ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Η St. Patrick’s Day στο Δουβλίνο μπορεί να κρατήσει και 365 μέρες

Ένας δημοσιογράφος του Oneman έζησε την μέρα του Αγίου Πατρίκιου στο Δουβλίνο και θυμάται τους λόγους για τους οποίος δεν έχει πλάκα να την ζεις 365 μέρες το χρόνο.

Η βασική μας διαφορά με τους Ιρλανδούς είναι ότι ψάχνουμε αφορμή για να φάμε, ενώ εκείνοι για να πιουν. Τσικνοπέμπτη, Καθαρή Δευτέρα, Χριστούγεννα, Πάσχα, 25η Μαρτίου είναι οι μέρες που χρησιμοποιούμε ως πρόσχημα τη θρησκεία για να ρίξουμε μια καλή μάσα. Λες και τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου υποσιτιζόμαστε. Για τους Ιρλανδούς πέρα από τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και το Πάσχα υπάρχει και η St. Patrick’s Day (17 Μαρτίου), για να το ρίξουν στο αλκοόλ. Λες και τις υπόλοιπες μέρες τη βγάζουν με νερό.

Έφτασα την 1η Μαρτίου του 2010 στο Δουβλίνο, χωρίς να έχω ιδέα ποιος είναι ο Άγιος Πατρίκιος. Δεκαεφτά μέρες μετά, δεν έπαιζα στα δάχτυλα το συναξάρι του, αλλά ήξερα ότι επρόκειτο για τον πιο cool τύπο της ιρλανδικής εκκλησίας. Έναν τύπο που για να τον τιμούμε (εκείνη την περίοδο δήλωνα Ιρλανδός), το ιρλανδικό κράτος έχει ορίσει την ημέρα της γιορτής του ως επίσημη αργία, ενώ παράλληλα η γιορτή του δίνει δικαίωμα σε κάθε άνθρωπο που βρίσκεται εντός της ιρλανδικής επικράτειας, εκείνη τη μέρα, να πιει περισσότερο αλκοόλ από τον Αλκίνοο Ιωαννίδη στο «Βόσπορο».

Οι ντόπιοι με είχαν προετοιμάσει για την εορταστική ατμόσφαιρα της ημέρας, οπότε πήρα τη φωτογραφική μου και άρχισα να κάνω βόλτες μέσα στο Δουβλίνο.

(Ο κόσμος είχε βγει από νωρίς στους δρόμους)

(Παντού υπήρχαν πάγκοι με τα αξεσουάρ της ημέρας: πράσινα καπέλα και πλαστικά τριφύλλια)

(Στους δρόμους καλλιτέχνες κάθε μορφής)

(Μην σε ξεγελάει το κοντομάνικο. Είχε ψοφόκρυο όπως κάθε μέρα του Μάρτη)

(Άλλοι φορούσαν σκέτα καπέλα, άλλοι ολόκληρες στολές)

(Ο Μπομπ είναι πάντα επίκαιρος)

(Η μέρα περιλαμβάνει και καρναβάλι με άρματα)

(Ο κόσμος μαζεύεται στην άκρη του δρόμου για να κάνει χώρο στα άρματα)

(Κάποιοι θέλουν να έχουν καλύτερη θέα και ανεβαίνουν σε φανάρια)

(Και άλλοι φοράνε καπέλα πιο μεγάλα από το μπόι τους)

(Καμία σοβαρότητα)

(Οι συγκεκριμένοι κύριοι ξέρουν ότι θα έχουν πολλή δουλειά μέσα στην ημέρα. Γενικώς, δεν επιτρέπεται να μπαίνεις σε πάρκα κρατώντας αλκοόλ. Ενώ, δεν το έχουν σε τίποτα να ψάξουν και την τσάντα σου, αν πιστεύουν ότι κουβαλάς μαζί σου)

(Θα τα είχε πιει και αυτός τα ποτάκια του)

(Και τα σκυλιά στο κόλπο)

Επηρεασμένος από την αύρα της γιορτής του Άγιου Πατρίκιου, κάποια από τις επόμενες μέρες επισκέφθηκα το εργοστάσιο της Guinness.

 

(Από τη γειτονιά της Guinness)

(Για κοίτα λίγο καλύτερα)

(Ο χώρος παραγωγής)

(Από την ξενάγηση στο εσωτερικό)

(Ομοίως)

(Η περίφημη συνταγή)

(Μόλις τελείωσε η ξενάγηση, με το εισιτήριό μας μπορούσαμε να πιούμε στο θόλο του τελευταίου ορόφου από ένα ποτήρι Guinness)

(Και να απολαύσουμε την -σύμφωνα με τους υπεύθυνους του εργοστασίου- πιο ωραία θέα της πόλης)

(Από ό,τι φαίνεται δεν είχαν άδικο)

Πάμε πίσω στην St. Patrick’s Day.

Προφανώς οι εορτασμοί της ημέρας, δεν περιορίζονται στα καρναβάλια και σε δύο μπίρες στα όρθια. Ακολουθεί μέχρι πρωίας ένα ποτ πουρί σκηνών από ό,τι θυμάσαι αφού έχεις πιει ένα μπουκάλι μαυροδάφνη στο καρναβάλι της Πάτρας, συν τις αναμνήσεις ενός μέσου πρωτοετή φοιτητή από το πρώτο του βράδυ σε κλαμπ της Μυκόνου και όλο αυτό υψωμένο στο τετράγωνο.

Αν το ζήσεις μια φορά έχει πλάκα. Από την τέταρτη-πέμπτη, δεν σου προκαλεί ούτε μειδίαμα. Δεν είναι ότι έμεινα 5-6 χρόνια στην Ιρλανδία, ούτε ότι την επισκεπτόμουν κάθε χρόνο, τέτοια μέρα. Είναι ότι η “αλκοολική” συμπεριφορά της πλειοψηφίας των Ιρλανδών είναι η ίδια, 365 το χρόνο.

Κάθε τέτοια μέρα, λοιπόν, θυμάμαι κάποια πράγματα που μου έκαναν εντύπωση κατά την τρίμηνη παραμονή μου στο Δουβλίνο, όσον αφορά τη σχέση των Ιρλανδών με το αλκοόλ:

-Δεν υπήρξε Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ (μετά τις 21:00, όχι αργά) που να διασχίσω την Grafton ή την O’ Connell Street (κάτι σαν τις δικές μας Ερμού και Πανεπιστημίου) και να μην πέσει τουλάχιστον ένας μεθυσμένος πάνω μου, ζητώντας μου συγγνώμη για τη σούρα του.

-Ένα απόγευμα μετά τις πρώτες μέρες στη δουλειά, πήγα σε μια παμπ με συναδέλφους στην πλειοψηφία τους Ιρλανδούς και λοιπούς βορειοευρωπαίους. Παραγγείλαμε μπίρες και πιάσαμε την κουβέντα. Εκεί έχουν το συνήθειο, μόλις τελειώνουν το ποτό τους -και έχουν παρόμοιος ρυθμούς κατάποσης αλκοόλ- να πηγαίνουν στο μπαρ και να φέρνουν μια γύρα ποτά για όλη την παρέα. Μετά από 45 λεπτά είχα βρεθεί με μισό ποτήρι μπίρα στο χέρι και άλλα δύο γεμάτα να με περιμένουν στη μπάρα.

-Τα τοπικά κανάλια προβάλουν σχεδόν σε καθημερινή βάση διαφημιστικά σποτ κατά της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ σαν αυτό:

 

-Τις Δευτέρες στο γραφείο όλο και κάποιος από τη δουλειά θα ζητούσε συγγνώμη από κάποια/ον άλλο συνάδελφο για το πώς του φέρθηκε την προηγούμενη σε κάποιο μπαρ που τον συνάντησε όντας στουπί.

 

-Μετά από ένα μήνα παραμονής μου στο Δουβλίνο ήρθε να με επισκεφθεί ένας φίλος από Ελλάδα. Αφού, συναντηθήκαμε έξω από το το St Stephen’s Green, το κεντρικό πάρκο της πόλης, χωθήκαμε σε μια παμπ της περιοχής. Καθίσαμε στο άδειο -να σημειωθεί αυτό παρακαλώ- μπαρ και παραγγείλαμε από ένα pint.

Αρχίσαμε την πάρλα, πίνοντας ταυτόχρονο την μπίρα με ελληνικούς ρυθμούς. Μετά από ένα εικοσάλεπτο και ενώ δεν είχαμε φτάσει ούτε στη μέση τις μπίρες μας, ο μπάρμαν μας ρώτησε αν θέλαμε να μας γεμίσει τα ποτήρια. Το πήρα σαν αστείο, του χαμογέλασα και συνεχίσαμε την κουβέντα.

Στην μισή ώρα, ο μπάρμαν -της άδειας μπάρας- επανήλθε. “Να σας βάλω από ένα ακόμα pint”; ερώτηση που δεν συνοδευόταν από την έκφραση ανθρώπου που ήθελε να μας κεράσει. Αφού του εξηγήσαμε ότι δεν θέλαμε ακόμα άλλη μπίρα, αφού όπως έβλεπε δεν είχαμε καν φτάσει τα ποτήρια μας στη μέση, τον βρίσαμε λίγο στα ελληνικά και συνεχίσαμε την κουβέντα.

Στα 45 λεπτά επανήλθε δριμύτερος. Αν και οι μοναδικοί πελάτες στην μπάρα ήμασταν εμείς, ενώ ζήτημα ήταν να υπήρχαν άλλα δέκα άτομα σε ολόκληρο το μαγαζί, μας πρότεινε επιτακτικά να μας βάλει από ακόμα ένα ποτήρι. Αφού του αρνηθήκαμε, συνέχισε: “Είστε 45 λεπτά εδώ και δεν έχετε πιει ούτε ένα ποτήρι μπίρα. Γιατί ήρθατε”;

-Δεν ήταν λίγες οι φορές που ανήλικοι με είχαν σταματήσει έξω από σούπερ μάρκετ και με είχαν παρακαλέσει να μου δώσουν λεφτά και να τους αγοράσω μερικές εξάδες μπίρες, γιατί δεν είχαν δικαίωμα λόγω ηλικίας να ψωνίσουν οι ίδιοι.

 

-Αν ήθελα να βγω για ποτό δεν το έκανα ποτέ μετά τις 20:00, αφού από τις 22:00 όλες οι παμπ είχαν την εικόνα που έχουν εδώ τα μπουζούκια στις 06:00.

 

-Στο Δουβλίνο έμενα σε ένα σπίτι με έναν Ισπανό, ένα Γάλλο και τρία ντόπια κορίτσια. Ένα Σαββατόβραδο γύρισα στο σπίτι κατά τις 00:00 και βρήκα τα τρία κορίτσια να πίνουν κρασί στο σαλόνι. Κάθισα μαζί τους, αλλά λίγο το ότι είχαν ήδη έρθει σε κέφι και λίγο ότι η κουβέντα είχε άρχισε να κινείται σε επίπεδα “Sex and the city” πήγα για ύπνο. Το πρωί, άρχισα να ακούω στον ύπνο μου μουσική. Προσπάθησα να μην δώσω σημασία και άλλαξα πλευρό. Η μουσική συνέχιζε, αφού η αλλαγή πλευρού δεν έδειχνε να την επηρεάζει. Άνοιξα το ένα μάτι, είδα ότι ήταν ακόμα 07:00 και σκέφτηκα ότι κάποιος θα φιλοτιμηθεί να την κλείσει. Μάταια. Κάποιος είχε βάλει ένα playlist, το οποίο δεν σκόπευε να σταματήσει άμεσα.

Σηκώθηκα και πήγα στο σαλόνι. Εκεί, αντί για τα τρία κορίτσια υπήρχαν: ένα ανοιχτό laptop, από το οποίο ακουγόταν η μουσική, καμιά δεκαριά άδεια μπουκάλια και ένας αναψοκοκκινισμένος τύπος που δεν είχα ξαναδεί στη ζωή μου, ο οποίος κοιτούσε ευλαβικά το πάτωμα. Αν και φοβήθηκα, το έπαιξα άνετος και του ζήτησα ευγενικά, σε μια γλώσσα που δεν θυμάμαι, να χαμηλώσει τη μουσική. Καμία απόκριση. Επανέλαβα την παράκλησή μου, εξίσου ευγενικά. Από την πλευρά του ακούστηκε ένας ήχος μεταξύ γλώσσας των ξωτικών και σαν να του είχε κάτσει κάτι στο λαιμό. Το πήρα ως “ΟΚ” και έκανα μεταβολή για το δωμάτιό μου. Στον διάδρομο ένιωσα ότι κάποιος με ακολουθεί. Φτάνοντας στην πόρτα, κοντοστάθηκα. Ο άγνωστος τύπος με πλησίασε σε απόσταση αναπνοής. Είπε κάτι ακατάληπτο, έσφιξε τη γροθιά του, μου την ακούμπησε στο σαγόνι και με έσπρωξε. Δεν κατάλαβα αν επρόκειτο για προειδοποιητική κίνηση ή για μπουνιά που το αλκοόλ δεν την άφησε να εξελιχθεί. Επανέλαβε κάτι στην γλώσσα των ξωτικών και έφυγε από το σπίτι.