OPINIONS

Ένα άθλημα για να τα κυβερνάει όλα. To μπάσκετ

Δεν περίμενα το Final Four της Μαδρίτης για να το διαπιστώσω, αλλά δεν παύει να είναι μια τέλεια αφορμή να το μοιραστώ. Σαν το μπάσκετ (και τη Χαλκιδική ενδεχομένως) δεν έχει.

Είναι κάτι που σίγουρα χρεώνεται στον Ολυμπιακό των τελευταίων χρόνων, με τον τρόπο που χρεώθηκε, πριν από αυτόν, στον Παναθηναϊκό που έψαχνε χώρο στη φανέλα για να κεντήσει τα αστέρια του.

 

Είδα τον χτεσινό τελικό στο σαλόνι μου παρέα με δύο Παναθηναϊκούς, έναν Ολυμπιακό και έναν Αρειανό. Ξέρω έκαστο σχεδόν δεκαπέντε χρόνια και τους έχω δει όλους να ζουν πολλά και κρίσιμα ματς της ομάδας τους (εντάξει, τον Αρειανό όχι τόσο). Αυτό που έβλεπες χτες λοιπόν σε ένα σαλόνι της ήσυχης πλευράς του Παγκρατίου είναι έναν οπαδό του Άρη να κοπανάει με δύναμη το τραπέζι σε κάθε λάθος του Σπανούλη, έναν Παναθηναϊκό να φτάνει μέχρι την οθόνη για να βρίσει τον Ρούντι, εμένα κάπως πιο ψύχραιμο γιατί ο Ολυμπιακός είχε ήδη κερδίσει ένα Ευρωπαϊκό την Παρασκευή και τον οπαδό του Ολυμπιακού να το ζει ακριβώς όπως φαντάζεσαι.

Μην ξεχάσεις ότι έχουμε live chat για το έκτο επεισόδιο του Game of Thrones V απόψε στις 23.00. Εκεί να δεις τρίποντα.

Ξέρω ότι το βρίσκεις αρκετά λογικό όλο αυτό “επειδή αυτός ο Ολυμπιακός είναι τόσο συμπαθητικός, ενώ ο ποδοσφαιρικός δεν σ’ αφήνει να τον πλησιάσεις”. Είναι έτσι, αλλά δεν είναι μόνο έτσι. Ο παράγοντας που, κατά τη γνώμη μου, κρίνει τις ισορροπίες υπέρ της συστράτευσης είναι πρωτίστως το άθλημα. Το μπάσκετ.

Δεν φαντάζομαι με κανέναν τρόπο την ίδια παρέα να λυσσομανά γύρω από μια οθόνη που δείχνει την ΑΕΚ, τον ΠΑΟ ή τον Ολυμπιακό στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Κι όχι επειδή οι ομάδες μας δεν θα φτάσουν ποτέ εκεί.

Δεν θέλω να μειώσω τις συγκινήσεις του ποδοσφαίρου. Αυτό που έγινε στον κινηματογραφικό τελικό του ’99 δεν μπορεί να εξηγηθεί με λέξεις. Αντιστοίχως, το όνειρο του 2004 θα είναι για πάντα ένα συννεφάκι πνιγμένο στις διαδρομές του εγκεφάλου και κάθε σημαντικό γκολ θα αδειάζει το στομάχι σου σαν να είναι το πρώτο που πανηγύρισες ποτέ. Το θέμα είναι ότι δε χρειάζεται να μειώσεις το ποδόσφαιρο για να αναδείξεις την υπεροχή του μπάσκετ.

 

Δόξα τω Θεώ, εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια, δεν έχουμε ανάγκη να μας θυμίζει κανείς την υπεροχή του μπάσκετ. Αν δεν είναι ο Άρης του Γκάλη, θα είναι η εθνική ομάδα. Αν δεν είναι η εθνική, θα είναι ο Παναθηναϊκός των Παρισίων ή ο Ολυμπιακός της Ρώμης. Αν δεν είναι αυτοί, θα είναι η ΑΕΚ που αναστήθηκε στο τέλος του μιλένιουμ, και μετά πάλι η εθνική και μετά πάλι ο Παναθηναϊκός ή ο Ολυμπιακός. Χτες μας το θύμισε ο Ολυμπιακός, που την Παρασκευή χώρεσε σε ένα ματς όσες συγκινήσεις δεν χωράνε είκοσι ματς ποδοσφαίρου μαζί.

Στον δε τελικό, ακόμη και μετά το τρίποντο του Νοτσιόνι που έγραψε το καταδικαστικό όπως αποδείχτηκε 65-55 στο 36′, κοιτούσα την οθόνη και αναρωτιόμουν από πού θα μας έρθει αυτή τη φορά, έψαχνα τον τρόπο που θα καταφέρει ο Ολυμπιακός να γυρίσει το ματς. Προβληματιζόμουν για το πώς, όχι για το αν. Γιατί ο Ολυμπιακός το ‘χει κάνει και το ‘χει ξανακάνει. Γιατί στον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ ο Σπανούλης δαιμονίστηκε και έγινε ό,τι πιο κοντινό σε κούκλα του σατανά είδαμε ποτέ σε παρκέ, και στον τελικό με τη Ρεάλ, ο Σλούκας έκανε το 40-29, 40-41 μέσα σε δυόμισι λεπτά. Η ανατροπή δεν ήρθε, αλλά αυτό δεν αλλάζει στο παραμικρό ούτε την επιτυχία του Ολυμπιακού ούτε το μαγικό μεγαλείο του μπάσκετ.

 

Έχω δει τόνους ποδοσφαίρου και περισσότερα κιλά βόλεϊ απ’ όσο μοιάζει λογικό, ως συνέπεια της γιόλο, στοιχηματικής μου καριέρας. Ως συνέπεια των τόνων ποδοσφαίρου, ένα από τα αγαπημένα μας χόμπι στο σπίτι είναι να τσακώνομαι με τον συγκάτοικο για αυτό.

 

Δεν πειράζει. Το ‘μπασκετικός’ είναι από τα ελάχιστα παράσημα που φέρω τόσο περήφανα. Ένα άλλο που μπορώ να σκεφτώ έτσι πρόχειρα είναι το ‘απόμακρος’. (Δεν ξέρω γιατί με λένε απόμακρο).

Ήμουν κι εγώ κατά των καραβολίδων, ήμουν κι εγώ μεγάλος σκόρερ-καφενείο που έβαζε έξι γκολ σε κάθε ματς αλλά δεν κατέβαινε κάτω από τη σέντρα, αλλά έχω παίξει και μπάσκετ. Και όταν παίζεις μπάσκετ στα σοβαρά (‘στα σοβαρά’ σημαίνει ‘έχοντας μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου και τις ικανότητές του’), δεν υπάρχει γυρισμός.

Αν μάλιστα έβαλες το πρώτο σου τρίποντο στη δεκαετία των 90s που τα πάντα μύριζαν μπάσκετ, δεν χάνεις ευκαιρία να γίνεις εχθρικός με το ποδόσφαιρο. Οι μπασκετικοί όλου του κόσμου θα με καταλάβουν. Έτσι κι αλλιώς, γι’ αυτούς είναι γραμμένο αυτό το κείμενο.

 

ΥΓ1. Στα της θνητής επικαιρότητας, η αλήθεια είναι ότι δεν θα βρεις πιο πιστό, ‘ευρωπαϊκό’ παράδειγμα του τι εστί ψυχή στο μπάσκετ από τον Βασίλη Σπανούλη. Δεν είναι ο πιο γρήγορος, δεν είναι ο πιο εύστοχος, δεν είναι ο πιο προσεκτικός, αλλά είναι ο πιο αρχηγός. Χειροκροτώ τον Θέμη Καίσαρη που χτύπησε φλέβα ουσίας γράφοντας ότι η παγίδα για τον Σπανούλη στον ημιτελικό δεν ήταν το αποκρουστικό σερί χαμένων σουτ, αλλά το να φοβηθεί και να σταματήσει να σουτάρει. Κάποια στιγμή θα έμπαιναν. Μπήκαν με τον πιο εξωγήινο τρόπο.

Το ότι είναι ο πιο αρχηγός απ’ όλους αποδείχτηκε και στον τελικό, αλλά από την ανάποδη. Με τον αρχηγό του σε κακή βραδιά, ο Ολυμπιακός θα έχανε από αυτή τη Ρεάλ κάθε μέρα.

ΥΓ2. Νιώθω τρομερά τυχερός που δεν έγινα αυτό που ονειρευόμουν από παιδάκι, δηλαδή αθλητικός συντάκτης. Φοβάμαι πως δεν μπορώ να βάλω το χέρι μου στη φωτιά όσον αφορά το τι δημοσιογράφος θα γινόμουν. Οι μπασκετικοί δημοσιογράφοι είναι λιγότεροι από τους ποδοσφαιρικούς, αλλά και ‘μασονικότεροι’ των μασόνων. Η αηδία που ένιωσα χαζεύοντας το timeline το βράδυ της Παρασκευής από δημοσιογράφους σοβαρών και μη χρωματισμένων αθλητικών media που δεν κρατήθηκαν και άρχισαν να τουιτάρουν για ‘ψωλαράδες’ με ταρακούνησε σχετικά με την πάγια θέση μου ότι για όλα φταίνε οι χουλιγκάνοι-πρόβατα. Η ευθύνη των βαμμένων ρεπόρτερ (κρατήθηκα να μη χωρέσω και το ‘λ’) είναι καθοριστική και για να μην γκρινιάζουμε χωρίς λόγο, μη αναστρέψιμη. Είναι πολύ αργά για δάκρυα.

ΥΓ3. Κλαίω (με δάκρυα θλίψης) με την πρόκριση των Rockets και εύχομαι να αποδοθεί δικαιοσύνη στους τελικούς της Δύσης. Το μπάσκετ δεν σταματάει ποτέ.