2017©/Evan Agostini/Invision/AP, File
PROFILE

O Bill Maher τα βάζει (και) με τους Ολυμπιακούς

O 65χρονος προοδευτικός κωμικός, παρουσιαστής και πολιτικός σχολιαστής βρήκε ένα νέο εχθρό, την κουλτούρα της ακύρωσης.

«Οι δειλοί, με το να εκτοξεύουμε πυραύλους από 2.000 μίλια μακριά, είμαστε εμείς. Το να παραμένεις στο αεροπλάνο ενώ αυτό προσκρούει στο κτίριο, ό,τι άλλο και να πιστεύεις για αυτό, δείλια πάντως δεν είναι».

Το συγκεκριμένο «αναρχικό» σχόλιο του Νεοϋορκέζου κωμικού σχετικά με τους αεροπειρατές, έξι μόλις μέρες μετά την 9/11, είχε ως αποτέλεσμα να απολυθεί από το ABC στο οποίο παρουσίαζε επί χρόνια το ψυχεδελικό late night talk show Politically Incorrect with Bill Maher (βλέπε ο Bob Dole να συζητά με τον Carrot Top).

Αναγκάζοντάς τον να μετακομίσει στο HBO και να δημιουργήσει το -αντίστοιχης λογικής- Real Time will Bill Maher, το οποίο διανύει την 19η επιτυχημένη σεζόν του. Εκεί που ο εμφατικά άθεος και φανατικά εργένης κωμικός επιμένει να βαράει κατακούτελα οτιδήποτε του μοιάζει υπερβολικό-τραβηγμένο από τα μαλλιά.

Ακόμη και όταν αυτό αφορά τη δική του παράταξη (είναι δημοκρατικός ως το κόκκαλο) τους οποίους στηλιτεύει σταθερά για πράγματα όπως η άρνηση να δουν την οπτική της άλλης πλευράς ή το να παραδεχθούν -όπως έγινε πρόσφατα- ότι η Αμερική είναι λιγότερο ρατσιστική από ότι πριν από 20 χρόνια.

Τελευταίο του θύμα/ αγαπημένο beef η κουλτούρα της ακύρωσης στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο, με παραδείγματα όπως την απόλυση στελεχών για ένα ρατσιστικό αστείο που έκαναν σε μια ιδιωτική συζήτηση ή για το ότι παραδέχθηκαν πως στο δημοτικό είχαν διαπράξει bullying.

«Αυτή η νοοτροπία ανήκει στη Σταλινική Ρωσία. Πόσο χειρότερα πρέπει να γίνουν τα πράγματα για να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι η cancel culture είναι μια παραφροσύνη που θα καταβροχθίσει ολόκληρο τον πλανήτη;».

Η παραπάνω δήλωση, αφορμή για να μιλήσουμε για αυτόν, αποτελεί classic Maher. Είναι καυστική, υπερβολική και φτιαγμένη για να προκαλέσει θύελλα αντιπαραθέσεων. Αυτό ακριβώς που κάνει και ο ίδιος εδώ, με συνέπεια, εδώ και 20 χρόνια. Παρότι προφανώς και δεν είναι τόσο αστείος όσο ο John Oliver.

Η βασική διαφορά ανάμεσα στους δυο τους, που αποτελούν τους κορυφαίους κωμικούς-πολιτικούς σχολιαστές των τελευταίων χρόνων, είναι ότι ο Αμερικανός πολίτης πλέον- John Oliver μοιάζει πραγματικά να νοιάζεται για τα θέματα που παρουσιάζει.

Αντιθέτως ο Bill, με προσωπική περιουσία 120 εκ. δολαρίων και ξέφρενη προσωπική ζωή, έχει ξεπεράσει προ πολλού αυτό το στάδιο.

«Λένε ότι μου αρέσουν οι μαύρες γυναίκες. Το ίδιο λένε και για τον Robert De Niro. Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσουν οι γυναίκες που είναι αληθινές. Απλώς αυτές τυγχάνει να είναι μαύρες».

Καταλαβαίνει ότι, στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να κάνει τη διαφορά και ότι οι άνθρωποι δεν αλλάζουν. Οπότε προτιμά να δίνει έμφαση στα θέματα που τον αγγίζουν (είναι πολέμιος του θρησκευτικού φανατισμού και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των ζώων).

Να περνάει τον χρόνο του στην έπαυλή του στη Χαβάη καπνίζοντας ύψιστης ποιότητας μαριχουάνα με τους κολλητούς του. Αρνούμενος ταυτόχρονα να εμφανιστεί -έναντι πολλών εκατομμυρίων δολαρίων- σε εταιρικά events, όπως κάνουν όλοι οι υπόλοιποι της κλάσης του.

Kαι επιμένοντας να σοκάρει. Με αυτά που λέει κάθε εβδομάδα, είτε στο μονόλογο είτε στο κομμάτι των new rules.

Με την επιλογή καλεσμένων, καθώς δεν διστάζει να «ξιφομαχήσει» με αντιπάλους από το συντηρητικό στρατόπεδο που έχουν την ευφυΐα να τον αντιμετωπίσουν. Και γενικότερα με τη στάση ζωής του όπου τίποτα δεν είναι ταμπού και η οποία τον έχει αναδείξει, σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο στην «τελευταία αριστερή φωνή της λογικής».

«Παλιότερα η νούμερο 1 δουλειά των late night talk shows ήταν να σε κάνουν να γελάσεις. Τώρα απλώς πρέπει να ικανοποιήσεις τις ιδεολογικές ορέξεις του κοινού σου. Εγώ μπορώ να κάνω 1.000.000 αστεία για το βάρος του Donald Trump και όλα θα είναι ΟΚ. Αν κάνω, ωστόσο, ένα αστείο για τους παχύσαρκους γενικότερα, τότε θα ξεσπάσει χαμός».

Προσωπικά τον παρακολουθώ φανατικά εδώ και χρόνια. Και σπάνια διαφωνώ με τις απόψεις του. Από την άλλη σέβομαι και την αντίθετη οπτική, αυτή που διατυπώθηκε από το αμερικάνικο GQ σε ένα «αλήθεια, τον χρειαζόμαστε ακόμη;» άρθρο.

Εκεί που οι πολέμιοί του επιμένουν ότι είναι ένα απολίθωμα των ’90s, που πετάει απλώς πυροτεχνήματα, που είναι μέρος του κατεστημένου που φαινομενικά πολεμά και που κλείνει καλεσμένους που τον προτιμούν επειδή τους εξασφαλίζει ένα εισιτήριο Α θέσης για το L.A. και, αν τους συμπαθήσει, ένα δείπνο σε ένα κυριλέ εστιατόριο μετά.

«Δε φοβάμαι τίποτα. Είμαι 65 ετών. Έχω εκπομπή εδώ και 28 χρόνια. Θέλησαν να με ακυρώσουν από την αρχή. Ακόμη και αν τα καταφέρουν τώρα, πάλι εγώ είμαι κερδισμένος».

Μπορεί και να ισχύουν όλα τα παραπάνω, μπορεί και όχι. Για μένα αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει, είναι ότι, στην ουσία του, παλεύει με νύχια και με δόντια να είναι το μοναδικό πράγμα που και ο ίδιος σέβεται και εκτιμά. Δηλαδή politically incorrect.

«Το ξέρω ότι δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσω βραβεία. Γιατί επιμένω να λέω αυτό που εγώ θεωρώ ότι είναι η αλήθεια. Κάτι που πάντα εκνεύριζε και πάντα θα εκνευρίζει πάρα πολύ κόσμο».