Άκης Κατσούδας
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου κάποτε ένιωθε αισιοδοξία, μετά μπήκε στρατό

Ο ανερχόμενος πρωταγωνιστής του 18 μιλά στο OneMan για όσα έμαθε κι όσα -ακόμα- ελπίζει.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΚΗΣ ΚΑΤΣΟΥΔΑΣ

Ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου έχει κάτι το μοναδικό. Συνδυάζει σκληρά χαρακτηριστικά με μια ευαισθησία στον λόγο, μια ισορροπία που μάλλον κρύβεται πίσω κι από το πόσο συναρπαστικός είναι ως ηθοποιός, ένας ηθοποιός που δε φοβάται να ορμήσει σε κάθε ρόλο, όσο δύσκολος, όσο ωμός κι αν είναι.

Το βλέπει κανείς εύκολα και στο 18, το φιλμ του Βασίλη Δούβλη που παίζεται ακόμα στις αίθουσες, όπου ο Ζεγκίνογλου υποδύεται έναν νεαρό στο Πέραμα που, θαυμάζοντας και ακολουθώντας τις πιο ακροδεξιές φωνές της δημόσιας σφαίρας, προκαλεί περιστατικά ρατσιστικής βίας – από διαρκείς απειλές μέχρι νυχτερινά πογκρόμ.

Είναι ένας φοβερά απαιτητικός ρόλος τον οποίο ο Ζεγκίνογλου υπηρετεί με ανατριχιαστική αφοσίωση. Άφοβα. Ο ίδιος μιλά για το πώς πάντα τον ενδιαφέρει να διαλέγει ρόλους αν νιώθει πως με αυτούς έχει κάτι να πει, κάποια κουβέντα να ανοίξει. Το 18 σίγουρα δε φοβάται να ανοίξει συζητήσεις, όμως δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε θα είναι η τελευταία φορά που συμβαίνει αυτό με δουλειές του ανερχόμενου ηθοποιού.

Τον είδαμε πρώτη φορά στο Park της Σοφίας Εξάρχου, ως μέλος μιας αγέλης αγοριών που περνούν τις μέρες τους στα ερείπια των ολυμπιακών ακινήτων κάτω από έναν απειλητικό ουρανό. Μας ταξίδεψε στο υπέροχα ρομαντικό μικρού μήκους του Βασίλη Κεκάτου Η Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Eμάς, που κέρδισε και τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες. Κρατούσε έναν ρόλο-κλειδί στο μικρού μήκους Literal Legend που εμβαθύνει στην ψυχολογία των social media. Και τώρα ετοιμάζει το τηλεοπτικό Milky Way – πάλι με τον Κεκάτο.

Δε μοιάζει ποτέ ακίνητος σε ένα σημείο, ερμηνευτικά μιλώντας, κι αν μιλήσεις μαζί του καταλαβαίνεις το γιατί. Υπάρχει σκέψη αλλά και ορμή πίσω από κάθε τι που λέει, σε μια συζήτηση που ξεκίνησε από το λαμπερό προσωπείο των Καννών και το αν «χρειάζονται όλα αυτά», και φτάνει ως τη στιγμή που νιώθει πως πραγματικά κατανόησε καλύτερα τον κόσμο γύρω του («ούτε απόγνωση νιώθω, ούτε αισιοδοξία για τα πράγματα», λέει σήμερα).

Μέσα από μια διαδρομή λίγων ακόμα ετών, ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου έχει ήδη εξελιχθεί σε έναν από τους πιο ενδιαφέροντες νέους ηθοποιούς στη χώρα. Κι έχει ήδη μάθει πολλά.

«Στα φεστιβάλ κάπως ψιλοχάνομαι. Δηλαδή πιο πολύ θα πίνω μπύρες και θα βλέπω ταινίες».

ΟΙ ΚΑΝΝΕΣ ΚΙ Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΗ ΚΕΚΑΤΟ

Ήταν πολύ περίεργη η εμπειρία των Καννών. Όταν ζεις σε ένα διαμέρισμα στην Κυψέλη κι είσαι ταμείο ανεργίας και βγαίνεις τσίμα-τσίμα και ξαφνικά πηγαίνεις και σε κερνάνε καβούρια, σαμπάνιες κι όλα αυτά, παθαίνεις ένα σοκ.

Χρειάζονται όλα αυτά; Απλά δώστε λίγο παραπάνω λεφτά στο σινεμά και δεν πειράζει, ας μην τρώω καβούρια.

Γενικά στα φεστιβάλ κάπως ψιλοχάνομαι. Δηλαδή πιο πολύ θα πίνω μπύρες και θα βλέπω ταινίες.

Είχα πάει μια μέρα πριν ξεκινήσει το φεστιβάλ και πέτυχα κάτι πολύ άσχημο, κάποιους άστεγους που τους μετέφερε στην πίσω μεριά της πόλης η αστυνομία. Και μετά έρχονταν οι Λαμποργκίνι και οι Φεράρι, κάτι τύποι άσχετοι από το Μονακό που απλά έκαναν σόου.

Αυτή η σειρά που κάνει τώρα ο Κεκάτος δεν είναι τηλεόραση, είναι σινεμά που θα παιχτεί στην τηλεόραση. Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που είμαι μέρος αυτού του πρότζεκτ. Έχει και πολλά θεματάκια που είναι τζιζ. Δε νιώθω ότι κάνω τηλεόραση, νιώθω ότι κάνω σινεμά, αυτοί είναι οι όροι. Έχουμε πολύ χρόνο για το κάθε επεισόδιο, και πολλές λήψεις.

Για τη Σιγή των Ψαριών Όταν Πεθαίνουν μου είχαν πει όλοι «μαλάκα πρέπει να δεις αυτή την ταινία». Δεν την πρόλαβα πουθενά σε κανένα φεστιβάλ, πήγα στον Κεκάτο και του είπα, μπορείς να μου δείξεις την ταινία; Όλοι μου λένε να τη δω και δεν παίζει να τη δω πουθενά. Με κάλεσε και πήγα με πρόσκληση και την είδα. Είναι η αγαπημένη μου ταινία του Βασίλη. Έτσι γνωριστήκαμε, τότε μου είπε για την Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Εμάς, το ξεκινήσαμε, κι έγινε αυτό το πράγμα από το πουθενά.

Είχαμε δουλέψει πολύ για αυτά τα 9 λεπτά. Συζητήσεις επί συζητήσεων. Έτσι πρέπει να γίνεται το σινεμά. Να έχεις την αφοσίωση, να βρίσκεις καινούρια στοιχεία, να μπορείς να πετάξεις ακόμα και παλιά που σου φαίνονται πολύ γαμάτα. Αυτό είναι το πιο δύσκολο δημιουργικό πράγμα, αλλά ο Βασίλης το κάνει.

Μπορεί να έχεις την πιο γαμάτη ιδέα αλλά να μη λειτουργεί. Βάλτη σε ένα ντουλάπι και πάμε να κάνουμε κάτι άλλο.

Είναι γαμάτο να μπορείς να ξεφύγεις από την εικόνα αυτού που θες να κάνεις, και να μπορείς να ελίσσεσαι μέσα σε αυτό.

 

«ΥΠΗΡΧΑΝ ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ 18 ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΙ ΝΟΜΙΖΑΝ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΛΗΘΙΝΗ ΜΑΝΟΥΡΑ»

Όλοι γύρω μας δεν είναι τέρατα, δεν είναι βρικόλακες και τέτοια. Είναι άνθρωποι. Και πρέπει να βρεις ποιος είναι ο πυρήνας του προβλήματος. Γιατί ο φασίστας είναι φασίστας; Τι τον έχει οδηγήσει εκεί; Τι του λείπει; Για να είναι εκεί, για να μπορεί να μισεί τόσο εύκολα και τόσο διάχυτα;

Δεν με νοιάζει γενικά καθόλου πώς θα φανώ. Με νοιάζει πώς θα φανεί ο χαρακτήρας και πώς θα αποδώσω. Τον χαρακτήρα τον ψάχνω μέσα μου. Έτσι γεννιέται, ψάχνοντας να βρεις στιγμές που εσύ έχεις υπάρξει κάτι τέτοιο, και καταφέρνοντας να το επαναφέρεις και να το θυμηθείς.

Είναι κι αυτό ένα κοινωνικό σχόλιο. Να μπορείς να επαναφέρεις στιγμές του χαρακτήρα σου και να μην προσπαθείς να το θάψεις, αλλά να το φέρεις στην επιφάνεια. Είναι μια εξιλέωση.

Είναι πολύ πιο εύκολο να κατηγορήσεις τους υπόλοιπους, παρά να ψαχτείς ο ίδιος. Τι κάνεις εσύ λάθος ή πού εσύ δεν έχεις βάλει όρια. Ο χαρακτήρας που παίζω είναι ένας άνθρωπος που πιστεύει ότι για όλα φταίνε οι άλλοι. Είναι πολύ δύσκολο να γυρίσει αυτός ο χαρακτήρας και να πει, πού έχω φταίξει εγώ;. Θα γίνει μακελειό.

Η ταινία γυρίστηκε τον Αύγουστο μετά το πρώτο λοκντάουν. Στα γυρίσματα ήταν σούπερ ότι ήταν τόσο άδεια η πόλη. Μπορούσες να γράψεις ήχο!

Υπήρχαν στιγμές που πολλοί περαστικοί πίστευαν ότι γινόταν αληθινή μανούρα. Σε μια σκηνή που γυρνούσαμε, που κυνηγάμε να δείρουμε τον Αντώνη Τσαμουρά, εκεί απέναντι από το μπεργκεράδικο, τον είχαμε βάλει κάτω, όλο χορογραφημένο. Κι εμφανίστηκε ένας τύπος από το πουθενά και φωνάζει «αφήστε κάτω το παιδί ρε κωλόπαιδα!». Αλλά αυτό είναι γαμώ, κι εμείς του δώσαμε το χέρι. Ότι πήγε εκεί, και χώθηκε. Μπράβο του!

Νιώθω ότι αυτό που πρέπει να κάνω εγώ είναι αυτό. Οποιοδήποτε κοινωνικό σχόλιο έχω να κάνω, βγαίνει μέσα από τη δουλειά μου.

Δεν μπορώ να αλλάξω, να γίνω κάποιος άλλος. Αλλά μου αρέσει να βλέπω και να βάζω μέσα σε ένα χαρακτήρα διαφορετικά χαρακτηριστικά. Του εαυτού μου πάντα! Αλλά κάθε ρόλος είναι κάτι τελείως διαφορετικό.

Ό,τι επιλέγω να κάνω είναι επειδή θέλω να πω κάτι με αυτό. Ακόμα κι ο Ηλίας ο χαρακτήρας, έτσι όπως είναι, αν έστω κι ένας άνθρωπος πειραχτεί από αυτό, για μένα είναι κέρδος.

Για μένα ένας ρόλος πρέπει να έχει κάτι, για να ασχοληθώ. Ένα σχόλιο δικό μου. Είτε έχει να κάνει με την κοινωνία, είτε με τις σχέσεις, με τις ελευθερίες, με την αγάπη, κάτι. Κάτι.

«Στον στρατό ένιωσα την απογοήτευση μέσω της γενιάς μου και είπα ΟΚ, κουλ, αυτό είναι».

«ΕΝΙΩΘΑ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ΚΑΠΟΤΕ, ΜΕΤΑ ΜΠΗΚΑ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟ»

Ούτε απόγνωση νιώθω, ούτε αισιοδοξία για τα πράγματα.

Ένιωθα αισιοδοξία κάποτε, μετά μπήκα στον στρατό. Εκεί ένιωσα την απογοήτευση μέσω της γενιάς μου και είπα «ΟΚ, κουλ, αυτό είναι».

Κυκλοφορείς ας πούμε στα Εξάρχεια. Θα γνωρίσεις και μαλάκες προφανώς, αλλά πάνω κάτω το σκεπτικό είναι κοντινό. Είναι ένα συγκεκριμένο κομμάτι της κοινωνίας, οπότε εσύ προσλαμβάνεις και δέχεσαι άτομα από ένα συγκεκριμένο κομμάτι. Όταν βγεις από αυτή τη φούσκα και πας κάπου που δε μπορείς να αναγνωρίσεις τους ομοίους σου, πας κάπου όπου όλοι είμαστε κοντοκουρεμένοι, όλοι φοράμε τα ίδια ρούχα, δεν υπάρχει καμία προσλαμβάνουσα, εκεί καταλαβαίνεις κάποια πράγματα.

Εκεί καταλαβαίνεις ότι δεν πάει και τόσο καλά η κοινωνία. Νόμιζα ότι πηγαίνει καλά γιατί έβλεπα ομοίους μου και ανακυκλώναμε και λέγαμε μεταξύ μας τα ίδια πράγματα.

«Πάντα με γοήτευε το σινεμά αλλά δεν ήξερα πώς είναι στην πράξη».

«ΔΕΝ ΔΙΑΛΕΓΩ ΤΑΙΝΙΕΣ ΒΑΣΕΙ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ»

Μου άρεσε η εμπειρία στο Park, γνώρισα τον Δημήτρη Κίτσο που είναι γαμώ τα παιδιά και πολύ καλός ηθοποιός. Πρώτη εμπειρία. Εκεί κόλλησα με τον σινεμά.

Το Park ήταν ούλτρα πανκ. Ήμασταν μια παρέα τσούρμο όλοι αυτοί οι αλητάμπουρες, τρεις μόνο ηθοποιοί και οι υπόλοιποι ήταν true. Έπρεπε να κερδίσεις τη θέση σου μέσα στην αγέλη. Χάναμε συνέχεια τους μισούς, πήγαιναν κάνανε αλητείες, τους μαζεύαμε, χαμός.

Πάντα με γοήτευε το σινεμά αλλά δεν ήξερα πώς είναι στην πράξη. Στις σχολές μέσα δεν κάναμε σινεμά, μόνο θέατρο. Κι από τότε που έκατσε το σινεμά δεν κάνω θέατρο, αλλά μου αρέσει και πιο πολύ, σαν διαδικασία. Νομίζω μου ταιριάζει πιο πολύ από το θέατρο.

Δε διαλέγω ταινίες βάσει σκηνοθετών. Τι θα πει, επειδή έχεις δει μια ταινία κάποιου ότι ντε και καλά θα είναι καλές και οι άλλες;

Διαβάζω σενάρια κι αν κάποιο μου αρέσει, αν μπορώ να με δω μέσα σε αυτό, αν δω ότι χωράω κι έχω κάτι να πω, τότε εκεί πέρα χώνομαι.

Σίγουρα επενδύω περισσότερο σε πιο μικρές γενιές. Ή σε ανθρώπους που σκέφτονται πιο νεανικά.

Η Λήδα κι ο Δημήτρης [σσ. Λήδα Βαρτζιώτη, Δημήτρης Τσακαλέας, σκηνοθετικό δίδυμο του μικρού μήκους YAWTH και του Literal Legend, όπου παίζει ο Ζεγκίνογλου] ας πούμε έχουν πολλά να πούνε, κι ασχολούνται με κάτι που ξέρεις ότι στους κύκλους της Μεγάλης Τέχνης είναι για φτύσιμο, τα social. Αλλά το κάνουν με έναν τρόπο γαμάτο και πολύ ποπ. Το κάνουν αβίαστα, είναι μες στο αίμα τους αυτό.

Αυτό έχει να κάνει με τη διαφορά των γενεών. Το βλέπω με το κορίτσι μου, που είναι άλλη γενιά, είναι 25 κι εγώ είμαι 32. Εγώ πρώτα έμαθα να επικοινωνώ και μετά σκάσανε τα social.

«ΤΟ #ΜΕΤΟΟ ΗΡΘΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ»

Όταν πρωτοέκανα Facebook είχα κάνει με ψευδώνυμο πρώτον, και δεύτερον κανείς δε δήλωνε τι κάνει και που είναι, ίσα-ίσα προσπαθούσαμε να κρυφτούμε περισσότερο. Υπήρχε αυτή η έγνοια του «μεγάλου αδερφού», μπορεί δηλαδή να σε παρακολουθεί η μάνα, ο πατέρας σου, να δουν ότι πήγες στο τρανς πάρτι. Και τι έκανες εκεί; Κι αν πήρες τη ζακέτα σου. [γελάμε]

Εμείς τα social τα κάναμε πιο πολύ γιατί τότε ήμασταν άφραγκοι φοιτητές, δεν είχαμε λεφτά να βάζουμε κάρτες στα κινητά και μπαίναμε μέσω ίντερνετ, ανοίγαμε το messenger, λέγαμε πού θα βρεθούμε, τι θα κάνουμε, και τη βγάζαμε στο τζάμπα. Η άλλη γενικά όμως είχε την ανάγκη, γιατί γεννήθηκε μέσα σε αυτά. Όταν έχεις Facebook από την E’ Δημοτικού κυλάει στις φλέβες σου, είναι μια σχέση αβίαστη. Τι θα κάνω, πού θα είμαι, θα τα πω όλα, θα τα δηλώσω όλα.

Μπορεί να έχεις δύο χαρακτήρες, των social και τον κανονικό σου, και να αποκρύπτεις συνέχεια τον κανονικό σου. Όπως με το #meToo. Πόσος κόσμος βγαίνει και συμπαραστέκεται στα social; Αλλά έμπρακτα; Έμπρακτα μπορεί να είσαι ο ίδιος καταπιεστής. Και δεν μπορεί να φανεί κάπου.

Δε χρειάζεται να βγαίνεις και να λες την άποψή σου για όλα. Τα ξέρεις όλα; Μπορείς να κρατάς επαφή και να έχεις όλες τις πληροφορίες, ΠΑΝΤΑ; Τα ξέρεις όλα, και τις γυναικοκτονίες, και το #meToo και τις φωτιές στο Μάτι; Άσε και κανέναν άλλον να κάνει κάτι. Εγώ είμαι της λογικής να κάνουμε ένα πράγμα και να το κάνουμε καλά.

Νιώθω ότι το #meToo ήρθε για να μείνει. Αυτή την αίσθηση έχω.

Ακόμα κι ένας, έστω και λόγω φόβου, να μπαίνει σε αυτή τη διαδικασία σκέψης, κέρδος είναι. Δε σημαίνει πως δεν υπάρχει παθογένεια σε αυτό το πράγμα βέβαια, γιατί άμα ήταν έτσι δε θα είχαμε βιασμούς και θα εξαλειφόταν η βία. Η παθογένεια υπάρχει πάντα, και η ροπή. Την παθογένεια δεν τη διώχνει αυτό το κίνημα. Αλλά τη ροπή, μπορεί να τη διώξει.

Αυτό ξεκινά στην προσωπική δουλειά του καθενός στον εαυτό του.

*To 18 προβάλλεται στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment