WOMEN

Η Ευγενία Δημητροπούλου συνεχίζει να ‘πάσχει’ από το σύνδρομο του καλού παιδιού

Η πιο ταλαντούχα πρωταγωνίστρια των τελευταίων 15 χρόνων επέλεξε να πρωταγωνιστήσει για πρώτη φορά σε καθημερινή δραματική τηλεοπτική σειρά. Και, κάπως έτσι, μπήκε επιτέλους λίγος 'Ήλιος' στη ζωή μας.

Δεν χρειάζεται να διαθέτεις άνω του μέσου όρου νοημοσύνη για να συνειδητοποιήσεις, μέσα στο πρώτο πεντάλεπτο από την γνωριμία σου μαζί της, ότι η Ευγενία Δημητροπούλου ανήκει σε εκείνο το σπάνιο είδος γυναίκας που σε κάνει να θέλεις να είσαι καλύτερος άνθρωπος.

Ευγενική, καλλιεργημένη, ταλαντούχα, κομψή, με έντονο το αίσθημα του δικαίου, χαμόγελο που λιώνει τους παγετώνες στην Ανταρκτική και φωνή που κάνει τα άγρια θηρία της ζούγκλας να ημερεύουν, μοιάζει να φωταγωγεί οποιαδήποτε δωμάτιο (επίσης τηλεοπτικό στούντιο και θεατρική σκηνή) έχει την τιμή να μπαίνει εκείνη μέσα του.

Όλα τα παραπάνω δεν τα λέω εγώ. Εγώ απλώς έρχομαι, τελευταίος και καταϊδρωμένος, να επιβεβαιώσω το κεντρικό συμπέρασμα που έβγαλε (και στη συνέχεια κατέγραψε) κάθε δημοσιογράφος που έχει προηγηθεί, ανεξαρτήτως φύλου, από την εποχή που η κόρη των φιλόλογων από την Λαμία βρέθηκε για πρώτη φορά εντός του οπτικού μας πεδίου με το Νησί.

Το μόνο πρόβλημα; Ότι η Ευγενία, που πάντοτε λέει και κάνει το σωστό πράγμα, η Ευγενία, η μεγαλύτερη επανάσταση της οποίας ήταν ότι έγινε ηθοποιός (αφού πρώτα τελείωσε την Νομική Σχολή Αθηνών), υποφέρει για να αγγίζει την τελειότητα.

“Ένιωθα από μικρή την ανάγκη να τα κάνω όλα σωστά. Να είμαι σωστή μαθήτρια, να είμαι σωστή σε όλα. Αυτό, το σύνδρομο του καλού παιδιού, προέκυπτε ως δική μου εσωτερική ανάγκη. Πιεζόμουν από μόνη μου να είμαι σωστή και αυτό γυρνούσε εναντίον μου με το να έχω ενοχλήσεις στο στομάχι μου σε πάρα πολύ μικρή ηλικία. Δεν μου το επέβαλλαν οι γονείς μου, εγώ πιεζόμουν από μόνη μου.

Μάλιστα οι δικοί μου δεν ήταν και σούπερ χαρούμενοι με όλο αυτό, γιατί κατέληγα να ασκώ πολύ έντονη πίεση στον εαυτό μου. Ένα άγχος το οποίο ακόμη έχω σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ψυχολογικά όλο αυτό, το μικρό διάστημα που έκανα ψυχοθεραπεία, συνειδητοποίησα ότι έχει να κάνει και με την σειρά που γεννήθηκα. Ότι επειδή είμαι το ‘παιδί σάντουιτς’ (έχει ένα μεγαλύτερο αδελφό που είναι ιστορικός και ξεναγός στους Δελφούς και μια μικρότερη αδελφή που είναι ηλεκτρολόγος μηχανικός) οι γονείς,  χωρίς να το θέλουν, δημιουργούν περισσότερες προσδοκίες και απαιτούν από εσένα περισσότερα πράγματα”.

Ένδειξη του παραπάνω άγχους είναι οι άπειρες φορές που μου απολογήθηκε επειδή δεν μου απάντησε εγκαίρως στο SMS για να μιλήσουμε (της ξέμεινε η απάντηση στο draft επειδή δεν είχε σήμα όταν την έστειλε). Βέβαια, ο ελαφρύς αυτός ‘ψυχαναγκασμός’ της, μοιάζει απλά με εκείνο το μικρό ψεγάδι που κάνει το υπόλοιπο διαμάντι να ξεχωρίζει ακόμη πιο λαμπρό. Και όχι, εγώ, εμείς, ποτέ δεν πρόκειται να την θεωρήσουμε ως δεδομένη.

“Το ωραιότερο, όπως ρωτάς, πράγμα στο να έχει κάποιος σχέση μαζί μου είναι ότι, όταν είμαι πολύ ερωτευμένη, είμαι λίγο σαν το δοχείο που βάζεις μέσα το νερό και γίνεται πάγος. Παίρνω το χώρο που υπάρχει. Δεν σπρώχνω πάρα πολύ τα όρια. Αυτό είναι ταυτόχρονα και το χειρότερο. Γιατί μερικές φορές νιώθω ότι καταπιέζεται πάρα πολύ η προσωπικότητά μου, οπότε μετά ξεσπάω. Ακριβώς όπως ο πάγος σπάει την παγοθήκη.  Ενώ δηλαδή μπορώ όντως να προσαρμοστώ πάρα πολύ σε κάποιες συνθήκες, όταν ο άλλος το θεωρήσει αυτό δεδομένο, ότι δηλαδή δεν πρόκειται αυτό να με πειράξει, εγώ εκεί είναι που αντιδρώ”.

Εξού και με χαρά την υποδεχθήκαμε ξανά φέτος στην μικρή οθόνη στο Ήλιος του Ant1. Γιατί μας είχε λείψει η Ευγενία. Αν και η ίδια επιμένει πως δεν είχε γυρίσει ποτέ την πλάτη στην τηλεόραση, απλώς πάντοτε το θέατρο ερχόταν και της χτυπούσε, κάθε σεζόν, την πόρτα νωρίτερα.

“Η μητέρα μου είπε ‘Και γιατί διάλεξαν εσένα;’.”

“Είχα ήδη αποφασίσει, ήδη πριν τον κορονοϊό, ότι αν και εφόσον υπάρχουν οι σωστές προϋποθέσεις, θα ήθελα να κάνω ξανά τηλεόραση. Ο Ήλιος ήταν μια πρόκληση για μένα. Ξεκινώντας από το ότι μιλάμε για καθημερινό σίριαλ, κάτι που δεν έχω ξανακάνει, οπότε ήθελα να δω αν μπορώ να ανταποκριθώ σε αυτούς τους ρυθμούς. Επίσης είναι πρόκληση για μένα το πώς να προσεγγίσω και να διηγηθώ την ιστορία μιας κοπέλας που έχει ζήσει μια ζωή (σ.σ. έχει φύγει από τους γονείς της από μικρή και τώρα επιστρέφει με ένα παιδί 17 ετών) με την οποία δεν έχω κοινά στοιχεία. Χαίρομαι που η σειρά έχει ανταπόκριση. Κάτι που καταλαβαίνω από το γεγονός ότι ο κόσμος δεν έρχεται απλά να μου πει ότι τους αρέσει,  αλλά με προσεγγίζουν κατευθείαν με κάτι πολύ συγκεκριμένο, στην λογική ‘Γεια. Εγώ πιστεύω ότι αυτός είναι που σκότωσε την αδελφή σου'”.

Η νεραϊδογέννητη Ευγενία, την οποία εύστοχα ο Παντελής Βούλγαρης συνέκρινε από την πρώτη στιγμή με την Ζιλιέτ Μπινός, έχει ήδη αναμετρηθεί στα ίσα με τους πιο απαιτητικούς ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου. Έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της την αξέχαστη ατάκα που της είπε η μητέρα της όταν την πήρε να της ανακοινώσει ότι κέρδισε τον ρόλο της Φρίντα στον Ερρίκο Δ’, μετά από τρεις auditions ανάμεσα σε εκατοντάδες υποψήφιες. Ένα έργο που θα ανέβαινε στην κεντρική σκηνή του Εθνικού θεάτρου.

“Γύρισε και μου είπε ‘Και γιατί διάλεξαν εσένα;’. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Και, όπως ρωτάς, αυτή είναι η σκηνή με την οποία θα πρότεινα να ξεκινήσει μια ταινία για την ζωή μου. Αν και δεν το είπε λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης σε εμένα. Απλώς αναρωτήθηκε με τι κριτήριο με επέλεξαν, βλέποντας ότι ούτε καν δεν είχα τελειώσει τότε την δραματική σχολή ακόμη”.

Η αλήθεια είναι ότι παρότι όντως πρόλαβε να τελειώσει την νομική πριν γίνει μια από τις Νύφες του Παντελή Βούλγαρη, η σκηνή ήταν μάλλον μονόδρομος για την Ευγενία η οποία, από ηλικία δυο ετών, παρακολουθούσε παραστάσεις στην Επίδαυρο μαζί με τους γονείς της.

“Επειδή η καταγωγή του μπαμπά μου είναι από Αρκαδία, πηγαίναμε κάθε καλοκαίρι στην Επίδαυρο, από τότε που ήμουν 2,5 ετών. Στην διαδρομή με το αυτοκίνητο μας έλεγαν τι θα γίνει στην ιστορία. Πηγαίναμε στο άνω διάζωμα. Και ήξερα ότι πρέπει να κάθομαι ήσυχη και να βλέπω τη σκηνή. Εξού και δεν μπορούσα να το πιστέψω όταν, σε μια παράσταση με την Τζένη Καρέζη, άρχισαν όλοι να βρίζουν επειδή η πρωταγωνίστρια άναψε τσιγάρο. Ήμουν 4 ετών και γύρισα και ρώτησα τους γονείς μου ‘Οι άνθρωποι που πάνε θέατρο, λένε κακές λέξεις;”.

Εννοείται πως η Ευγενία, με το χαρακτηριστικό ανάλαφρο και τόσο -μα τόσο- κοριτσίστικο γέλιο, με κομπλάρει αφάνταστα. Δεν φταίει εκείνη, απλώς εκπέμπει τόσο αβίαστα επίπεδο που δεν έχω από κάτι κοινό να πιαστώ.

“Πότε με απογοητεύω; Όταν λέω στον εαυτό μου ‘αυτό δεν θα το πάρεις τόσο βαριά’ και τελικά το παίρνω. Δεν ξέρω αν είμαι drama queen, γιατί πραγματικά βιώνω την εκάστοτε κατάσταση πολύ έντονα”.

Εκείνη μεγάλωσε με τους γονείς της να της διαβάζουν αντί για παραμύθια τραγωδίες, και εγώ βλέπω με την κόρη μου μαζί το Bachelor.

“Επειδή ήταν καθηγητές, κάποια πράγματα ήταν στην καθημερινότητά μας, επειδή τα δίδασκαν, όπως π.χ. η Αντιγόνη και ο Οιδίπους τύραννος.  Οπότε μας διηγούνταν αυτά με τρόπο απλό και με την έννοια του μύθου. Οι τραγωδίες έχουν άλλωστε ένα υποδειγματικό τρόπο με τον οποίο είναι γραμμένες. Αυτό στην φαντασία ενός παιδιού αποκτά άλλες διαστάσεις”.

Εκείνη έκανε εντατικά ισπανικά στο πανεπιστήμιο γιατί ήθελε να διαβάσει Λόρκα από το πρωτότυπο και λύνει τον κύβο του Ρούμπικ σε κάτι παραπάνω από ένα λεπτό και εγώ χρειάζομαι λυσάρι για να βοηθήσω την κόρη μου με την Φυσική της τετάρτης δημοτικού.

“Η μεγαλύτερή μου ένοχη τηλεοπτική απόλαυση είναι το telemarketing. Με θυμάμαι, στο πλαίσιο περιοδείας σε όλη την Ελλάδα και μετά από δύσκολη παράσταση όπου κλαίγαμε και θρηνούσαμε, να γυρίζω στο δωμάτιο του ξενοδοχείου και να νιώθω να αδειάζει το μυαλό μου βλέποντας να κόβουν αγγουράκια και καροτάκια με κάτι πολυεργαλεία. Τώρα, όταν επιστρέφω σπίτι, βλέπω το επεισόδιό μας. Επειδή είναι αρχή ακόμη, με βοηθάει προκειμένου να βλέπω πράγματα και να διορθώνομαι”.

Εκείνη είναι κορίτσι του κέντρου, από τότε που μετακόμισε στην Αθήνα στα 18 της, και εγώ γνωρίζω την πλατεία Βαρνάβα μόνο από τα δελτία ειδήσεων.

“Μπορεί να κόλλησα το μικρόβιο της υποκριτικής από μικρή, αλλά από την άλλη ήταν κάτι που φοβόμουν. Δεν ήξερα πως θα είμαι εγώ σε αυτό. Ενώ η νομική σαν επιστήμη ήταν κάτι που μου άρεσε πάρα πολύ. Οπότε έβαλα όλες τις δυνάμεις μου για να περάσω στην Αθήνα. Ήθελα να έρθω για να μπορώ να πηγαίνω να βλέπω όποιες παραστάσεις ήθελα. Ίσως αυτό να ήταν η δική μου ‘επανάσταση’, το γεγονός ότι έγινα τελικά ηθοποιός. Γιατί, κατά τα άλλα, ποτέ μου δεν ξέφυγα σε κάτι, γιατί ακριβώς ποτέ μου δεν ένιωσα καταπιεσμένη”.

Δεν ταιριάζουμε σε τίποτα, ούτε καν σε τι σοκολάτα μας αρέσει, με την Ευγενία να μην μπορεί να αντισταθεί σε μια καλή bitter σοκολάτα (‘ Την προτιμώ και από την λευκή και από την γάλακτος. Μου αρέσουν πολύ αυτές με 70%  κακάο, με τσίλι ή θαλασσινό αλάτι’) και εγώ να μην δίνω bitter ούτε στον χειρότερο εχθρό μου.

“Νομίζω ότι την θηλυκή μου πλευρά την βρήκα μέσα από την δουλειά, μέσα από ρόλους. Όπως στο Νησί, όπου τα ρούχα ήταν πιο θηλυκά ή τα Κόκκινα Φανάρια όπου είχα μάθει να χορεύω και να περπατάω σε πάρα πολύ ψηλά και λεπτά τακούνια. Με κάθε ρόλο νομίζω ότι ανακαλύπτω λίγο διαφορετικά κομμάτια της”.

Το μόνο κοινό μας; Η κοινή μας πεποίθηση ότι, ένα τόσο συγκροτημένο άτομο όπως εκείνη, που είναι δύσκολο να το βγάλεις εκτός εαυτού, καλό είναι να απομακρύνεσαι όταν και εφόσον αυτό συμβεί.

“Δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που έκανα μπαμ”

“Δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που έκανα μπαμ. Οι δικοί μου άνθρωποι, όμως, το ξέρουν ότι μπορώ να κάνω μπαμ και το φοβούνται. Είναι σπάνιο, αργώ να το κάνω και συνήθως το κάνω με επιχειρήματα. Επιχειρήματα που μερικές φορές πονάνε. Κάτι που το συνειδητοποιώ μετά, ότι ενδεχομένως στην περίπτωση αυτή γίνομαι σκληρή”.

Γιατί και τα καλά παιδιά έχουν τα όρια τους. Και, όπως λένε, όταν ραγίσει η παγοθήκη, δεν κολλάει ποτέ ξανά.