FATHERHOOD

‘Όχι, δεν θα πάμε στην Disneyland, καρδιά μου’

Ένας πατέρας αναρωτιέται αν πρέπει να αφήσει το φόβο να νικήσει τη χαρά (του παιδιού, του ταξιδιού, τη δική του).

Δεν ήταν να πάμε φέτος στην Disneyland. ‘Νο money, honey’ φάση. Ωστόσο, παρόλο που είμαι χαρντκορ Looney Tunes τύπος, ήθελα κάποια στιγμή, πριν η πεντάχρονη κόρη μου μεγαλώσει και ξεπεράσει εντελώς το ‘θέλω να γίνω πριγκίπισσα στάδιο’, να την πάω.

Το είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Το να της δείξω την υπέροχη πόλη στην οποία, πριν από πολλά χρόνια, αποφασίσαμε με τη μάνα της να γίνουμε οικογένεια. Όπως, αντίστοιχα, ήθελα να την πάω στη Ρώμη, στις Βρυξέλλες και σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές μητροπόλεις που βρίσκονται αυτή τη στιγμή ή θα βρεθούν προσεχώς υπό ‘πολιορκία’.

Ίσως για αυτό η εικόνα της κλειστής και άδειας, μετά την επίθεση, Disneyland να μου έκανε τόσο θλιβερή. Και σημαδιακή. Είναι ξαφνικά σαν η χαρά (έστω, η πλέον καταναλωτική και ‘λα, λα, Αμερικανιά’ εκδοχή της) να βάρεσε ‘πτώχευση’.

Συμφωνώ με τον Χρήστο για ότι το μόνο που δεν χρειάζεται, μετά την επίθεση στο Παρίσι, είναι να μας κυριεύσει ο φόβος. Ο φόβος, ο φανατισμός, ο παραλογισμός και η ισοπέδωση των πάντων.

 

Αυτό το συναίσθημα, που φώλιαζε ήδη μέσα μου, απλώς, μετά την επίθεση, έγινε ακόμη πιο έντονο. Ντρέπομαι που το ομολογώ, αλλά το ψιλο-σκέφτομαι για το αν πρέπει να την πάω ακόμη και στην Ακρόπολη, όπως της είχα υποσχεθεί, μιας και που μαθαίνουν για αυτή αυτό το διάστημα στο σχολείο.

Προφανώς και είμαι παράλογος. Προφανώς και οι συγκεκριμένες ευρωπαϊκές πόλεις που ανέφερα είναι πιο ασφαλείς (και το ταξίδι σε αυτές το ίδιο) από κάθε άλλη φορά. Προφανώς και έχω ηθική ευθύνη να συνεχίσω να ζω και να σχεδιάζω την ζωή μου όπως πριν. Προφανώς και ο φόβος δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να νικήσει.

Επίσης, προφανώς, όλο αυτό, είναι μια καλή ευκαιρία για αυτοκριτική. Γιατί για αυτό, την επίθεση, ‘φταίω’ και εγώ. Και εσύ. Και όλοι μας. Είναι πολύ μικρόψυχο (αν και, ταυτόχρονα, εντελώς ανθρώπινο) να ασχολούμαστε με το πρόβλημα τώρα που αυτό μας βαράει με χέρια και με πόδια την πόρτα του -ευρωπαϊκού- σπιτιού μας και απειλεί να την ρίξει κάτω, να μπει μέσα και να μας αρχίσει στα χαστούκια.

 

Και όχι, το ότι ήμουν/ήμασταν πολύ απασχολημένοι εδώ στην Ελλάδα με τα δικά μας τα χάλια, δεν είναι επαρκής δικαιολογία. Δεν στέκει. Δεν θα είναι ικανοποιητική απάντηση όταν, πολλά χρόνια αργότερα, με ρωτήσει το παιδί μου ‘τι έκανες στον πόλεμο, μπαμπά;’ (γιατί για πόλεμο πρόκειται, συγκεκριμένα ανταρτοπόλεμο).

Nαι, κάθε πρωί που φιλώ το κεφάλι της κόρης μου στην πόρτα του σχολείου, με πιάνει κατάθλιψη για το σε τι ‘ρημάδια’ κατάσταση είναι ο κόσμος που θα της παραδώσω. Σε εκείνη και την γενιά της.

Και ναι, το παιδί μου και η ασφάλειά του, πρέπει να το έχω πάνω από όλα. Και το έχω. Πάνω από ηθικά διλήμματα. Πάνω από τη λογική. Πάνω από οποιαδήποτε άλλο χρέος ή δέσμευση.

Το ίδιο όμως, δεν είχε στο μυαλό του, ο αντίστοιχος Σύριος πατέρας που έβλεπε το παιδί του να χαροπαλεύει το καλοκαίρι στα κύματα του Αιγαίου, τρέχοντας (στην συντριπτική, τουλάχιστον, πλειοψηφία τους) μακριά από ένα πόλεμο για τον οποίο δεν ήταν υπεύθυνος, προκειμένου να αγγίξει την ελληνική ‘Γη της Επαγγελίας’;

 

Μακάρι να έρθουν έτσι τα πράγματα που, χρόνια μετά, να συναντηθούμε ξανά, εγώ και αυτός, το παιδί μου και το παιδί του, υπό καλύτερες συνθήκες. Στο Λούβρο, τον πύργο του Άιφελ, στην ουρά μπροστά από την Disneyland ή στην Ακρόπολη (στην οποία και θα πάω την Κυριακή με την κόρη μου). Γιατί αυτό θα σημαίνει ότι η χαρά και ο πολιτισμός νίκησε τον φόβο.