Unsplash
EXPLAINED

Τι είναι και πώς προκαλείται η αλλαντίαση από την οποία πέθανε η Ελληνίδα στη Γαλλία

Η άτυχη 32χρονη γυναίκα έχασε τη ζωή της μέσα σε δύο εικοσιτετράωρα, ενώ 12 ακόμη άνθρωποι νοσηλεύονται, αφού γευμάτισαν στο ίδιο ακριβώς εστιατόριο του Μπορντό. 

Πριν από περίπου ένα 24ωρο έγινε γνωστή η είδηση ότι μία 32χρονη γυναίκα από την Ελλάδα που ζούσε μόνιμα στο Παρίσι, πέθανε λίγες ημέρες αφού είχε γευματίσει σε δημοφιλές εστιατόριο του Μπορντό μαζί με τον σύζυγό της και έναν φίλο τους – και οι δύο δυστυχώς νοσηλεύονται αυτήν τη στιγμή στην εντατική

«Την Κυριακή εμφάνισε συμπτώματα, τα ξημερώματα της Τρίτης πέθανε», δήλωσαν οι γονείς της μιλώντας στην εκπομπή Live News του Mega. Η αιτία του θανάτου της ήταν η προσβολή της από μία σπάνια νόσο, την αλλαντίαση.

«Ζήτησε ιατρική βοήθεια. Πέθανε στο Παρίσι, στο σπίτι της. Δε διέγνωσαν την αλλαντίαση. Αν είχαν κάνει τη διάγνωση, θα είχαν προλάβει», ανέφεραν οι γονείς της άτυχης γυναίκας.

Συνολικά 12 άνθρωποι νοσηλεύονται με συμπτώματα αλλαντίασης, άλλοι πιο βαριά και άλλοι πιο ελαφριά. Όλοι τους είχαν γευματίσει στο ίδιο εστιατόριο, το Tchin Tchin στο Μπορντό, το διάστημα 4-10 Σεπτεμβρίου. 

Σύμφωνα με τις εισαγγελικές αρχές και την αστυνομία που έχουν αναλάβει την υπόθεση, κατανάλωσαν σαρδέλες που είχε αποθηκεύσει σε βάζα ο ιδιοκτήτης.

Όπως ο ίδιος εξήγησε στην εφημερίδα Sud-Ouest, όταν άνοιξε κάποια βάζα με σαρδέλες διαπίστωσε ότι είχαν μια έντονη οσμή και τα πέταξε. Ωστόσο, κάποια άλλα του φάνηκαν εντάξει και τα γι΄ αυτό σέρβιρε το περιεχόμενό τους.

Τι είναι η αλλαντίαση;

Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ, η αλλαντίαση είναι μια σπάνια αλλά σοβαρή παραλυτική νόσος. Προκαλείται από μια νευροτοξίνη η οποία παράγεται από το βακτηρίδιο Clostridium botuiinum και μερικές φορές από στελέχη των βακτηριδίων Clostridium butyricum και Clostridium baratii. 

Υπάρχουν μάλιστα έξι είδη αλλαντίασης: 

  • η τροφιμογενής
  • η βρεφική
  • η εντερική τοξιναιμία των ενηλίκων
  • η τραυματική
  • η ιατρογενής
  • η εισπνευστική

Το Clostridium botulinum είναι ένα Gram (+) βακτηρίδιο που αναπτύσσεται καλύτερα υπό αναερόβιες συνθήκες. Το βακτηρίδιο παράγει σπόρια που του επιτρέπουν να επιβιώνει σε δυσμενείς συνθήκες μέχρι να υπάρξουν κατάλληλες συνθήκες που να επιτρέψουν την ανάπτυξή του. 

Υπάρχουν 7 τύποι αλλαντικής τοξίνης που διαχωρίζονται με τα γράμματα Α, Β, C, D, E, F, G. Μόνο οι τύποι Α, Β, Ε και σπάνια ο F προκαλούν νόσο στον άνθρωπο. Η αλλαντική τοξίνη θεωρείται από τις πιο θανατηφόρες ουσίες. Η μέση θανατηφόρος δόση (lethal dose- LD50) είναι 1 ng τοξίνης ανά χιλιόγραμμο βάρους σώματος.

Τι συμπτώματα έχει;

Η άτυχη γυναίκα νόσησε από την τροφιμογενή αλλαντίαση, που προκύπτει όταν το Clostridium botulinum αναπτύσσεται και παράγει τοξίνη σε τρόφιμο το οποίο στη συνέχεια καταναλώνεται χωρίς να προηγηθεί κατάλληλο μαγείρεμά του ώστε να καταστραφεί η τοξίνη. Αυτή παράγεται συνήθως, σε τρόφιμα ακατάλληλα παρασκευασμένα ή κονσερβοποιημένα, χαμηλής περιεκτικότητας σε αλάτι ή ζάχαρη, χαμηλής οξύτητας, καθώς και σε παστεριωμένα ή ελαφρώς μαγειρεμένα τρόφιμα που δεν έχουν καταψυχθεί, ειδικά σε αυτά σε αεροστεγή συσκευασία (π.χ καπνιστά ψάρια, προϊόντα κρέατος, σάλτσες κ.α). 

Η τοξίνη καταστρέφεται με το βρασμό (85°C για 5 λεπτά ή περισσότερο), ενώ τα σπόρια απαιτούν περισσότερο χρόνο για να καταστραφούν (120Τ για 10 λεπτά ή περισσότερο).

Αρχικά οι ασθενείς παρουσιάζουν αδυναμία, ίλιγγο, θαμπή όραση, ξηροστομία, δυσκολία στην κατάποση και την ομιλία, λόγω της προσβολής των κρανιακών νεύρων από την αλλαντική τοξίνη. 

Τα νευρολογικά συμπτώματα είναι αποτέλεσμα της μυϊκής παράλυσης που προκαλείται από την αλλαντική τοξίνη και περιγράφονται ως «χαλαρή συμμετρική κατιούσα παράλυση». Η παράλυση των αναπνευστικών μυών μπορεί να είναι θανατηφόρα αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως με μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. 

Δεν παρατηρείται πυρετός ή απώλεια συνείδησης. Μπορεί να συνυπάρχουν γαστρεντερικές διαταραχές, όπως ναυτία, εμετός, δυσκοιλιότητα ή σπανιότερα διάρροια.

Τα συμπτώματα στην τροφιμογενή αλλαντίαση ξεκινούν είτε πολύ νωρίς, μέσα σε 6 ώρες από την κατανάλωση μολυσμένης τροφής, είτε αργά έως και 10 ημέρες μετά. Συνήθως, ο μέσος χρόνος επώασης της νόσου είναι 18-36 ώρες. 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση της τροφιμογενούς αλλαντίασης στηρίζεται στην ανεύρεση: 

  • πρώτον, της αλλαντικής τοξίνης στον ορό, στα κόπρανα, στις γαστρικές εκκρίσεις ασθενούς και στο τρόφιμο που ενοχοποιείται για τη μόλυνση 
  • ή δεύτερον, στην ανεύρεση του Clostridium botulinum σε καλλιέργεια γαστρικών εκκριμάτων ή κοπράνων ασθενούς.

Η ανίχνευση του Clostridium botulinum σε ύποπτο τρόφιμο δε θέτει τη διάγνωση της αλλαντίασης δεδομένου ότι οι σπόροι του μικροβίου μπορούν να βρεθούν παντού, εν αντιθέσει με την ανίχνευση τοξίνης στο ύποπτο τρόφιμο που είναι ισχυρά διαγνωστική. 

Στην αλλαντίαση από τραύμα η διάγνωση βασίζεται στην ανεύρεση τοξίνης στον ορό του ασθενή ή στην απομόνωση του αιτιολογικού παράγοντα σε καλλιέργεια τραύματος. Στην εντερική τοξιναιμία των ενηλίκων η διάγνωση στηρίζεται στην ανεύρεση Clostridium botulinum/Γοξνης στα κόπρανα ή σε υλικά βιοψίας.

Ποια η συχνότητα εμφάνισης της νόσου;

Στις ΗΠΑ καταγράφονται περίπου 145 κρούσματα αλλαντίασης κάθε χρόνο. Από αυτά, το 65% είναι κρούσματα βρεφικής αλλαντίασης, το 20% τραυματικής και το 15% τροφιμογενούς αλλαντίασης.

Επιδημίες τροφιμογενούς αλλαντίασης έχουν ξεσπάσει στο παρελθόν στην Ταϊλάνδη το 2006 (κατανάλωση σπιτικών μπαμπού), στην Κίνα το 2007 (κατανάλωση ατελώς συντηρημένου λουκάνικου) και στο Τέξας των ΗΠΑ το 2007 (κατανάλωση κονσέρβας σάλτσας τσίλι).

Υπάρχει θεραπεία;

Συγκεκριμένα για την τροφιμογενή, αλλά και την τραυματική αλλαντίαση, η θεραπεία γίνεται με αντιτοξίνη η οποία μπλοκάρει τη δράση της τοξίνης. Όταν η αντιτοξίνη δοθεί πριν ολοκληρωθεί η παράλυση μπορεί να προλάβει την επιδείνωση και να βραχύνει τον χρόνο αποθεραπείας. Χρήσιμη είναι επίσης η απομάκρυνση της μολυσμένης τροφής από το έντερο είτε με υποκλυσμούς είτε με πρόκληση εμετού. 

Από την άλλη, η αναπνευστική παράλυση που συμβαίνει σε σοβαρή μορφή αλλαντίασης αντιμετωπίζεται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας με τη χρήση αναπνευστήρα για εβδομάδες ή και μήνες.

Στην αλλαντίαση από τραύμα η θεραπεία περιλαμβάνει χειρουργικό καθαρισμό του τραύματος και χορήγηση κατάλληλης αντιμικροβιακής αγωγής, ενώ η βρεφική αλλαντίαση θεραπεύεται με χορήγηση ανθρώπινης ανοσοσφαιρίνης ειδικής για την αλλαντίαση, ενώ απαγορεύεται η χορήγηση αντιτοξίνης σε αυτή την περίπτωση.