ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Τι είναι η ελληνική τηλεόραση; 5 πρόσωπα-σταθμοί απαντούν

Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, Λιάνα Κανέλλη, Γιώργος Λιάνης, Ροβήρος Μανθούλης και Φρόσω Ράλλη μιλούν για πάθη, παθογένειες και ιάσεις της ελληνικής τηλεόρασης.

Η ελληνική τηλεόραση ξεκίνησε να εκπέμπει στις 23 Φεβρουαρίου 1966.

Από τότε μέχρι σήμερα η τηλεόραση τα έχει κάνει και τα έχει δείξει όλα.

Ζωντανές εκπομπές, σήριαλ, απευθείας μεταδόσεις αθλητικών γεγονότων, ταινίες, ανταποκρίσεις από πολεμικά μέτωπα: Ενημέρωση και ψυχαγωγία, σωρηδόν. Σε αυτή τη γενναία -νέα- εποχή της τηλεοπτικής επέλασης υπήρξαν αρκετοί άνθρωποι που ξεχώρισαν και εξακολουθούν να ξεχωρίζουν.

Για το ήθος, την δουλειά, την παρουσία και το λόγο τους, εντός αλλά και εκτός τηλεόρασης.

Συναντήσαμε και μιλήσαμε με πέντε από αυτούς.

<<<< Σελίδα 4: Φρόσω Ράλλη

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΑΝΗΣ

Δημοσιογράφος, πολιτικός

Η εποχή μας είναι μια ελληνική επιθεώρηση, ένα γιουσουρούμ, ένα μοναστηράκι. Το ίδιο είναι και η τηλεόραση.

Η τηλεόραση ήρθε στην ζωή μου, στην ωριμότητα, στην κορυφή της δημοσιογραφικής μου πορείας. Το 1981 με την εκπομπή ‘Ρεπόρτερς’. Δέκα-περίπου-χρόνια πριν, το 1969-1970, είχα κάνει- ατομικά – ένα εντυπωσιακό ντοκιμαντέρ. Τότε αντιλήφθηκα ότι έχει μία μαγεία η όλη υπόθεση. Το ντοκιμαντέρ ήταν για έναν Τσιγγάνικο Γάμο στην Φλώρινα.

Στην αρχή δεν αγαπούσα την τηλεόραση. Από τη στιγμή που μπήκα στη δημοσιογραφία ήθελα να γίνω συγγραφέας ή ένας καλός δημοσιογράφος. Το να γράφει κάποιος πολύ καλά σε μία εφημερίδα ήταν για εμένα κάτι σπουδαίο. Το χειρόγραφο, αυτό είχε αξία, αυτό με ενδιέφερε. Δεν με ένοιαζαν τα θέματα. Οι καταβολές, η ανατροφή μου είχε ποίηση, λογοτεχνία… γραπτό λόγο. Έκανα λοιπόν μια προσωπική δημοσιογραφία, πιο προσωπική από όσο σήκωνε η εποχή. Τότε έπρεπε να είσαι λαγωνικό, να είσαι ρεπόρτερ. Αυτό το θεωρούσα υποδεέστερο με αποτέλεσμα να  το κάνω με βαριά καρδιά. Σε αυτή την ιστορία ο Γιάννης Καψής ήταν ο αμείλικτος διώκτης, ο Ιαβέρης μου. Ήθελε καταγραφή, απαιτούσε το ρεπορτάζ.

Το 1981 -που έγινε η περίφημη πολιτική αλλαγή- γεννήθηκαν και οι ‘Ρεπόρτερς’. Ήμουν αριστερός- ψήφιζα ΚΚΕ. Ο Γιάννης Δημαράς ήταν ο άνθρωπος που υποστήριζε το ΠΑΣΟΚ και είχε τη δύναμη- το μέσο- για να πάμε στην τηλεόραση. Ο Κώστας Χαρδαβέλας ήταν λίγο πιο δεξιά από εμάς αλλά και ο μόνος αληθινός ρεπόρτερ από τους τρεις. Πήραμε λοιπόν την εκπομπή εξαιτίας του Δημαρά. Εκείνη την εποχή ήταν μεγάλη υπόθεση να καταφέρεις να μπεις στην τηλεόραση, υπήρχαν μόνο δύο κανάλια.

Δεν πίστευα ότι αυτή  η εκπομπή θα κρατήσει. Όμως σιγά, σιγά με ξεμυάλισε. Αυτό είναι η τηλεόραση, μία ξεμυαλίστρα. Με γοήτευε η ανταπόκριση που είχε στον κόσμο, αυτή η επιρροή. Τα θέματα που κάναμε είχαν τη δική μου ματιά. Εγώ επέμενα να ασχοληθούμε με πρωτότυπα πράγματα, με θέματα που δεν είχαν παρουσιαστεί ξανά. Κάπως έτσι δείξαμε τις φυλακές, τα αναμορφωτήρια, τις εκτρώσεις, θέματα για τους ομοφυλόφιλους. Ρεπορτάζ με τα οποία δεν είχαν ασχοληθεί ούτε οι εφημερίδες. Την ίδια στιγμή είχαμε μαζί μας –«συμπρωταγωνιστές»- σημαντικούς ανθρώπους της εποχής. Το Μάνος Κατράκη, το Δημήτρη Χορν, το Γιάννη Ρίτσο, το Μίκη Θεοδωράκη, το Μάνο Χατζιδάκι.  Εξαιτίας του ότι μας έδιναν τα μεγάλα- τα επετειακά προγράμματα των Χριστουγέννων ή του Πάσχα- όλοι αυτοί ήταν εκεί. Αυτές ήταν ενωτικές εκπομπές, είχαν τον  ανθό της Ελλάδας.

Θυμάμαι την Πρωτοχρονιά του 1988. Κάναμε μια εκπομπή με τον Θεοδωράκη, το Χατζιδάκη, τον Μινωτή,  το Λευτέρη Βογιατζή- ήταν ο πρωτοεμφανιζόμενος καλύτερος ηθοποιός της εποχής- είχαμε την Αγνή Μπάλτσα, το Γιάννη Πάριο, την Χαρούλα Αλεξίου, το Γιώργο Νταλάρα, το Στέλιο Καζαντζίδη, το Γρηγόρη Μπιθικώτση. Μεγάλες προσωπικότητες, σημαντικές καινοτομίες.

Η τηλεόραση είναι το μέσον που θρέφεται -περισσότερο από όλα- από την καραβάνα της εποχής της, αυτή παρουσιάζει. Είναι μία εικόνα, μία μηχανή που τραβάει. Η δημοσιογραφία έχει μέσα της γνώση, παρελθόν και παράδοση, ανάλογα με το δημοσιογράφο. Εκείνη η εποχή είχε ενδιαφέροντα. Όταν άρχισε να ξεφτίζει η εποχή, όταν Ελλάδα πήρε την κάτω βόλτα η τηλεόραση άρχισε να γίνεται όλο και χειρότερη… ακολούθησε την πτώση.

Στην πρώτη μας εκπομπή ασχοληθήκαμε με μία συμμορία ανηλίκων που είχε καταληστέψει τα Νότια Προάστια. Η δράση τους είχε φτάσει στον Πειραιά και κάπως έτσι τα ονομάσαμε «Τα παιδιά του Πειραιά». Όταν τους συνέλαβαν η ασφάλεια προσπάθησε να τους φορτώσει ό,τι είχε γίνει, όλα τα παραπτώματα των τελευταίων ετών. Έφαγαν πολύ ξύλο, τους έκαναν φάλαγγα και εμείς το δείξαμε. Πόδια πρησμένα από τα βασανιστήρια. Αυτή ήταν μία πολύ δύσκολη εκπομπή.

Μία -εξίσου δύσκολη- αλλά με πλάκα ήταν η εκπομπή για τη δράση της «Αγίας Αθανασίας», απίστευτα πράγματα. Είχε εξαπατήσει το Πανελλήνιο επειδή έπασχε από δερματογραφία. Την θεωρούσαν εκπρόσωπο της Παναγίας επειδή μπορεί να έγραφε κάτι επάνω στο δέρμα της…αυτό έμενε εκεί και αυτή παρίστανε την Αγία. Μία θαυματοποιός, μία αληθινή αγύρτισσα. Δείξαμε τον τρόπο που  έπαιρνε τα λεφτά από τους πλούσιους. Είχε ανοίξει ένα γηροκομείο στη Μάνδρα..ένα  πρόωρο νεκροταφείο. Εκεί μέσα τους πέθαινε διακριτικά και τους έπαιρνε τις περιουσίες. Ο Κουν μου είπε ότι ήταν ένα επίτευγμα. Παρουσιάσαμε την αφέλεια και την θρησκοληψία των ανθρώπων. Μία πλευρά της ελληνικής κοινωνίας, βαθιά αμόρφωτη.

Χρησιμοποιούσα την τηλεόραση για να απευθυνθώ στους εκάστοτε έρωτές μου. Τα on που έκανα στην κάμερα για τα θέματα της εκπομπής ήταν on που πήγαιναν σε κάποια κατεύθυνση. Είχε πολύ πλάκα έτσι όπως κρατούσα ένα τριαντάφυλλο -για παράδειγμα- και ενώ έλεγα κάτι για το θέμα περνούσα και ένα μήνυμα. Στους άλλους δεν άρεσε αλλά με τον καιρό το συνήθισαν και γελούσαν.

Η Ελλάδα -με αυτή την τηλεόραση που έχει- αυτή η χώρα θα έπρεπε να είναι. Με αυτά που δείχνει-ως επί το πλείστον- ένας μέσος νους φρίττει. Με τι ασχολείται; Μαστίζεται από μέτρια ελληνικά σήριαλ, παλαιότερα είχαμε τα Τούρκικα. Έχει πρωινάδικα… τι είναι τα πρωινάδικα; Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται. Εκεί λοιπόν μαζεύονται ευχάριστοι και όμορφοι άνθρωποι -τουλάχιστον είναι ευχάριστοι- αλλά αρχίζουν και μιλάνε για τι ακριβώς; Για αστρολογία και μάλιστα κάθονται και τα ακούνε για 20 λεπτά. Μετά μαγειρεύουν, τη στιγμή που η Ελλάδα πεινάει… Για ποιον μαγειρεύουν; Ζούμε το απόλυτο μηδέν. Μου έλεγε ο Μίμης Χρυσομάλλης μία έκφραση που φωνάζουν οι λαχειοπώλες στην Ομόνοια, «Ολόκληρο το μηδέν», η σειρά δηλαδή που λήγει σε μηδέν… αυτό είναι η τηλεόραση, «ολόκληρο το μηδέν». Μέσα στη μόδα, τα καλοσχηματισμένα σώματα και το ‘X- Factor’. Όλοι οι Έλληνες πρέπει να βρεθούν προικισμένοι σε κάτι. Να είναι ή να γίνουν υποχρεωτικά, μόδιστροι, τραγουδιστές και μοντέλα.

Η τηλεόραση αγαπάει τον τρόμο. Δείτε τι συμβαίνει με το θέμα του καιρού. Πέντε μέρες θα κρατήσει ο τρόμος για τα καιρικά φαινόμενα. Και ναι μεν τώρα είναι κάτι σημαντικό και επίκαιρο- ένα σοβαρό θέμα-αλλά έχει συμβεί να έχει στην Αθήνα 4 βαθμούς Κελσίου και να κάνουν λόγο για ακραίο καιρικό φαινόμενο, τη στιγμή που στην Φλώρινα είχε μείον 20 και δεν έλεγε κάποιος κάτι. Θα χιονίσει και θα πουν πάλι για ακραία καιρικά φαινόμενο, ότι το χιόνι είναι ακραίο. Αυτή η λαγνεία για το κακό και η συνήθειά μας να ασχολούμαστε με όλα αφού προηγηθεί η καταστροφή.

Υπάρχουν και κάποια ευχάριστα πράγματα για να «περνάει η ώρα» και το να περνάει ευχάριστα η ώρα σε μία κακή εποχή είναι κάτι. Βλέπω το ‘Voice’- που είναι ένα ευχάριστο παιχνίδι εξαιτίας των τεσσάρων ανθρώπων- της κριτικής επιτροπής- που έχουν αναπτύξει μία χημεία μεταξύ τους. Είναι ο ευγενικός ιππότης -ο Μαραβέγιας-  ο απρόβλεπτος θυρωρός -ο Μουζουράκης- ο ωραίος, ο Άδωνις που είναι ο Ρουβάς και στη μέση Ελένη η μυθολογική -η Παπαρίζου- που χαρακτηρίζεται για το ελληνικό κάλος αλλά είναι και δαιμόνια. Οι συμμετέχοντες κάνουν πασαρέλα -δεν είναι οι συνθήκες κατάλληλες για τα παιδιά- αλλά σε μια γκρίζα εποχή είναι μια χαρά.

Το σταρ σύστεμ της δικής μας εποχής ήταν συγκεκριμένο. Φτιάχτηκε από τον κινηματογράφο και ήταν η Αλίκη, από το τραγούδι και ήταν ο Μπιθικώτσης και ο Καζαντζίδης. Είχαμε και το ποδόσφαιρο, με τους πρώτους ξένους του Ολυμπιακού. Αυτό ήταν τότε. Το σημερινό είναι η πλήρης δικαίωση του Άντι Γουόρχολ, «όλοι είναι σταρ για 15 λεπτά». Και στο λέω εγώ που μου άρεσαν και μου αρέσουν οι σταρ. Στη σημερινή εποχή οι δικές μου σταρ είναι τέσσερις γυναίκες…. Η Εύα, η Άρτεμις και η  Έλλη – οι τρεις εγγονές μου-  και η τραγουδίστρια Πάολα. Ένα πλάσμα ατόφιο που υπάρχει στον διεφθαρμένο χώρο της νύχτας στην Αθήνα. Είναι αυθεντική, έχει χαμηλό προφίλ και δεν βγαίνει στην τηλεόραση… την αποφεύγει τη στιγμή που οι άλλοι επιδιώκουν να προβληθούν.

Η Λιάνα Κανέλλη, η Όλγα Τρέμη και η Έλλη Στάη -όχι στην αρχή αλλά στην ύστερη εποχή της- είναι τρεις γυναίκες σπουδαίες στη δουλειά τους. Σήμερα ξεχωρίζω τη Σία Κοσιώνη, που έχει φυσική γοητεία και έναν λόγο ανεκτό. Και λέω ανεκτό καθώς η σπουδαία Κανέλλη -που είναι μακράν η καλύτερη που έχει περάσει από την τηλεόραση- ήταν απρόβλεπτη, εκρηκτική και την έμπαινε, έκανε τις ερωτήσεις που θα γεννούσαν διάλογο.

Ο Γιώργος Παπαδάκης είναι μια σταθερή αξία και ένας πολύ καλός δημοσιογράφος. Ο βετεράνος που αξίζει να τον βλέπεις και να τον ακούς αφού ξέρει τα θέματα. Μου άρεσε ο Γιάννης Πρετεντέρης όταν έκανε πολιτικές εκπομπές. Ο Νίκος Χατζηνικολάου που έχει ένα δικό του ύφος, ένα ύφος που το επέβαλλε στην τηλεόραση, δεν του το επέβαλλε αυτή. Κάνει τις ερωτήσεις που πρέπει και δεν μπορείς να φύγεις όταν τον βλέπεις στην τηλεόραση.

Τη μία μονότονη μέρα -έλεγε ο Καβάφης- άλλη μονότονη απαράλλακτη ακολουθεί, έτσι θα συνεχίσει η τηλεόραση. Όσο η χώρα δεν αναζητάει- η ίδια μέσα από την παιδεία- μία άλλη τηλεόραση αυτή η δουλειά θα γίνεται και το πράγμα θα χειροτερεύει. 

Η τηλεόραση σε κοιμίζει αν είσαι νυσταγμένος, όχι αν είσαι επαρκής τηλεθεατής. Όπως ένας ποδοσφαιρικός αγώνας, τον φανατισμένο κοιμίζει, όχι τον φίλαθλο. Αν και για να είμαστε ρεαλιστές, δεν παύει να είναι ένα φοβερό υπνωτικό.

*Σύνθεση εικόνων: Θοδωρής Κουνάδης