Collection Christophel/AFP
REVIEWS

Ποια ταινία να δεις στο Netflix σήμερα (και κάθε μέρα): Moneyball

Μία από τις καλύτερες -αν όχι η καλύτερη- sports movie της περασμένης δεκαετίας επέστρεψε στο Netflix.

Πόσο δύσκολο έχει γίνει να ξετρυπώνεις περιεχόμενο στο Netflix. Γι’ αυτό κάθε μήνα ανανεώνουμε τη λίστα μας με τις 50 καλύτερες ταινίες που είναι διαθέσιμες στην πλατφόρμα, όπως και αυτή με τις 30 χαμηλότερου προφίλ παραγωγές που δε θα σπρώξει ο αλγόριθμος.

Αυτή την εβδομάδα προτείνουμε μία από τις καλύτερες – αν όχι την καλύτερη – sports movie της περασμένης δεκαετίας. Τώρα και στο Netflix.

Netflix Pick of the Week:

Το Moneyball ανοίγει το 2001, σε μια αντιρομαντική κατήφια, με τον Billy Beane (Brad Pitt) μόνο του σε ένα σκοτεινό γήπεδο να ακούει μία ραδιοφωνική μετάδοση του αγώνα της ομάδας του, των Oakland Athletics, απέναντι στους Yankees.

Ο Beane, θα μάθουμε, δεν παρακολουθεί τα παιχνίδια αυτοπροσώπως γιατί νομίζει ότι είναι γκαντέμης. Μία κάρτα μάς ενημερώνει πως οι Yankees έχουν σχεδόν τετραπλάσιο προϋπολογισμό από τους Α’s και πρόκειται να αρπάξουν ένα από τα αστέρια του Beane, τον Jason Giambi. (Οι Red Sox θα πάρουν το άλλο αστέρι, τον Johnny Damon).

Ο Beane λέει στον μάνατζερ της ομάδας ότι οι A’s έχουν καταντήσει φάρμα για πλουσιότερες ομάδες και τον παρακαλεί – μάταια – για περισσότερα χρήματα. Αργότερα θα κοροϊδέψει ένα τραπέζι με κυνηγούς ταλέντων που προσπαθούν να βρουν αντικαταστάτες σε τιμές ευκαιρίας αντί να σκεφτούν αντισυμβατικά.

Στην πορεία θα αποδειχθεί πως ο Beane έχει έναν ακόμα λόγο να είναι πικραμένος για τους κυνηγούς ταλέντα και τα υποτίθεται αλάνθαστα ένστικτά τους: Κάποτε του είχαν ραγίσει την καρδιά. Του είχαν τάξει μία λαμπρή καριέρα στο baseball, η οποία τελικά όμως κατέρρευσε και έτσι πέρασε στα διοικητικά του παιχνιδιού.

Ο Billy χλευάζει τα συχνά ανακριβή κριτήριά τους για τον εντοπισμό ταλέντων: Είναι ο εν λόγω παίκτης αρκετά όμορφος ώστε να προσελκύει ντόπιες θαυμάστριες; Είναι μήπως η σύντροφός του άσχημη καταδεικνύοντας έτσι κάποιο πιθανό σημάδι χαμηλής αυτοεκτίμησης; Ο ίδιος βέβαια, ειδικά εφόσον δουλεύει μονίμως με πολύ περιορισμένο μπάτζετ, δεν έχει να προτείνει κάποιο καλύτερο σύστημα. Τουλάχιστον όχι μέχρι να συναντήσει τον Peter Brand (Jonah Hill), έναν ακοινώνητο απόφοιτο των οικονομικών του Yale που έχει αναπτύξει ένα ακανόνιστο σύστημα υπολογιστικών φύλλων για την πρόβλεψη της επιτυχίας μιας ομάδας με την πάροδο του χρόνου.

Μαζί θα κατασκευάσουν μία Φρανκενσταϊνική ομάδα από μέτριους παίκτες γιατί αντιλαμβάνονται το εξής: ένας μέτριος παίκτης που χτυπάει συνεχώς singles έχει μεγαλύτερη αξία από έναν αναξιόπιστο σούπερ σταρ.

Η ταινία του Bennett Miller (Capote), γραμμένη από τον Aaron Sorkin και τον Steven Zaillian, βασίζεται στο nonfiction βιβλίο Moneyball: The Art of Winning an Unfair Game του Michael Lewis που εξιστορεί το πώς μία άφραγκη ομάδα όπως οι Oakland A’s κατάφεραν να γίνουν απειλή για τις μεγαλύτερες ομάδες της λίγκας. Αν και εσύ όπως εγώ δεν καταλαβαίνεις χριστό από baseball, μην ανησυχείς. Το Moneyball που έχει πια επιστρέψει στο Netflix μετά από απουσία αρκετών μηνών, δε χρειάζεται σχετικές γνώσεις. Δεν προϋποθέτει καν να σου αρέσουν οι ταινίες για σπορ.

Υπάρχουν σκηνές σε γήπεδα, όμως η ταινία αφορά λιγότερο το baseball ως χόμπι ή πάθος ή ακόμα και ένα σκληρό καπιταλιστικό άθλημα, παρά ως κάποιο μεγάλο επιστημολογικό πρόβλημα. Όπως το Social Network του Sorkin αφορούσε τη δημιουργία του Facebook αλλά και πολλά ακόμη, έτσι και το Moneyball αφορά μία θεμελιώδη πολιτισμική μετάβαση και την άνοδο της ελίτ της πληροφορίας. Υπήρχε αξία στους υποτιμημένους, κακοπληρωμένους παίκτες και ο Beane ήταν έτοιμος να το πιστέψει γιατί αυτό θα σήμαινε πως είχε και εκείνος αδικηθεί κάποτε.

Ο Miller κάνει την ταινία αποφασιστικά μη γκλάμορους διατηρώντας ρευστό ρυθμό, αν και δεν αντιστέκεται στην αναζήτηση συμβόλων (όπως για παράδειγμα ένα πλάνο με την αμερικανική σημαία να ξετυλίγεται) ή στην αχρείαστη σορκινική διάλεξη στο τελευταίο μέρος της ταινίας. Το Moneyball όμως είναι στα καλύτερά του όταν δείχνει και δε λέει, όταν δίνει την έμφαση στη διαδικασία, στο πώς χτίζονται και κατεδαφίζονται ομάδες και άνθρωποι.

Οι στιγμές που πηγαίνει στο γήπεδο είναι καλοδιαλεγμένες γιατί η ουσία βρίσκεται στον μάνατζερ και τον βοηθό του που πόνταραν ενάντια στην παράδοση, καταλήγοντας σε ένα μελαγχολικό συμπέρασμα που όμως μπορεί να δώσει και ευκαιρίες: ότι ένας υπολογιστής μπορεί να φτιάξει μία ομάδα καλύτερα από το ανθρώπινο ένστικτο.

Ο Pitt δίνει στον Beane αυτή την υπόγεια τσίτα κάτω απ’ τη χαλαρότητα που έχει τελειοποιήσει με τα χρόνια στην καριέρα του. Είναι μία βιωμένη, ρεαλιστική απόδοση ενός μυαλού που μοιάζει να δουλεύει πάντα υπερωρίες, που προσπαθεί αθόρυβα να δει την πλήρη εικόνα, που παλεύει με τα όριά του. Ο ηθοποιός έχει βρει πώς να εμποτίζει σοφία και προοπτική σε ερμηνείες χαρακτήρων που έχουν ζήσει αρκετά για να αποκτήσουν την εκ των υστέρων γνώση, αλλά το κάνει χωρίς εύκολους συναισθηματισμούς. Δεν έχει υπάρξει καλύτερος σε πρώτο ρόλο.