Η πόλη της Αμερικής που φλέγεται αδιάκοπα από το 1962
Κι όμως, εδώ και πάνω από μισό αιώνα, μια φωτιά που δεν λέει να σβήσει διαλύει μία άλλοτε ακμάζουσα πόλη των Ηνωμένων Πολιτειών.
- 16 ΙΟΥΛ 2022
Τον Μάιο του 1962, το δημοτικό συμβούλιο της Centralia στην Pennsylvania είχε συνεδριάσει για να συζητήσει για τη νέα της χωματερή. Νωρίτερα μέσα στο ίδιο έτος η πόλη είχε κατασκευάσει έναν λάκκο βάθους 15 μέτρων με τη μισή, περίπου, έκταση ενός γηπέδου αμερικανικού ποδοσφαίρου, με στόχο να αντιμετωπίσει την παράνομη ρίψη απορριμμάτων. Ο χώρος, όμως, είχε ήδη γεμίσει ως τον εορτασμό του Memorial Day και έπρεπε να καθαριστεί.
Η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ήταν η προφανής ως λύση. Θα έκαιγαν τη χωματερή. Η πυροσβεστική επένδυσε τον λάκκο με ένα άκαυστο υλικό ώστε να περιοριστεί η φωτιά και στις 27 Μαΐου έβαλε μπρος. Αφού το περιεχόμενο έγινε στάχτη, η υπόλοιπη χόβολη περιλούστηκε με νερό. Δύο μέρες αργότερα όμως, οι κάτοικοι είδαν ξανά φλόγες. Και μία εβδομάδα αργότερα, τα ίδια. Οι πυροσβέστες της Centralia, ερευνώντας από πού μπορεί να προερχόταν η φωτιά στην πόλη, χρησιμοποίησαν μπουλντόζες και τσουγκράνες για να εντοπίσει τις φλόγες και τελικά ανακάλυψαν την αιτία.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, η πόλη διέθετε 14 ενεργά ανθρακωρυχεία και 2.500 κατοίκους. Μέχρι τα 1960s τα ορυχεία είχαν εγκαταλειφθεί και η ακμή της Centralia είχε περάσει, όμως ακόμα και έτσι πάνω από 1.000 άνθρωποι την αποκαλούσαν σπίτι τους. Αυτό όμως δεν θα διαρκούσε για πολύ.
Σύντομα οι κάτοικοι άρχισαν να παραπονιούνται για δυσάρεστες οσμές στα σπίτια και τις επιχειρήσεις τους και έτσι το δημοτικό συμβούλιο έφερε έναν επιθεωρητή ορυχείων για να ελέγξει τον καπνό. Ο ειδικός διαπίστωσε πως τα επίπεδα μονοξειδίου του άνθρακα ήταν πράγματι ενδεικτικά μίας πυρκαγιάς σε ορυχείο και αμέσως μετά εστάλη μία επιστολή στην Lehigh Valley Coal Company (LVCC) δηλώνοντας πως μία «φωτιά άγνωστης προέλευσης» έκαιγε κάτω από την πόλη τους.
Το συμβούλιο, το LVCC και η Susquehanna Coal Company, στην οποία ανήκει το ανθρακωρυχείο στο οποίο έκαιγε τώρα η φωτιά, συναντήθηκαν για να συζητήσουν τον τερματισμό της πυρκαγιάς όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και οικονομικά. Όλες οι προσπάθειες μέχρι και σήμερα ωστόσο έχουν σταθεί ανεπιτυχείς.
Η πρώτη απόπειρα περιελάμβανε ανασκαφές κάτω από την πόλη. Οι αρχές της Pennsylvania σχεδίαζαν να σκάψουν χαρακώματα για να ανυψωθούν οι φλόγες και να τις σβήσουν από την επιφάνεια. Οι υπεύθυνοι όμως είχαν υποτιμήσει την ποσότητα γης που θα έπρεπε να ανασκαφεί και έτσι η χρηματοδότηση τελείωσε γρήγορα.
Το δεύτερο σχέδιο περιελάμβανε το σβήσιμο της πυρκαγιάς με τη χρήση ενός μείγματος από θρυμματισμένο βράχο και νερού, όμως οι ασυνήθιστα χαμηλές θερμοκρασίες εκείνη την εποχή είχαν προκαλέσει όχι μόνο το πάγωμα του νερού αλλά και της ίδιας της μηχανής αλέσματος της πέτρας. Την ίδια στιγμή κιόλας που η διαθέσιμη ποσότητα του μείγματος είχε κριθεί ανεπαρκής για να γεμίσει πλήρως τα ορυχεία.
Η απόφαση δεν ήταν απλώς να γεμίσουν μόνο τα μισά της περιοχής αφήνοντας έτσι άφθονο χώρο στις φλόγες για να κινηθούν, αλλά τελείωσε και η χρηματοδότηση του έργου που είχε ούτως ή άλλως ξεπεράσει τον προϋπολογισμό κατά σχεδόν 20.000 δολάρια. Η φωτιά είχε ως τότε εξαπλωθεί σε πάνω από 200 μέτρα.
Ο παραλογισμός αυτός όμως, μέχρι τη δεκαετία του 1980, δεν είχε εμποδίσει τους κατοίκους να ζουν την καθημερινότητά τους στην πόλη, πάνω από ένα έδαφος που άχνιζε. Έβρισκαν την καλή πλευρά κιόλας στην αέναη πυρκαγιά, όπως ότι μπορούσαν να καλλιεργούν ντομάτες καταμεσής του χειμώνα ή πως δεν χρειαζόταν πια να φτυαρίζουν το πεζοδρόμιο όταν χιόνιζε.
Οι πιο σοβαρές επιπτώσεις όμως δεν μπορούσαν να κρυφτούν κι αυτές κάτω από έδαφος. Οι κάτοικοι άρχισαν να λιποθυμούν στα σπίτια τους από δηλητηρίαση μονοξειδίου του άνθρακα, το έδαφος γινόταν στάχτη, τα δέντρα πέθαιναν και οι δρόμοι άρχισαν να υποχωρούν.
Αποκορύφωμα ήταν η Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου το 1981, όταν μία καταβόθρα άνοιξε κάτω απ’ τα πόδια ενός 12χρονου παιδιού που επέζησε μόνο και μόνο επειδή κατάφερε να κρατηθεί από τη ρίζα ενός δέντρου πριν τον τραβήξει πάνω ο ξάδερφός του.
Μέχρι το 1983 η Pennsylvania είχε ξοδέψει πάνω από 7 εκατομμύρια δολάρια προσπαθώντας να σβήσει τη φωτιά και η ζωή ενός παιδιού είχε σωθεί στο παρά πέντε. Η ώρα να εκκενωθεί η πόλη είχε έρθει και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα ξόδευε 42 εκατομμύρια δολάρια για να αγοράσει την πόλη, να κατεδαφίσει τα κτίριά της και να μετεγκαταστήσει τους κατοίκους της. Κάποιοι όμως δεν ήθελαν να φύγουν. Τη δεκαετία που θα ακολουθούσε οι νομικές μάχες έγιναν κανονικότητα, και η τοπική εφημερίδα μάλιστα δημοσίευε μία εβδομαδιαία λίστα με όσους το έβαζαν κάτω και έφευγαν.
Ως το 1993 οι 63 κάτοικοι που είχαν παραμείνει στην πόλη θα θεωρούνταν επισήμως καταληψίες στα ίδια τους τα σπίτια και το 1999 το video game για το PlayStation Silent Hill θα εμπνεόταν από τη Centralia πριν διασκευαστεί και για τον κινηματογράφο.
Η πόλη ωστόσο εξακολουθούσε να έχει συμβούλιο και δήμαρχο, και πλήρωνε τους και λογαριασμούς της. Το 2013 μάλιστα, οι τότε λιγότεροι από 10 τον αριθμό κάτοικοι – πλέον είναι πέντε – είχαν κερδίσει έναν διακανονισμό εναντίον του κράτους, με τον καθένα από αυτούς να κερδίζει από 349.500 δολάρια και την ιδιοκτησία της περιουσίας τους μέχρι να φύγουν από τη ζωή, οπότε και αυτή θα περιέλθει στην Pennsylvania που θα μπορεί να την κατεδαφίσει.
Όσο για την πυρκαγιά, οι ειδικοί εκτιμούν πως κάτω από την Centralia υπάρχει αρκετός άνθρακας ώστε να την τροφοδοτεί για τουλάχιστον 250 χρόνια ακόμα.