© Facebook
EXPLAINED

Τι γνωρίζουμε για τη Μαρία Τσάλλα, την κατάσκοπο από τη Ρωσία με έδρα το Παγκράτι

Η δεύτερη ζωή της Irina Alexandrova Smireva στη χώρα, που μια μέρα εξαφανίστηκε από προσώπου γης και τελικά αποκαλύφθηκε πως εκτελούσε χρέη κατασκόπου για τη Ρωσία.

Τροφή για σασπένς και μυθιστορηματικές αφηγήσεις έχει δώσει στα ελληνικά Μέσα η ανακοίνωση της ΕΥΠ για την αποκάλυψη μιας κατασκόπου ρωσικών συμφερόντων που δρούσε την τελευταία πενταετία στη χώρα – ένα «κορίτσι της διπλανής πόρτας» με κατάστημα ειδών χειροτεχνίας στο Παγκράτι, η οποία συστηνόταν ως φωτογράφος με το όνομα Μαρία Τσάλλα, είχε συνάψει σχέση εδώ, είχε αποκτήσει ελληνική ταυτότητα, και μια μέρα εξαφανίστηκε άξαφνα από προσώπου γης.

Δυο μήνες αργότερα, ενώ εκείνη παραμένει εξαφανισμένη, η ΕΥΠ προχώρησε στη δημοσιοποίηση της υπόθεσης που παρακολουθούσε από καιρό, κάνοντας λόγο για μια «σημαντική αποκάλυψη του τρόπου δράσης και διείσδυσης ξένων υπηρεσιών στη χώρα», ενώ ακόμη παραμένουν ανοιχτά ερωτήματα σχετικά με τον σκάνδαλο των υποκλοπών και τα τρωτά σημεία του πλαισίου λειτουργίας του οργανισμού, ακόμη και μετά την αναθεώρηση με το νέο νομοσχέδιο.

Σε αυτή τη συγκυρία, η αποκάλυψη της κατασκόπου Irina A. S. με το ψευδώνυμο Μαρία Τ. (για την οποία διέρρευσαν αρκετές πληροφορίες) αποτελεί ένα θετικό αντίβαρο στην κοινή συνείδηση για τη δράση του οργανισμού. Από τις ερωταπαντήσεις που ακολουθούν, παρουσιάζουμε συνοπτικά όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής για την υπόθεση.

Πότε και πώς μπήκε στη χώρα η Irina A. S.;
Η Irina Alexandrova Smireva, όπως είναι το πραγματικό όνομα της καταζητούμενης, εισήλθε στην Ελλάδα τουλάχιστον πέντε πριν, χρησιμοποιώντας ένα παραποιημένο διαβατήριο που δήλωνε καταγωγή από τη Λατινική Αμερική, σύμφωνα με πληροφορίες του ΣΚΑΪ. Το 2018 πολιτογραφήθηκε, απέκτησε δηλαδή ελληνική ταυτότητα ως παιδί ομογενών, πρώτα σε δημοτολόγιο εντός της Περιφέρειας Αττικής και έπειτα σε δήμο εκτός αυτής. Μιλούσε άψογα τα Ελληνικά (όπως και τουλάχιστον τέσσερις ακόμη γλώσσες), χτίζοντας έκτοτε το νέο της προφίλ.

Ποιο ήταν το προφίλ της Irina A. S. εντός των ελληνικών συνόρων;
Δήλωνε φωτογράφος και διατηρούσε κατάστημα στο Παγκράτι με είδη χειροτεχνίας και πλεκτικής, υπό την επωνυμία Galazio. Ενώ, όπως αποδείχθηκε απ΄ την έρευνα της ΕΥΠ, κανονικά ήταν παντρεμένη με Ρώσο πράκτορα που δρούσε στη Βραζιλία, στην εδώ ζωή της είχε συνάψει μακροχρόνια σχέση. Το όνομα που είχε υιοθετήσει (Μαρία Τσάλλα), όπως αποκάλυψε ο ANT1, ανήκε στην πραγματικότητα σε βρέφος που απεβίωσε λίγο μετά τη γέννα το 1991 – μια πρακτική πολύ διαδεδομένη στους Ρώσους κατασκόπους της FSB, που είναι ευρέως γνωστοί ως “illegals”.

Σε τι διαφέρει ένας κατάσκοπος του είδους illegal ή αλλιώς «κόκκινο σπουργίτι»;
Πρόκειται για άτομα τα οποία σε πρώτη φάση στρατολογούνται και εκπαιδεύονται (μια αρκετά απαιτητική διαδικασία που υπολογίζεται ότι κοστίζει περί τα 5 εκατομμύρια ευρώ ανά άτομο στο ρωσικό κράτος) και έπειτα τοποθετούνται στις χώρες-στόχους αποκόβοντας κάθε δεσμό με τις ρωσικές υπηρεσίες και χτίζουν το νέο τους προφίλ, ως νόμιμοι πολίτες με κανονική κοινωνική και επαγγελματική ζωή.

Ζουν δηλαδή μια κανονική δεύτερη ζωή;
Ναι, για όσο χρειαστεί. Για παράδειγμα, το 2019, είχαν εξαρθρωθεί 10 illegals από το FBI, που δρούσαν στην Αμερική τρέχοντας σιωπηλά την αποστολή τους για 12 ολόκληρα χρόνια. Μόνος λόγος να αποσυρθούν από τη θέση τους είναι αν κληθούν με ειδικό κωδικοποιημένο μήνυμα, πράγμα που φαίνεται ότι συνέβη και στην περίπτωση της Irina A. S. η οποία «μεταμορφώθηκε» σε Μαρία Τσάλλα.

Γιατί εξαφανίστηκε η Irina A. S. από προσώπου γης;
Το νήμα της υπόθεσης για την αποκάλυψη του κυκλώματος στο οποίο ανήκε και η Irina A. S. ξεκίνησε από τη Σλοβενία, όταν συνελήφθη ένα ανάλογος illegal κατάσκοπος ρωσικών συμφερόντων. Τον Ιανουάριο στάλθηκαν φωτογραφίες κατασκόπων στις μυστικές υπηρεσίες κρατών της Δύσης, ανάμεσα σε αυτές και εκείνη της Irina, με αποτέλεσμα να τακτοποιηθεί με το πρόσωπο της Μαρίας Τσάλλα από την ΕΥΠ.

Την ίδια στιγμή, η αποκάλυψη αυτή είχε γίνει γνωστή στης ρωσικές υπηρεσίες, δίνοντας εντολή για ανάκληση. Έτσι, η ίδια ενημέρωσε πως φεύγει εκτάκτως στο εξωτερικό και δεν επέστρεψε ποτέ. Δυο μήνες αργότερα, βλέποντας ότι δεν πρόκειται να προκύψει κάτι νέο στην υπόθεση, η ΕΥΠ προχώρησε στη δημοσιοποίηση.