδύσσεια που δίχασε, όπως κάθε κομμάτι αληθινά πειραματικού σινεμά οφείλει να κάνει.

Σήμερα μοιάζει πιο μαλακός. Ίσως επειδή είναι πια 51 (αν και ξεκάθαρα δεν το δείχνει), ίσως επειδή μετά το “Seul Contre Tous” και το “Irreversible” μοιάζει πια πολύ λιγότερο οργισμένος. Το “Love” έχει πιο γραφικές από ποτέ σκηνές σεξ αλλά δεν είναι μια ταινία θυμωμένη, είναι αν μη τι άλλο μια ταινία αγνά συναισθηματική, για έναν έρωτα που διαλύθηκε κι έναν μπερδεμένο κεντρικό ήρωα που προσπαθεί να κατανοήσει το πώς και το γιατί. Το να καλωσορίζει ακόμα τις ακραίες αντιδράσεις δε μοιάζει να είναι εξίσου μεγάλη προτεραιότητα. “Για το ‘Love’ έχω δει αντιδράσεις από ανθρώπους που κλαίνε, που γελάνε. Δεν ξέρω αν ενθουσιάζονται γιατί δεν κοιτάω τα παντελόνια τους”, μου λέει γελώντας.

Αλλά έχει παρόλαυτά μια χροιά υπεράσπισης η φωνή του, η γλώσσα του σώματός του. Καθώς μιλάμε για το πώς εκλαμβάνει και πώς τον επηρεάζουν αυτές ακριβώς οι πάντα εμφατικές αντιδράσεις, ξεφυσά για μια στιγμή: “Το ‘πορνό’ είναι μία λέξη που δεν περίμενα να επιστρέφει τόσο συχνά στις συζητήσεις. Η ερώτηση ‘είναι πορνό;’ ας πούμε. Είναι ηλίθια ερώτηση! Όχι, δεν είναι πορνό, είναι σαν τη ζωή. Είναι μια πολύ ανθρώπινη ταινία που απλά απεικονίζει τις σαρκικές πτυχές της ζωής. Είναι ένα μελόδραμα.”

Και τι είναι πορνό, Γκασπάρ Νοέ; “Η πορνογραφία ήταν ένας κουλ κόσμος επειδή απολάμβανα να βλέπω αυτές τις εικόνες σεξ”, θυμάται χαμογελαστός, όπως κάθε φορά που ανατρέχεις σε κάτι αγαπημένο από τα παιδικά σου χρόνια. “Η λέξη ‘πορνογραφία’ δεν είναι μια κακή λέξη για μένα. Είναι κάτι το υπερβατικό. Μου θυμίζει τα VHS που έβλεπα όταν ήμουν 15 χρονών. Ήταν κάτι το πανέμορφο αλλά και φυσικό. Ήταν αληθινό ό,τι έβλεπες.” Γεννημένος δυο μέρες μετά τα Χριστούγεννα του 1963 στο Μπουένος Άιρες, ο έφηβος Νοέ ήταν εκεί στο σβήσιμο της δεκαετίας του ‘70. “Όταν είχαμε την έκρηξη της πορνογραφίας στα ‘70s ήταν ένα είδος νέας σεξουαλικής απελευθέρωσης που συνέβαινε στις ΗΠΑ και αλλού”, εξηγεί. “Ήταν έκφραση ενός γενικότερου κινήματος που έλεγε: Ας σπρώξουμε τα όρια.”

***

Φωτογραφίες: Θοδωρής Μάρκου

Πριν 13 χρόνια στο Δαναό είχα μετρήσει κάποιους λιγοστούς θεατές που έφυγαν νωρίς από την προβολή, όταν ο πυροσβεστήρας που κρατούσε ο Βενσάν Κασέλ προσγειωνόταν με οργή, κατ’επανάληψη, στο πρόσωπο ενός άλλου άντρα. Η ταινία, με την ιδιοφυή αντίστροφή δομή της, τοποθέτησε την κορύφωση στην αρχή, παραδίδοντας ένα ιδιότυπο τεστ αντοχής στους θεατές. Μπορείς να αφοσιωθείς σε κάτι βίαιο και θυμωμένο αν δεν ξέρεις γιατί είναι βίαιο και θυμωμένο;

Ίσως- αρκεί η γνώση πως ο χρόνος φθείρει τα πάντα, μια ιδέα στην οποία ο Νοέ επιστρέφει με το “Love”, του οποίου η ιστορία δε ρέει γραμμικά, μα σαν φλασιές ακανόνιστα ριγμένων αναμνήσεων από το μυαλό του ήρωα.

“Οι ταινίες μου είναι κάτι πολύ από τα ‘70s”, εξηγεί ο σκηνοθέτης. “Δεν θέλω να είμαι υπερβατικός. Απλά να είμαι…” Με κοιτάει, ψάχνει λέξη. “Ελεύθερος”, ξεφυσά τελικά. “Προσπαθώ να κρατάω κάποιες πόρτες ανοιχτές που δεν πρέπει να κλείσουν ποτέ, αλλά δεν προσπαθώ να σπρώξω τα όρια όπως νομίζουν πολλοί”, συνεχίζει. “Όταν βλέπεις το ‘Σαλό’ του Παζολίνι ή το ‘Deliverance’ ή κάποια πορνό του ‘70, θα δεις ότι δεν υπάρχει τίποτα που να κάνω το οποίο να μην ήταν ήδη εκεί στην κινηματογραφική βιομηχανία. Αλλά αυτά είναι τα ιδανικά μου, αυτοί είναι οι masters μου, αυτές είναι οι ταινίες που…” Μου κάνει ένα νόημα σα να προσπαθεί να διώξει σκόρπιες σκέψεις από μπροστά του. “Προσπαθώ να κάνω ταινίες μέσα σε αυτό το χώρο. Δεν προσπαθώ να είμαι υπερβατικός σκηνοθέτης, προσπαθώ απλά να είμαι πιστός στο γούστο μου και στη ζωή μου.”

Μερικές στιγμές δε μπορούν ποτέ φυσικά να είναι αρκετές για να καταλάβεις πώς είναι όντως ο άλλος στη ζωή του, αλλά ίσως είναι ενδεικτικές. Από τα αστεία που ακούγονται στην παρέα με τα οποία θα γελάσει. Από τις ιστορίες που θα μοιραστεί. Από τις ψιθυριστές ερωτήσεις που θα κάνει. Από τη διαρκή του διάθεση για “μετά πού;”. Από τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο κινείται σε μια επίσημη δεξίωση (όπως την τελετή έναρξης των φετινών Νυχτών Πρεμιέρας) και έναν χώρο όπως το Barrett στου Ψυρρή ή την φισκαρισμένη Cantina Social.

Δεν είναι ο εκτός-αυτού-του-αληθινού-κόσμου σταρ που θα αλλάξει την υφή μιας βραδιάς, αλλά μοιάζει από εκείνους τους τύπους που γουστάρεις να έχεις στην παρέα και που πάντα θα θέλει να πάει και στο επόμενο μέρος.

“Όταν μιλάς με τους φίλους σου, ποια είναι η κύρια εμμονή τους;”, με ρωτάει, με ευθύτητα που κάνει το ερώτημα να προσγειώνεται σα να ήταν ρητορικό. “Θα έλεγα ότι για εμένα και τους φίλους μου είναι το σεξ. Δεύτερο πράγμα οι ταινίες. Τρίτο μάλλον η δουλειά”, απαριθμεί. “Λεφτά… δεν ξέρω, ένα από τα τελευταία. Μπορεί για άλλους τα λεφτά να είναι πιο βασικά. Για μένα είναι κυρίως οι συζητήσεις με ποια έκανες σεξ, πώς ήταν, τέτοια πράγματα”, εξηγεί και αμέσως το επεκτείνει. “Δεν είναι μόνο προσωπικό, είναι ένα θέμα συλλογικής εμμονής. Ίσως γιατί αυτές είναι οι στιγμές που είσαι πιο χαλαρός στη ζωή. Νιώθεις στο κέντρο ενός πράγματος. Όταν περπατάς, όταν μιλάς, όταν τρως, δεν νιώθεις σα να είσαι το κέντρο. Νιώθεις πιθανώς ισορροπημένος, αλλά όχι το κέντρο. Αλλά όταν μιλάς για τον άνθρωπο που αγαπάς, νιώθεις πως είσαι το κέντρο του κόσμου.”

***

Πριν 13 χρόνια στο Δαναό ο Νοέ έλεγε πως εξεπλάγην από το πόσο λίγοι άνθρωποι αποχώρησαν. Και, σίγουρα, από το πόσοι έμειναν στην αίθουσα και μετά τους τίτλους αρχής (που, φυσικά, εμφανίστηκαν στο τέλος) για να ακούσουν το -πλέον, θρυλικό- Q&A του που είχε διάρκεια σχεδόν μια ώρα. Εκείνη η βραδιά παραμένει μια από τις πιο αξέχαστες στην 20+ετή ιστορία των Νυχτών Πρεμιέρας.

Φέτος, παρουσιάζοντας το “Love”, πάλι στο Δαναό, πάλι στο πλαίσιο των Νυχτών Πρεμιέρας, ο Νοέ είχε την ίδια όρεξη. Το Q&A ήταν επίσης επικών διαστάσεων, στη διάρκεια του οποίου έπιασε από ιστορίες για το πώς βρήκε την πρωταγωνίστριά του, Αόμι η οποία στέκεται, κάπως αμήχανα, δίπλα του, μέχρι το συναρπαστικό backstory της δημιουργίας της ταινίας και το πώς αυτό συνδέεται με το “Irreversible”. (Η σύντομη βερσιόν: Οι Μπελούτσι και Κασέλ είχαν συμφωνήσει να κάνουν ταινία με τον Νοέ αλλά δεν ήθελαν να κάνουν το “Love”, και ο Νοέ για να μη χάσει τους χρηματοδότες σκέφτηκε την παραλλαγή του “Irreversible” με την οποία συμφώνησαν όλοι.)

Και, φυσικά, για την απεικόνιση του σεξ στη μεγάλη οθόνη. Διασκεδάζει το κοινό με κωμικοτραγικές ιστορίες για το πώς ας πούμε οι ταινίες του εμφανίζονται στην Ιαπωνία, με ιπτάμενους δίσκους να καλύπτουν κάθε τι επίμαχο σε αφίσες και εξώφυλλα. Αργότερα, μου λέει για τη Ρωσία όπου το “Love” απαγορεύτηκε επειδή έδειχνε 2 κορίτσια να κάνουν σεξ, με έναν νομοθέτη να συγκρίνει την επικινδυνότητα του φιλμ με το “Ο Αγών Μου” του Χίτλερ.

“Ο κόσμος έχει τρελαθεί!” φωνάζει. “Ζούμε σε μια θεωρητικά μη θεοκρατούμενη δυτική κοινωνία νομίζοντας πως είμαστε πιο αναπτυγμένοι ή ανοιχτόμυαλοι αλλά η αλήθεια είναι πως ο κόσμος μας είναι ευνουχισμένος. Συμβαίνει με έναν σιωπηλό τρόπο. Το σεξ, το πάθος, θεωρούνται επικίνδυνα. Είναι πράγματα που μπορούν να συμβαίνουν μες στα σπίτια μας αλλά δε μπορούμε να τα δείχνουμε”, συνεχίζει μιλώντας με μια εκπληκτική αυτοπεποίθηση και πείσμα.

Μιλώντας νωρίτερα στη γενική συνέντευξη τύπου είχε εξηγήσει πως ο κύριος λόγος που μένει στη Γαλλία είναι η μεγάλη ελευθερία που του παρέχεται εκεί, η δυνατότητα να κάνει ταινίες που θέλει, ακριβώς όπως τις θέλει. “Ο φόβος κάνει πολλούς ανθρώπους να τρέμουν”, απαντά. “Πολλοί παραγωγοί ας πούμε θέλουν να τους επιστραφεί κάθε επένδυσή τους και να έχουν καθαρή την εικόνα τους. Δε με νοιάζει”, ξεκαθαρίζει με τα κοφτά αγγλικά του. “Μου έχουν προτείνει ταινίες δράσης, ταινίες με ληστείες τραπεζών, διαφημιστικά. Αν έπαιρνα μια από αυτές τις δουλειές, αν έμπαιναν αυτή τη στιγμή στο λογαριασμό μου 500,000 ευρώ…” Διακόπτει στιγμιαία το ειρμό του. Όλοι έχουμε παίξει κάποτε αυτό το παιχνίδι, του τι θα έκανες αν ξαφνικά είχες ένα απιθανικομμύριο στην τράπεζα. Κι ο Νοέ μάλλον το ίδιο, επειδή έχει καταλήξει σε απάντηση. Ή, μάλλον, σε μη-απάντηση.

“Δεν θα ήξερα τι να κάνω τόσα λεφτά”, μου λέει με γουρλωμένα μάτια. “Δεν θέλω να έχω σπίτι με πισίνα. Ο πατέρας μου είναι καλά στην υγεία του. Απλά θα ένιωθα άσχημα που θα είχα κάνει μια κακή ταινία. Προτιμώ να κάνω μια ταινία για λίγα λεφτά. Ο Μπουνιουέλ είχε πει, ποτέ μην κάνεις για λεφτά κάτι που δε θα έκανες και τσάμπα.” Ευχαριστούμε, Λουίς. Γκασπάρ, συνέχισε: “Ανήκω στο ευτυχισμένο κομμάτι του κόσμου που ξέρει πως δεν θα πεθάνει ποτέ από πείνα. Οπότε τι μπορώ να κάνω που μοιάζει να έχει αξία; Κάνω ταινίες και προσπαθώ όσο μπορώ να τις συνδέω με την καθημερινή ζωή και να βάζω στην οθόνη τα πράγματα που μου αρέσουν όταν τα βλέπω στις ταινίες των άλλων ανθρώπων.”

***

“Λοιπόν ΝΑΙ, το θυμάμαι!”

Ξέρεις πώς καμιά φορά σου θυμίζουν κάτι που ως τώρα πίστευες πως απλά το είχες φανταστεί, και φοράς αυτό το χαμόγελο έκπληξης όταν συνειδητοποιείς πως ήταν όντως αλήθεια; Έτσι κοιτούσε ο Νοέ όταν τον ρώτησα για εκείνη τη βραδιά, 13 χρόνια πριν. “Ήταν ένα απίστευτο Q&A που κράτησε μια ώρα, έτσι δεν είναι; Το θυμάμαι εκείνο το βράδυ!”

Τι, σοβαρά τώρα;

“Πού μπορώ να βρω βίντεο από εκείνο το βράδυ; Πολύς κόσμος κρατούσε οθόνες και το έγραφε!”, συνεχίζει σαν παιδί που του υποσχέθηκες δώρο αλλά δεν του το δίνεις. “Θυμάμαι να είμαι μεθυσμένος και ότι δεν άκουσα ούτε μία ερώτηση επειδή μίλαγα ασταμάτητα και ο κόσμος γέλαγε. Δεν είμαι κωμικός, οπότε το ότι γελούσαν… ναι.”, γελάει κι αυτός τώρα. “Θέλω να το δω εκείνο το Q&A! Είμαι περίεργος να δω για τι πράγμα μιλούσα.”

Εξιστορεί άλλες συναντήσεις με θεατές σε άλλες χώρες του κόσμου.

“Νομίζω πολλά αγόρια και κορίτσια αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στο ‘Love’, ειδικά η νεότερη γενιά”, λέει. “Αλλά η εικόνα της επιθυμίας ή της χαράς μπορεί να δημιουργήσει ζήλια. Όσο πιο καταπιεσμένοι είναι οι άνθρωποι τόσο περισσότερο μπορεί να υπνωτιστούν από το μίσος. Όσο πιο άνετοι είναι κάποιοι στη ζωή τους τόσο πιο δεκτικοί είναι απέναντι στην ταινία.” (Επίσης εκτιμά πως οι χειρότερες κριτικές έρχονται από άντρες. “Νομίζω ότι μιλάμε για απεικόνιση του σεξ, οι άντρες κριτικοί είναι περισσότερο ανταγωνιστικοί με τον ηθοποιό από ότι οι γυναίκες με τις κοπέλες”, πιστεύει.)

Αυτό όμως που τον άγγιξε πιο πολύ ήταν η αποδοχή ανθρώπων που αναγνώρισαν κάτι δικό τους στην ταινία. Για την αγάπη, για τον εθισμό, για τη μνήμη και, ναι, για το σεξ. Το πώς οι στιγμές, οι καλύτερες και οι χειρότερες στιγμές, διαχέονταν η μία μες στην άλλη. “Πολλά, πολλά, πολλά κορίτσια και αγόρια μου είπαν πως ‘α, αυτή είναι η ιστορία της ζωής μου’. Άνθρωποι που πάλευαν με εθισμούς ή με έναν χωρισμό. Μια φορά μου είπαν, ‘Αυτή η ταινία δε με κάβλωσε. Με έκανε να θέλω να ερωτευτώ’.”

Γκασπάρ Νοέ, ας πιούμε σε αυτό.

*Το “Love” του Γκασπάρ Νοέ βγαίνει αυτή τη βδομάδα στις αίθουσες σε διανομή Hollywood Entertainment. Οι Νύχτες Πρεμιέρας ήταν ξανά υπέροχες.