© Άλκης Κωντασταντινίδης
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Επάγγελμα φωτορεπόρτερ, χίλιες λέξεις σε ένα κλικ

Οι Γιάννης Κολεσίδης, Άλκης Κωνσταντινίδης και Λευτέρης Πιταράκης άνοιξαν έναν παράθυρο στον κόσμο τους. Εκεί που οφείλεις να πεις την αλήθεια με μοναδικό όπλο μία φωτογραφική μηχανή.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ, ΑΛΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΙΤΑΡΑΚΗΣ

Τρομερές πράξεις αυτοθυσίας καθώς οι σφαίρες περνούν πάνω από κεφάλια, ηρωικές διηγήσεις από την πρώτη γραμμή της μάχης, πολεμικές ιστορίες που αφήνουν τον κόσμο με το στόμα ανοιχτό. Αυτά είναι μάλλον όλα όσα θα θέλαμε να ακούσουμε καθισμένοι αναπαυτικά στον καναπέ μας, ύστερα από μία δύσκολη μέρα στο γραφείο, όπου είχαμε πάρα πολλή δουλειά και ήρθαν πάρα πολλά emails. Ο σκοπός του φωτορεπορτάζ όμως δεν έχει να κάνει με τις δικές μας επιφανειακές ανάγκες.

 

Συνήθως, κανείς δε θέλει να μάθει τι απέγιναν τα θύματα μίας μάχης. Πού ακριβώς βρέθηκαν τα παιδιά μίας προσφυγικής ροής. Τι συμβαίνει σε έναν εργάτη που σκάβει λιγνίτη πολλά μέτρα κάτω από τη. Ευτυχώς, όμως, οι φωτορεπόρτερ βρίσκονται στο κατάλληλο μέρος στην κατάλληλη στιγμή για να κάνουν αυτό που κάνουν. Μία δύσκολη δουλειά που λέει χίλιες ιστορίες μέσα σε μερικά κλικ.

Οι Γιάννης Κολεσίδης, Άλκης Κωνσταντινίδης και Λευτέρης Πιταράκης άνοιξαν ένα παράθυρο για να ρίξουμε μία ματιά στον δικό τους κόσμο. Οι διεθνώς καταξιωμένοι Έλληνες φωτορεπόρτερ όμως έκαναν πολύ καλά βάζοντας ένα βέτο: Δε θα μιλούσαν για τους εαυτούς τους αλλά για τη δουλειά τους.

Άφησαν, δηλαδή, τα φωτογραφικά καρέ να αφηγηθούν τις σημαντικές ιστορίες που έχουν να πουν. Σε ένα ρεπορτάζ για το φωτορεπορτάζ – την τέχνη του να λες την αλήθεια σε μία μόνο φωτογραφία.

Γιάννης Κολεσίδης

Πρόσφυγες και μετανάστες «παλεύουν» να πιάσουν τρόφιμα κατά τη διάρκεια μιας διανομής φαγητού, στα σύνορα με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM), κοντά στο χωριό Ειδομένη, στη Βόρεια Ελλάδα, 10 Μαρτίου 2016 || EPA/YANNIS KOLESIDIS.

Λεζάντα: Μετά το σφράγισμα των συνόρων από τη Σλοβενία, την Κροατία την Σερβία και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, ως μέτρο ενάντια στις μεταναστευτικές ροές, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι παραμένουν εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα, την οποία οι περισσότεροι πρόσφυγες και μετανάστες επιλέγουν σαν πύλη εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με σκοπό να συνεχίσουν το ταξίδι τους στις πλουσιότερες χώρες της βόρειας Ευρώπης.

Εκείνη την ημέρα είχα βρεθεί στον καταυλισμό από πολύ νωρίς το πρωί, προσπαθώντας να αποτυπώσω την δύσκολη καθημερινότητα των προσφύγων σε αυτόν. Είχε πάει απόγευμα και ετοιμαζόμουν να επιστρέψω στη βάση μου, όταν πίσω από τον φράκτη που χώριζε τις σιδηροδρομικές γραμμές με ένα κομμάτι του τεράστιου καταυλισμού, ακούστηκαν φωνές. 

Καθώς έτρεχα για να βρεθώ στο σημείο, είδα μια μεγάλη ομάδα προσφύγων να τρέχουν πίσω από ένα φορτηγό, το οποίο ήδη είχε κάνει μια αποτυχημένη προσπάθεια να σταματήσει και να μοιράσει φαγητό. Όταν τελικά πλησίασα, ήταν αδύνατον όλο αυτό το πλήθος να υπακούσει τους εθελοντές, που είχαν αναλάβει να μοιράσουν τα τρόφιμα και να στηθεί σε μια σειρά. Το πλήθος όλο και γινόταν πιο ανυπόμονο, καθώς όλοι προσπαθούσαν να βρεθούν πιο κοντά στους ανθρώπους πάνω στο φορτηγό, που μόλις ξεκίναγαν, να μοιράσουν μερίδες φαγητού, τρόφιμα και υλικά πρώτης ανάγκης. 

Οι εθελοντές φώναζαν στους πρόσφυγες να ηρεμήσουν, αλλά η κατάσταση φαινόταν ανεξέλεγκτη. Μετά από λίγο, αφού το πλήθος που βρίσκονταν ακριβώς μπροστά από το φορτηγό, σπρώχνονταν και κάποιοι είχαν σχεδόν πιαστεί στα χέρια, αποφάσισαν να πετούν όλα αυτά που μοίραζαν, για να βρουν αποδέχτες τον κόσμο που στριμώχνονταν πιο πίσω. 

Μερίδες φαγητού, φρούτα, πάνες, χαρτομάντηλα, μέχρι και αυγά, όλα βρίσκονταν για λίγο στον αέρα και προσγειώνονταν πάνω σε χέρια υψωμένα στον αέρα και σε κορμιά που χοροπήδαγαν για να τα αρπάξουν. 

Ανάμεσα στους πρόσφυγες βρισκόμουν και εγώ. Στην προσπάθεια μου να φωτογραφήσω από πιο κοντά, για ελάχιστα δευτερόλεπτα κατόρθωνα να βρεθώ ανάμεσά τους, σπρωχνόμουν, απομακρυνόμουν στιγμιαία και ξανά από την αρχή. 

Όταν τελείωσε αυτή η ιδιότυπη μάχη και κοίταζα τις εικόνες στη φωτογραφική μου μηχανή, πολλά ήταν τα τρόφιμα που απεικονίζονταν ακινητοποιημένα στον αέρα, αλλά δεν πίστευα στα μάτια μου, όταν αντίκρυσα το αυγό να στέκεται στο κέντρο της εικόνας. Η φωτογραφία περιγράφει με τον πιο συμβολικό τρόπο την προσπάθεια των προσφύγων για επιβίωση.

Ο εργάτης Βασίλης Σαροσαββίδης, 55 χρονών, φωτογραφίζεται μπροστά από ιμάντα που μεταφέρει λιγνίτη, μέσα στο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας, στο λιγνιτικό κέντρο Δυτικής Μακεδονίας, κοντά στην πόλη της Πτολεμαΐδας, στη βόρεια Ελλάδα, 7 Οκτωβρίου 2014.

Λεζάντα: Ο λιγνίτης θεωρείται ο μαύρος χρυσός της Ελλάδας και καθιστά τη χώρα περισσότερο ενεργειακή ανεξάρτητη. Το μεγαλύτερο απόθεμα λιγνίτη της χώρας είναι συγκεντρωμένο στην περιοχή που εκτείνεται από την πόλη της Φλώρινας έως την πόλη της Πτολεμαΐδας, ενώ το λιγνιτικό κέντρο της Δυτικής Μακεδονίας είναι το μεγαλύτερο στα Βαλκάνια. Χιλιάδες άνθρωποι εργάζονται καθημερινά υπό σκληρές συνθήκες σε ένα τοπίο όπου κυριαρχεί το μαύρο.

Είχα πάρει άδεια από την ΔΕΗ, για να φωτογραφήσω τα ορυχεία λιγνίτη που βρίσκονται κοντά στην Πτολεμαΐδα και συγκεκριμένα το λιγνιτικό κέντρο Δυτικής Μακεδονίας. Η όλη αποστολή θα διαρκούσε πέντε ημέρες. Ανάμεσα στις διάφορες άδειες που μου είχαν παραχωρήσει, είχα την άδεια να επισκεφτώ και ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο. 

Την επίσκεψη αυτήν την είχα αφήσει για το τέλος, ακριβώς πριν το ταξίδι της επιστροφής μου, νομίζοντας πως δεν θα είχε ιδιαίτερο φωτογραφικό ενδιαφέρον. Κατά τη διάρκεια της ξενάγησής μου στο εργοστάσιο, ο άνθρωπος που με συνόδευε προσπέρασε ένα κτίριο και λίγο πολύ με απέτρεψε από το να μπούμε, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «θα λερωθούμε, θα γίνουμε χάλια…». 

Αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να βρεθώ στο ανήλιο υπόγειο του κτιρίου. Μέσα, υπήρχε ένα δαιδαλώδες σύστημα με ιμάντες, που μετέφεραν τον λιγνίτη και δίπλα από κάθε ιμάντα, υπήρχαν εργάτες που φτυάριζαν τα υπολείμματα που έπεφταν κατά τη μεταφορά του. Τα πρόσωπά τους ήταν μαύρα και το ελάχιστο φως που έπεφτε πάνω τους από τις λιγοστές λάμπες πυρακτώσεως, δημιουργούσε μια εικόνα σχεδόν απόκοσμη. Με διάθεση να περιγράψω τις συνθήκες εργασίας και κριτήριο επιλογής τα πιο μουτζουρωμένα από τον λιγνίτη πρόσωπα εργατών, ξεκίνησα να φωτογραφίζω.

Ένας γυμνός διαδηλωτής τρέχει έξω από το κτίριο της Βουλής στην Πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια βίαιης διαμαρτυρίας, ενάντια στην επίσκεψη της καγκελάριου της Γερμανίας Angela Merkel, 9 Οκτωβρίου 2012. || REUTERS/YANNIS KOLESIDIS

Λεζάντα: H ελληνική αστυνομία έριξε δάκρυα και χειροβομβίδες κρότου λάμψης σε διαδηλωτές στην κεντρική Αθήνα την Τρίτη όταν προσπάθησαν να σπάσουν φραγμό για να βρεθούν κοντά στην Merkel. Δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές αψήφησαν την απαγόρευση των διαδηλώσεων, συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Συντάγματος για να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους στην Γερμανό ηγέτη, την οποία πολλοί κατηγορούν για την επιβολή οδυνηρών περικοπών στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα δύο πακέτα διάσωσης ΕΕ-ΔΝΤ, αξίας άνω των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Από το πρωί, χιλιάδες κόσμου είχαν συγκεντρωθεί μπροστά από την πλατεία Συντάγματος, για να εκφράσουν την δυσαρέσκειά τους στην επίσκεψη της Καγκελάριου Merkel. Στην πλαϊνή είσοδο της Βουλής, η αστυνομία είχε τοποθετήσει ένα τεράστιο σιδερένιο φράχτη, τον οποίο οι διαδηλωτές κλωτσούσαν και έσπρωχναν συνεχώς, στην προσπάθεια τους να τον ρίξουν. 

Τα επεισόδια με την αστυνομία δεν άργησαν να ξεσπάσουν. Χημικά και κυνηγητό από την αστυνομία, πετροπόλεμος και βόμβες μολότοφ από τους διαδηλωτές, συλλήψεις. Το σκηνικό κράτησε λίγες ώρες και ενώ η κατάσταση σχεδόν είχε εκτονωθεί, στην κάτω μεριά τις πλατείας Συντάγματος, εμφανίστηκε να τρέχει ένας ολόγυμνος διαδηλωτής. 

Δεν άργησε να με προσπεράσει, με τα χέρια σηκωμένα, όπως κάποιος που θέλει να παραδοθεί, πατώντας πάνω σε σπασμένα μάρμαρα ριγμένα από διαδηλωτές, προσπέρασε τους αποσβολωμένους άνδρες των ματ, που τον κοίταγαν έκπληκτοι και κατευθύνθηκε προς το κτίριο της Βουλής όπου χάθηκε ανάμεσα στο πλήθος.

Ο Γιάννης Κολεσίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973 και εργάζεται σαν φωτοειδησεογράφος απο το 1994. Από το 2004 έως το 2013 εργάστηκε στο διεθνές πρακτορείο ειδήσεων Reuters και από το 2014 εργάζεται για το Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) και για το European Press Agency (EPA). Οι φωτογραφίες του έχουν δημοσιευτεί σε μεγάλες εφημερίδες και περιοδικά του εξωτερικού, όπως New York Times, Guardian, Time, Stern, Paris Match κ.α. καθώς και στο σύνολο του Ελληνικού τύπου. Η δουλειά του έχει διακριθεί με μια σειρά από βραβεία με σημαντικότερο το δεύτερο βραβείο στον παγκόσμιο διαγωνισμό World Press Photo 2009, στην κατηγορία “People in the Νews”.

Άλκης Κωνσταντινίδης

Πρόσφυγες και μετανάστες κουβαλούν τα υπάρχοντα τους καθώς ο καταυλισμός της Μόριας φλέγεται, στη Λέσβο, 9 Σεπτεμβρίου 2020.

Λεζάντα: Το βράδυ της 8ης προς 9ης Σεπτέμβρη, μια μεγάλης έκτασης φωτιά, κατέστρεψε ένα σημαντικό κομμάτι του προσφυγικού καταυλισμού της Μόριας των 12 περίπου χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών. Το απόγευμα της επόμενης μέρας, μια δεύτερη φωτιά ήρθε να κάψει ότι είχε απομείνει. Καθώς το φως χανόταν, χιλιάδες άνθρωποι κρατώντας παιδιά στα χέρια και κουβαλώντας τα λιγοστά υπάρχοντα τους, βρίσκουν καταφύγιο μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα, στα δάση και στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στη Μυτιλήνη.

Για ακόμη μια φορά έχω μπροστά μου ανθρώπους που φεύγουν. Ανθρώπους που αφήνουν τα πάντα πίσω τους. Τους έχει απομείνει όμως κάτι πια για να αφήσουν πίσω; Προσπαθώ να συλλάβω το πως είναι δυνατόν να είναι τόσο σιωπηλοί καθώς απομακρύνονται από μια τόσο έντονη σκηνή. Προσπαθώ να φανταστώ τι ακόμα έχουν περάσει μέχρι να οδηγηθούν σε αυτή τη στιγμή. Μάλλον γιαυτό και αυτή η εκκωφαντική σιωπή. Τίποτα πια δεν μπορεί να τους λυγίσει. 

Μετανάστες από την Ονδούρα, μέρος ενος καραβανιού χιλιάδων ατόμων από την Κεντρική Αμερική που προσπαθούν να φτάσουν στις Η.Π.Α, προσπαθούν να πηδήξουν το συνοριακό φράχτη στην προσπάθειά τους να περάσουν από το Μεξικό στις Η.Π.Α, στην Τιχουάνα του Μεξικό, 2 Δεκεμβρίου 2018.

Λεζάντα: Τις πρώτες μέρες μετά την προσπάθεια χιλιάδων μεταναστών να περάσουν μαζικά στις Η.Π.Α, μια προσπάθεια που αποκρούστηκε από τις αμερικανικές δυνάμεις συνοριοφυλακής, η κατάσταση στην πόλη της Τιχουάνα είχε ηρεμήσει. Κάποιοι μετανάστες είχαν επιστρέψει στον αρχικό καταυλισμό τους, άλλοι βρήκαν κατάλυμα σε άλλες περιοχές της πόλης και άλλοι παρέμειναν κοντά στα σύνορα. Στις 2 Δεκεμβρίου, όμως, μικρά groups άρχισαν ξανά τις προσπάθειες σε διαφορετικά σημεία του συνοριακού φράχτη. Βρισκόμουν σε ένα ρέμα κοντά στη φημισμένη παραλία της Τιχουάνα, όταν ξαφνικά μια ομάδα 10-15 προσφύγων κινήθηκε γρήγορα ανάμεσα στα δέντρα και μετά παράλληλα στο φράχτη.

Όλα συμβαίνουν τόσο γρήγορα. Ο πιο δυνατός από τους άντρες ανεβαίνει πρώτος, αυτός θα τους τραβήξει όλους πάνω. Ο δεύτερος δυνατότερος θα μείνει τελευταίος. Διέσχισαν τη μισή αμερικανική ήπειρο για να φτάσουν εδώ. Λίγο ακόμα, λίγο ακόμα. Αυτός ο φράχτης τους χωρίζει από μια σύλληψη που θα είναι όμως η λύτρωση τους μόλις ζητήσουν άσυλο.

Τα παιδιά ουρλιάζουν, κοιτούν τους αστυνομικούς της CBP (Customs and Border Police) που τους περιμένουν από την άλλη πλευρά του φράχτη. Ο άντρας πάνω στο φράχτη απλώνει ασταμάτητα το χέρι και τους τραβάει πάνω.

Πριν μερικές μέρες, μιλώντας με έναν μετανάστη από την Ονδούρα, μου διηγήθηκε το εξής: «Ένα βράδυ, δύο άτομα από την τοπική συμμορία μπήκαν στο σπίτι μου, τους ενοχλούσε που δεν κρατούσα το στόμα μου κλειστό. Μου είπαν “αύριο το πρωί που θα ξαναέρθουμε, καλό θα είναι να έχεις φύγει”. Κι έτσι απλά μες στη νύχτα έφυγα».

Όταν η φτώχεια και η βία σε κυνηγάνε, θα κάνεις τα πάντα για τα παιδιά σου και για σένα ώστε να ξεφύγεις.

Ο Έλι Μπατρούνι, 9 ετών, ξαπλώνει δίπλα στο κατεστραμμένο παράθυρο του δωματίου του μετά από μια έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού, στη γειτονιά της Καραντίνα, στις 13 Αυγούστου 2020. Η μητέρα του τον βρήκε κουλουριασμένο, να φωνάζει: «Δε θέλω να πεθάνω, δε θέλω να πεθάνω». «Τώρα αν απλά χτυπήσω τα χέρια μου, ταράζεται και αρχίζει να κλαίει»

Λεζάντα: Στις 4 Αυγούστου 2020, 2750 τόνοι νιτρικού αμμωνίου που ήταν αποθηκευμένοι στο λιμάνι της Βηρυτού εξερράγησαν, καταστρέφοντας μεγάλο τμήμα της πόλης και σκοτώνοντας πάνω από 200 άτομα.

Η Καραντίνα είναι μια φτωχική γειτονιά, ακριβώς δίπλα στο λιμάνι. Η έκρηξη ισοπέδωσε αρκετά κτίρια και στοίχισε τη ζωή σε μερικούς ντόπιους. Ο Έλι, ένα κατάξανθο αγόρι με γαλανά μάτια, δώρο της Ουκρανής μητέρας του, κοιτά αμίλητος το κούφωμα που κάποτε ήταν το παράθυρο του δωματίου του. 

Το σοκ της έκρηξης είναι ακόμα εδώ και ο Έλι μοιάζει να κοιτά το παράθυρο και να ζει και πάλι τη στιγμή. Δεν άκουσε τα πρώτα κλικ της μηχανής, μετά από μερικά δευτερόλεπτα όμως σηκώνεται από το κρεβάτι του, περνάει δίπλα μου χαμογελώντας και πάει προς τον Αμπντού, τον πατέρα του, ζητώντας μια αγκαλιά. Θα καθίσουμε για ώρα με τον Αμπντού, θα μας πει την ιστορία του και ο Έλι θα βρίσκεται όλη την ώρα δίπλα του. Στα παιδιά, σε αυτά θα μείνουν χαραγμένα τα λάθη και τα εγκλήματα του κόσμου.

O Άλκης Κωνσταντινίδης είναι φωτογράφος του πρακτορείου Reuters για την Ελλάδα και την Κύπρο. Έχει βραβευτεί δύο φορές με το βραβείο Pulitzer for Breaking News Photography, το 2016 για την κάλυψη της προσφυγικής κρίσης στην Ελλάδα και το 2019 για την κάλυψη της μεταναστευτικής κρίσης στα σύνορα Μεξικό-Η.Π.Α. Έχει καλύψει επίσης την ελληνική οικονομική κρίση, την Αραβική Άνοιξη στην Αίγυπτο και τη Λιβύη, την έξοδο των προσφύγων Ροχίνγκια στο Μπαγκλαντές, την απόπειρα πραξικοπήματος και το δημοψήφισμα στην Τουρκία, το τέλος της μάχης της Μοσούλης, το Brexit, τη μεγάλη έκρηξη στο Λίβανο, τις φωτιές στην Αυστραλία κ.ά. Γεννήθηκε στην Παπάφη, στη Θεσσαλονίκη το 1984, είναι παντρεμένος με την Καρολίνα και έχουν έναν γιο, τον Κίμωνα. 

Λευτέρης Πιταράκης

 

O Karim Kubaisi, δυόμισι χρονών, ο οποίος τραυματίστηκε σε αεροπορική επίθεση στο σπίτι του στο χωριό Zebdine, του Νοτιου Λιβάνου, νοσηλεύεται σε νοσοκομείο στην πόλη Nabatiyeh, Κυριακή 26 Ιουλίου 2006. Ο Karim, σύμφωνα με τους γιατρούς, έχει πολλαπλά τραύματα από θραύσματα αλλά και ψυχολογικό σοκ.

Βρέθηκα στο Λίβανο το καλοκαίρι του 2006 όπου κάλυψα τον πόλεμο Ισραήλ και μαχητών της Χεζμπολαχ για δυο μήνες. Τον περισσότερο καιρό κάλυπτα  τους καθημερινούς βομβαρδισμούς της Ισραηλινής αεροπορίας στο νότιο Λίβανο, με πολλά θύματα αμάχους. Oι κινήσεις μας ήταν περιορισμένες λόγω φόβου επιδρομών, και επισκέφτηκα το νοσοκομείο της κεντρικής πόλης Nabatiyeh.

Όταν μπήκα στο δωμάτιο αντίκρυσα τον Karim, και αφού συστήθηκα στον πατέρα, συζήτησα μαζί του για την κατάσταση του και πήρα άδεια να τον φωτογραφίσω, σήκωσα την μηχανή μου. Τράβηξα αρκετές φωτογραφίες αλλά γρήγορα παρατήρησα ότι το βλέμμα του ήταν παγωμένο. Σοκαρίστηκα και αποτραβήχτηκα. Ήταν φανερό -όπως επιβεβαίωσε συζήτησή μου με τον γιατρό- ότι ο μικρός Karim είχε υποστεί ψυχολογικό σοκ και δεν είχε καταφέρει ακόμα να μιλήσει.

Ένας άντρας που ήδη είχε περάσει τρία μερόνυχτα στην ύπαιθρο, υπό βροχή και κρύο, σε ανοιχτό γήπεδο στο Muzaffarabad, κρατάει το παιδί του ενώ τρέχει για να πιάσει σειρά στην ουρά για συσσίτιο την Πέμπτη 11 Οκτωβρίου, 2015.

Βρέθηκα στο Κασμίρ λίγες μέρες μετά τον φονικό σεισμό του Οκτώβρη του 2015.  Χιλιάδες επιζώντες με τα σπίτια τους πια ισοπεδωμένα, είχαν μαζευτεί σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, μέσα στη βροχή και στη λάσπη, αναζητώντας σχετική ασφάλεια με τους μετασεισμούς να χτυπάνε σταθερά καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας και της νύχτας. 

H μόνη τους πηγή φαγητού και νερού ήταν τα καθημερινά συσσίτια που πολλές φορές δεν έφταναν για όλους. Ήμουν συγκλονισμένος και πέρασα πολλές μέρες μαζί τους. 

Όταν είδα τον πατέρα κρατώντας το παιδί του να τρέχει μέσα στη λάσπη ώστε να προλάβει να πάρει έγκαιρα σειρά στην ουρά, σήκωσα τη μηχανή και πολύ γρήγορα, σχεδόν αυτόματα, κατέβασα την ταχύτητα του κλείστρου και τον ακολούθησα ώστε να μεταφέρω με την εικόνα την αίσθηση της κίνησης.

Ήταν μια από τις φωτογραφίες που κατάφερα να αποτυπώσω την οδύνη και τον πόνο των ανθρώπων μετά τη μεγάλη αυτή φυσική καταστροφή που είχε πάνω από 40.000 θύματα.

Για μας το να βρισκόμαστε στην «πρώτη γραμμή», δεν αποτελεί πράξη ηρωισμού, δεν είναι επιδειξιομανία και δεν αποβλέπει σε ένα κυνήγι αδρεναλίνης και ιδιοτέλειας. Είναι απλά η δουλειά μας.

Ένας Σύριος πρόσφυγας τραβάει ένα μωρό πάνω από τον συνοριακό φράχτη μεταξύ Συρίας και Τουρκίας κοντά στην πόλη Akcakale της Τουρκίας 14 Ιούνη 2015.

Λεζάντα: Χιλιάδες πρόσφυγες κατάφεραν εκείνη τη μέρα να περάσουν στην Τουρκία βρίσκοντας προσωρινό καταφύγιο από τις σφοδρές συγκρούσεις στη βόρεια Συρία μεταξύ γηγενών Κούρδων μαχητών και τζιχαντιστων-μαχητων του Ισλαμικού Κράτους όπου κρατούσαν την πόλη, η οποία βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο πάνω στα σύνορα.

Όταν πήρα πληροφορίες στην Κωνσταντινούπολη που έμενα τότε, ότι οι μάχες για την πόλη Κομπάνι -μεταξύ τζιχαντιστων του Ισλαμικού Κράτους που την κατείχαν για καιρό και Κούρδων μαχητών οι οποίοι προσπαθούσαν να την ανακαταλάβουν- εντείνονται, πέταξα αμέσως με πτήση στη νοτιοανατολική Τουρκία κοντά στα σύνορα.

Ήμασταν πολλές μέρες ήδη στα σύνορα, οι καθημερινοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί των Αμερικάνων σε στόχους του Ισλαμικού Κράτους βοηθούσαν τους Κούρδους καθώς προέλαυναν, αλλά ήμασταν σίγουροι ότι χιλιάδες πρόσφυγες θα προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τα πυρά.

Πραγματικά, εκείνη την ημέρα, χιλιάδες φτάσανε στον φράχτη και κόβοντας τρύπες ή ακόμα και πηδώντας κατάφεραν να περάσουν στην Τουρκία. Οι λιγοστοί Τούρκοι στρατιώτες ήταν ανήμποροι να τους εμποδίσουν. Ήταν από τα πρώτα κύματα προσφύγων σε αυτή την τελευταία τότε πράξη του πολέμου στη Συρία – και είχα καλύψει αρκετά αλλά αυτή τη φορά ο κόσμος ήταν πάρα πολύς.

Κατάλαβα ότι αυτό θα είναι μεγάλο, και πράγματι εκείνο το καλοκαίρι ξεκίνησε μια έξοδος προσφύγων από τη Συρία στην Τουρκία, και από κει με στόχο την Ευρώπη, να κάνουν τα παράτολμα πολλές φορές περάσματα με λαστιχένιες βάρκες στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Ήταν η αρχή για ένα τεράστιο αριθμό προσφύγων όπου έφερε πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους στην Ευρώπη.

Δεν τρέφουμε αυταπάτες ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο, ή θα σταματήσουμε τους πολέμους.  Οι φωτογραφίες μας αποτελούν απλές καταθέσεις ψυχής, μια σειρά από μηνύματα που προσπαθούμε να μεταφέρουμε στον κόσμο.

Ο Λευτέρης Πιταράκης είναι βιντεο-δημοσιογραφος και φωτογράφος του Associated Press, με βάση την Αθήνα. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1995 στην ελληνική πρωτεύουσα και από το 1998 για το ΑΡ κάλυψε θέματα στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Μεταξύ 2000-2005 ήταν εγκατεστημένος  στη Μέση Ανατολή καλύπτοντας εκτεταμένα την Ισραηλινο-Παλαιστινιακή διαμάχη ενώ ταυτόχρονα ταξίδευε με αποστολές σε άλλες χώρες. Έχει καλύψει σημαντικά γεγονότα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, στην Αίγυπτο, Λίβανο, Συρία, Ιορδανία, Τυνησία και  Λίβανο και έχει δουλέψει στο Αφγανιστάν και το Ιράκ μετά τις πολεμικές επιχειρήσεις.

Μεταξύ 2005-2015 εγκαταστάθηκε στην Λονδίνο από όπου ταξίδεψε σε αποστολές στην Ευρώπη, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Το 2006 βρέθηκε στον Λίβανο, από όπου κάλυψε τον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ και η δουλειά του μαζί με τη δουλειά της ομάδας των φωτογράφων του ΑΡ ήταν υποψήφια για το βραβείο Pulitzer.

Μεταξύ 2015-2020 ήταν  διευθυντής του φωτογραφικού τμήματος του Associated Press στην Τουρκία, με βάση την Κωνσταντινούπολη. Κάλυψε εκτενώς τις πολεμικές επιχειρήσεις στα σύνορα με τη Συρία και την προσφυγική κρίση.

Έχει βραβευθεί για τις φωτογραφίες του και δείγματα της δουλειάς του έχουν δημοσιευθεί σε έγκυρες εκδόσεις και διαδικτυακά μέσα όλου του κόσμου.  Κάνει συχνά παρουσιάσεις της δουλειάς του και δίνει διαλέξεις για την ηθική και τη δεοντολογία του φωτορεπορταζ αλλά και του ψυχολογικού τραύματος σε δημοσιογράφους, σε πανεπιστήμια και συνέδρια στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες.