David Duprey/AP Photo
ΤΕΧΝΗ

Πώς η αφηρημένη τέχνη έγινε εργαλείο προπαγάνδας της CIA στον Ψυχρό Πόλεμο

Όταν η απολιτική ποιότητα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού επέτρεψε στη Μυστική Υπηρεσία των ΗΠΑ να μετατρέψει το καλλιτεχνικό αυτό κίνημα σε ιδεολογικό όπλο.

Αν κοιτάξεις τον πίνακα Full Fathom Five του Pollock, δύσκολα θα πιστέψεις ότι ένας τέτοιος πίνακας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ιδεολογικό όπλο. Όταν κάνεις ένα βήμα πίσω, η ζωγραφική του καλλιτέχνη μοιάζει με μια περίτεχνη μεταμόρφωση μορφών και χρωμάτων που ούτε κάνει ούτε διαψεύδει πολιτικές ή πνευματικές δηλώσεις.

Μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει μια ποικιλία από μικροαντικείμενα ενσωματωμένα στην επιφάνεια, όπως αποτσίγαρα, σπίρτα, βίδες, κέρματα, κουμπιά, κλειδιά. Αν ο καλλιτέχνης ήθελε ποτέ να αποδείξει κάτι με μια τέτοια σύνθεση, αυτό θα μπορούσε να είναι η άρνηση προηγούμενων καλλιτεχνικών συμβάσεων. Ωστόσο, για τον Pollock, ο πίνακας δεν ήταν μια πράξη ανατροπής, αλλά μια διαδικασία αυτογνωσίας.

«Κάθε καλός καλλιτέχνης ζωγραφίζει αυτό που είναι», έλεγε ο Pollock. Το ξέφρενο πιτσίλισμα της μπογιάς ήταν το μέσο για να προβληματιστεί και να διαλογιστεί. Το Full Fathom Five είναι ένα τέλειο παράδειγμα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, όπως σημειώνει η Marina Vorontsova στο Medium, ενός καλλιτεχνικού κινήματος που έφερε τον αυθορμητισμό και τη μεταδοτική ενέργεια στον κόσμο της τέχνης, καθιστώντας το ένα απίθανο εργαλείο στο οπλοστάσιο του Ψυχρού Πολέμου.

Ωστόσο, ήταν ακριβώς αυτή η απολιτική ποιότητα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού που επέτρεψε στη Μυστική Υπηρεσία των ΗΠΑ να μετατρέψει το καλλιτεχνικό κίνημα σε ιδεολογικό όπλο.


Η ιδέα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού ως εργαλείο προπαγάνδας μπορεί να φαίνεται παράλογη. Οι περισσότεροι από τους αφηρημένους εξπρεσιονιστές ήταν είτε απολιτίκ ελευθερόφρονες είτε υπέρ των κομμουνιστών. Ενώ ο Pollock αναφερόταν ως «σάπιος επαναστάτης από τη Ρωσία» στο γυμνάσιο, ο Mark Rothko και ο Barnett Newman είχαν ανακηρυχθεί αναρχικοί.

Patrick Semansky/AP Photo

Ο David Anfam, επιμελητής της Βασιλικής Ακαδημίας, σε συνομιλία του με τον Alastair Sooke, Βρετανό δημοσιογράφο, και κριτικό τέχνης, περιέγραψε τους αφηρημένους εξπρεσιονιστές ως ένα «σύμπλεγμα μη-συμμορφούμενων καλλιτεχνών, οι οποίοι ήταν εντελώς αποξενωμένοι από την αμερικανική κουλτούρα. Ήταν το αντίθετο των ψυχρών πολεμιστών».

Πράγματι, πολλοί κριτικοί εξακολουθούν να αρνούνται την ιδέα ότι πίσω από τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό κρύβονται πολιτικά υπονοούμενα. Για παράδειγμα, ο Irving Sandler, διάσημος Αμερικανός κριτικός τέχνης, πίστευε ότι οι συνωμοτικές θεωρίες γύρω από το κίνημα ήταν μια φάρσα.

Στην πραγματικότητα, ο Sandler ήταν ακριβής όταν ισχυρίστηκε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έτρεφε αισθήματα αγάπης προς τους αφηρημένους εξπρεσιονιστές. Για παράδειγμα, το 1947, η χρηματοδοτούμενη έκθεση «Προώθηση της αμερικανικής τέχνης», ανακλήθηκε, με τον πρόεδρο Τρούμαν να καταγγέλλει τους καλλιτέχνες.

Το παραπάνω παράδειγμα δεν ήταν η μόνη περίπτωση της κυβερνητικής απροθυμίας να υποστηρίξει τους σύγχρονους καλλιτέχνες. Ενδεικτικό της ανικανότητας της κυβέρνησης να χειριστεί τις πολιτιστικές υποθέσεις ήταν τα σκάνδαλα των εκθέσεων τέχνης της USIA το 1956, όπου ο οργανισμός αναγκάστηκε να ακυρώσει εκθέσεις όπως «Ο αθλητισμός στην τέχνη» και «100 Αμερικανοί καλλιτέχνες», λόγω ισχυρισμών ότι ορισμένοι εκθέτες καλλιτέχνες ήταν κομμουνιστές.


Ορισμένα από τα αναφερόμενα γεγονότα, ωστόσο, χρησιμοποιήθηκαν υπέρ της προώθησης των αμερικανικών αξιών από τους επιμελητές του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA). Έτσι, η Eva Cockroft, Αμερικανίδα καλλιτέχνης και συγγραφέας, στο δοκίμιό της «Αφηρημένος εξπρεσιονισμός, όπλο του Ψυχρού Πολέμου», υποστηρίζει ότι οι προηγούμενες κομμουνιστικές διασυνδέσεις των καλλιτεχνών αύξησαν την αξία τους «ως όπλο προπαγάνδας για την επίδειξη των αρετών της “ελευθερίας της έκφρασης” σε μια “ανοιχτή και ελεύθερη κοινωνία”».

Επιπλέον, η αδυναμία της αμερικανικής κυβέρνησης να χειριστεί πολιτιστικά θέματα κατέστησε «αναγκαίο και βολικό για το MoMA να αναλάβει αυτό το ρόλο της διεθνούς εκπροσώπησης των Ηνωμένων Πολιτειών».

Το MoMA διαδραμάτισε στρατηγικό ρόλο στον Ψυχρό Πόλεμο, αξιοποιώντας την αφηρημένη τέχνη ως ιδεολογικό όπλο. Ιδρύθηκε το 1929 με τη στήριξη της οικογένειας Rockefeller και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου λειτούργησε ως εργολάβος για λογαριασμό κυβερνητικών οργανισμών των ΗΠΑ. Ο Nelson Rockefeller και άλλες προσωπικότητες με δεσμούς με τη CIA, είχαν καθοριστικό ρόλο στη διοίκηση και διεθνή δράση του μουσείου.

Ο Alfred Barr, πρώτος διευθυντής του MoMA, προώθησε έντονα την αφηρημένη τέχνη και έπεισε τους Rockefeller για την αξία της ως μέσο πολιτιστικής προπαγάνδας. Μέσω στρατηγικής σχέσης με τα μέσα ενημέρωσης, όπως το περιοδικό Life, κατόρθωσε να διαμορφώσει την κοινή γνώμη υπέρ της αφηρημένης τέχνης, παρουσιάζοντάς την ως προϊόν ελευθερίας και ανώτερου πολιτισμού σε αντίθεση με τη σοβιετική τέχνη.

Παρόλα αυτά, όταν κοιτάζει κανείς το Full Fathom Five του Pollock, δύσκολα του έρχονται στο μυαλό λέξεις όπως «πόλεμος» και «πολιτική». Αντιθέτως, σκέφτεσαι τον καλλιτέχνη, ένα άτομο με την τόλμη να απορρίψει έναν πίνακα «κοινής λογικής» και να δημιουργήσει ένα εντελώς νέο φαινόμενο που θα μεταμόρφωνε την κουλτούρα μιας ολόκληρης γενιάς.

Mary Altaffer/AP Photo

Όντας εξοικειωμένοι με το ιστορικό του Pollock όσον αφορά τη χρήση ουσιών, πιθανώς θα σκεφτείς επίσης τους προσωπικούς αγώνες που ο καλλιτέχνης μετέφερε μαζί με αυτές τις βίαιες πινελιές και τις πιτσιλιές χρώματος. Ωστόσο, όπως και σε κάθε πόλεμο, δύσκολα κάποιος θεωρούσε τον Pollock κάτι περισσότερο από εμπόρευμα. Όλοι όσοι συνέβαλαν στον θρίαμβο των ΗΠΑ στον πολιτιστικό Ψυχρό Πόλεμο ήταν τα πρώτα θύματα της Αμερικής.

Το θανατηφόρο ατύχημα του Pollock στο DIU, οι αυτοκτονίες των Rothko και Gorky και ο πρόωρος θάνατος του Newman, είναι όλα παραδείγματα ατομικών τραγωδιών πίσω από το πέπλο της δόξας. Δεν είναι όμως οι πολιτικές ερμηνείες που σκεφτόμαστε όταν κοιτάμε αυτούς τους πίνακες.

Για πολλούς αφηρημένους εξπρεσιονιστές, η ζωγραφική ήταν μια πράξη πεποίθησης, μια μορφή έκφρασης, η τέχνη του υποσυνείδητου. Σχεδόν κανένας από αυτούς δεν είχε επίγνωση ή δεν νοιαζόταν για την πολιτική τους σημασία. Ακριβώς όπως κανείς στην ανώτερη εξουσία δεν νοιαζόταν για έναν μεμονωμένο αφηρημένο εξπρεσιονιστή.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.