ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Το Mad Men δεν είναι για το Τότε, είναι για το Τώρα

Το κλασικό τηλεοπτικό δράμα έκανε πρεμιέρα σαν σήμερα πριν από 16 χρόνια.

Το κείμενο είχε δημοσιευτεί αρχικά στις 24 Μαΐου του 2015 με αφορμή το τέλος της σειράς και αναδημοσιεύεται στις 19 Ιουλίου του 2023 με αφορμή τη συμπλήρωση 16 χρόνων από την προβολή του πρώτου επεισοδίου.

Είναι και για το Τότε δηλαδή. Προφανώς. Ήταν για το Τότε, ειδικά στα εν μέρει αμήχανα πρώτα βήματα, όταν η σειρά πάσχιζε να υπογραμμίσει στον θεατή τις διαφορές στην καθημερινότητα με τρόπο συχνά άτσαλο. Στον πιλότο μια έγκυος κάπνιζε επειδή αυτά ήταν τα ‘50ς και δε ξέρω αν το ήξερες, οι άνθρωποι τότε κάπνιζαν αρειμανίως.

Λίγες σεζόν αργότερα ένας διαφημιστής αναφέρεται σε μια γυναίκα εργαζόμενη με τη φράση “είναι σα να βλέπω ένα σκύλο να παίζει πιάνο”. Το να υπογραμμίζονται οι διαφορές στην κουλτούρα μας ήταν ένα αρχικό άγχος της σειράς, ανάμεσα στην υποδειγματική ανασύσταση της εποχής, τόσο αποτελεσματικής μάλιστα που συνέβαλε τα μέγιστα σε ολόκληρο κύμα vintage προσκυνήματος στην ρετρό ‘50ς και ‘60ς αισθητική.

Και έπειτα, υπήρχαν όλες εκείνες οι αληθινές αναφορές σε αληθινά γεγονότα. Η ιστορία περνά μέσα από την οθόνη του “Mad Men” και πάντοτε αποκτά κάποιου είδους σημαντική σύνδεση με ό,τι περνούν οι χαρακτήρες, από την εκλογική αναμέτρηση του Κένεντι με τον Νίξον, μέχρι τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

Είναι όλα εκεί, όλη η επίπονη διαδρομή από τα συντηρητικά, ασπρόμαυρα, all-american ‘50ς μέχρι τα πολύχρωμα ‘70ς της σεξουαλικής απελευθέρωσης, της ανόδου του φεμινισμού, των κοινωνικών κινημάτων.

Γιατί να το δω, μας αφορά σήμερα;” με ρώταγε τις προάλλες ο Ηλίας στο γραφείο, θεωρώντας πως είναι ένα period piece που όσο εντυπωσιακό κι αν είναι, δεν θα έχει κάτι αληθινό, ουσιαστικό να πει στον σύγχρονο άνθρωπο. Είναι ευνόητη απορία.

Όσο εύκολη κι η απάντηση: Το “Mad Men” χρησιμοποιεί το πέρασμα της ιστορίας για να μιλήσει για απολύτως μοντέρνες έγνοιες. Για τις συναισθηματικές μεταπτώσεις, για το βάρος της αλλαγής, για την κοινωνική συναίσθηση, για τη σχέση ψέματος και αλήθειας, για την αναζήτηση ταυτότητας.

***

Σε πρώτο επίπεδο, το “Mad Men” του Μάθιου Γουάινερ είναι η ιστορία του Ντον Ντρέιπερ, διαρκώς ανελισσόμενου διαφημιστή σε καλή νεοϋορκέζικη εταιρεία. Και παράλληλα, οι ιστορίες των πολλών προσώπων που τον περιτριγυρίζουν και που όλα έχουν σημαντικά πράγματα να πουν. Η Μπέτι, η σύζυγός του, η κατεξοχήν ‘50s σπιτονοικοκυρά που στην πορεία συνειδητοποιεί πως θέλει να είναι περισσότερα από αυτό.

Η Πέγκι, η γραμματέας του Ντον που, στο ισχυρότερο ίσως character arc της σειράς, εξελίσσεται σε ισότιμη και -συχνά- ανώτερή του, αντικατοπτρίζοντας τους συνεχιζόμενους αγώνες για ισότητα στον εργασιακό χώρο. Ο Πιτ Κάμπελ, το ‘τζάκι’ της υπόθεσης, η διαρκής υπενθύμιση του προνομίου στην πράξη. Ο Ρότζερ. Η Τζόαν. Ο Πράις. Ο Κούπερ. (Η Μέγκαν.)

Α, και ο Ντικ Γουίτμαν. Το φάντασμα από το παρελθόν του Ντον, το φάντασμα από το ένοχο παρελθόν μιας Αμερικής στην αιχμή της μεγαλύτερης κοινωνικής αλλαγής του αιώνα. Ο Ντον, ένας άνθρωπος που δεν είναι αυτός που λέει ότι είναι, περνάει όλη τη σειρά προσπαθώντας να έρθει σε ειρήνη με τον εαυτό του, με αυτό που πουλάει προς τα έξω.

Είναι ο διαφημιστής που έχει πακετάρει τον εαυτό του ως το απόλυτο διαφημιστικό pitch αλλά δεν είναι πάντα ικανός να διαχωρίσει το πλαστό από το αληθινό- μέχρι να καταλήξει, εκείνος και μαζί η σειρά, στην μεγάλη αλήθεια: Πως ο αληθινός μας εαυτός είναι ο ρόλος που επιλέγουμε να υποδυθούμε. Είμαστε ό,τι πουλάμε.

Όσο αφορά τον Ντον, αυτό βρισκόταν πάντοτε στην οθόνη. Τα πιο εντυπωσιακά του διαφημιστικά pitch ήταν εκείνα που προέρχονταν από ένα πολύ βαθύ, αληθινό για εκείνον, συναισθηματικό μέρος. Όταν ένιωθε την απουσία της οικογενειακής θαλπωρής που το αμερικάνικο όνειρο του υποσχέθηκε, το επεξεργάστηκε αυτό μέσα του και έβγαλε τη νοσταλγικής φύσης ιδέα για το φιλμ της Kodak, στο ιστορικό φινάλε της 1ης σεζόν. Όταν ένιωθε πως δεν ανήκει, πως χάνεται, πως είναι ένα φάντασμα μες στην ίδια του τη σάρκα, σκέφτεται διαφημιστικά σενάρια στα οποία κεντρικό ρόλο έχει η απουσία. Η σειρά καταρρίπτει το όριο μεταξύ αλήθειας και ψέμματος, μεταξύ τέχνης και εμπορίου, μεταξύ εσωτερικής αλήθειας και μαζικής αποπλάνησης.

Με τον Ντον πάρα πολλοί συνδέθηκαν, για πολλούς διαφορετικούς λόγους. Από τους πιο κλισέ (είναι ο γυναικάς που πίνει, αποπλανεί γυναίκες, παραμένει ατσαλάκωτος, είναι ο Σιωπηλός Άντρας που ο Τόνι Σοπράνο πάντα έλεγε πως έχει χαθεί στην Αμερική) μέχρι τους πιο αφανείς (είναι ένας άδειος καμβάς πάνω στον οποίον ζωγραφίζει ο καθένας τα δικά του ερωτηματικά). Ήταν πάντα ένα συναρπαστικό μυστήριο, ένας καλοντυμένος γρίφος, ένας άντρας με ελάχιστο self-awareness και με πάρα πολλά υπαρξιακά ζητήματα. Που έκανε διαρκώς τους ίδιους κύκλους, τα ίδια λάθη, τα ίδια μοτίβα, που ζούσε ξανά και ξανά το ψέμα του.

Που μπορεί να κατανοήσει τα συναισθήματά του μόνο φιλτραρισμένα μέσα από το πλαστό ιδεατό της δουλειάς του, μόνο μετατρέποντάς τα σε κείμενο, ιδέες και εικόνες. (Να γιατί συνδέθηκα εγώ με τον Ντον Ντρέιπερ. Σειρά σου. Γιατί συνδέθηκες εσύ; Γιατί ο άλλος; Γιατί ο καθένας;) Γι’αυτό ήταν τόσο τέλειος για τον ρόλο ο Τζον Χαμ, ένας άντρας που μοιάζει σαν καρτούν πιλότος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελούμενος από γωνίες και μια αύρα Σιωπηλού Άντρα, μα ταυτόχρονα με ένα πάντοτε υγρό βλέμμα γεμάτο υπαρξιακό άγχος, γεμάτο απορίες και βάρος και απογοήτευση. Ο Τζον Χαμ, όπως κι ο Ντον Ντρέιπερ, είναι ένα rorschach test στην οθόνη σου.

***

Το “Mad Men” το εκτίμησα πραγματικά ως κάτι αληθινά σπουδαίο εκεί προς το τέλος της 3ης σεζόν, όταν τα πάντα αλλάζουν, και όχι προσωρινά. Η 1η σεζόν ήταν ένα σπουδαίο αλληγορικό character study για τον Ντον που αναζητεί την αλήθεια του και τη θέση του στον κόσμο ως συνείδηση μιας μεταπολεμικής Αμερικής, ντυμένο με ρετρό χρώματα και σκηνικά και παρουσιασμένο ως μια εκπληκτικής λεπτότητας αποδόμηση της Ayn Rand-ικής αφήγησης. Αλλά μετά δεν ήμουν σίγουρος πού πήγαινε το παραμύθι.

Το κατάλαβα στη σεζόν της μεγάλης αλλαγής. Στην 4η που όλα είναι καινούρια- εκτός από τους κεντρικούς μας ήρωες. Στην 5η που η Αμερική ζει πλέον τη μεγαλύτερή της κοινωνική μετατόπιση, και ο Ντον πασχίζει να βρει τη σύνδεσή του με το σήμερα, να μη γίνει ένα συνοφρυωμένο, κουστουμαρισμένο φάντασμα από το παρελθόν. (Η 5η σεζόν παραμένει ούτως άλλως η κορυφαία της σειράς.)

Στη διάρκεια αυτών όλων των σεζόν ο θεατής παρατηρεί τις μικρές εξωτερικές λεπτομέρειες που κάνουν όλη τη διαφορά. Ο κόσμος των ευκατάστατων λευκών διαφημιστών της Μάντισον Άβενιου αρχιζει λίγο-λίγο να νιώθει την εισβολή της καθημερινότητας, του ‘αληθινού κόσμου’. Μέσα από οθόνες που προβαλλουν διαρκώς σκηνές κοινωνικών αναταραχών ή κοσμογονικές πρωτιές αρχίζουμε όλο και περισσότερο να εχουμε συναίσθηση του κόσμο γύρω από τους ήρωές μας.

Σταδιακά. Από το δρόμο έξω από το διαμέρισμα τς Πέγκι ακούγονται αναταραχές. Η Ντων, μια νέα γραμματέας, είναι μαύρη κι αυτό κάνει έναν από τους συνεταίρους να νιώθει αμήχανα. Μια γυναίκα αποκτά διευθυντικό ρόλο. Η τεχνολογία αρχίζει να παίζει όλο και μεγαλύτερο ρόλο και η άφιξη ενός υπολογιστή στην εταιρεία θυμίζει κάτι από πρωτόγονους και διαστημικό μονόλιθο από το “2001” του Κιούμπρικ. Η τηλεόραση εισβάλλει σε όλο και περισσότερα σπίτι και η διαφήμιση ακολουθεί κατά πόδας.

Όλα γίνονται με μετρημένο τρόπο αλλά είναι εκεί. Όπως ο καθένας μας δημιουργεί τον δικό του κύκλο, τη δική του κοινωνική φούσκα, έτσι κι οι Mad Men έχουν τη δική τους- μα η κοινωνία απέξω αρχίζει, κομμάτι το κομμάτι, να ανοίγει τρύπες και παράθυρα και να εισβάλει. Ο τρόπος που η σειρά δείχνει αυτή τη σταδιακή συμμόρφωση των upscale ηρώων με τον πραγματικό κόσμο, είναι σπουδαίος: Όσο κι αν ζεις αλλού, μας λέει ο Γουάινερ, ο πραγματικός κόσμος αργά ή γρήγορα θα σε παρασύρει, και τότε είναι που αποφασίζεις αν θα ακολουθήσεις. Ή αν μπορείς να ακολουθήσεις.

***

Όπως και το “Sopranos”, στο οποίο ήταν παραγωγός και βασικός σεναριογράφος ο Γουάινερ πριν δημιουργήσει το “Mad Men”, έτσι κι ετούτη είναι μια σειρά που απασχολείται πάρα πολύ με την ιδέα της αλλαγής. Το ποιοι είμαστε πραγματικά και το τι κρύβουμε μέσα μας, τι λέμε και τι νιώθουμε, τι προσπαθούμε και τι πετυχαίνουμε, τι βλέπουμε γύρω μας και πώς εξοικειωνόμαστε.

Το πώς προσεγγίζουν αυτές οι σειρές την ιδέα της αλλαγής είναι θέμα πανεπιστημιακής ανάλυσης και όχι ενός αόριστου κειμένου πάνω στο τι άφησε σε έναν συντάκτη λίγες μέρες μετά το τέλος της, πάντως είναι σίγουρα λόγος για να το δεις, και κρατά μια κεντρική θέση στις ιστορίες όλων των ηρώων της. Οι μοιραίοι κύκλοι συμπεριφορών του “Sopranos” εδώ λαμβάνουν μια λίγο πιο συναισθηματική προσέγγιση, μα η κεντρική ιδέα είναι μάλλον ίδια.

Η αλλαγή είναι μια επίπονη διαδικασία που κοστίζει πολλά και παίρνει χρόνο, και -κυρίως- δεν είναι αυτό που φαντάζεσαι. Κανείς δεν αλλάζει πραγματικά με τον τρόπο που πολλές ιστορίες το αφήνουν να φανεί. Κανείς δεν αντικρύζει τα λάθη του και ξυπνάει ένα πρωί αποφασισμένος να τα αλλάξει όλα. Η αλλαγή είναι επίπονη και είναι διαχρονική και είναι, πάντα, αποτέλεσμα διαδικασιών που σπάνια ολοκληρώνονται. Παίρνει χρόνια, παίρνει γενιές. Όλο το “Mad Men” είναι μια μεγάλη, διαχρονική πράξη αλλαγής.

Όπως κι ο Τόνι Σοπράνο πριν από αυτόν, έτσι κι ο Ντον Ντρέιπερ ξεκολλάει από το βούρκο τη στιγμή που φτάνει σε ένα νέο επίπεδο self-awareness, αλλά το τι κάνουν οι δύο άντρες με αυτή τη νέα τους οπτική στα πράγματα, είναι μια άλλη συζήτηση. Οι χαρακτήρες του “Mad Men” βρίσκονται όλοι σε εντελώς διαφορετικά σημεία στο τέλος της σειράς από ό,τι στην αρχή της (έχουν ‘προχωρήσει’), αλλά είναι σε επίπεδο ψυχισμού, σε επίπεδο χημικών αντιδράσεων μέσα τους, είναι διαφορετικοί;

Το “Mad Men” είναι μια αφήγηση που ξεκινά καθώς πεθαίνουν τα ‘50ς και τελειώνει στα ‘70ς, στη γέννηση της μοντέρνας Δυτικής κοινωνίας. Είναι μια διαρκής άσκηση αυτογνωσίας και κίνησης προς τα μπροστά, ένα συνεχές καθρέφτισμα. Δεν είναι τυχαίο που αποτέλεσε την κατεξοχήν σειρά που κάθε κριτικός τηλεόρασης λυσσούσε να αναλύσει κάθε Δευτέρα. Κάναμε όλοι μέσα από το ντιβάνι του Μάθιου Γουάινερ την ‘ερασιτεχνική μας (αυτο)ψυχανάλυση’, όπως έγραψε εύστοχα ο Παναγιώτης Μένεγος.

Θέλω να πω, μια φορά ξεκίνησα ένα recap γράφοντας για το πώς μικρός έτρεμα τον θάνατο. Δεν το κάνεις αυτό επειδή κάτι είναι δημοφιλές ή επειδή έχει ωραία σκηνικά ή επειδή αναπαριστά πειστικά μια εποχή που έχει παρέλθει πριν καν οι περισσότεροι θεατές είχαν γεννηθεί. Το κάνεις επειδή σου λέει για κάτι για σένα, για τους γύρω σου, για το πώς βλέπεις τον κόσμο.

Το “Mad Men” είναι η λεπτομερέστερη μελέτη συμπεριφορών που έχει δώσει η σύγχρονη τηλεόραση, ένα καθηλωτικό παιχνίδι συναισθημάτων, εξέλιξης και αλήθειας, με φόντο τη μεγαλύτερη περίοδο αλλαγών της αμερικάνικης κοινωνίας. Αναπνέει στο Τότε, αλλά κρατάει καθρέφτη στο Τώρα.