OPINIONS

O θρύλος του Marshawn Lynch, του πρωταθλητή που δε μιλάει ποτέ

Η πιο αινιγματική φιγούρα του Super Bowl είναι ταυτόχρονα και ο πιο επιβλητικός επιθετικός παίχτης των πρωταθλητών. Γιατί όμως δε μιλάει ποτέ;

“Είμαι εδώ απλά για να μη φάω πρόστιμο.”

Φαντάσου, έτσι για διασκέδαση, έναν παίχτη προσαρμοσμένο σε Ελληνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο να προσέρχεται σε συνέντευξη τύπου και να απαντάει αυτή τη φράση. Ξανά και ξανά, αυτή ακριβώς τη φράση. Σε δεκάδες ερωτήσεις. Για να καταλάβεις την παράνοια της κατάστασης, και για να καταλάβεις λίγο και την παιδιάστικη εμμονή του ανήθικου γίγαντα που είναι το NFL. Δεκάδες. Ξανά και ξανά.

-Μαρσών, πώς θα αντιμετωπίσετε τους Patriots; -Είμαι εδώ απλά για να μη φάω πρόστιμο.

-Μαρσών, έχεις αποφασίσει το μέλλον σου; -Είμαι εδώ απλά για να μη φάω πρόστιμο.

-Μαρσών, τι έχεις να πει σε αυτούς που λένε πως– -Είμαι εδώ απλά για να μη φάω πρόστιμο.

 

-Μαρσών; Τι προσπαθείς να αποδείξεις;

-Είμαι εδώ απλά για να μη φάω πρόστιμο.

 

***

Η πρώτη μου ανάμνηση από τον Μαρσών Λυντς είναι από μερικούς Γενάρηδες πριν, το 2011, όταν με ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα στιγμιότυπα της σύγχρονης ιστορίας του NFL, απέκλεισε την ομάδα που υποστήριζα, αφήνοντάς με όχι θυμωμένο ή στεναχωρημένο ή απορημένο, αλλά απλώς αποσβολωμένο.

Οι Saints ήταν τότε πρωταθλητές και έπαιζαν πλέι-οφ με τους τότε ασήμαντους Seahawks (οι οποίοι είχαν προκριθεί στα πλέι-οφ σημειώνοντας αρνητικό ρεκόρ νικών, για τέτοια διαφορά ομάδων συζητάμε), η έκπληξη ήταν έτσι κι αλλιώς κοντά, οι Saints πίεζαν για την ανατροπή, και τότε συνέβη αυτή η στιγμή εκκωφαντικής ποίησης, με τον Λυντς να παίρνει τη μπάλα και ξεφεύγοντας από φαινομενικά εκατό παίχτες, ξεγλιστρώντας με χάρη γυμνάστριας και αλλάζοντας κατευθύνσεις με χάρη μπαλαρίνας, να σέρνει το τετράγωνα ογκώδες κορμί του πάνω, δίπλα, μέσα(;) από ό,τι χάρτινο αντίπαλο βρήκε μπροστά του, παραδίδοντάς μας ό,τι κοντινότερο θα δούμε ποτέ σε οριζόντια κατολίσθηση.

 

Όσο εγώ κοίταγα την οθόνη κουνώντας ακατάληπτα χέρια και πόδια προτού παραιτηθώ στο αναπόφευκτο, μες στο γήπεδο γινόταν πανζουρλισμός. Οι δονήσεις από τους φανς στο γήπεδο ήταν τόσο δυνατές που τις κατέγραψε σεισμογράφος. Εγένετο Beast Quake: Πάντα οφείλουμε σεβασμό σε μεμονωμένες αθλητικές ενέργειες με δικές τους σελίδες στη wikipedia.

 

Και κάπως έτσι γεννήθηκε ο θρύλος του Μαρσών Λυντς. Με αυτές τις 67 γυάρδες και το Beast Quake. Κάθε φορά που ο Λυντς θα μετατρεπόταν σε πολιορκητικό κριό που γκρεμίζει τεράστιες πόρτες, θα μιλούσαμε εκ νέου για το Beast Mode. Και απλά θα ελπίζαμε πως, αν βρισκόμασταν εναντίον του, θα το πετυχαίναμε σβηστό. Γιατί, μάλλον, δεν είναι κάτι που σταματιέται. Δεν είναι τόσο ενέργεια ενός αθλητή, όσο φυσική κατάσταση. Το Beast Mode δεν αντιμετωπίζεται, βιώνεται.

 

Σιωπηλά, με θαυμασμό, απλά παρατηρείς τον Λυντς να βάζει το κεφάλι κάτω και -λες και ο κόσμος γύρω του είναι κάτι απλώς συμπτωματικό, κάτι που δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία- να σπάει το ένα τάκλιν μετά το άλλο. Ούτε λόγια, ούτε εντυπωσιασμοί. Μόνο αδιανόητες αποδράσεις.

***

Ο Λυντς πάντα κρυβόταν.

Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1986 στο Ώκλαντ της Καλιφόρνια και μεγάλωσε στη βόρεια περιοχή όπου η εγκληματικότητα και η φτώχεια είναι σαφή, εμφανή στοιχεία της καθημερινότητας. Ένα από τα 4 παιδιά της Ντιλάιζα Λυντς, και με τον πατέρα κατά βάση απόντα σε όλη τη διάρκεια της ανήλικης ζωής του, ο Μαρσών έμαθε από μικρός την αξία του να παλεύεις και να είσαι σοβαρός και να μη λες πολλά. Να σκύβεις το κεφάλι και να ξεφεύγεις, έχοντας έναν στόχο.

Δοκίμασε πολλά σπορ πριν καταλήξει. Έπαιζε μπάσκετ. Ήταν εξαιρετικός σπρίντερ, κάτι που φαίνεται ακόμα στο παιχνίδι του. (Η μητέρα του κατείχε το ρεκόρ της σχολής της στο Ώκλαντ στα 200 μ.) Έκανε κολύμβηση πριν αρχίσει να παίζει φούτμπολ. Επίσημα τουλάχιστον, γιατί το φούτμπολ ήταν πάντα εκεί, στους δρόμους, στα διαλείμματα. Ήταν 12 χρονών, ύστερα από μια προπόνηση, όταν στη διάρκεια της διαδρομής με το αυτοκίνητο γύρισε προς τη μητέρα του και της ανακοίνωσε πως θέλει να παίξει στο NFL όταν μεγαλώσει. “Θα παίξω στο NFL και θα σου αγοράσω ένα σπίτι.”

Η διαδρομή προς το σταριλίκι που έρχεται πάντα μαζί με τα μεγάλα τρόπαια και τις μεγάλες επιδόσεις, όπως ένα μεγάλος παίκτης σαν τον Λυντς αναπόφευκτα πετυχαίνει, δε θα ήταν για αυτόν στρωμένη με πούπουλα. Ανδρώθηκε σε δύσκολες συνθήκες και ανέπτυξε από μικρός μια σιωπηλή (πάντα σιωπηλή) αντιπάθεια για κάθε είδους διαταγές, θα κάνεις αυτό, θα πας εκεί, θα φτιαχτείς έτσι. Ήταν πάντα μαζεμένος, πάντα ντροπαλός, πάντα λιγομίλητος, πάντα με απόσταση -που εξελίχθηκε σε αντιπάθεια-  από την κάθε είδους προσοχή. Όσο περισσότεροι κοιτούσαν, τόσο περισσότερο ο Μαρσών κρυβόταν. Η πιο συνήθης εικόνα του μπροστά στην κάμερα είναι να μουρμουράει πέντε-έξι λέξεις ενώ ακούει μουσική στα ακουστικά του, και να προχωράει για να φύγει.

Ή να διακόπτει το μπαράζ από “yeah” για να μιλήσει για την προσπάθειά του να μαζέψει λεφτά για να χτίσει ένα κέντρο για τους νέους στο Ώκλαντ, όπου μεγάλωσε δύσκολα.

“Still having fun, Marshawn?” – “Yeah.”

“Είναι πολύ δύσκολο να μπεις μέσα του επειδή πρέπει πραγματικά να σε εμπιστεύεται,” είχε πει για αυτόν ένας οικογενειακός φίλος που υπήρξε προπονητής του στο Λύκειο. “Όταν εμπιστεύεται κάποιον άνθρωπο κι εκείνος τον απογοητεύσει, τότε κλείνει αυτή την πόρτα.”

Σύντομα άρχισε να γίνεται εμφανές πως ο Λυντς θα δυσκολευόταν πολύ να συνεχίσει να κλείνει πόρτες. Οι επιδόσεις του από το Λύκειο κιόλας τον έφεραν στην προσοχή μερικών πρωτοκλασάτων (αθλητικά μιλώντας) κολεγίων, οι σκάουτς τον τοποθετούσαν ψηλά σε λίστες εθνικής εμβέλειας. Πήγε στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (επειδή, αλήθεια, ήταν κοντά στην γενέτειρά του και μπόρεσε να είναι κοντά στη μητέρα του) όπου έκανε ρεκόρ, κέρδισε βραβεία, και τελοσπάντων έκανε ό,τι ήταν δυνατόν ώστε α) να μπει στο NFL και β) να στρέψει τα φώτα πάνω του.

 

Υπάρχει ένα φανταστικό προφίλ από το 2005, όταν ο Λυντς ακόμα έπαιζε στην Καλιφόρνια, που περιγράφει ένα σκηνικό τη μέρα που αναγκαστικά, οι ρεπόρτερ θα βρίσκονταν απέναντί του.

“Πήγαινε σε μια προπόνηση, περίμενε μέχρι να τελειώσει, κλείσε τα μάτια σου για ένα δευτερόλεπτο, και ο Λυντς βρίσκεται ήδη στα σκαλιά του σταδίου πριν ανοιγοκλείσεις τα βλέφαρα σου.”

Δεν αποφεύγει μόνο άτυχους αμυντικούς. Αποφεύγει με την ίδια αποφασιστικότητα και άτυχους ρεπόρτερ. Τη μέρα που ο προπονητής του είχε αποφασίσει πως ο νεαρός σταρ του θα μιλούσε με τα media όμως, ο Λυντς δε μπορούσε να φύγει.

“Καθώς πλησιάζει το πλήθος των δημοσιογράφων, ο Λυντς περπατάει αργά πίσω από έναν συμπαίκτη του καθώς εκείνος φεύγει από το γήπεδο.

‘Κρύψε με, κρύψε με,’ λέει ο Λυντς παιχνιδιάρικα. ‘Δε θα με δούνε’.”

***

Δεν υπάρχει τίποτα παιχνιδιάρικο κατά τη διάρκεια της media day του φετινού Super Bowl.

Η λίγκα έχει ανοίξει βεντέτα με τον σταρ των Seattle Seahawks, ο οποίος για σειρά αγώνων στη διάρκεια της σεζόν δεν θέλησε να μιλήσει με τους δημοσιογράφους. Πρώτα επίπληξη. Μετά πρόστιμο. Μετά $50,000 πρόστιμο. (Το οποίο οι φανς του Λυντς συγκέντρωσαν μέσα από έρανο, και το οποίο κατόπιν δόθηκε σε φιλανθρωπία.) Μετά φοβερίσματα. “Αν δεν παίξεις, θα φας $100,000 πρόστιμο.” Ο Λυντς άρχισε να εμφανίζεται στις συνεντεύξεις τύπου απαντώντας κάθε ερώτηση που του γινόταν με “Yeah.” Την επόμενη φορά, “Ευχαριστώ για τις ερωτήσεις σας.”

Όταν η απειλή για ποινή στις πολυήμερες συνεντεύξεις τύπου ως το Super Bowl ήταν σε κάτι ύψη του στυλ “$500,000”, ο Λυντς συμμορφώθηκε δίχως να συμμορφωθεί καθόλου. Την πρώτη μέρα απάντησε σε 20+ ερωτήσεις με την απάντηση “Είμαι εδώ απλά για να μη φάω πρόστιμο.” Τη δεύτερη μέρα, με “Όλοι ξέρετε γιατί είμαι εδώ.” Επί πέντε λεπτά. Τα 5 λεπτά είναι το μίνιμουμ. Δευτερόλεπτα πριν την ολοκλήρωσή τους, σηκώθηκε κι έφυγε.

Και την τρίτη μέρα, ο Μαρσών αντιμετώπισε ευθέως τους διώκτες τους: “Όλη τη βδομάδα σας λέω τι συμβαίνει. Και για κάποιο λόγο επιστρέφετε συνέχεια για να κάνετε αυτό που κάνετε. Δε με νοιάζει τι θα πείτε για μένα. Όταν πάω σπίτι το βράδυ κοιτάω την οικογένειά μου που αγαπώ, αυτό με νοιάζει. Χώνετε μικρόφωνα και κάμερες στο λαιμό μου. Δεν έχω τίποτα για σας. Κάθεστε εδώ και κάνετε το ίδιο πράγμα. Εγώ έχω να προετοιμαστώ για έναν αγώνα. Για τα επόμενα τρία λεπτά θα σας κοιτάω όπως με κοιτάτε.”

 

Το όλο σκηνικό είναι άκρως διασκεδαστικό για έναν ουδέτερο παρατηρητή, που βλέπει έναν παίχτη που ξεκάθαρα δεν είναι άνετος με το να μιλάει με ξένο κόσμο, να αποφεύγει με τρόπο που ακροβατεί ανάμεσα στο χοντροκομμένο και το απεγνωσμένο, ώστε να μην υποκύψει σε αυτή του την ‘υποχρέωση’. Φυσικά οι ρεπόρτερ γκρινιάζουν από το πρωί ως το βράδυ στο τουίτερ, φτάνοντας να μιλήσουν μέχρι και για το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου(!) επειδή ένας από τους δεκάδες παίχτες που τους διατίθενται, δεν έχει όρεξη να απαντά στις μονότονες ερωτήσεις τους με τα ίδια μονότονα one-liners.

“Όλα τα παιδιά δώσαμε τον καλύτερό μας εαυτό.” “Ευχαριστώ το Θεό.” “Θα παλέψουμε κι όποια ομάδα το θέλει πιο πολύ θα κερδίσει.” “Σε ένα ντέρμπι δε χωράνε προβλέψεις.”

Κασετοφωνάκι. Κάθε λεπτό, κάπου στον κόσμο, στο πλαίσιο κάποιου αθλητικού γεγονότος, κάποιος αθλητής θα λέει τα ίδια και τα ίδια, απαντώντας στα ίδια και τα ίδια. Ο Λυντς δεν έχει καμία όρεξη. Οι ρεπόρτερ τσαντίζονται. Δεν καταλαβαίνουν πως επιτέλους έχουν την ευκαιρία να γράψουν και κάτι διαφορετικό. Πως έχουν μπροστά τους μια μοναδική ιστορία, έναν άνθρωπο one-man show μες στο γήπεδο και one-man show σάτιρα του όλου ‘ενημερωτικού’ τσίρκου εκτός των γραμμών του γηπέδου.

“Όλοι ξέρουμε γιατί είμαι εδώ.”

Για να μας σώσεις; Για να ποδοπατήσεις αντιπάλους; Ναι. Ναι.

***

Οι περισσότεροι αθλητές, τα περισσότερα δημόσια πρόσωπα εν γένει, σε κάνουν αργά ή γρήγορα να νιώθεις πως τους ξέρεις. Λογικό. Είναι συνέχεια εκεί έξω, μιλάνε συνέχεια, κι αυτοί εν τέλει τα ίδια και τα ίδια λένε. Ξέρεις πώς αντιδρούν όταν αστοχούν, όταν κερδίζουν, όταν είναι συγκινημένοι.

Ο Λυντς παραμένει μυστήριο.

Σε όλα τα αθλήματα που έπαιζε μικρότερος, όσοι τον είχαν δει είχαν να λένε πως ποτέ δεν ήταν εκφραστικός. Στο παρκέ, όταν έπαιζε μπάσκετ, δεν χαμογελούσε ποτέ. Όταν όμως παίζει φούτμπολ, μπορεί να γελάει- το κράνος κρύβει τα περισσότερα χαρακτηριστικά των παιχτών. Είναι το μόνο άθλημα που ακόμα και στην κορυφαία στιγμή του, ακόμα και σε ένα Super Bowl, ακόμα και σε ένα κρίσιμο σκοράρισμα στη διάρκεια ενός event που βλέπουν σε πάνω από 100 εκατομμύρια σπίτια στις ΗΠΑ, ο Λυντς μπορεί να είναι ανώνυμος, να χαμογελά χωρίς να τον βλέπει κανείς.

Και να μασάει παρά να μιλάει. Όντως, by the way: Η αγάπη του για τα Skittles πηγάζει από την παιδική του ηλικία (φυσικά, όπως και η δυσκολία του να μιλά σε ξένους) όταν του τα έδινε η μητέρα του για γλυκό. Στην πορεία των χρόνων δε σταμάτησε ποτέ να τα μασουλάει όταν καθόταν στον πάγκο, με αποτέλεσμα η εταιρεία να του χαρίσει μια διετία δωρεάν προμήθειας και να τον κάνει διαφημιστικό πρόσωπο της.

 

Οι συμπαίκτες του δεν σταματούν να τον εξυμνούν. Έχουν να λένε για την ηγετική του φυσιογνωμία. Για το πόσο πλακατζής(!) είναι. Ότι είναι ψυχή στα αποδυτήρια. Ότι αν έχει κάποιος ένα πρόβλημα, αν θέλει κάτι, πάει σε εκείνον. Και ξέρουμε πως βοηθάει τις κοινότητές του. Βοηθάει τα παιδιά στο Ώκλαντ. Προσφέρει σε φιλανθρωπίες. Στήνει football camps για πιτσιρίκια. Απλά τα κάνει όλα αυτά πιο διακριτικά. Έχουμε συνηθίσει τους ηγέτες να έρχονται πακεταρισμένοι με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Έχουν κάτι το καθαρό, κάτι το συγκεκριμένο, κάτι το φωναχτό. Η κάμερα πάει πάντα σε αυτούς όταν συμβεί κάτι σπουδαίο.

Όταν η κάμερα πήγε στον Λυντς, ύστερα από το touchdown του εναντίον των μεγάλων Packers στον τελικό της περιφέρειας (ένα μνημειώδες παιχνίδι το οποίο οι Seahawks, χάρη βασικά στην σταθερότητα και την αξιοπιστία του Λυντς, κατάφεραν να κλέψουν στο τέλος με ανεπανάληπτο τρόπο), εκείνος αυτό που έκανε ήταν να πιάνει τα, εχμ, ιδιαίτερά του πριν πανηγυρίσει με τους συμπαίκτες τους. Στο τέλος του αγώνα όλοι βρέθηκαν μπροστά από μια κάμερα να κλαίνε ή να φωνάζουν ή να ξεσπάνε. Ο Λυντς; Ίσως ήταν ήδη στα σκαλιά.

 

***

Βγαίνοντας από το κολέγιο τον πήρε στο NFL η ομάδα του Μπάφαλο, οι Bills. Για πρώτη φορά ήταν μακριά από το σπίτι του και τη μητέρα του και, γενικά, δεν πέρναγε καλά. Δεν είχε ποτέ την έκρηξη στην απόδοση που θα περίμεναν όλοι και, ακόμα σημαντικότερα, άρχισε να έχει μικρομπλεξίματα με το νόμο. Χτύπησε μια κοπέλα με το αμάξι του μία φορά, οδήγησε έχοντας πιει μια άλλη, και σε κάποια φάση τιμωρήθηκε από το NFL όταν βρέθηκαν πάνω του όπλα.

Ύστερα από 3 σεζόν και κάτι ψιλά στο Μπάφαλο, έγινε ανταλλαγή με τους Seahawks οι οποίοι τον απέκτησαν στα μισά της κανονικής περιόδου. Ευτυχώς για τον ίδιο και ευτυχώς για τους Seahawks και ευτυχώς για όσους αγαπάμε το άθλημα. (Και δυστυχώς για τους Saints.) Το Σιάτλ ήταν πολύ πιο κοντά στην Καλιφόρνια οπότε μπορούσε να βλέπει και να μιλά πιο συχνά με τη μητέρα του. Ενώ, στο πρόσωπο του Πιτ Κάρολ, ενός παράξενου, ψιλοχίπικων μεθόδων προπονητή που μόλις εκείνη τη χρονιά είχε αναλάβει τις τύχες της ομάδας, βρήκε κάτι σαν πατρική φιγούρα.

 

Ήταν ξαφνικά σαν όλα να μπήκαν στη θέση τους. Εν μέρει πάνω στην σταθερότητα και την παραγωγικότητα του Λυντς, χτίστηκε κομμάτι-κομμάτι μια ομάδα που, λίγα χρόνια μετά, έχει γίνει η καλύτερη του NFL. Από το Beast Quake του ‘11 μέχρι το ‘σας τα δείχνω’ του ‘15 έχουν μεσολαβήσει 4 χρόνια στη διάρκεια των οποίων οι Seahawks από ομάδα-ντροπή που μπήκε στα πλέι-οφ με αρνητικό ρεκόρ, έχουν φέτος την ευκαιρία να γίνουν οι πρώτοι ριπίτ πρωταθλητές των τελευταίων 10 χρόνων του NFL.

Και στο κέντρο είναι ο Λυντς, που αποφεύγει απεγνωσμένους αμυντικούς σα να μην ήταν αληθινοί άνθρωποι, λες και περνώντας από δίπλα τους ρουφάει όλη τη ζωτική ύλη από μέσα τους, αφήνοντάς τους άψυχα σακιά που μπορεί απλώς να σπρώχνει παραπέρα (όπως τον άτυχο Τρέισι Πόρτερ των Saints το ‘11).

Δεν ήταν όλα ρόδινα. Στην αρχή της φετινής σεζόν ο Λυντς απείχε από τις προπονήσεις για ένα διάστημα επειδή ήθελε καινούριο, μακρύτερο (ακριβότερο) συμβόλαιο. Λογικό, γιατί η διάρκεια εν ενεργεία ζωής ενός running back στο NFL δεν είναι και τεράστια κι ο Λυντς είναι ήδη στα 28. Οι Seahawks, ομάδα με σταθερή “αν χάσουμε κάποιον παίρνει προαγωγή ο επόμενος” νοοτροπία (που εξάλλου τους έφερε στην κορυφή), δεν λύγισαν κι έτσι ο Λυντς, χωρίς -φυσικά- να πει πολλά, χωρίς να γκρινιάξει δημόσια, χωρίς, χωρίς, χωρίς, επέστρεψε στη θέση του. Το συμβόλαιό του τελειώνει τώρα και κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει. Ο ίδιος δεν έχει πει λέξη. Φυσικά. Είμαστε εδώ για μια δουλειά. Έχουμε ένα στόχο.

 

Δεν μπορεί να είναι τυχαίο που φέτος μοιάζει πιο πεισμωμένος από ποτέ.

Την ίδια ώρα οι ρεπόρτερ συνεχίζουν να αφρίζουν που αυτός ο περίεργος τύπος συνεχίζει να αρνείται να τους απαντήσει σε ερωτήσεις τύπου ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΨΙΝΗ ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΜΑΡΣΩΝ αντί να απολαύσουν αυτό το σπάνιο θέαμα που έχουν μπροστά τους. Πόσες και πόσες φορές δεν διαβάζουμε για αθλητές που “μιλάνε μόνο μες στο γήπεδο”;

Ο Λυντς ποδοπατά τους πάντες μες στο γήπεδο και, αυτή την Κυριακή θα παίξει, ως κάτοχος του τίτλου μάλιστα, το δεύτερο διαδοχικό Super Bowl της καριέρας του. Κανείς δεν ξέρει τι κρύβει το μετά. Θα σταματήσει; Θα πάρει μεταγραφή; Θα κερδίσει το πλουσιοπάροχο συμβόλαιο; Αυτά είναι για μετά. Την Κυριακή το βράδυ, όχι πως χρειάζεται να το δηλώσει, μα “όλοι ξέρουμε γιατί θα είναι εκεί”.

Και είμαι σίγουρος πως, καθώς καταπίνει πάλι γυάρδες και αποδρά από τάκλιν αντιπάλων, κάτω από το κράνος του, προστατευμένος από τις φωνές των ρεπόρτερ κι από τα βλέμματα ανθρώπων που δεν γνωρίζει, ο Μαρσών Λυντς θα χαμογελά.

 

*Το Super Bowl ανάμεσα στους New England Patriots και τους Seattle Seahawks διεξάγεται 1.30 το βράδυ της Κυριακής 1 Φεβρουαρίου. Θα υπάρχει live σχολιασμός στο SPORT24.

Όλα τα παλιά μας κείμενα για το Super Bowl και το NFL