Pexels
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

10 λόγοι για να σταματήσεις να μισείς τα τζιτζίκια

Υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για θα σε κάνουν να σταματήσεις να βρίζεις τα τζιτζίκια που σου παίρνουν το κεφάλι τα καλοκαίρια.

Είναι καλοκαίρι, μέρα μεσημέρι και απολαμβάνεις τη σιέστα σου. Ιδανικά σε εξωτερικό χώρο, στη φύση. Εκεί που έχεις γλαρώσει και είσαι στην τελική ευθεία για να αφεθείς στην αγκαλιά του Μορφέα, ακούς ένα σπαστικό και ατέρμονο «τζι, τζι, τζι».

Δώσε τόπο στην οργή και διάβασε πόσο υπέροχα πλάσματα είναι αυτά που τον παράγουν. Πρώτα βέβαια, θα σου πω ότι το χαρακτηριστικό τους «τραγούδι» (ή αν προτιμάς τερέτισμα) παράγεται από μια ιδιόμορφη «συσκευή».

Τα τζιτζίκια λοιπόν, έχουν ειδική ηχητική συσκευή ανάμεσα στο θώρακα και την κοιλιά. Αποτελείται από δύο κοιλότητες που χωρίζονται από μια λεπτή τεντωμένη μεμβράνη (λέγεται τύμβαλο). Κάθε φορά που αυτή δονείται, βγαίνει ο ήχος που ακούμε

«Ο τερετίζων υμένας περιέχει μια σειρά από νευρώσεις που συσπώνται η μια μετά την άλλη, όταν ο τζίτζικας διαστέλλει και συστέλλει τους μυς. Κάθε φορά που ένα πλευρό κουμπώνει, παράγει ένα κλικ. Πολλά κλικ παράγουν ένα βουητό» έχει εξηγήσει εκπρόσωπος του Peggy Notebaert Nature Museum που βρίσκεται στο Σικάγο των ΗΠΑ.

Η συχνότητα των συσπάσεων του τυμβαλικού μυός κυμαίνεται από 120 έως 480 φορές το δευτερόλεπτο. Είναι αρκετά γρήγορη, ώστε να ακούγεται συνεχής ο ήχος στο ανθρώπινο αυτί. Αυτός μπορεί να φτάσει και τα 120 ντεσιμπέλ. Είναι το επίπεδο ήχου που παράγει ένα αλυσοπρίονο.

Δεν ξέρω αν ξέρεις αλλά οι ήχοι που είναι ευχάριστοι στο ανθρώπινο αυτί έχουν ως όριο τα 85 ντεσιμπέλ. Σου έχω και μια πληροφορία-έκπληξη: όταν ακούς έντονα το τερέτισμα, ανήκει σε αρσενικά και με αυτόν τον τρόπο προσελκύουν τα θηλυκά για ζευγάρωμα. Εκείνα κροταλίζουν τα φτερά τους όταν τους αρέσει ένα συγκεκριμένο «τραγούδι» και παράγουν έναν πιο «χαμηλό» τόνο, όπως ανταποκρίνονται στις κλήσεις.

Ζευγαρώνουν, αφήνουν τα (από 200 έως 400) αυγά τους κάθε Ιούλιο και Αύγουστο και πέντε εβδομάδες μετά οι γονείς πεθαίνουν. Ένας άλλος λόγος που τραγουδούν τα τζιτζίκια είναι για να ενημερώσουν επί ενός κινδύνου. Αυτό που βγαίνει από μέσα τους, επηρεάζεται από τις καιρικές συνθήκες. Λατρεύουν τη ζέστη και τον ήλιο, όχι όμως τον καύσωνα. Αυτός τους κάνει να σιγήσουν.

Ας δούμε και άλλους λόγους που θα σε βοηθήσουν να τα εκτιμήσεις και να μάθεις να απολαμβάνεις το τραγούδι τους.

  1. Αν και έχουν αρκετά μεγάλο μέγεθος για έντομα (2-5 εκατοστά) είναι δύσκολο να τα εντοπίσει κανείς, γιατί το χρώμα τους είναι παρόμοιο με το χρώμα των κορμών των δέντρων. Έχουν πεπλατυσμένο σώμα, κοντό και πλατύ κεφάλι, πέντε μάτια (δυο μεγάλα και τρία μικρότερα που είναι βοηθητικά). Τα φτερά τους είναι φτιαγμένα από λεπτή διαφανή μεμβράνη και τα πόδια λεπτά και μακριά.
  2. Κατέχουν το ρεκόρ για τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από οποιοδήποτε άλλο έντομο στη Βόρεια Αμερική. Τα λεγόμενα περιοδικά τζιτζίκια περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους υπόγεια και είναι από 13 έως 17 έτη, ανάλογα με το είδος. Τα ετήσια τζιτζίκια ζουν από 2 έως 5 χρόνια. Ο λόγος παραμένει «ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια του κόσμου των εντόμων» σύμφωνα με το Τμήμα Εντομολογίας του Virginia Tech -έπειτα από μελέτη του 2020. Εν τω μεταξύ, επειδή η κλιματική αλλαγή επεκτείνει την περίοδο ανάπτυξης των δέντρων σε εύκρατες περιοχές, μπορεί να κάνει τα τζιτζίκια να αναπτυχθούν ταχύτερα.
  3. Αφότου περάσουν τα πρώτα χρόνια της ζωής τους υπόγεια, αναδύονται ως ενήλικα μόνο για λίγες εβδομάδες προκειμένου να ζευγαρώσουν. Είναι η μόνη φορά που εμφανίζονται δίπλα μας. Το θηλυκό γεννά τα αυγά (από τα οποία βγαίνουν οι προνύμφες προς το τέλους του καλοκαιριού) μέσα σε τρύπες που κάνει πάνω στους μαλακούς βλαστούς του δέντρου.
  4. Μετά 6 έως δέκα εβδομάδες, οι νύμφες εκκολάπτονται και πέφτουν στο έδαφος. «Τρυπώνουν» μέσα σε αυτό και προσκολλώνται σε ρίζες δέντρων, όπου τρέφονται από το χυμό τους. Δεν προκαλούν σημαντική ζημιά σε υγιή δέντρα. Απομυζούν χυμό με στόμιο που μοιάζει με έμβολο.
  5. Όταν ολοκληρώνεται η περίοδος αδράνειας, αναδύεται και σκαρφαλώνει στον κορμό του δέντρου, πριν ρίξει τον εξωσκελετό. Η ανάδυση συμβαίνει μαζικά, σε τεράστιους αριθμούς-, ως στρατηγική επιβίωσης του είδους. Επειδή δεν έχουν δόντια ή δηλητήριο ή τρόπο να τσιμπήσουν όσους τα απειλούν (δεν είναι καν καλά στο πέταγμα), γίνονται υπερβολικά θορυβώδη.
  6. Κατά τη μαζική αυτή ανάδυση που κρατάει μακριά τους θηρευτές (αρσενικές και θηλυκές σαρκοβόρες μύγες, πουλιά, σκίουρος μέχρι και σκύλους -που εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να φάνε εκατοντάδες τζιτζίκια μαζί) το δέντρο μπορεί να στρεσαριστεί εάν είναι ήδη αποδυναμωμένο από ασθένειες ή ξηρασία.
  7. Γενικά, υπάρχουν 15 γόνοι περιοδικών τζιτζίκων. Ο καθένας έχει το δικό του πρόγραμμα ανάδυσης. Μερικοί βγαίνουν στην επιφάνεια κάθε 13 χρόνια. Άλλοι κάθε 17 χρόνια. Σημείωσε και ότι διαφορετικά είδη τζιτζικιών προτιμούν διαφορετικές ώρες της ημέρας για το τραγούδι τους. Το καθένα από τα 3.000 περίπου είδη, έχει ξεχωριστό ήχο.
  8. Εν αντιθέσει με τις ακρίδες που επίσης έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής και κάνουν μαζικές αναδύσεις, τα τζιτζίκια δεν σχηματίζουν τεράστια σμήνη που καταστρέφουν καλλιέργειες. Τουναντίον, είναι ακίνδυνα για τα φυτά.
  9. Κάποιοι λαοί χρησιμοποιούν εδώ και αιώνες ως έδεσμα το έντομο αυτό, καθώς είναι καλή πηγή πρωτεΐνης. Αν όμως, έχεις αλλεργία στα οστρακοειδή καλό είναι να αποφύγεις την κατανάλωση τους, καθώς σχετίζονται με τις γαρίδες και τους αστακούς.
  10. Είναι φύσει αδύνατο να σε δαγκώσουν, αφού δεν έχουν δόντια ή κυνόδοντες. Τα στοματικά τους μέρη είναι προσαρμοσμένα για την απορρόφηση χυμού από ρίζες δέντρων.

Bonus: Ένα μύκητας κάνει ζόμπι τα τζιτζίκια

Κατά το Vox «τα περισσότερα ζώα τρώνε τζιτζίκια επειδή τα βρίσκουν πρόχειρα. Υπάρχει ωστόσο, ένα είδος που λατρεύει τα περιοδικά τζιτζίκια. Είναι ο μύκητας Massospora cicadina.

Η στρατηγική του είναι να διαστροφική: τα σπόρια του που είναι αδρανοποιημένα για χρόνια στο έδαφος, μολύνουν τα τζιτζίκια μετά την ανάδυση τους. Ακολούθως, αναπτύσσεται στην κοιλιά των εντόμων και εκρήγνυται στο πίσω άκρο τους, προκαλώντας πτώση των γεννητικών τους οργάνων.

Τα μολυσμένα από το μύκητα, τζιτζίκια καλούν τα θηλυκά για ζευγάρωμα, όπως επίσης μιμούνται γυναικείους ήχους (βλ. πετάρισμα των φτερών), κάτι που βοηθά στην εξάπλωση της μόλυνσης μέσω της απόπειρας ζευγαρώματος».