GAMES

Την εποχή του PS2: Hitman Blood Money

Ματωμένα χρήματα, ματωμένα χώματα, το άτριχο και άκαπνο Le Professionnel του gaming.

Καμία η σχέση του Josselin Beaumont (τεράστιε Jean-Paul Belmondo) με τον Agent 47, σε πολλά επίπεδα, από την εμφάνιση έως τα έγκατα του εσωτερικού κόσμου. Το κοινό σημείο δεν είναι άλλο από το εξής: όταν αναφέρεσαι σε πληρωμένους δολοφόνους σε gaming και κινηματογράφο, το μυαλό, το δικό μου τουλάχιστον, πηγαίνει αυτόματα σε αυτές τις μεγάλες φυσιογνωμίες. Gaming στήλη τούτη δω, συνεπώς είναι προφανές που θα επικεντρωθούμε. Πέντε τρίχες όλες κι όλες (οριακά), μα καρδιά παγωμένη σαν τη βόρεια Νορβηγία (ενώ στη νότια είναι τίγκα στα air condition).

Πες μου ποιός είσαι και τι κάνεις

Το Hitman Blood Money είναι ο τέταρτος τίτλος της σειράς γενικά, και ο τρίτος και τελευταίος στο PS2 (ούτως ή άλλως το πρώτο Hitman, το Codename 47, κυκλοφόρησε μόνο στα PC). Πολύ σύντομα, το ντεμπούτο ήταν καλό αλλά ήθελε ραφινάρισμα, το δεύτερο έκανε τις απαραίτητες τροποποιήσεις, το Contracts ήταν κάτι σαν best of έως σήμερα (τότε), το Blood Money το απόσταγμα εμπειρίας της developer IO Interactive (από Δανία μεριά) από τις προηγούμενες απόπειρες.

Αλλά αυτά, τα έχουμε πει λίγο πιο αναλυτικά, εδώ. Στο εν λόγω κείμενο, αναφέρω πως το Blood Money είναι το αγαπημένο μου Hitman. To καλύτερο όλων, σε σύγκριση με το 2 κατά βάση, δυσκολεύομαι να το γράψω τόσο ανοικτά, αν και στην περίπτωση που βρεθώ με το Silverballer του καραφλού στον κρόταφο, αυτό θα πω.

Γιατί; Να σου πω, χωρίς φόβο και πάθος. Το μοναδικό ψεγάδι, συγκριτικά με το Hitman 2, είναι πως έγινε λίγο πιο εύκολο, π.χ. στην κατάκτηση του rating Silent Assassin (οι προϋποθέσεις αλλάζουν από παιχνίδι σε παιχνίδι, αλλά το βασικό νόημα είναι να κάνεις της δουλειά σου όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα, πιο «αναίμακτα»). Ναι, η χρήση του όρου «εύκολο» δεν ξέρω αν είναι ακριβής. Ίσως να ήταν πιο ταιριαστό να χαρακτηρίσουμε το Blood Money περισσότερο προσιτό μεν, αλλά με διευρυμένους ορίζοντες δε.  

Πάμε να το διευκρινίσουμε όλο αυτό. Πράγματι, η shooter προσέγγιση μπορούσε να σε πάει πιο μακριά, αλλά όχι εύκολα μέχρι το τέλος της διαδρομής. Επιπλέον, η πιο straightforward και σφαιράτη απόπειρα του gameplay, είχε το αδιαμφισβήτητο μείον να χάσεις πολλές από τις όμορφες stealth στιγμές του παιχνιδιού. Από την άλλη, η IO Interactive δεν είχε τη διάθεση να σε περιορίσει, να σε εγκλωβίσει στις δικές της απαιτήσεις και σε έναν ενδεδειγμένο τρόπο αντιμετώπισης των αποστολών.

Το καλύτερο παράδειγμα είναι οι νέοι gameplay μηχανισμοί σε σχέση με τους προηγούμενους τίτλους. Από τη μία, πιο ακριβές shooting, βελτιωμένες μάχες σώμα με σώμα, αναβαθμίσεις όπλων και αντικειμένων, σκαρφαλωματάκια, η δυνατότητα να πιάσεις κάποιον και να τον μετατρέψεις σε ανθρώπινη ασπίδα.

Πολύ action τα παραπάνω; Δυνατότητα να κρύψεις τα πτώματα ή αυτούς που αναισθητοποίησες σε κάδους, ντουλάπες και άλλα στάνταρ σημεία, κι όχι απλά εναπόθεση σε γωνίες που εύχεσαι να μην τα δει κάποιος. Notoriety system, το οποίο ανεβαίνει αν ένας (ή περισσότεροι) μάρτυρας παρακολουθήσει την καραφλή σκοτώστρα επί το έργον ή την πιάσει κάμερα κλειστού κυκλώματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις, είτε απαιτείται κασέρι για να δωροδοκήσεις τον μάρτυρα, είτε να τσιμπήσεις την επίμαχη κασέτα από το δωμάτιο ασφαλείας.

Και, φυσικά, το stealth στοιχείο ενισχύεται στο φουλ λόγω των ευφάνταστων μεταμφιέσεων αλλά και των δολοφονιών που χαρακτηρίζονται ως ατυχήματα. Για τον φόνο του μπάρμπεκιου τα έχουμε ξαναπεί, θυμήσου τον εδώ μαζί με ένα Easter Egg (για το lucky coin, check στο αφιέρωμά μας για τα «πασχαλινά αυγουλάκια»).  

 

Η αποστολή A New Life αποτελεί μια μικρή γεύση, ούτε καν την πιο εύγευστη, μέσα από ένα πλήρες μενού, από την όπερα του Παρισιού και το καζίνο στο Λας Βέγκας, μέχρι τον Μισισιπή και τον Λευκό Οίκο. Με μία-δύο μικρές εξαιρέσεις, θα ήταν κρίμα για τις υπόλοιπες αποστολές να ξεχωρίσουμε την πρωταγωνίστρια, όλες είχαν κάτι μαγικό να προσφέρουν, ιδιαίτερα όταν στόχος ήταν να περάσεις απαρατήρητος.

Και φυσικά το τέλος, το Requiem, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες στιγμές στην ιστορία του gaming, διανθισμένη με την υπέροχη μουσική του Jesper Kyd, η τελευταία Hitman δουλειά του εξαιρετικού Δανού συνθέτη. Θυμάμαι δε εκείνη την εποχή ότι το συμφωνητικό που υπογράψαμε ήταν σαφές, να μην αποκαλύψουμε στο review τι γίνεται στο τέλος, θα ήταν ultra spoiler.

Εκείνη την εποχή, είπα; Για δες ένα ωραιότατο promo στα πλαίσια κυκλοφορίας του τίτλου. Αριστούργημα, θαύμασε χτύπημα και σώμα, ένα έργο τέχνης.

Forgiveness for the things I do

Κάπως έτσι φτάνουμε στο σχεδόν σοκαριστικό συμπέρασμα ότι Hitman όπως το ξέρουμε έχουμε να δούμε από το 2006 και το Blood Money, εδώ και μία δεκαετία δηλαδή. Το Absolution του 2012 μας το έκαναν ακόμα πιο shooter, μας πήραν και την απόλαυση των ανοικτών επιπέδων για χάρη ενός πιο παραδοσιακού action game. Δεν ήταν καταστροφή, δεν το αγαπήσαμε ποτέ. Το Hitman σε επεισόδια το οποίο λανσαρίστηκε εντός του 2016 είναι μια απόφαση που ακόμα δεν καταλαβαίνω που ακριβώς αποσκοπεί, ποιοτικά και εμπορικά. Να σημειωθεί ότι πρόσφατα ανακοινώθηκε πως η πλήρης κουτάτη version, όπου όλα τα επεισόδια θα συγκεντρωθούν σε ένα δισκάκι, θα κυκλοφορήσει στις 31 Ιανουαρίου 2017 (PS4, Xbox One, PC).

To Blood Money, το οποίο από το 2013 έχει και HD έκδοση, εκπροσωπεί το μέτρο στη σειρά Hitman, καμία εξαλλοσύνη, η ήρεμη δύναμη του agency. Ταυτόχρονα, αποτελεί και το μέτρο σύγκρισης για το πόσο καλό είναι ένα game του Agent 47, παλιό, καινούριο, μελλοντικό. Π.χ., καλή ιδέα το fugu που σε στέλνει στον άλλο κόσμο, ΑΛΛΑ στο Blood Money είχε εκείνο που… Όπου τρεις τελείες, βάλε ότι θέλεις.