Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson
THE DREAMER

Για τον Σωτήρη Τρέχα κάθε πράξη είναι πολιτική

Δηλώνει visual artist, στην πραγματικότητα είναι mutlitasker. Μας μίλησε για τις κοινότητες και τη δύναμή τους, τη φωτογραφία, το περιοδικό Fluffer Everyday και τη σημασία του να αποδέχεσαι τον εαυτό σου.

Αν κυκλοφορείς στο κέντρο της Αθήνας, τότε σίγουρα τον έχεις πετύχει κάπου, αφού είναι μια φιγούρα που δύσκολα περνά απαρατήρητη, ενώ καταπιάνεται με τόσο διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους, που είναι πολύ πιθανό να έχεις παρτάρει μαζί ή να φοράς κάποιο από τα t-shirt που έχει σχεδιάσει. Ο Σωτήρης Τρέχας ή The Dreamer, είναι από τις περσόνες που κάνουν αυτή την πόλη πιο ενδιαφέρουσα.

Γεννημένος στον Βύρωνα, κατάλαβε από νωρίς ότι η καρδιά του ανήκει στο κέντρο της πόλης.

Η ενηλικίωση τον βρήκε φοιτητή στην ΑΣΟΕΕ, καθώς πίστευε ότι το μέλλον του είναι στη διαφήμιση. Πολύ γρήγορα και αφού έκανε ένα πέρασμα από διαφημιστική εταιρεία, κατάλαβε πως δεν μπορούσε να είναι στάσιμος και να προσδιορίζετε από έναν μόνο τίτλο. «Multitasker. Κάπως έτσι θα με περιέγραφα», μου λέει στην αρχή της κουβέντας μας. «Πιο μικρός, η αλήθεια είναι, πως ντρεπόμουν να αυτοπροσδιοριστώ ως καλλιτέχνης, γιατί δεν έχω σπουδάσει τέχνη, αλλά δηλώνω καλλιτέχνης. Visual artist, για την ακρίβεια, που σημαίνει ότι επικεντρώνομαι σε ό,τι έχει να κάνει με την εικόνα. Παράλληλα ασχολούμαι και με το digital marketing, ενώ παίζω μουσική και ως DJ».

Όπως λέει και ο ίδιος, όλη του η ζωή είναι ένα ντόμινο. Από μικρός του άρεσε να ζωγραφίζει και κάπως έτσι στο Γυμνάσιο ξεκίνησε να φτιάχνει μπλουζάκια για τον ίδιο και τους φίλους του. Τα μπλουζάκια εκείνα ήταν ο προπομπός του brand που θα προέκυπτε μερικά χρόνια αργότερα. «Είδα ότι μου τα ζητούσαν και οι φίλοι των φίλων μου και κατάλαβα πως έπρεπε να κάνω μεγαλύτερη παραγωγή και αναπόφευκτα ανακάλυψα τα Meet Market. Μετά έπρεπε να παρουσιάσω τα ρούχα μου online, οπότε έγινα και φωτογράφος, μετά έπρεπε να κάνω ένα event για το brand και κάποιος έπρεπε να παίξει μουσική, οπότε έγινα και DJ».

Ένα ηλιόλουστο μεσημέρι του Απρίλη, βρεθήκαμε στο Neon Raum, εκεί όπου συμβαίνουν όλα τα μαγικά που δημιουργεί ο Σωτήρης και μιλήσαμε για τις κοινότητες και τη σημασία τους, το περιοδικό Fluffer Everyday και την πολύ κουλ Αθήνα.

Το coming out και η σημασία της αποδοχής

Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν τριών. Η μάνα μου είναι η κλασσική Ελληνίδα μάνα, η οποία έπρεπε να ξεπεράσει κάποιους φόβους που της είχε επιβάλλει η πατριαρχία, επειδή όμως έχω την καλύτερη μάνα του κόσμου, ήταν πολύ ανοιχτή στο να καταλάβει πως έπρεπε να αναθεωρήσει κάποια από αυτά που θεωρούσε δεδομένα.

Δε μεγάλωσα με γκέι κόσμο στον κύκλο μου και είχα πολλές απορίες, αλλά όταν μεγάλωσα, είχα την ελευθερία να ψάξω και να δω τι μου αρέσει, όχι μόνο στα σεξουαλικά θέματα, αλλά και στα πολιτικά και σε ό,τι άλλο αφορά την καθημερινή μου ζωή.

Η Αθήνα είναι μια πόλη που σου προσφέρει μεγάλη ελευθερία και με βοήθησε στο να εξερευνήσω πολλά πράγματα, κάτι που δεν ήταν απαραίτητα εύκολο στα 00s. Η γενιά μου δυσκολεύτηκε πολύ με αυτό. Στο σχολείο για παράδειγμα, ήμουν ένα από τα ελάχιστα παιδιά που άκουγαν ξένη μουσική. Προφανώς, και ήμουν η αδερφή του σχολείου γιατί δεν έπαιζα ποδόσφαιρο και έκανα παρέα με κορίτσια. Τότε δεν ήξερα καν τι σημαίνει να είσαι αδερφή, γιατί έβλεπα μόνο ελληνική τηλεόραση και δεν υπήρχαν πρότυπα με τα οποία να μπορούσα να ταυτιστώ.

Γενικά, το coming out και το να είσαι αναπολογητικά ο εαυτός σου, δεν είναι πάντα εύκολο, αλλά είναι σημαντικό. Έχω βρεθεί σε οικογενειακό τραπέζι και με πήρε απόμερα ένας οικογενειακός φίλος να με ευχαριστήσει, γιατί ο τρόπος που είχα εγώ διαχειριστεί το coming out στη μητέρα μου, τον βοήθησε να διαχειριστεί και εκείνος το δικό του. Εκείνη τη στιγμή, όλα τα δάκρυα που έχω χύσει, απέκτησαν νόημα.

Προφανώς, και φοβάμαι ακόμα μερικές φορές να κρατιέμαι από το χέρι με τον φίλο μου ή να φιλιέμαι στους δρόμους, αλλά τώρα δεν υπάρχει γυρισμός. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε ατομικά, αλλά σαν ομάδα, αλλιώς δε θα πάμε πουθενά.

Τα Purple Nights και οι κοινότητες

Παίζω μουσική πάνω από δέκα χρόνια.Έχω υπάρξει μέλος των Yes it does, Sure it does, που ήταν τα πρώτα μεγάλα κινητά πάρτι της Αθήνας. Δεν είχα ανάγκη να παίξω μουσική σε ένα νέο event, είχα όμως την ανάγκη να μαζευτώ κάπου με τους φίλους μου, χωρίς να φοβόμαστε ή να ντρεπόμαστε.

Δε θέλαμε τα Purple Nights να χαρακτηριστούν ως γκέι πάρτι, αλλά θέλαμε να είναι γνωστό πως στα πάρτι αυτά μπορείς να είσαι ο εαυτός σου και να περνάς καλά, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.

Τη φυλή σου την αναζητάς, ειδικά αν έχεις μεγαλώσει σε ένα προάστιο, όπως εγώ. Για πολλά χρόνια δεν αισθανόμουν κομμάτι κάποιας κοινότητας. Πρώτα φορά είδα ότι ανήκω κάπου, όταν ανακάλυψα τι σημαίνει το bear culture.

Στην αρχή με ενδιέφερε η ιδέα της μουσικής, δεν ήθελα απαραίτητα να γίνω DJ και ανακάλυψα πόσο ψυχοθεραπευτικό είναι όλο αυτό. Πολύ γρήγορα όμως, κατάλαβα ότι το καλύτερο κομμάτι του να παίζεις μουσική, είναι να κάνεις τον κόσμο να χορεύει επειδή είναι σε ένα μέρος που αισθάνεται ασφαλής και μπορεί να ξεδώσει.

Purple Nights γιατί τα μωβ είναι τα πιο συνηθισμένα φώτα στα κλαμπ. Επίσης, είναι το χρώμα που προκύπτει από το κόκκινο και το μπλε που είναι δυο αντίθετα χρώματα και ενώνονται. Είναι ένα δυνατό χρώμα που συμβολίζει την queer κοινότητα και επειδή μικρός ντρεπόμουν, αποφάσισα να του δώσω ένα άλλο νόημα μέσα μου.

Πιστεύω ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει. Στο παρελθόν και εγώ ίσως να έχω εκφραστεί ομοφοβικά, αλλά δεν ήξερα. Το θέμα είναι να εξελισσόμαστε και να είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε. Δε γίνεται να απαιτούμε την αλλαγή αν δεν είμαστε πρόθυμοι να συμβάλλουμε σε αυτή. Εφόσον μας ενδιαφέρει ένας άνθρωπος, θα πρέπει να μπορούμε να τον ακούσουμε και να κάνουμε διάλογο και να του επικοινωνήσουμε τα όσα έχουμε μέσα μας. Αν όμως δε θέλει να ακούσει, είναι δικό του θέμα και τότε δεν αξίζει να ασχολείσαι.

Μια κοινότητα μπορεί να είναι αυτόνομη, θα πρέπει όμως να συνυπάρχει στην κοινωνία.

Δε μου αρέσει καθόλου να μιλάω για πολιτικά και δε με νοιάζει να πω τι ψηφίζω, ούτε να μάθω τι ψηφίζει ο διπλανός μου. Κατάλαβα όμως πως ακόμα και ο τρόπος που αναπνέουμε, είναι μια πολιτική πράξη και ειδικά για τους ανθρώπους που προέρχονται από «το διαφορετικό», ο τρόπος που περπατάμε, που ζούμε τη ζωή μας, που συναναστρεφόμαστε τους γύρω μας, είναι η πιο έντονη πολιτική κίνηση που μπορείς να κάνεις. Οπότε ναι, θέλω δε θέλω είμαι πολιτικό ον.

Η Αθήνα και ο The Dreamer

Η Αθήνα είναι η πιο κουλ πόλη στον κόσμο. Τελεία! Δε θέλω να ακούω ότι είμαστε το είμαστε το νέο Βερολίνο. Είμαστε καλύτεροι από κάθε Βερολίνο.

Έχω ταξιδέψει σε πολλά μέρη του κόσμου, έχω παρτάρει σε πολλά μέρη του κόσμου, έχω φίλους παντού. Είμαστε ό,τι καλύτερο και όχι επειδή η μάνα μου μένει δύο στενά πιο κάτω, αλλά επειδή έχουμε αρετές που δύσκολα τις βρίσκεις αλλού.

Ακόμα και ο The Dreamer προέκυψε τυχαία, δεν το επέλεξα. Ξεκίνησα κάποια στιγμή να παίζω με το photoshop, έπαιρνα παλιές φωτογραφίες και τις επεξεργαζόμουν. Κάποια στιγμή βρήκα μια φωτογραφία που ήταν η πρώτη που είχα δει τον εαυτό μου σαν παιδί και μου άρεσα και λέω, «Κοίτα τον. Είναι γεμάτος όνειρα». Και έβαλα το dreamer πάνω στα μάτια. Το αρχείο έμεινε ξεχασμένο για χρόνια, ώσπου κάποια στιγμή το ξέθαψα για κάποιο Meet Market, το χρησιμοποίησα πάλι και μου έμεινε.

Η γέννηση του περιοδικού Fluffer Everyday

Πάντα με ενδιέφερε να κάνω κάτι πιο XXX και όταν άκουσα τη λέξη fluffer ενθουσιάστηκα και είπα θα κάνω κάτι που να έχει σχέση με αυτό. Κάποια στιγμή χρειάστηκε να κάνω κάποιες μεγάλες αλλαγές στη ζωή μου και αποφάσισα μια από αυτές να είναι το Fluffer Everyday. Έχουμε βγάλει ήδη πέντε τεύχη και τώρα ετοιμάζουμε το έκτο.

Είναι ένα τολμηρό project, ειδικά για μια κοινωνία σαν την ελληνική που είναι αρκετά συντηρητική, αλλά εφόσον η μάνα μου και η γιαγιά μου το βρήκαν σέξι, δε φοβήθηκα τίποτα. Όταν είχα ένα ολοκληρωμένο σχέδιο στο μυαλό μου για το πως θα ήθελα να είναι το περιοδικό, πήγα και το έδειξα στη μητέρα μου και θυμάμαι ότι γύρισε στο παράθυρο και γελώντας είπε, «Θεέ μου, γιατί ο γιος μου να μην εμπνέεται από τα συννεφάκια». Μετά βέβαια μου είπε, «ακούγεται σέξι καν’ το» και αυτό ήταν το μόνο που ήθελα να ακούσω.

Για πολλά χρόνια φοβόμουν να μιλήσω και να ανοίξω λίγο την ψυχή μου και όταν συνειδητοποίησα πόσο λυτρωτικό είναι όταν το κάνεις, δε με ένοιαζε τίποτα. Το μόνο που είχα να χάσω ήταν χρόνος από τη ζωή μου.

Επειδή προέρχομαι από ένα πιο ποπ background, με συννεφάκια και ροζ αρκουδάκια, ήταν πιο εύκολο το κοινό να μην το εκλάβει ως πορνό ή κάτι χωρίς ενδιαφέρουσα αισθητική. Ήταν πολύ ευχάριστο να βλέπω τον ενδιαφέρον του κόσμου γι’ αυτό που είχα δημιουργήσει, αλλά και το ίδιο το περιοδικό δεν είναι σκληρό πορνό. Είναι μια πιο erotic προσέγγιση στην πορνογραφία, η οποία έχει να κάνει με τον εκθειασμό της καθημερινότητας. Ο σκοπός μου ήταν να πείσω πως και τα πιο απλά μπορεί να είναι σεξουαλική, χωρίς να είναι εμφανή.

Το ετοίμαζα δύο χρόνια το περιοδικό πριν βγει. Ήθελα να έχω απαντημένες όλες τις πιθανές ερωτήσεις που μπορεί να προέκυπταν. Το δουλεύω όλο μόνος μου. Από τις ιδέες για τα θέματα, μέχρι και τη σακούλα που θα μπει. Αυτός ήταν από την αρχή ο καλύτερος τρόπος που μπορούσα να σκεφτώ, έτσι ώστε να το ευχαριστηθώ και να εξελιχθώ.