Eric Gay / AP
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Μπορεί η Ευρώπη να σταματήσει να αγοράζει πετρέλαιο από τη Ρωσία;

Ποια είναι η σημασία της Ρωσίας στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, πόσο θα επηρεάσει την οικονομία της ένα εμπάργκο στο πετρέλαιο και από ποιες χώρες μπορεί η Ευρώπη να προμηθευτεί ορυκτά καύσιμα;

Τόσο οι ΗΠΑ όσο και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, στην προσπάθειά τους να ασκήσουν πίεση στη ρωσική κυβέρνηση εν μέσω της εισβολής στην Ουκρανία, αποφάσισαν να μειώσουν την αγορά ορυκτών καυσίμων από τη Ρωσία. Η υπουργός εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Liz Truss, πρότεινε στα υπόλοιπα έξι κράτη – μέλη της G7 (ΗΠΑ, Καναδάς, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία) να επιβάλουν αυστηρούς περιορισμούς στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικά αερίου από τη Ρωσία.

Μπορεί, όμως, να λειτουργήσει μια τέτοια τακτική εναντίον της Ρωσίας και πώς πρόκειται να επηρεαστούν οι διεθνείς αγορές πετρελαίου, οι οποίες είναι ήδη ταλαιπωρημένες από τα δύο χρόνια πανδημίας;

Πόσα βαρέλια αργού πετρελαίου παράγει καθημερινά η Ρωσία

Η Ρωσία παράγει καθημερινά σχεδόν 11 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα. Το ήμισυ αυτής της παραγωγής το χρησιμοποιεί για εσωτερική κατανάλωση, ενώ υπολογίζεται πως, μέχρι πρότινος, εξήγαγε στον υπόλοιπο κόσμο 5 έως 6 εκατ. βαρέλια. Αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό αργού πετρελαίου στον κόσμο, πάνω από Σαουδική Αραβία και κάτω μόνο από τις ΗΠΑ.

Από την καθημερινή εξαγωγή ορυκτών καυσίμων, περίπου 2,5 εκατ. βαρέλια καταλήγουν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Πολωνία, η Φιλανδία, η Λιθουανία, η Ελλάδα, η Ρουμανία και η Βουλγαρία, μέσω του αγωγού Druzhba της Λευκορωσίας. Πέρα από την Ευρώπη, υπολογίζεται πως 1,6 εκατ. βαρέλια εξάγονται στην Κίνα απευθείας μέσω χερσαίου αγωγού, ενώ εξυπηρετούνται μέσω θαλάσσης Ιαπωνία και Νότια Κορέα.

Πώς θα επηρεαστεί η Ρωσία από το ενεργειακό εμπάργκο

Οι κυρώσεις κατά της πετρελαϊκής βιομηχανίας των Ρώσων θα είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο στη χώρα από το εμπάργκο στο φυσικό αέριο καθώς, όπως υποστηρίζει το The Conversation, οι εισπράξεις από το πετρέλαιο είναι πολύ μεγαλύτερες και καίριες για τη βιωσιμότητα της ρωσικής οικονομίας. Αυτό μπορεί να το αντιληφθεί κανείς καλύτερα, εάν αναλογιστεί πως η Ρωσία, μόνο το 2021, κέρδισε περισσότερα από 110 δισ. δολάρια από τις εξαγωγές πετρελαίου, ένα ποσό διπλάσιο συγκριτικά με τα κέρδη από το φυσικό αέριο.

Με δεδομένο πως το πετρέλαιο αποτελεί ένα εύκολα ανταλλάξιμο παγκόσμιο εμπόρευμα, είναι σχεδόν σίγουρο πως το αργό πετρέλαιο της Ρωσίας δε θα πεταχτεί αλλά θα δοθεί σε κάποια χώρα της Ασίας ή της Λατινικής Αμερικής. Ανάμεσα στις χώρες που δεν έχουν ασκήσει εμπάργκο και μπορούν να εισάγουν κανονικά ορυκτά καύσιμα είναι η Ινδία, η Ταΐλάνδη, η Κούβα και η Βενεζουέλα. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως η Ρωσία δε θα μπει σε μπελάδες.

Όπως επισημαίνει το βρετανικό μέσο, αμέσως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Ινδία αγόρασε ρωσικά φορτία αργού πετρελαίου που βρίσκονταν ήδη στη θάλασσα με πολύ χαμηλότερη τιμή από τη συνηθισμένη. Αυτό είναι κάτι που δεν παρατηρείται για πρώτη φορά, καθώς τόσο στην περίπτωση της Βενεζουέλας όσο και σε εκείνη του Ιράν, οι τιμές του πετρελαίου που εξήγαγαν μειώθηκαν αισθητά μετά την επιβολή διεθνών περιορισμών. Άρα το πρόβλημα για τη ρωσική οικονομία δεν είναι πού θα δώσει το πετρέλαιο αλλά σε ποια τιμή.

Μπορούν τα ευρωπαϊκά κράτη να βρουν άλλες πηγές πετρελαίου;

Και σε αυτή την περίπτωση, η εισαγωγή πετρελαίου θεωρείται πιο εύκολη συγκριτικά με εκείνη του φυσικού αερίου, το οποίο χρειάζεται σύνθετη διαδικασία για να μεταφερθεί και να χρησιμοποιηθεί από τη χώρα στην οποία καταλήγει. Ποιες χώρες, όμως, θα μπορούσαν να καλύψουν αυτό το κενό; Σύμφωνα με το The Conversation, τα κράτη που μπορούν να συνδράμουν είναι οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ινδία και χώρες της Μέσης Ανατολής. Κανείς δε γνωρίζει βέβαια αν η Κίνα και η Ινδία είναι πρόθυμες να βοηθήσουν σε αυτή την προσπάθεια.

Η μεγάλη ανησυχία όλων, όμως, είναι εάν και κατά πόσο οι τιμές του αργού πετρελαίου θα αυξηθούν παγκοσμίως. Αυτό, όμως, μένει να αποδειχτεί μέσα στο άμεσο χρονικό διάστημα,  με την ενεργειακή διπλωματία, πια, να αποκτά καίριο ρόλο στις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία.