ΜΟΥΣΙΚΗ

Σαββέρια Μαργιολά, πώς είναι να ερμηνεύεις Μίκη Θεοδωράκη;

Μιλήσαμε με τη νεαρή ερμηνεύτρια για το νέο της δίσκο με επανεκτελέσεις τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και τα βήματά της στη μουσική.

Η Σαββέρια Μαργιολά δεν είναι η καλλιτέχνιδα που έχεις συνηθίσει. Είναι νέα, όμορφη, αλλά και με αγγελική φωνή. Ένα κράμα πραγματικά σπάνιο και συλλεκτικό. Είναι κόρη του γνωστού μουσικού Δημήτρη Μαργιολά και εγγονή του μουσικοσυνθέτη και βιολιστή Γιώργου Μαργιολά.

Ήταν σχεδόν αναπόφευκτο να ασχοληθεί με τη μουσική. Από πολύ μικρή κιόλας ηλικία είχε την τύχη και την τιμή να συνεργαστεί με σπουδαία ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου, όπως η Χάρις Αλεξίου, η Μαρινέλλα, ο Αντώνης Ρέμος, ο Κώστας Μακεδόνας, ο Γιώργος Νταλάρας και πολλούς ακόμα.

Είναι σίγουρο πως όλο και κάπου θα έχεις ακούσει το τραγούδι που αποτελεί τη μεγαλύτερη επιτυχία της, ‘Σε ποια θάλασσα αρμενίζεις’. Πρόσφατα, λοιπόν, η Σαββέρια παρουσίασε το καινούργιο της album με τίτλο “Ρόδα αμάραντα” με επανεκτελέσεις τραγουδιών του μοναδικού Μίκη Θεοδωράκη.

Δεν συναντάς συχνά μια νεαρή ερμηνεύτρια που να τολμά να αγγίξει το τεράστιο ρεπορτόριο του Μίκη Θεοδωράκη. Κι όμως η Σαββέρια το έκανε με εξαιρετική μαεστρία. Με αφορμή τον τελευταίο της δίσκο, μιλήσαμε μαζί της για μουσική και όχι μόνο.

Αρχικά, πες μας δύο λόγια για το τελευταίο σου album με με επανεκτελέσεις τραγουδιών του μοναδικού Μίκη Θεοδωράκη. Πώς νιώθεις που έχεις πλέον ένα δίσκο με τέτοια τραγούδια;

“O νέος μου δίσκος περιλαμβάνει επανεκτελέσεις δέκα τραγουδιών από το σπουδαίο έργο του Μίκη Θεοδωράκη, με τίτλο ‘Ρόδα αμάραντα’. Μία ιδέα που ήρθε ύστερα από μία όμορφη κουβέντα που είχα με τους συνεργάτες της Fm Records, το χειμώνα που μας πέρασε και περιλαμβάνει τραγούδια που αγαπώ βαθιά και με συγκινούν, κάποια πασίγνωστα και άλλα λιγότερο ακουσμένα. Νιώθω μεγάλη τύχη και τιμή που μου δόθηκε η ευκαιρία να τραγουδήσω ένα πολύ μικρό μέρος από το τεράστιο ρεπερτόριο του Μίκη Θεοδωράκη. Είναι για μένα προίκα, καλλιτεχνικά και προσωπικά, ένα δώρο ανεκτίμητο και τον ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου για τη γενναιοδωρία και τον καλό του λόγο που με συντροφεύει και μου δίνει δύναμη”.

Φαντάζομαι πως ήθελες να ασχοληθείς από μικρή με τη μουσική, έτσι; Από ποια ηλικία άρχισες να καταπιάνεσαι και με μουσικά όργανα;

“Μεγάλωσα σε ένα σπίτι γεμάτο μουσική και αυτό με έκανε να την αγαπήσω από πολύ νωρίς. Ήμουν στο δημοτικό όταν εξέφρασα στους γονείς μου την επιθυμία να μάθω πιάνο και άμεσα ξεκίνησα τα μαθήματα”. 

H μουσική κυλάει στο DNΑ της οικογένειας;

“Ναι, έτσι φαίνεται. Στην οικογένεια του πατέρα μου, με καταγωγή από τη Νάξο, ήταν όλοι μουσικοί. Ο προπάππους μου έπαιζε κλαρίνο, ο θείος του πατέρα μου λαούτο, ο παππούς έπαιζε βιολί και η γιαγιά η Σοφία τραγουδούσε. Ο πατέρας μου ασχολήθηκε επαγγελματικά με το μπουζούκι. Η μουσική ήταν παντού. Ευτυχία”.

Τι μουσική ακούγατε στο σπίτι σου;

“Σχεδόν τα πάντα. Από Chick Corea, Beatles, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, μέχρι λαϊκά και παραδοσιακά”.

Αλήθεια, πώς συνδυάζεται το πτυχίο Κοινωνιολογίας που έχεις, αλλά και το μεταπτυχιακό της Ιατρικής με το τραγούδι;

”Νομίζω ότι δεν υπάρχει απόλυτη σύγκλιση μεταξύ επιστήμης και τέχνης. Η πανεπιστημιακή γνώση περιλαμβάνει λογική και αντικειμενικότητα ενώ οι τέχνες συναίσθημα και ελευθερία έκφρασης. Παρόλα αυτά η μόρφωση σε καλλιεργεί και σε εξελίσσει σε όλους τους τομείς, άρα και στην τέχνη, οπότε  ίσως κάπου εκεί να βρίσκεται  και η όποια σύνδεση μεταξύ τους”.

Ποια ήταν τα ερμηνευτικά σου πρότυπα καθώς μεγάλωνες;

“Έχω επηρεαστεί από πολλούς μεγάλους τραγουδιστές της χώρας μας όπως Μοσχολιού, Μπιθικώτση, Αλεξίου, Καζαντζίδη, Βιτάλη, Νταλάρα, Μητσιά κ.α Μέσα στα χρόνια προστίθενται συνεχώς και άλλοι καλλιτέχνες που θαυμάζω και εκτιμώ, από τη σύγχρονη Ελληνική και ξένη μουσική σκηνή”.

Έχεις πει ότι η μητέρα σου είναι από την Καρυά Λευκάδας. Ως Λευκαδίτης δεν μπορώ να  το προσπεράσω. Επισκέπτεσαι το νησί;  Τι σου αρέσει και τι δεν σου αρέσει σε αυτό;

“Ναι, η μητέρα μου είναι από την Καρυά Λευκάδας και δηλώνει αιώνια ντοπίτισσα. Μας μετέδωσε ακούσια την αγάπη της για το νησί. Έχω περάσει  εκεί πολλά απ’ τα παιδικά μου καλοκαίρια  και οι αναμνήσεις είναι έντονες και όμορφες. Λόγω των ρυθμών, δεν έχω τη δυνατότητα να την επισκέπτομαι όσο συχνά θα ήθελα αλλά όποτε βρίσκω ευκαιρία είναι πάντα πρώτη επιλογή. Φέτος έχω μεγάλη χαρά, γιατί στις 4 Αυγούστου, θα βρεθώ, για δεύτερη φορά, στο πανέμορφο κηποθέατρο του Άγγελου Σικελιανού για μία συναυλία και ανυπομονώ. Η αγάπη μου για τη Λευκάδα με κάνει να βλέπω μόνο τις ομορφιές της”.

Έχεις κάνει πολλές και σπουδαίες συνεργασίες στη μέχρι τώρα καριέρα σου. Ποια από αυτές θυμάσαι πιο έντονα και γιατί;

“Νιώθω ευγνώμων  γιατί από τα πρώτα μου βήματα με εμπιστεύθηκαν σπουδαίοι Έλληνες καλλιτέχνες. Κάθε μία είναι ξεχωριστή μέσα μου για το δικό της ιδιαίτερο λόγο. Είναι πάντα έντονη η ανάμνηση της πρώτης μου καλοκαιρινής συναυλίας, στο πλευρό του Μανώλη Μητσιά, στην Ασέα, τη γενέτειρα του Νίκου Γκάτσου, σε ένα αφιέρωμα προς τιμήν του. Συγκίνηση, τρακ, αγωνία, ‘παιδική’ άγνοια και ανείπωτη χαρά έκαναν εκείνο το βράδυ ξεχωριστό και μαγικό”.

Έχεις κρατήσει κάποια συμβουλή συναδέλφου, η οποία να έχει επηρεάσει τη μέχρι τώρα πορεία σου;

“Δεν είναι τόσο συμβουλή, όσο η στάση της κυρίας Μαρινέλλας. Η προσωπικότητά της, ο επαγγελματισμός, το πάθος, η τελειομανία της και η εργατικότητά της ήταν σπουδαίο μάθημα για μένα και συνοδεύει τα καλλιτεχνικά μου βήματα μέχρι σήμερα”.

Το τραγούδι ‘Σε ποιά θάλασσα αρμενίζεις’ νομίζω πως είναι το τραγούδι που έχει σημαδέψει την καριέρα σου (μέχρι τώρα). Τι σημαίνει για εσένα αυτό το κομμάτι;

“Η ‘Θάλασσα’, όπως το αποκαλώ και ολόκληρος ο δίσκος αυτός, η ‘Αλισάχνη’, κουβαλάει μία πολύ ιδιαίτερη περίοδο της ζωής μου επαγγελματικά  και προσωπικά. Μία περίοδο συνειδητοποίησης, απολογισμού και αναγέννησης”.

To σχόλιο που διαβάζω συχνά κάτω από videos σου στο Youtube είναι πως ”επιτέλους βλέπουμε μια νέα και όμορφη ερμηνεύτρια που μας δείχνει τη φωνή της και όχι το σώμα της”. Τι θα σχολίαζες πάνω σε αυτό;

“Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι στη σημερινή συστημική και δύσκολη μουσική πραγματικότητα, υπάρχουν άνθρωποι που ψάχνονται, αναγνωρίζουν και εκτιμούν. Είναι για μένα κινητήριος δύναμη και τους ευχαριστώ όλοψυχα για την αγάπη τους”. 

Στα live σου υπάρχει και αρκετός νεαρός κόσμος κι αυτό είναι πολύ θετικό. Όμως πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να φτάσει ο ήχος σου στη νέα γενιά;

“Τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά σε σχέση με το παρελθόν. Σήμερα υπάρχουν οι ψηφιακές πλατφόρμες, που αφορούν περισσότερο τις νεότερες γενιές και δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε καλλιτέχνη να προβάλλει εύκολα και άμεσα τη μουσική του. Όμως λόγω της πληθώρας των καλλιτεχνών υπάρχει δυσκολία στο να ξεχωρίσει κάτι. Επίσης η προβολή του υλικού μας, μέσω των ραδιοφώνων, είναι πια απαγορευτική στα περισσότερα ραδιόφωνα. Η ζωντανές εμφανίσεις  είναι μονόδρομος για να επικοινωνήσουμε τη μουσική μας και ενώ δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, τις θεωρώ τον πιο όμορφο, άμεσο και ουσιαστικό τρόπο”.

Αν έπρεπε να σε κατατάξουμε σε κάποιο είδος τραγουδιού, ποιο θα ήταν αυτό;

“Αισθάνομαι βαθιά λαϊκή τραγουδίστρια, αν και δισκογραφικά έχω κινηθεί συνολικά σε πιο έντεχνο ρεπερτόριο μέχρι σήμερα. Παρόλα αυτά βρίσκω πολύ δημιουργικό τον πειραματισμό και σε άλλα μουσικά είδη και μου έχει δοθεί η ευκαιρία να δοκιμάσω τον εαυτό μου και σε διαφορετικού ύφους τραγούδια, μέσα από συμμετοχές μου σε δίσκους φίλων καλλιτεχνών”.

Ποια στοιχεία θα έλεγες πως πρέπει να διαθέτει ένας καλλιτέχνης;

“Ταλέντο, πάθος, εργατικότητα και αλήθεια”.

Αυτό που παρατηρούμε συχνά σε πολλά νέα κομμάτια είναι πως υπάρχει έλλειψη καλού, ποιοτικού στίχου. Πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν στα κομμάτια σου οι στίχοι που ερμηνεύεις; Με τι κριτήριο τα επιλέγεις;

“Ο στίχος και η μουσική είναι αλληλένδετα. Όσο πιο αρμονικό είναι αυτό το πάντρεμα τόσο περισσότερο χτυπάει στο συναίσθημά. Συνήθως το πρώτο άκουσμα είναι το πιο σημαντικό και ενδεικτικό για μένα γιατί είναι αφιλτράριστο και η αντίδραση είναι ενστικτώδης. Επιλέγω τραγούδια που με συγκινούν και εκφράζουν τον ψυχισμό και το συναίσθημά μου, μέσω του στίχου αλλά και της μουσικής”.

Πώς είσαι εκτός live, στούντιο, μουσικής γενικότερα; Tι σου αρέσει να κάνεις στον ελεύθερό σου χρόνο;

“Μου αρέσει πολύ να περνάω χρόνο με τους φίλους και τους αγαπημένους μου ανθρώπους. Αγαπώ πολύ τις βόλτες στο κέντρο της Αθήνας χειμώνα – καλοκαίρι και απολαμβάνω το σινεμά όταν έχει κάποια ωραία ταινία. Μου αρέσει να διαβάζω πριν κοιμηθώ γιατί με ξεκουράζει, με χαλαρώνει και με κάνει να αισιοδοξώ. Επίσης προσπαθώ να γυμνάζομαι, είναι κάτι που με τονώνει ψυχικά και σωματικά και νιώθω ότι φροντίζω τον εαυτό μου. Λατρεύω τη νύχτα στην Αθήνα και όποτε βρίσκω ευκαιρία πηγαίνω σε live άλλων καλλιτεχνών ή σε όμορφα μουσικά στέκια”.

Ποιο είναι το πιο συγκινητικό σχόλιο που έχεις διαβάσει ή σου έχουν στείλει για κάποιο κομμάτι σου;

“Είναι αρκετά τα σχόλια που με έχουν συγκινήσει και εκτιμώ αφάνταστα το ότι κάποιος αφιερώνει χρόνο για να μου γράψει ένα καλό λόγο ή να μοιραστεί μία προσωπική στιγμή που την έχει συνδέσει με κάποιο τραγούδι μου. Αυτό το μοίρασμα είναι η μαγεία στη μουσική και μου δίνει κίνητρο να προχωράω και να εξελίσσομαι. Ένα από αυτά που θυμάμαι έντονα, που με συγκίνησε βαθιά και με ταρακούνησε, ήταν το μήνυμα μίας γυναίκας που είναι ΑΜΕΑ δεκατέσσερα χρόνια, με έντονους πόνους στη μέση και μου έγραψε ότι ακούγοντας το «Σε ποια θάλασσα αρμενίζεις», ένιωθε ανακούφιση από τους πόνους της”.

Πώς θα είναι το φετινό καλοκαίρι από live;  Ο χειμώνας; Θα σε ακούμε κάπου;

“Το φετινό καλοκαίρι σίγουρα είναι διαφορετικό λόγω της κατάστασης που βιώσαμε και βιώνουμε με την πανδημία. Προσπαθούμε να προγραμματίσουμε  κάποιες καλοκαιρινές παραστάσεις  που θα ξεκινήσουν μετά τις 15 Ιουλίου και υπάρχουν αρκετές σκέψεις και σχέδια για το χειμώνα που έρχεται, ελπίζοντας ότι όλα θα πάνε καλά και θα έχουμε επανέλθει σε φυσιολογικούς ρυθμούς. Επίσης προγραμματίζουμε την παρουσίαση αυτού του καινούργιου δίσκου στα μέσα του Νοέμβρη”. 

Τι ονειρεύεσαι να πετύχεις τα επόμενα χρόνια στη μουσική;

“Αυτό που εύχομαι είναι να μπορώ να κάνω πάντα αυτό που αγαπώ, να γεμίζω συναισθηματικά και να συνδέομαι με τους ανθρώπους μέσω της μουσικής που είναι για μένα το πολυτιμότερο δώρο σε αυτήν την τέχνη”.