© Francois LOCHON / Contributor / Getty Images / Ideal Image
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ

Milan Kundera, η φωνή ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια

Ο Τσέχος συγγραφέας εξερεύνησε με λεπτή πρόζα αλλά σκληρούς χαρακτήρες θεματικές όπως ο έρωτας, η απιστία και η αναπότρεπτη μοίρα. Όλα αυτά με φόντο τη ζωή στο πρώην Ανατολικό μπλοκ στο οποίο και άσκησε κριτική. Όχι, δεν ήταν στρατευμένος - πίστευε ότι η τέχνη δεν πρέπει να είναι προπαγάνδα ή αντιπροπαγάνδα.

Γεννήθηκε το 1929 όταν ακόμα η Τσεχοσλοβακία δεν ήταν κομμουνιστική, έζησε από πρώτο χέρι τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, συντάχθηκε με τον Κομμουνισμό ως νεαρός φοιτητής, έπεσε σε δυσμένεια εξαιτίας των γραπτών του (ύστερα από τη σοβιετική καταστολή της Άνοιξης της Πράγας το 1968), μετακόμισε στη Γαλλία και τη δεκαετία του ‘80 έγινε -μάλλον αναπάντεχα- ένας superstar της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εδώ και λίγες ώρες, ο Milan Kundera δε βρίσκεται πια εδώ, έφυγε σε ηλικία 94 ετών.

Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμη και άνθρωποι που δεν έχουν διαβάσει ούτε μία δικιά του σελίδα, τον γνώριζαν. Είχε κάπως ταυτιστεί στο μυαλό μας -καλώς ή κακώς- με την έννοια του εκλεπτυσμένου συγγραφέα που όμως δεν είναι και τόσο δυσνόητος για τις μάζες. Σημαντικό ρόλο στη φήμη του έπαιξαν και οι θεματικές του: ο έρωτας ως βάσανο ήταν κάτι που πάντα τον απασχολούσε. 

Δεν είναι τυχαίο ότι συναντάμε το όνομά του στην ελληνική ποπ κουλτούρα (τον πιάνει στο στόμα του ο «κουλτουριάρης» Πλαπούτας σε ένα επεισόδιο του σίριαλ Της Ελλάδος τα παιδιά) αλλά και στην καθομιλουμένη, πολλές φορές για να χαρακτηριστεί ως «Κούντερα» όποιος το παίζει καλλιτέχνης χωρίς να είναι.

Άλλωστε, Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας) ήταν ένα από τα προτεινόμενα βιβλία για όσους εφήβους και φοιτητές ήθελαν να διαβάσουν λίγο πιο «βαριά» λογοτεχνία στα 80s και τα 90s. Ερωτικά πάθη, προδοσίες και φιλοσοφικές αναζητήσεις ακούγονταν -και ακούγονται- πολύ θελκτικά για να ριχτεί κανείς για πρώτη φορά στα βαθιά. (Όσο και αν ο ελληνικός τίτλος έχει κακοποιηθεί κατ’ επανάληψη από κακά δημοσιογραφικά αστεία).

Υπήρχαν και υπάρχουν πολλές παρανοήσεις σχετικά με τον Milan Kundera. Για καμία από αυτές όμως δε φταίει ο ίδιος. Μάλιστα, θα πρέπει μία συγκεκριμένη παρανόηση να τον πλήγωσε βαθιά: όταν χρειάστηκε να αποδείξει ότι  -σύμφωνα με κατηγορίες που προέκυψαν το 2008- δεν υπήρξε πληροφοριοδότης των κομμουνιστικών αρχών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘50. Ενός καθεστώτος, δηλαδή, που μετά την Άνοιξη της Πράγας θα κατέβαζε τα βιβλία του από τα ράφια των βιβλιοπωλείων.

 «Ζούμε σε μία εποχή που η ιδιωτική ζωή έχει καταστραφεί» είχε πει σε συνέντευξή του στους New York Times το 1985, για να συνεχίσει: «Η αστυνομία την καταστρέφει στις κομμουνιστικές χώρες, οι δημοσιογράφοι την απειλούν στις δημοκρατικές χώρες, και σιγά-σιγά οι άνθρωποι ξεχνούν το τι πραγματικά είναι η ιδιωτική ζωή». Ένω είχε κλείσει τη φράση του με έναν αφορισμό: «Χωρίς την ιδιωτικότητα τίποτα δεν μπορεί να υπάρξει – ούτε ο έρωτας, ούτε η φιλία».

Είναι κάτι που τον απασχόλησε και στο πρώτο βιβλίο το οποίο τον έκανε διάσημο πέρα από τα σύνορα της πατρίδα του. Το αστείο (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας) είναι ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα του 1967 με πρωταγωνιστή έναν νεαρό φοιτητή, ο οποίος στην προσπάθειά του να εντυπωσιάσει ένα κορίτσι γράφει ένα αστείο για τον Λέων Τρότσκι με συνεπές αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια. Όλη του η ζωή θα αλλάξει, οι ψευδαισθήσεις θα καταρρεύσουν με πάταγο, εκείνος θα βρεθεί να κάνει σκληρή χειρωνακτική εργασία.

Αγαπήθηκε γιατί τα βιβλία του καθρέφτιζαν μία σαφή κριτική ενάντια στο σοβιετικό καθεστώς. Ο ίδιος όμως μάλλον δεν ενστερνιζόταν απόλυτα αυτήν την οπτική· θεωρούσε ότι όταν ένα έργο τέχνης στρατεύεται πολιτικά (είτε ως προπαγάνδα είτε ως αντιπροπαγάνδα) χάνει το νόημα του. Ή μάλλον χάνει την ψυχή του και γίνεται ένα χαρτί με ημερομηνία λήξης το οποίο εξυπηρετεί πολύ συγκεκριμένους σκοπούς. Φαινόταν, δηλαδή, έως και να ενοχλείται με την ευκολία που πολύ συχνά τα Δυτικά Μέσα έψαχναν έναν ήρωα στο πρόσωπό του. Θα προτιμούσε να μείνουν στα βιβλία του.

Το magnum opus του (Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι) διαδραματίζεται εκεί κοντά στην Άνοιξη της Πράγας, την ίσως κομβικότερη στιγμή για τη μεταπολεμική Τσεχία και Σλοβακία δηλαδή, και καταπιάνεται με θεματικές όπως αυτές της αναπότρεπτης μοίρας, της απιστίας αλλά και της ζωής σε ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Συνθήκες με άλλα λόγια πολλές φορές ασφυκτικές, μέσα από τις οποίες ο Kundera εξερεύνησε τον ανθρώπινο ψυχισμό, περισσότερο φιλοσοφώντας και εγείροντας ερωτήματα παρά παρουσιάζοντας έτοιμες λύσεις. Λεπτή πρόζα, λεπτό χιούμορ, σκληροί χαρακτήρες.

Ο Τσέχος συγγραφέας που μάς άφησε πλήρης ημερών στα 94 του χρόνια είχε κάθε δικαίωμα να θεωρεί πως υπήρξε ένας από τους συγγραφείς που απασχόλησαν όσο λίγοι τον λογοτεχνικό κόσμο του Ψυχρού Πολέμου. Παρ’ όλα αυτά, βραβείο Νόμπελ δεν πήρε ποτέ. Μικρή σημασία έχει αυτό βέβαια, αφού ούτε ο Phillip Roth πήρε ποτέ – ο συγγραφέας, δηλαδή, που έδωσε τον δικό του αγώνα για να γίνει γνωστό το έργο του Τσέχου στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Τελικά, άσχετα με τις παρανοήσεις και τις προσπάθειες να μπει σε καλούπια που ο ίδιος δε ζήτησε ποτέ, ο Kundera εκτός από πολύ σημαντικός συγγραφέας υπήρξε και κάτι άλλο: η φωνή ενός κόσμου στον οποίο οι Δυτικοί δεν είχαν εύκολη πρόσβαση. Πίσω από τα αόρατα τείχη που ορθώθηκαν ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, υπήρχε ένα τεράστιο και πολυδαίδαλο σύμπαν από αφηγήσεις, όνειρα, πεποιθήσεις και, γενικά, ζωής.

Σιγά αλλά σταθερά αυτές οι φωνές εξαφανίζονται. Σκόνη καλύπτει μία ολόκληρη ιστορική περίοδο και τις ιστορίες εκατομμυρίων ανθρώπων· άλλων που συντάχθηκαν απόλυτα με τις σοβιετικές αρχές, άλλων που αντιτάχθηκαν εξαρχής, και άλλων που πείστηκαν, προδόθηκαν και αποφάσισαν να αλλάξουν ρότα, όπως δηλαδή έκανε και Kundera. Ένας από τους τελευταίους μεγάλους story tellers εκείνου του κόσμου δεν είναι πια μαζί μας. Θα είναι όμως για πάντα τα βιβλία του.