© Vaggelis Kousioras / AP
ΠΛΗΜΜΥΡΕΣ

Τα πρώτα (απελπιστικά) νούμερα για την καταστροφή στη Θεσσαλία

Κάτω από το νερό βρίσκεται έκταση που αναλογεί στο 1/5 της Περιφέρειας Αττικής, χιλιάδες κόσμου αγωνιούν για την επιβίωσή τους, ενώ για να επανέλθει ο θεσσαλικός κάμπος θα χρειαστεί τουλάχιστον μια πενταετία.

Κανείς δε θέλει να γίνει μάντης κακών ειδήσεων, αλλά τα σημάδια δείχνουν ευθέως εθνική τραγωδία – άγνωστος παραμένει ο αριθμός των αγνοούμενων, άγνωστο παραμένει πόσα από τα σπίτια που κατέρρευσαν από την πίεση του νερού δεν είχαν πρώτα εκκενωθεί, άγνωστο παραμένει επίσης πόσοι από τους χωριανούς που κατάφεραν να προφυλαχθούν σε πρώτη φάση από την πλημμύρα (π.χ. ανεβαίνοντας στις στέγες των σπιτιών), τελικά άντεξαν την υποθερμία, τη λειψυδρία και γενικά την πρωτόγνωρη κακουχία, μέχρι να καταφθάσουν οι δυνάμεις απεγκλωβισμού του κράτους.

Εκ των πραγμάτων, δεν μπορεί να γίνει απολογισμός μέχρι να πέσει η στάθμη του νερού και να αποκαλυφθεί το τοπίο που έμεινε πίσω. Και προς το παρόν, το ντόμινο της καταστροφής συνεχίζεται: με την υπερχείλιση του Πηνειού, νέα χωριά υποχρεώθηκαν σε εκκένωση, φράγματα έσπασαν, γέφυρες έπεσαν και κόπηκαν δρόμοι σύνδεσης, με αποτέλεσμα να ξεκινά ένας καινούργιος γύρος κινδύνου, αλλά και πίεσης για τις δυνάμεις απεγκλωβισμού.

Αλλά υπάρχουν μερικά πρώτα δεδομένα σε αριθμούς, τόσο από τις δορυφορικές παρατηρήσεις όσο και τις τοποθετήσεις ειδικών εμπειρογνωμόνων. Αριθμοί που δίνουν μια πρώτη χειροπιαστή εικόνα της καταστροφής στην περιφέρεια της Θεσσαλίας, όπου εντοπίζεται το επίκεντρο των πλημμυρικών φαινομένων της κακοκαιρίας Daniel.

Πρόκειται για ένα φαινόμενο που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, κάθε πρόβλεψη, υπερκαλύπτοντας τους χάρτες πλημμύρας που είχε εκδώσει το Υπουργείο Περιβάλλοντος το 2019 (σε συνεργασία με την ΕΕ), μαζί με τα ανάλογα σχέδια διαχείρισης.

 

Τα πρώτα νούμερα αποτίμησης της ανεπανάληπτης καταστροφής

Για τη σφοδρότητα του φαινομένου, αρκεί να αναφέρουμε ότι στον Ιανό του 2020 (του οποίου το επίκεντρο ήταν και πάλι η Θεσσαλία) καταγράφηκαν 400 χιλιοστά βροχής, ενώ στην τωρινή κακοκαιρία καταγράφηκαν 700-900 χιλιοστά βροχής στην ορεινή Μαγνησία – ένας αριθμός ο οποίος είναι συγκρίσιμος με τα ύψη βροχής στις νότιες πλαγιές των Άλπεων. Να επισημάνουμε επίσης ότι καταρρίφθηκε το ρεκόρ ημερήσιου ύψους βροχής στην Ελλάδα με αυτό το νούμερο.

Μέχρι αυτή τη στιγμή, στην περιφέρεια Θεσσαλίας έχουν καταγραφεί κοντά στις 4.500 κλήσεις για απεγκλωβισμόύ.

Η σφοδρότητα αυτή εξέπληξε και τους ειδικούς των κλιματικών φαινομένων, αφού είχαν υπολογίσει μεγαλύτερο διάστημα νηνεμίας από τον κυκλώνα Ιανό έως την επόμενο mega πλημμυρικό φαινόμενο. Τραγική ειρωνεία, η κακοκαιρία εκδηλώθηκε αμέσως μετά τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, με αποτέλεσμα να ενεργοποιηθεί για 2η φορά το ευρωπαϊκό σύστημα «Copernicus» – ένα διαδικτυακό σύστημα γεωγραφικών πληροφοριών, το οποίο ενεργοποιείται μονάχα σε έκτακτες περιπτώσεις.

Τα δορυφορικά δεδομένα από το ραντάρ του ευρωπαϊκού δορυφόρου Sentinel-1 που διαχειρίζεται το Copernicus, δημοσιεύθηκαν σήμερα Παρασκευή (8/9), αποκαλύπτοντας τη γενική εικόνα: Στη Θεσσαλία, κάτω από τη στάθμη του νερού βρίσκονται 720.000 στρέμματα – έκταση η οποία αναλογεί στο 1/5 της Περιφέρειας Αττικής.

Παρατηρώντας τη δορυφορική εικόνα, αντιλαμβάνεσαι ότι Α. η έκταση της Λίμνης Κάρλα επέστρεψε στα δεδομένα πριν την αποξήρανση του 1962, ενώ Β. ότι ο Θεσσαλικός κάμπος έχει μετατραπεί σε απέραντη λίμνη, μεταβάλλοντας προφανώς τη σύσταση του εδάφους. Σύμφωνα με την εκτίμηση του Ευθύμιου Λέκκα, καθηγητή Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ, το έδαφος θα χρειαστεί τουλάχιστον μια πενταετία για να επανέλθει. «Οι αποθέσεις αργίλων και λάσπης σε πάχος μισού μέτρου δε θα επιτρέπουν καλλιέργειες», δήλωσε.

Στην υπολεκάνη του Βόλου, από την άλλη, μια έκταση των 150 τ.χλμ περίπου, καταγράφηκαν συνολικά 150 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού και λάσπης – τα μισά προήλθαν από τις σφοδρές καταιγίδες και τα υπόλοιπα από τα φερτά υλικά του παραλιακού μετώπου. Αυτή τη στιγμή, έχει φύγει ο κίνδυνος και η κατάσταση σταθεροποιείται, αλλά πάνω από 200.000 άνθρωποι παραμένουν χωρίς ρεύμα και υδροδότηση.

Την επόμενη μέρα, αναμένονται αποζημιώσεις από πλευράς Δημοσίου για κατεστραμμένες οικίες, χαμένες αγροτικές παραγωγές, ζημιές επιχειρήσεων όπως και υποδομών (οδικά δίκτυα, φράγματα κ.ο,κ.) – ένα ποσό το οποίο εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει συνολικά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ.