Φωτογραφίες: ANDREAS PAPAKONSTANTINOU / TOURETTE PHOTOGRAPHY
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Βαγγέλης Μουρίκης ήταν, είναι και θα είναι αισιόδοξος για το ελληνικό σινεμά

Φυσικά έχει τους λόγους του ο πολυβραβευμένος και αεικίνητος ηθοποιός που μόλις διακρίθηκε για την ερμηνεία του στο Digger, την ταινία θριάμβευσε στην πρόσφατη απονομή των «ελληνικών Όσκαρ».

Ο Βαγγέλης Μουρίκης, αυτός ο εκπληκτικός ηθοποιός του οποίου το ονοματεπώνυμό στα credits μιας ταινίας αποτελεί πια εξ ορισμού εχέγγυο ποιότητας, αυτός ο ταγμένος στρατιώτης του ελληνικού κινηματογράφου που όχι μόνο δεν καυχιέται για τις εγνωσμένου ειδικού βάρους πρωταγωνιστικές ή μη ερμηνείες του σε μερικά από τα πιο σημαντικά ελληνικά κινηματογραφικά εγχειρήματα των τελευταίων τριών δεκαετιών αλλά συνεχίζει να παίζει «κάτω από το ραντάρ» και σε μικρού μήκους ταινίες νέων δημιουργών, δεν ξέρει ούτε πόσες φορές έχει υπάρξει υποψήφιος για κάποια διάκριση, ούτε πόσες έχει κερδίσει, εντός και εκτός συνόρων.

«Δεν είμαι μπλαζέ με αυτά τα πράγματα», ξεκαθαρίζει. «Όλο το πράγμα όμως έχει να κάνει με τις ταινίες που παίρνω μέρος». 

Η τελευταία ταινία στην οποία όχι απλά παίρνει μέρος, αλλά πρωταγωνιστεί, είναι το Digger, το μεγάλου μήκους ντεμπούτο του Γρηγόρη Τζωρτζάκη, ένα «ελληνικό γουέστερν» που μετά το Βραβείο Διεθνούς Σωματείου Αιθουσών Τέχνης στο Φεστιβάλ Βερολίνου, μετά το Βραβείο Ερμηνείας για τον Βαγγέλη Μουρίκη στο Φεστιβάλ του Σεράγεβο, μετά τον Αργυρό Αλέξανδρο και  το Βραβείο Κοινού, μεταξύ άλλων, στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, σάρωσε στα πρόσφατα Βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, κερδίζοντας σε 10 από τις 14 κατηγορίες στις οποίες ήταν υποψήφιο. Ανάμεσά τους και αυτή του Α΄ Ανδρικού Ρόλου. 

Κι όμως ο Βαγγέλης Μουρίκης επιμένει ότι δεν είναι αυτό το ζήτημα. Μην ανησυχείτε. Εξηγεί ποιο είναι. Όπως εξηγεί και πού έγκειται η αξία της ταινίας. Όπως εξηγεί και από πού πηγάζει η αισιοδοξία του για το ελληνικό σινεμά. Όπως εξηγεί και ότι πρέπει να έχεις τη δική σου ταυτότητα για να πας παρακάτω ως δημιουργός. Αλλά και ως άνθρωπος. 

Κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. 

Δεν είναι το ζήτημα πόσες φορές είμαι υποψήφιος ή πόσα βραβεία έχω κερδίσει. Το ζήτημα είναι ότι οι ταινίες στις οποίες είμαι κι εγώ ένας από τους συντελεστές, φτάνουν σε ένα σημείο να εντυπωσιάσουν κάποιους. Είναι δηλαδή συνολικό το πράγμα. Δεν βγαίνεις μόνος σου να κάνεις μια… σκιά και σου δίνουν ένα βραβείο ή μία υποψηφιότητα, η οποία είναι ούτως ή άλλως μια διάκριση. 

Θες να το πεις τύχη; Θες να το πεις σύμπτωση; Θες να το πεις επιλογή; Όπως θες πες το. Το θέμα είναι οι ταινίες να αφήνουν ένα στίγμα, να έχουν κάτι μέσα τους. Αν είσαι κομμάτι αυτού του κάτι κι εσύ, σε παίρνει η μπάλα.

Δεν είμαι μπλαζέ με αυτά τα πράγματα. Όλο το πράγμα όμως έχει να κάνει με τις ταινίες που παίρνω μέρος. Μερικές φορές ανάμεσα στις διακρίσεις της ταινίας τυχαίνει να είμαι εγώ, είτε στον Α’ είτε στον Β’ ρόλο, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι η ταινία φέρνει κάτι, έχει δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα, κομμάτι της οποίας είσαι κι εσύ. Δεν είσαι μόνος. 

Το γουέστερν τι χαρακτηριστικά έχει; Ενός ήρωα που είναι μόνος του, παίρνει τα δίκια του, έχει εξάσφαιρα, κάνει, ράνει, κλπ. Μπορεί επειδή υπάρχει η αντιπαράθεση δύο ανθρώπων να χαρακτηρίζουν γουέστερν το Digger. Είναι ένας από τη μία μεριά, ένας από την άλλη. Είναι έτοιμοι και οι δύο να πυροβοληθούν; Ή μήπως είναι έτοιμοι να το τουμπάρουν όλο αυτό, να τρέξει ο ένας προς τον άλλον και να πουν: «για να σε δω καλύτερα ρε φίλε, ποιος είσαι εσύ που πάω να σε πυροβολήσω». Κάπως έτσι το έχω στο μυαλό μου. Μόνο που εδώ αυτός ο διάλογος, αυτό το “απέναντι” έχει να κάνει με ένα γιο κι έναν πατέρα. 

Βαγγέλης Μουρίκης

Έχουμε έναν πατέρα και ένα γιο που λέει ο καθένας το δικό του, ταυτόχρονα όμως λένε και κάτι που αφορά άλλους, σε σχέση με το περιβάλλον. Υπάρχει και το προσωπικό και το κοινωνικό κομμάτι. Συνήθως λέμε: ο πατέρας λείπει σε δουλειές. Στην περίπτωση του Digger ο γιος είναι αυτός που λείπει σε δουλειές. Αυτός που επιστρέφει δεν είναι ο πατέρας, αλλά ο γιος. Αυτό έχει τη δική του σημασία. Εξαρχής έχεις ένα ανάποδο παιχνίδι στην προσδοκία, στην αναμονή, στο ποιος περιμένει ποιον. Το αστείο είναι ότι κανείς δεν περιμένει κανένα. 

Για μένα η αξία της ταινίας είναι και στο γεγονός ότι όλο αυτό το σκέφτηκε ο Τζώρτζης Γρηγοράκης, ένας νέος άνθρωπος που έχει έντονους και σύγχρονους προβληματισμούς. Τον απασχολεί το περιβάλλον, τον απασχολεί το τι φέρνει ο καθένας σε μία κοινωνική σχέση σήμερα. Οπότε η σχέση πατέρα-γιου σε αυτή την ταινία γρήγορα γίνεται κομματάκια και βγαίνουν άλλα θέματα στην επιφάνεια.

Ενώ συνήθως στις ταινίες είναι ο νεαρός που συγκρούεται με την κοινωνία, στην περίπτωση του Digger είναι ο πατέρας. Η ταινία μοιάζει με μια φύση που είναι έτοιμη ή να σηκωθεί ή να γκρεμιστεί. Έτσι έχει στήσει την ταινία του ο Τζώρτζης και του λέω χίλιες φορές μπράβο που έφτιαξε τον κόσμο του Digger. 

Δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει ηθικό δίδαγμα. Ίσως να είναι ότι κάποια στιγμή οι ήρωες αρχίζουν να καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλο. Το ηθικό δίδαγμα όμως έχει πάντοτε να κάνει με τον παραλήπτη. Τι θα προβάλλει μέσα του, δηλαδή, αυτό που λέω εγώ ή εσύ ή μια ταινία σαν το Digger. Μπορεί κάποιος να πει: «Εγώ από αυτή την ταινία κατάλαβα ότι πρέπει να αγαπάμε το τάδε ή να μισούμε το δείνα». Μια χαρά, εντάξει, αυτό έβγαλες εσύ από την ταινία, αυτό είναι. Η ταινία έρχεται να πει ιστορίες, να πάρει τα μπαγκάζια της και να ταξιδέψει.

Η σχέση μας με τον Τζώρτζη Γρηγοράκη κρατάει από παλιά, από την πρώτη του μικρού μήκους ταινία που λεγόταν Φαύλος Κύκλος. Από τότε θυμάμαι ότι ήταν ένα παιδί άξιο λόγου, ένας άνθρωπος με ενδιαφέρον για πολλά πράγματα και πέρα από την ηλικία του. Όταν τον γνώρισα ήταν 22-23, ήταν όμως ήδη «φορτωμένος» με διάφορα. Μιλάω όμως για ωραίο φόρτωμα. Είναι ένα παιδί που σπούδασε έξω, ταξιδεύει πολύ, παίρνει τη μηχανή του και ανεβαίνει σε βουνά, κάνει διάφορα. Στον Φαύλο Κύκλο είδα πρώτη φορά το σκεπτικό του. Έπαιξα ένα μικρό ρολάκι, έναν καουμπόη με καπέλο σε ένα περίπτερο. Γουέστερν σε περίπτερο! Είναι κι ο Τζώρτζης λίγο σαν ήρωας γουέστερν, ψηλός, λιγνός και φεύγει στο ηλιοβασίλεμα, όχι πάνω στη Ντόλι, αλλά στη μηχανή του. Τον εκτιμώ πάρα πολύ. Μου έχει δείξει και μένα δρόμους αυτό το παιδί. 

Μετά τον Φαύλο Κύκλο κάναμε μια θρυλική μικρού μήκους ταινία που λέγεται Κι εγώ για μένα, η οποία ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο και έσκισε σε Ιαπωνία, Αμερική, Ελλάδα, παντού. Με αυτή ο Τζώρτζης πήγε στο National Film School. Μαζί κάναμε και την πτυχιακή του που λέγεται Revolving. Πήρε το πτυχίο του, γύρισε στην Ελλάδα και φαινόταν ότι τον ενδιέφερε όλο αυτό που γίνεται στα βουνά με τις εξορύξεις, την οικοπεδοποίηση κλπ. Δεν γίνεται να είσαι νέος στον 21ο αιώνα και να μη σε απασχολεί το περιβάλλον. Κατάφερε λοιπόν με το Digger όλο αυτό το ζήτημα να το δώσει στον κόσμο χρησιμοποιώντας τη βάση μιας σχέσης αναγνωρίσιμης, ενός πατέρα με ένα γιο που λείπει. Ειδικά μετά το 2010 είναι κάτι που συμβαίνει πολύ στην Ελλάδα, δηλαδή παιδιά να φεύγουν στο εξωτερικό για δουλειά ή σπουδές. 

Βαγγέλης Μουρίκης

Ψάχνω στους ρόλους να δω αν αυτό που μου προτείνουν θα με πάει και μένα παρακάτω, τι άλλο; Κάθε ταινία που κάνεις είναι ένας ολόκληρος κόσμος που θες να προβάλλεις απέναντι σε κάποιον. Το θέμα δηλαδή είναι σε τι κόσμο γίνεσαι μέλος. 

Υπάρχουν προτάσεις ανθρώπων με τους οποίους έχεις ήδη δουλέψει, οπότε πάνω-κάτω ξέρεις τον κόσμο τους. Αλλά και νέων ανθρώπων, όπως είναι ο Τζώρτζης, οι οποίοι σου φέρνουν τον κόσμο τους και πρέπει να δεις αν σου λέει κάτι. Κακά τα ψέματα, αν ήμουν στο Χόλιγουντ και μου έδιναν 4 εκατομμύρια για μια ταινία, μπορεί να μην έκανα και τόσες πολλές ερωτήσεις. Θα μου πεις είναι οικονομικό το θέμα; Όχι. Επιλέγεις κάτι γιατί θες να είσαι μέρος μιας ιστορίας, ενός γεγονότος. Θες να πας σε ένα συγκεκριμένο πάρτι, όχι σε όσα σε καλούν. Για τους δικούς σου λόγους.

Ρόλοι είναι, δύο πόδια, δύο χέρια, ένα κεφάλι έχουν. Από εκεί ξεκινάμε όλοι. Επειδή εγώ πιστεύω στην ταινία συνολικά και όχι στο ρόλο, λέω ότι αν το όλο πράγμα είναι ικανό να σε τραβήξει μέσα του, η ίδια η ιστορία θα σου δώσει και τη ματιά της. Όταν σου δώσει τη ματιά της, δηλαδή από ποια πλευρά θα την πεις, θα σπάσεις σιγά-σιγά και τις δικές σου ευκολίες. Μετά θα ξεκινήσετε την πορεία της ταινίας όλοι οι συντελεστές μαζί, από τους συμπαίχτες μέχρι τον ενδυματολόγο. Σε αυτή την πορεία δεν πρέπει να σε αφήσουν και οι άλλοι να πέσεις στις ευκολίες σου. 

Οι ταινίες πράξεις ανθρώπων είναι, απλά κουβαλάνε ένα μύθο. Δε σημαίνει ότι έχεις βγάλει όσα έχεις μέσα σου στους ρόλους. Από την άλλη, δεν είναι δυνατόν να λες ότι σου αρέσει ένας ήρωας και να μη βλέπεις σε αυτόν κάτι από σένα. Όταν λοιπόν ο ήρωας σου κλέβει λίγο ή πολύ τη ματιά σου, έχεις πια γίνει μέρος του κι εκείνος μέρος σου. Δεν λειτουργεί όμως ντε και καλά προσθετικά το όλο πράγμα. Δεν είναι δηλαδή ότι αν βάλεις όλους τους ρόλους στη σειρά, θα καταλάβεις απόλυτα ποιος είναι ο άνθρωπος που τους υποδύθηκε. Θα πάρεις μια εικόνα για το τι τον ενδιαφέρει περισσότερο. Από τις επιλογές κάποιου καταλαβαίνεις τι τον ενδιαφέρει. Από ένα σημείο και μετά ο χαρακτήρας σου είναι οι επιλογές σου. 

Τα γυρίσματα δεν γίνονται στη σειρά, δεν ξεκινάς από το Α για να φτάσεις στο Ω. Μπορεί την πρώτη μέρα να γυρίσεις την προτελευταία σκηνή, τη δεύτερη μέρα να γυρίσεις την τέταρτη, και πάει λέγοντας. Τι έχεις όμως στο κεφάλι σου; Το ρακόρ του ήρωα. Άρα την ιστορία και τον ήρωα μέσα σε αυτή. Σε κάθε λήψη καταλαβαίνεις αν αυτό που έχεις κάνει, ανταποκρίνεται στην ιστορία. Είναι φοβερή, απαιτητική διαδικασία. 

Αυτά που λένε ότι «έχω μπει στον ήρωα» είναι τρίχες κατσαρές. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι για 30-40 μέρες κρατάς ένα σκεπτικό. Τελικά όμως αν μετά από κάθε πλάνο δεν έχω πεταλούδες στην κοιλιά μου, αν δεν το γουστάρω, ας φύγω να πάω σπίτι μου καλύτερα. 

Νομίζω ότι καμία δουλειά δεν είναι απλά «πάω, χτυπάω την κάρτα μου και κάποια στιγμή φεύγω». Ή ακόμη κι αυτές οι δουλειές έχουν τον πόνο τους. Απαιτήσεις και κόπος υπάρχουν σε ό,τι κάνεις, σε κάποια πράγματα πολύ περισσότερο από αυτό που κάνω εγώ, που μέσω της δουλειάς μου εκφράζομαι κιόλας. Άρα είμαι ευτυχής. Όπως ικανοποιείται ένα παιδί όταν πετυχαίνει το παιχνίδι του. Ή όπως ικανοποιείται ένας αεροναυπηγός που το γαμημένο το αεροπλάνο πετάει και δεν πέφτει. 

Βαγγέλης Μουρίκης

Από το ’90 που έκανα τον Κήπο του Θεού έλεγα ότι υπάρχουν οι σωστοί άνθρωποι εκεί έξω. Και σιγά σιγά αποδείχτηκε. Τι έχει να φοβηθεί το Digger; Τίποτα. Όλοι οι συντελεστές, πίσω και μπροστά από τις κάμερες, σκίζουν. Εννοείται ότι είμαι αισιόδοξος. Κάτσε καλά!

Κάνε αυτό που θες να κάνεις. Το ζήτημα είναι να έχει ταυτότητα. Μόνο έτσι θα σε πάει παρακάτω το τρένο. Η αντιγραφή δεν θα σε πάει παρακάτω. Δηλαδή ακόμη και στον ποινικό κώδικα η ταυτότητα μπορεί να ξεχωρίσει αυτόν που θα φάει ισόβια από τον άλλο που θα φάει δυο χρόνια. Είναι το στίγμα που αφήνεις. Όπως κάνει το Digger. Ταυτότητα, φίλε.

To Digger προβάλλεται από την Πέμπτη 17 Ιουνίου στους κινηματογράφους Ριβιέρα (Βαλτετσίου 46, Εξάρχεια) Τριανόν (Κοδριγκτώνος 21), Ταινιοθήκη της Ελλάδος (Ιερά Οδός 48 & Μεγ.Αλεξάνδρου 134-136)