© AP Photo/Joan Monfort
ΥΓΕΙΑ

Οι αθλητές μιλάνε πια ανοιχτά για την ψυχική τους υγεία. Και αυτό είναι σημαντικό για όλους

Τα ζητήματα ψυχικής υγείας των κορυφαίων αθλητών πολλαπλασιάζονται χρόνο με τον χρόνο και εμείς μιλήσαμε με την οργανωσιακή ψυχολόγο και business coach, Ζωή Φράγκου για τις αιτίες και τους τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων τους.

Πριν από λίγα 24ώρα ο John Wall έκανε μια συγκλονιστική αποκάλυψη. Μιλώντας στο vidcast των Udonis Haslem και Mike Miller, ανέφερε ότι λίγο έλειψε να αυτοκτονήσει. «Δύο φορές ήθελα να αυτοκτονήσω, αλλά σκέφτηκα πως αν με πάρω από τη γη, θα έχω απογοητεύσει τα παιδιά μου, ποιος θα τα μεγαλώσει; Ξέρω ότι πρέπει να είμαι εδώ για τα παιδιά μου» ομολόγησε ο 33χρονος γκαρντ σε ένα κατά τα άλλα χιουμοριστικό επεισόδιο, αφήνοντας εμβρόντητους τους δύο πρώην παίκτες των Miami Heat.

Ο 5 φορές All-Star κέρδισε τον πιο δύσκολο αγώνα της ζωής του, όμως δεν είναι ο μόνος αθλητής εκεί έξω που καλείται να βρει λύσεις σε προβλήματα πολύ μεγαλύτερα από τον ίδιο.

Ο Ricky Rubio, από τον θάνατο της μητέρας του και έπειτα, χρειάστηκε να τα βάλει πολλές φορές με το «τέρας». Τον τελευταίο χρόνο αποφάσισε να εγκαταλείψει το NBA και το μπάσκετ γενικότερα, για να μπορέσει να βγει νικητής. Και τα κατάφερε, επιστρέφοντας στη δράση για λογαριασμό της Μπαρτσελόνα.

Η κατάθλιψη, τα burnouts, οι κρίσεις πανικού, πάντα ήταν πρόβλημα για αθλητές της ελίτ, ωστόσο τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες όλο και περισσότερων περιστατικών.

Στην Ελλάδα, η περίπτωση του Τάσου Μπακασέτα που αναμετρήθηκε και επίσης νίκησε την κατάθλιψη και στη συνέχεια μίλησε για την εμπειρία του, είναι η πιο γνωστή. Ο μέσος του Παναθηναϊκού είχε συνομιλήσει με τον Πρόεδρο του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, Ανδρέα Δρακόπουλο στο SNF Nostos και παραδέχθηκε γενναία τις ψυχικές προκλήσεις που κλήθηκε να ξεπεράσει, όταν έμοιαζε να βρίσκεται στην κορυφή.

Φυσικά δεν είναι μόνο αυτός. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότεροι αθλητές αποκαλύπτουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και τα περιστατικά αυτά μοιάζουν να αυξάνονται ραγδαία. Αυτό συμβαίνει διότι οι αθλητές πλέον μιλάνε ανοιχτά για ζητήματα ψυχικής υγείας ή είναι σημεία των καιρών και των αλλεπάλληλων κρίσεων που έχει περάσει η γενιά μας; Η οργανωσιακή ψυχολόγος και business coach, Ζωή Φράγκου μας έδωσε τις απαντήσεις της σχετικά με ζητήματα ψυχικής υγείας των αθλητών, τις αιτίες τους και τον τρόπο αντιμετώπισής τους.

Ο λόγος που πλέον οι αθλητές μιλάνε

Ένα από τα πρώτα ερωτήματα που μας γεννιούνται όσο μαθαίνουμε ιστορίες ανθρώπων που αντιμετώπισαν σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας, είναι αν όλα αυτά συμβαίνουν τώρα ή αν εντέλει πάντα συνέβαιναν, απλώς τώρα έχει δοθεί στους αθλητές η ευκαιρία να μιλήσουν δίχως να στιγματιστούν. Η Ζωή Φράγκου εξηγεί ότι και τα δύο ουσιαστικά ισχύουν:

«Θεωρητικά, βλέπουμε μια γενική αύξηση στο σύνολο των προβλημάτων ψυχικής υγείας. Εξαρτάται βέβαια από το πόσο παλιά είναι η σύγκριση και υπάρχουν πολλοί παράγοντες για αυτό. Για παράδειγμα έχει αυξηθεί πολύ το προσδόκιμο ζωής. Ζούμε περισσότερα χρόνια, επομένως έχουμε και περισσότερο χρόνο για να “εκφυλιστούμε” γνωστικά και ψυχολογικά. Επίσης, τα τελευταία χρόνια έχουμε αντιμετωπίσει μια σειρά από κρίσεις. Οικονομικές, περιβαλλοντικές κρίσεις, πόλεμοι και φυσικά η πανδημία.

Τα στατιστικά δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όμως. Φαίνεται ότι πράγματι, τα περιστατικά έχουν αυξηθεί, ωστόσο κατά πάσα πιθανότητα το μεγαλύτερο ποσοστό προκύπτει επειδή υπάρχει μεγαλύτερη άνεση στο να εκφραστούμε. Ειδικά στους άντρες, ποτέ δεν δινόταν τόσο μεγάλη έμφαση στην ψυχική υγεία, ούτε και το βήμα σε κάποιον ώστε να ανοιχτεί και να δείξει ευαίσθητος. Το σύστημα που ονομάζεται πατριαρχία, έχει ρόλους για όλους μας. Σκεφτείτε το από τότε που ήμασταν παιδιά: στα κορίτσια έδιναν κούκλες για να παίξουν και αυτό βοηθά πολύ στη συναισθηματική τους νοημοσύνη. Τα αγόρια από την άλλη δεν καθόταν κάποιος εύκολα να τα ακούσει. “Έχεις πρόβλημα; Λύσ’ το”.

Τώρα λοιπόν υπάρχει μεγαλύτερη άνεση και είναι πολύ θετικό ότι ειδικά στερεοτυπικά αρσενικοί ρόλοι, όπως ένας αθλητής, βγαίνει και μιλάει για τα προβλήματα που μπορεί να έχει. Ειδικά η βιοχημική κατάθλιψη δεν είναι θέμα lifestyle. Ο καθένας μπορεί να πάθει».

Ο πρωταθλητισμός εντείνει το φαινόμενο

Είναι δεδομένο ότι ο αθλητισμός από μόνος του ενισχύει την ψυχική υγεία και ότι οι ιδιότητές του βοηθούν τη σωματική και πνευματική μας ευεξία. Τι αλλάζει όμως όταν το περιβάλλον μέσα στο οποίο αθλούμαστε γίνεται ανταγωνιστικό, όταν το χόμπι σου γίνεται επάγγελμα και όταν εκατομμύρια μάτια στηρίζονται πάνω σου; Ο πρωταθλητισμός είναι μια εντελώς διαφορετική συνθήκη όπως εξηγεί η Ζωή Φράγκου και αυτό ξεκινά από τα πρώτα ακόμα χρόνια.

«Μιλάμε για ανθρώπους που συχνά φεύγουν από το σπίτι τους σε πολύ μικρή ηλικία. Κυριολεκτικά φεύγουν. Μπορεί να μετακομίσουν σε άλλες πόλεις ή και χώρες και να είναι μόνοι τους. Χάνουν έτσι την αίσθηση του “ανήκειν”, την αίσθηση του “έχω μια βάση”, το οποίο είναι μια από τις πιο σημαντικές ανάγκες για τους ανθρώπους και έρχεται μαζί με την ασφάλεια.

Ναι, η ομάδα μπορεί να το παρέχει μερικές φορές αυτό, αλλά και εκεί υπάρχει η συναλλακτικότητα και ο ανταγωνισμός, ενώ πολύ συχνά ο ένας παίκτης έρχεται και ο άλλος φεύγει ή ο προπονητής μπορεί να σε χρησιμοποιήσει σαν ένα μέσο για να πετύχει ο ίδιος κάτι. Άρα, δεν μιλάμε για μια υγιή κοινωνικοποίηση. Οι άνθρωποι αυτοί δεν κοινωνικοποιούνται με τον τρόπο που το κάνει ο μέσος άνθρωπος και δεν είναι καθόλου παράλογο αν κάποια στιγμή τους επηρεάσει.

Άτομα δηλαδή που έχουν μια προδιάθεση και δεν έχουν το απαιτούμενο σύστημα υποστήριξης και παράλληλα ζουν το στίγμα γύρω από την ψυχική υγεία των αθλητών (στερεότυπα περί ανδροκρατούμενου κλάδου) δεν είναι παράλογο που δεν έχουν αναπτύξει μηχανισμούς διαχείρισης των ψυχολογικών τους θεμάτων. Ποτέ και κανείς δεν τους έδωσε τον χώρο για να το κάνουν. Γίνονται όργανα: Πάνε κάθε μέρα προπόνηση, πετυχαίνουν στόχους, μεγαλώνουν, βάζουν νέους στόχους και στο τέλος μεγαλώνουν και δεν υπάρχουν πια στόχοι. Και εκεί έρχεται η υπαρξιακή κρίση.

Για να κάνουμε έναν παραλληλισμό από τον καλλιτεχνικό χώρο, όπου και εκεί δουλεύουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, θα παραθέσω μια στιγμή από το ντοκιμαντέρ της Lady Gaga. Τότε προετοιμαζόταν για την εμφάνισή της στο Super Bowl και έπαθε ένα μίνι καταθλιπτικό επεισόδιο, όπου ξέσπασε σε κλάματα. Την ρώτησαν τότε αν έχει άγχος και τι έπαθε και εκείνη απάντησε “όχι, απλά είμαι 25 χρονών και δεν μπορώ να φτάσω πιο πάνω από αυτό. Θα βγω στο Super Bowl, μετά από αυτό τι θα κάνω με τη ζωή μου;”.

Λένε “μεγάλα καράβια, μεγάλες φορτούνες”. Είναι πιο δύσκολη η στοχοθεσία, πιο δύσκολο το να βρεις νόημα. Χρειάζεται πολύ μεγάλη ψυχολογική και συναισθηματική ωριμότητα για κάποιον αθλητή της ελίτ για να έχουν υγιείς σχέσεις και να μείνουν προσγειωμένοι. Εδώ εμείς πετυχαίνουμε έναν στόχο και μετά αδειάζουμε, φαντάσου να είσαι π.χ. ο Ronaldo, να έχεις κατακτήσει κάθε στόχο που έβαλες και ξαφνικά να σου πουν “δεν μπορείς να παίξεις άλλη μπάλα, αυτό ήταν”. Στο μεταξύ άλλοι δεν κάνουν οικογένεια, χάνουν τις επαφές τους έξω από το άθλημα. Είναι δύσκολο».

Burnout και πρωταθλητισμός πάνε μαζί

To burnout είναι ένας όρος που όλο και πιο συχνά ακούμε, όταν συζητάμε για προβλήματα ψυχικής υγείας. Ο πρωταθλητισμός έχει τόσο έντονες και συνεχόμενες μάλιστα στιγμές που ουσιαστικά ωθεί τους αθλητές στα όρια τους, εξουθενώνοντάς τους ψυχικά. Πριν όμως δούμε με ποιον τρόπο συμβαίνει αυτό, ας μάθουμε λίγα πράγματα για το burnout στην επαγγελματική ζωή.

«Είναι το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης. Μία κατάσταση κατά την οποία χρόνιο εργασιακό στρες έχει μείνει χωρίς να το προσέξουμε και να το διαχειριστούμε και τελικά οδηγεί σε μια ολική κατάρρευση. Συναισθηματική, σωματική και ψυχολογική κατάρρευση και προσομοιάζει πολύ σε κατάθλιψη. Το burnout έχει 12 στάδια. Στα πρώιμα στάδια δεν μοιάζει καθόλου βέβαια με αυτό, για αυτό είναι και δύσκολο να το αντιληφθεί κάποιος. Σε αυτά υπάρχει ένας έντονος εργασιακός κυνισμός και μια εμμονή με τη δουλειά. Αν σου το πει αυτό κάποιος καλοπροαίρετα, συνήθως απαντάς “δεν μπορείς να καταλάβεις τη δουλειά μου και πόσο σημαντική είναι. Εσύ κάνεις άλλη δουλειά και δεν είναι τόσο σπουδαία”. Βγαίνει λοιπόν με νεύρο στην αρχή».

Μοιάζει λοιπόν δεδομένο ότι το burnout σε ένα περιβάλλον τόσο εξοντωτικό, όσο εκείνο των κορυφαίων πρωταθλημάτων, βρίσκει εύφορο έδαφος για να ευδοκιμήσει. Η Ζωή Φράγκου με εμπειρία χρόνων σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν σε επαγγελματικά περιβάλλοντα, γνωρίζει ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα πολλές φορές δεν είναι βιώσιμο.

«Έχω την αίσθηση ότι στον πρωταθλητισμό, είναι εκπαιδευμένοι να παθαίνουν burnout ξανά και ξανά και ξανά, γιατί δεν έχουν ένα φυσιολογικό εργασιακό περιβάλλον. Εμείς έχουμε ένα σαββατοκύριακο τουλάχιστον ή μετά τις 18:00 – 19:00 μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Μπορούμε να ζητήσουμε άδεια όποτε θέλουμε. Για εκείνους δεν υπάρχουν αυτά και έτσι είναι πολύ πιο εύκολο να πάθουν burnout και πιο δύσκολο να το καταλάβουν.

Η δουλειά τους έχει πολλή φυσικότητα μέσα (αθλούνται συνεχώς), επομένως δεν αποτυπώνεται εύκολα το burnout. Παράλληλα όμως, όσο πιο συχνά εμφανίζεσαι (αγώνες υψηλού επιπέδου κάθε εβδομάδα) στα υψηλότερα επίπεδα, τόσο πιο δύσκολο είναι να βρεις ισορροπία. Άρα θα λέγαμε ότι στα υψηλά επίπεδα που οι αγώνες είναι τόσο συχνοί, η δουλειά σου ουσιαστικά “απαιτεί” το να παθαίνεις burnout για να μπορείς να ξεπερνάς τους σωματικούς σου περιορισμούς και να πετυχαίνεις.

Τέλος, οι αθλητές του υψηλότερου επιπέδου, επειδή αποτελούν ένα κοινό που θεωρητικά είναι αξιοζήλευτο, δεν λαμβάνουν και την απαραίτητη κοινωνική ενσυναίσθηση. Ο κόσμος θα ακούσει πιο εύκολα έναν άνθρωπο που προέρχεται από άλλο επάγγελμα και θα του δώσει την απαιτούμενη προσοχή, όταν μιλήσει για ένα πρόβλημα ψυχικής υγείας, αλλά με τους αθλητές βλέπουμε ότι αυτό είναι πιο δύσκολο. Λόγω του ότι από πολύ νωρίς στη ζωή τους τραβούν πάνω τους τα βλέμματα, πολύς κόσμος όταν ακούει κάποιον να μιλά, σχολιάζει “άσε μας τώρα, τόσα λεφτά παίρνεις, σιγά μην ασχοληθούμε”. Αυτή η αντίληψη κάνει ακόμα πιο δύσκολο για τον άνθρωπο και να μιλήσει.

Βέβαια και οι ίδιοι οι αθλητές είναι, όπως είπαμε, άτομα που φεύγουν νωρίς από το σπίτι τους και κάνουν ένα κομμάτι της ζωής τους να υπερλειτουργεί, αφήνοντας όλα τα άλλα κομμάτια όπως την συναισθηματική ωριμότητα να υπολειτουργούν. Έτσι και οι ίδιοι δυσκολεύονται να καταλάβουν ότι παθαίνει burnout ή κατάθλιψη, γιατί δεν έχουν αναπτύξει ψυχολογική σκέψη».

Αν αναλογιστούμε δε, τα απαιτητικά χρονοδιαγράμματα, καθώς και την αύξηση των αγώνων σε κάθε σπορ, βλέπουμε ότι αυτό δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα. Σε μπάσκετ και ποδόσφαιρο οι κορυφαίες ομάδες παίζουν περισσότερα από 80 παιχνίδια τη σεζόν και πολλές φορές φτάνουν στα 100, ενώ το καλοκαίρι για τους διεθνείς οι υποχρεώσεις συνεχίζονται. Ο Jurgen Klopp είναι ένας από τους πολέμιους της γιγάντωσης του αθλητικού ημερολογίου και το πλήρωσε και ο ίδιος με την απόφαση να αποχωρήσει από την αγαπημένη του Λίβερπουλ.

Η δουλειά του αθλητικού ψυχολόγου και η «επανάσταση» των αθλητών

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, το λιγότερο που έχουν να κάνουν οι ομάδες είναι να προσφέρουν τις κατάλληλες ψυχολογικές υπηρεσίες στους παίκτες τους και σε τελική ανάλυση να προστατεύσουν τις επενδύσεις τους. Στην Ελλάδα, μπορεί να βρισκόμαστε ήδη αρκετά πίσω από τον υπόλοιπο κόσμο, όμως στο εξωτερικό έχουν μάθει ότι πρέπει να προστατεύουν τους αθλητές τους, πριν αυτοί «σκάσουν» από την πίεση.

Οι αθλητικοί ψυχολόγοι αποτελούν λοιπόν κανονικότητα στα κορυφαία κλαμπ του πλανήτη, οι οποίοι βοηθούν τους μεγαλύτερους σταρ του κόσμου με όσα μπορεί να τους απασχολούν. Στο ντοκιμαντέρ για τη ζωή του Γιάννη Αντετοκούνμπο στο Amazon διαπιστώνει κανείς το πώς αυτή η διαδικασία έσωσε την καριέρα του Greek Freak, που δεν είχε προλάβει καν να θρηνήσει τον χαμό του πατέρα του και «χάρισε» τον τίτλο στους Μπακς.

Η διακεκριμένη οργανωσιακή ψυχολόγος και business coach αναφέρει σχετικά με τα τμήματα ψυχολογικής υποστήριξης των αθλητών, αλλά και το πόσο σημαντικό είναι οι αθλητές να μιλούν για τα ζητήματα ψυχικής υγείας: «Αν ο πρωταθλητισμός δεν είχε να κάνει τόσο πολύ με το συνάλλαγμα και υπήρχε η αίσθηση αλληλεγγύης και ευγενούς άμιλλας, θα έπρεπε κάθε ομάδα να έχει ειδικό τμήμα. Στο Ted Lasso είχαν ας πούμε ψυχολόγο και είδαμε πώς λειτούργησε. Πέρα από την πλάκα όμως, αυτή ακριβώς θα είναι η δουλειά. Θα είναι ένας άνθρωπος που ακόμα και αν δεν πας εσύ σε αυτόν, θα έρθει αυτός σε σένα για να τσεκάρει ότι όλα πάνε καλά και να σε βοηθήσει να χτίσεις κάποιους δικούς σου φυσικούς μηχανισμούς διαχείρισης του στρες, που δεδομένα υπάρχει όταν κρίνεσαι μπροστά σε τόσο κόσμο.

Οι αθλητές όπως σου είπα, όσο εύκολα παίρνουν την αναγνώριση και τον θαυμασμό, τόσο εύκολα έρχονται μπροστά από αντιπάθεια αν αποφασίσουν να μιλήσουν για κάτι. Η δουλειά τους φέρνει μπροστά από μια «υποχρέωση» να φλεξάρουν και να δείχνουν ότι κάνουν ζωάρα και είναι χαρούμενοι. Για τους λόγους αυτούς, είναι πραγματικά επαναστατικό το να βγαίνει ένας αθλητής και να πει “όχι, δεν είναι όλα τέλεια. Έχω κατάθλιψη”. Γιατί κανείς δεν θα του πει ότι χαίρομαι που το είπες και όλοι θα σκεφτούν “τόσα λεφτά πήρες, ας το λύσεις”.

Χρειάζεται λοιπόν μια γενικότερη αλλαγή νοοτροπίας, η οποία μας γυρνά πολύ πίσω και στους “ρόλους” των φίλων. Έχουν δικαίωμα και οι άντρες να κλαίνε, έχουν δικαίωμα να μην είναι καλά. Έχει δικαίωμα και ο πιο “μάτσο” ποδοσφαιριστής να πάθει κατάθλιψη και μετά να έχει τον χώρο και τον χρόνο να επιστρέψει».