Jean-Noel DE SOYE/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Μα καλά, ποιοι πάνε στα μπουζούκια το 2023;

Είναι ο κατεξοχήν ελληνικός τρόπος διασκέδασης. Παρόλα αυτά είναι πολλοί εκείνοι που επιμένουν να αντιμετωπίζουν τις μεγάλες πίστες ως ένα είδος ψυχαγωγίας β' κατηγορίας.

Στο πρώτο δημοσιογραφικό μίτινγκ που συμμετείχα ποτέ, βρέθηκα μάρτυρας μιας αρκετά έντονης συζήτησης για το Γκάζι και την κατάντια του. «Ήρθαν οι σκυλάδες που ανεβαίνουν στα τραπέζια και έκαναν το Γκάζι ένα ατέλειωτο μπουζούκι» είχε πει ένας από τους νέους μου τότε συναδέλφους. Σοφά νομίζω, είχα αποφασίσει να κρατήσω χαμηλό προφίλ και να μην αποκαλύψω ότι ανήκω κι εγώ μάλλον σε εκείνους τους σκυλάδες που απ’ ότι φαίνεται είχαν καταστρέψει ανεπανόρθωτα το κάποτε εναλλακτικό Γκάζι.

Είναι γεγονός πως στο Mέσο που έκανα την πρακτική μου αποτελούσα μάλλον μειοψηφία ως προς τις μουσικές μου επιλογές, ώσπου ένα μεσημέρι στην κουζίνα και αφού είχα εγκλιματιστεί αρκετά με τους ανθρώπους του site, έρχεται μια συνάδελφος και μου λέει, «Καλά έχεις ακούσει το νέο τραγούδι του Stan;». Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως είχα βρει επιτέλους τον άνθρωπό μου σε εκείνη την indie γωνιά των media και πολύ γρήγορα άρχισαν να δίνουν και να παίρνουν τα λινκ με μπουζουκοτράγουδα που ακούγαμε στα ακουστικά μας όσο γράφαμε κάποιο ρεπορτάζ και στέλναμε η μία στην άλλη.

Οι συζητήσεις για τα μπουζούκια δε σταμάτησαν σε εκείνο το πρώτο μίτινγκ. Επιστρέψαμε και άλλες φορές στο θέμα. Κάποια άλλη στιγμή μιλούσαμε για τον χαμό που είχε προκαλέσει μια συναυλία των Arctic Monkeys -αν θυμάμαι σωστά- και εγώ το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν πως το βρετανικό συγκρότημα δε θα μπορούσε ποτέ να γεμίσει 7 στα 7 το FEVER επί σειρά μηνών, όπως έκαναν η Άννα Βίσση και η Καίτη Γαρμπή στις αρχές των 00s. Αυτό νομίζω το είχα πει και δυνατά. Πρέπει να είχαμε γελάσει.

Είναι γεγονός πως το θέμα μπουζούκια είναι κάτι που πολλοί αντιμετωπίζουν υποτιμητικά και κοιτούν αφ’ υψηλού όσους τα επιλέγουν για τη διασκέδασή τους. Είναι στην καλύτερη παρεξηγημένα και δεν είναι λίγοι εκείνοι που αρνούνται κατηγορηματικά να τους δώσουν μια ευκαιρία. Το ξέρω γιατί κάποτε ανήκα και εγώ σε αυτούς. Δεν ήθελα να χαρακτηριστώ ως μπουζουκόβια, μην τυχόν και με περάσουν για απαίδευτη, παρόλο που όσες φορές κι αν είχα πάει, είχα διασκεδάσει ομολογουμένως πολύ. Κάποια στιγμή ωρίμασα και το αποκρυστάλλωσα μέσα μου. Είδα ότι οι μουσικές μου επιλογές δεν ορίζουν ούτε τη μόρφωσή μου, ούτε το επίπεδό μου.

«Μα καλά ποιοι πάνε στα μπουζούκια το 2023;» με ρώτησε πρόσφατα ένα γνωστός όταν του ανέφερα πως είχα πάει σε ένα από τα σχήματα της Πειραιώς για το μπάτσελορ μιας φίλης. Σκεφτόμουν για μέρες την ερώτηση αυτή και είπα να μάθω ποιοι είναι τελικά εκείνοι που τα προτιμούν για τη διασκέδασή τους. Είναι τόσο μονοδιάστατοι όσο πιστεύουν εκείνοι που δηλώνουν δυνατά ότι απεχθάνονται αυτόν τον τόσο ελληνικό τρόπο διασκέδασης. Με ένα μικρό ψάξιμο στα social media ανακάλυψα αρκετούς διαδικτυακούς και όχι μόνο, φίλους που είχαν επισκεφτεί κάποια πίστα τελευταία και αποφάσισα να τους ρωτήσω τι είναι αυτό που τους κάνει να πηγαίνουν στα μπουζούκια.

«Πρώτη φορά πήγα στα μπουζούκια με το σχολείο στο Λύκειο σε μία χοροεσπερίδα. Δεν ήταν ό, τι καλύτερο για τους γονείς μου που απέχουν πολύ από την κουλτούρα των μπουζουκιών και η αλήθεια είναι ότι δε με άφηναν να μένω σε όλο το πρόγραμμα. Οριακά προλάβαινα να δω όλους τους τραγουδιστές που ήταν στην αφίσα.

Από δική μου επιλογή η πρώτη φορά που πήγα στα μπουζούκια ήταν στον Μαζωνάκη τη βραδιά που τελείωναν οι Πανελλήνιες στη Γ’ Λυκείου το 2007. Μου φαίνεται σαν να είναι μία άλλη ζωή. Το μόνο μας άγχος ήταν τι θα φορέσουμε το βράδυ για το πρώτο ξέφρενο γλέντι πριν τις πρώτες καλοκαιρινές διακοπές της ενηλικίωσης. Η λέξη κρίση δεν είχε μπει ακόμα στο λεξιλόγιό μας. Μετά άλλαξαν πολλά. Όπως η σχέση μου με τα μπουζούκια τα οποία για πολλά χρόνια μετά απεχθανόμουν.

Σε διαφορετικές ηλικίες και φάσεις της ζωής μου με κεντρίζουν διαφορετικά πράγματα. Στον λίγο ελεύθερο χρόνο που μου μένει πλέον προτιμώ να διασκεδάζω με ταξίδια ή μικρές εξορμήσεις. Σε καθημερινή βάση η συνάντηση γύρω από ένα τραπέζι είναι ο βασικός τρόπος που προτιμώ να επικοινωνώ. Ως προς τη μουσική, σ’ ένα 24ωρο μου, το πρωί μπορεί να ξυπνήσω και να ακούσω Άννα Βίσση, να συνεχίσω με Παύλο Παυλίδη την ώρα που δουλεύω, το απόγευμα να πάω να ακούσω όπερα στο Ολύμπια και το βράδυ να πω στην Google assistant να παίξει χαλαρωτική τζαζ για να κοιμηθώ. Η ζωή μας τα έχει όλα. Και με τον παίδαρο και με το Μέγαρο, συνηθίζω να λέω.

Στα μπουζούκια επέστρεψα μετά από μεγάλο διάστημα αποχής, μετά την καραντίνα. Τίμησα αρκετές φορές τον Γιώργο Μαζωνάκη στην Αθήνα και την Άννα Βίσση στην Θεσσαλονίκη και αν και δεν με χαρακτηρίζεις θαμώνα των μπουζουκιών, σίγουρα αν το προτείνει η παρέα θα ακολουθήσω. Στην πραγματικότητα μπορεί να τους ξεσηκώσω κι εγώ. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι ότι χορεύεις δίχως αύριο. Δεν ξέρω πολλά μέρη να μας έχουν απομείνει και να το προσφέρουν αυτό. Και τι να σας πω; Εγώ τελικά τον άντρα της ζωής μου στον Μαζωνάκη τον έριξα.

Ναι, και ήμουν κι εγώ σε αυτήν την κατηγορία που απεχθανόμουν όλη την κουλτούρα των μπουζουκιών ειδικά τα χρόνια της κρίσης. Κάποια στιγμή όμως έτυχε να πάω και ξανασκέφτηκα κάπως τα πράγματα: Ο καθένας έχει δικαίωμα να διασκεδάσει με ό, τι του κάνει κέφι. Και η αλήθεια είναι ότι στα μπουζούκια κέφι υπάρχει πολύ. Αυτό λοιπόν φτάνει και περισσεύει. Ακόμα κι αν είσαι αρνητικά προκατειλημμένος, αν για κάποιον λόγο τελικά βρεθείς στα μπουζούκια με καλή παρέα, θα βρεθεί ο τρόπος να φτιάξεις τη διάθεσή σου. Άσε σπίτι τη σοβαροφάνεια και πέρνα καλά.

Όσο για τους πολέμιους, εσείς με τί χωρίζετε, αλήθεια;» -Μελπομένη, 33 ετών, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων 

μπουζούκια © Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

«Δε θυμάμαι ακριβώς πότε ήταν η πρώτη φορά που πήγα στα μπουζούκια. Ίσως, να ήμουν και αρκετά μικρός και να με είχαν σύρει οι γονείς μου. Συνειδητά όμως, θυμάμαι να πήγα πρώτη φορά εκεί γύρω στα 20. Έκανε εκδήλωση μια από τις φοιτητικές παρατάξεις που υπήρχαν στο πανεπιστήμιο και είχα πει πως θα πάω γιατί μου άρεσε ένα από τα κορίτσια που ανήκαν στην παράταξη. Στο σχήμα πρώτο όνομα ήταν ο Ρουβάς, τους υπόλοιπους δεν τους θυμάμαι.

Μετά από αυτή τη βραδιά πέρασαν πολλά χρόνια για να ξαναπάω. Ήμουν κι εγώ από εκείνους που τα σνόμπαρα, δε θα κρύψω όμως πως θα ήθελα να έχω ακούσει ζωντανά τον Δημήτρη Μητροπάνο.

Παρόλο που δεν έχω συγκεκριμένα μουσικά ακούσματα, προτιμούσα πάντα τις συναυλίες, επειδή όμως οι άνθρωποι που έχω επιλέξει για φίλους μου, ακούνε στην πλειοψηφία τους λαϊκά, αποφάσισα μετά την καραντίνα να τους ακολουθώ όταν μου προτείνουν να πάμε στα μπουζούκια. Στο κάτω-κάτω η παρέα είναι που μετράει.

Δε θα πω ότι μου έχουν αρέσει όλα τα σχήματα που είδα ή ότι πέρασα σε όλα εξίσου καλά, οφείλω να παραδεχτώ όμως πως έχω πιάσει τον εαυτό μου να ξέρει πολλά περισσότερα τραγούδια απ’ ότι περίμενα.

Όσο για εκείνους που επιμένουν να τα κοιτούν αφ’ υψηλού, θα πω απλά να χαλαρώσουν και να αφήσουν τον κόσμο να διασκεδάζει με ό, τι τον κάνει χαρούμενο». –Νικόλας, 37 ετών, λογιστής

—————————————————-

«Πρώτη φορά πήγα στα μπουζούκια στο Λύκειο, με το φροντιστήριο, δεν ξέρω αν συμβαίνει ακόμα αλλά στην εποχή μου (που δεν τη λες και πολύ πίσω) συνηθίζονταν αυτού του είδους οι χοροεσπερίδες. Φυσικά και δεν θα το έχανα, στα δεκαέξι, ξενύχτι μακριά από το σπίτι με τους φίλους μου θα έκανα παντού, και μέταλ live να μου πρότειναν ναι θα έλεγα. Έχω να λέω πάντως πως έχω δει την Πέγκυ Ζήνα να βγαίνει πάνω σε ένα τραπέζι που το πηγαινοέφερναν στη σκηνή τέσσερις χορευτές και να ερμηνεύει το “eye of the tiger”. Αψυχολόγητη επιλογή κομματιού, σίγουρα όμως δεν θα την ξεχάσω ποτέ.

Πλέον, δεν είναι ότι τα επιλέγω ακριβώς τα μπουζούκια, ούτε θα το κυνηγήσω, αλλά αν βρεθεί εκείνη η παρέα με την οποία ξέρω πως θα περάσουμε εγγυημένα καλά τότε είμαι σίγουρα μέσα. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζω τα τελευταία χρόνια δεν είναι με τον τρόπο διασκέδασης στα συγκεκριμένα μαγαζιά αλλά με αρκετούς από τους γνωστούς τραγουδιστές τους οι οποίοι έχουν προβεί σε ρατσιστικές, ομοφοβικές, σεξιστικές δηλώσεις και ακροδεξιά παραληρήματα. Σε ένα μέρος που τραγουδάει κάποιος ή κάποια που έχει εκφράσει δημόσια απόψεις οι οποίες με βρίσκουν απέναντι δεν πρόκειται να πάω ούτε για μισό ποτό. Το ίδιο βέβαια ισχύει για μένα για τους καλλιτέχνες όλου του μουσικού φάσματος, όσα και αν έχουν προσφέρει. Δεν μπορώ να διαχωρίσω τον καλλιτέχνη από τον άνθρωπο το 2023, δεν θα ακούσω Morrissey.

Πρόσφατα μου έβαλαν το δίλημμα “τέκνο ή μπουζούκι” και τελικά βρέθηκα εντελώς αυθόρμητα στη λήξη ενός σχήματος στη Θεσσαλονίκη. Ακριβώς επειδή η παρέα είχε τη διάθεση να διασκεδάσει -κάποια μέλη της μάλιστα είχαν κάνει και μερικά χιλιόμετρα παραπάνω για να φτάσουν εκεί- πέρασα και εγώ φανταστικά.

Τώρα πια συνηθίζω να διασκεδάζω σε μπαρ και στα πάρτι της Αθήνας στα οποία συχνάζουν όσοι κοροϊδεύουν τα μπουζούκια, παρότι οι περισσοτέροι απ’ όσους ανήκουν σε αυτή την κατηγορία και τους γνωρίζω έχουν βρεθεί σε κάποια πίστα “ειρωνικά”. Έχει τύχει βέβαια να βρεθώ πολλές, πάρα πολλές φορές σε συζητήσεις με ανθρώπους που τα απεχθάνονται, άλλα δεν έγινε και κάτι, συνήθως έχει πλάκα το να διαφωνούμε για τέτοια πράγματα. Έχω συναντήσει όμως και κόσμο που μπορεί να σε προσβάλει άσχημα για τον τρόπο που διασκεδάζεις και για τη μουσική που ακούς. Ευτυχώς δεν ήμασταν φίλοι, και δεν θα γίνουμε ποτέ.

Γενικά στους “πολέμιους” έχω να πω να μην είναι δογματικοί. Ο καθένας ακούει ό,τι αγαπάει και διασκεδάζει όπως θέλει». -Ζωή, 32 ετών, δημοσιογράφος 

μπουζούκια © Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

 
«Έχει τύχει δυστυχώς να βρεθώ σε αρκετές συζητήσεις με ανθρώπους που μου λένε πως δεν μπορούν να πιστέψουν ότι μου αρέσει να πηγαίνω στα μπουζούκια. Εκείνοι μπορεί πολλές φορές να θεωρούν κολακευτική αυτή τη διαπίστωση, εγώ όμως προσβάλλομαι. Δεν είναι κομπλιμέντο να σου λέει κάποιος “πω πω δε μοιάζεις καθόλου με άτομο που του αρέσουν οι πίστες”, γιατί το έχω ακούσει κι αυτό και μάλιστα με αυτά ακριβώς τα λόγια.

Μπορεί μερικά χρόνια πριν να έμπαινα σε αντιπαράθεση, πλέον όμως επιλέγω να αδιαφορώ. Έχω δώσει πολλά λεφτά για να δω τις αγαπημένες μου μπάντες ζωντανά σε διάφορα σημεία της Ευρώπης και έχω δώσει επίσης πολλά λεφτά για να δω live τον Πέτρο Ιακωβίδη τα ταλευταία χρόνια. Μερικές μπάντες με απογοήτευσαν. Ο Πέτρος Ιακωβίδης ποτέ». -Μαρία, 42 ετών, ιδιωτική υπάλληλος

—————————————————-

«Νομίζω πως τα μπουζούκια ήταν πάντα η πρώτη μου επιλογή όσο αφορά στη διασκέδαση. Θα πάω και θέατρο και σινεμά και σε συναυλίες το καλοκαίρι, αλλά τα μπουζούκια είναι συνδεδεμένα με τους μεγάλους μου έρωτες και με τους μεγάλους μου χωρισμούς. Δύο δηλαδή, ήταν όλοι κι όλοι, αλλά εγώ δεν μπορώ να βιώσω καψούρα στα αγγλικά. Θέλω τον Αντώνη Ρέμο μου για να νιώσω.

Ευτυχώς, οι φίλοι μου έχουν τα ίδια ακούσματα, οπότε δεν έχω δυσκολευτεί ποτέ να βρω παρέα για να πάω και ούτε έχει τύχει να βρεθώ ποτέ κάπου, όπου να μιλούν με περιφρόνηση για όσους πάμε στα μπουζούκια. Ξέρω βέβαια πως υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι. Νομίζω όμως πως ακόμα κι αν το έλεγε κάποιος μπροστά μου, δε θα έμπαινα στον κόπο να του εξηγήσω τίποτα. Είναι χαμένος χρόνος, ειδικά όταν ο απέναντι φοράει παρωπίδες.

Δεν έχω ανάγκη να αποδείξω σε κανέναν το μορφωτικό μου επίπεδο ή την καλλιέργειά μου». -Νίκη 26 ετών, πτυχιούχος Νομικής 

—————————————————-

«Ομολογώ πως δεν είναι η πρώτη μου επιλογή όταν θέλω να διασκεδάσω. Δεν είναι καν η δεύτερη βασικά, αλλά κάποια στιγμή εκεί στις αρχές των 30s μου αποφάσισα πως θα σταματήσω να είμαι ξινός και θα ακολουθώ την παρέα μου. Ε, και στην παρέα μου αρέσουν τα μπουζούκια.

Δεν περνάω όλες τις φορές το ίδιο καλά και ούτε κάθομαι πάντα μέχρι το τέλος του προγράμματος, μπορώ να ομολογήσω όμως πως ήταν λίγες οι φορές που είπα πως θα προτιμούσα να καθίσω σπίτι.

“Μ’ αρέσει στα κρυφά κι ο Μητροπάνος” έλεγε ο Τζίμης Πανούσης και εγώ αν και αγαπώ την ελληνική ροκ, μπορώ να παραδεχτώ πως μου αρέσει πια στα φανερά κι ο Πάνος Κιάμος». -Αντώνης, 39 ετών, οδηγός

«Όταν ανακοινώθηκε ότι θα τραγουδήσει στην Ελλάδα η Rosalia στήθηκα μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μου για να προλάβω να κλείσω εισιτήριο. Το ίδιο είχα κάνει πριν μερικά χρόνια και με τους Florence and the Machine όταν θα εμφανίζονταν στο Ηρώδειο. Και στις δύο περιπτώσεις πλήρωσα αρκετά λεφτά που δε μου περισσεύουν, δεν το μετανιώνω όμως.

Δεν ξέρω αν θα έδινα τα ίδια χρήματα για να πάω να ακούσω κάποιο σχήμα στα μπουζούκια, έχω όμως στηθεί πολλές φορές στην ουρά για να μπορέσω να καθίσω στο μπαρ και να ακούσω, βασικά να δω, ζωντανά τον Κωνσταντίνο Αργυρό. Και ούτε αυτό το μετανιώνω. Θα το ξανακάνω.

Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να μπαίνουν ταμπέλες στον τρόπο που επιλέγει να διασκεδάζει ο καθένας. Σημασία έχει να περνάς καλά, είτε βρίσκεσαι σε κάποιον συναυλιακό χώρο, είτε στα μπουζούκια. Παντού το ίδιο στριμωγμένος είσαι τελικά». -Ξένια, 24 ετών, φοιτήτρια

μπουζούκια © Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

«Η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με αυτόν τον τρόπο διασκέδασης μπορώ να πω ότι ήταν σε πολύ μικρή ηλικία, μία βραδιά που “τυχαία” βρεθήκαμε οικογενειακώς στο FIX. Είχαμε βγει νωρίτερα σε μία κλασική οικογενειακή έξοδο Σαββάτου και αφού ήμασταν έτοιμοι να επιστρέψουμε σπίτι, πήραν τηλέφωνο τον πατέρα μου να βρεθεί με άλλους συγγενείς στα μπουζούκια της Συγγρού. Αν και δεν συνηθίζαμε να πηγαίνουμε σε τέτοια κέντρα, είχα ήδη τα ακούσματα της λαϊκοπόπ της εποχής οπότε πέρασα πολύ καλά αν και όπως ήταν λογικό η διασκέδαση δεν ξέφυγε από τους κανόνες της οικογενεικής εξόδου. Η εντυπωσιακή εμφάνιση της Χριστίνας Κολέτσα ήταν αυτό που μου έχει μείνει ως πρώτη εικόνα από το μαγαζί.

Η πρώτη φορά που βγήκα χωρίς γονική επίβλεψη, ήταν με αφορμή τις σχολικές εκδηλώσεις που διοργανώνονταν από τους μαθητές της τρίτης λυκείου του σχολείου και στόχευαν στη συλλογή χρημάτων για την ενίσχυση της πενθήμερης εκδρομής τους, εμείς ήμασταν από τις μικρότερες τάξεις και απλώς μας ήθελαν ως “χρηματοδότες”. Εκεί όντως περάσαμε καταπληκτικά καθώς νομίζω ήταν και η πρώτη φορά που οι περισσότεροι συμμαθητές είχαμε βγει μόνοι μας τόσο αργά. Φυσικά σημειώθηκαν ευτράπελα και εξαλλοσύνες όπως είναι απολύτως λογικό επακόλουθο όταν επιτρέπεις σε αγέλη εφήβων να συναθροιστούν σε βραδινό μαγαζί που σερβίρει αλκοόλ, χωρίς ενήλικες. Πολύ κεφάτο πρόγραμμα από το νιόπαντρο τότε ζευγάρι Κελεκίδου-Κουρκούλη που έβγαιναν πίσω από δύο σύνολα γαμπρού και νύφης τα οποία αιωρούνταν ενώ οι δύο τραγουδιστές έδειχναν μόνο τα κεφάλια τους. Αφού ολοκλήρωναν το τραγούδι εισόδου τα γαμπριάτικα έφευγαν από τη σκηνή και το ζευγάρι συνέχιζε το πρόγραμμα με τα κανονικά τους ρούχα (υπερπαραγωγή).

Γενικά δεν βγαίνω συχνά στα μπουζούκια (λόγω οικονομικών δεν είναι εφικτό να είναι αυτή η κύρια επιλογή εξόδου). Οι έξοδοι για διασκέδαση επηρεάζονται από την εκάστοτε παρέα, οπότε μπορεί έχουμε θέατρο, κινηματογράφο, φαγητό, κλαμπ αλλά και εκδρομές. Τα μπουζούκια θα τα επιλέξω πλέον σε ειδικές περιστάσεις που θέλω να γιορτάσω κάτι (όχι απαραίτητα σοβαρό) ή όταν θέλω να ακούσω έναν συγκεκριμένο καλλιτέχνη από κοντά και όχι μέσα από ένα dj set. Πάντα η εμπειρία της ζωντανής μουσικής είναι πολύ καλύτερη από αυτή της ψηφιακής.

Δεν θυμάμαι να έχω βρεθεί ποτέ σε κάποια συζήτηση με ανθρώπους που τα μισούν. Οπότε είτε έχω ασθενή μνήμη ή μάλλον ο κύκλος μου δεν έχει τέτοιες αλλεργίες.

Δεν ξέρω κι αν έχω να πω κάτι σε όσους δεν τα αντέχουν. Διαχρονικά ο τρόπος αυτής της διασκέδασης έχει υποστεί βελτιωτικές αλλαγές και αυτές συνεχίζονται ακόμη και τώρα, οπότε το ερώτημα αρχικά θα πρέπει είναι σε ποιόν τύπο μπουζουκιών είναι ενάντιοι. Συνήθως αυτοί που βγαίνουν εναντίον των μπουζουκιών είτε δεν έχουν πάει ποτέ, είτε έχουν στο μυαλό τους εικόνες από το παρελθόν μιας Ελλάδας που δεν έχει πλέον σχέση με την σημερινή πραγματικότητα. Οι περισσότεροι χώροι τώρα είναι πολύ πιο άνετοι για να πας, να διασκεδάσεις και να μην ταλαιπωρηθείς. Φυσικά ορισμένα κακώς κείμενα (π.χ. η αποπνικτική ατμόσφαιρα) παραμένουν και θα πρέπει οι εκάστοτε ιδιοκτήτες να λάβουν σοβαρά μέτρα ώστε να διορθωθούν στο μέλλον. Γενικά δεν αντιλαμβάνομαι γιατί κάποιος είναι πολέμιος σε ένα τρόπο διασκέδασης που περιορίζεται σε κλειστούς χώρους και δεν επηρεάζει κανέναν παρά μόνο όσους τον επιλέγουν. Η μουσική δεν έχει σύνορα, και μιλάω εγώ που τα τραγούδια αυτά δεν είναι μέρος της καθημερινότητας μου». -Έκτορας, 31 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος

© Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

«Πρώτη φορά πήγα σε μεγάλη πίστα στα 16, σε χοροεσπερίδα (that old) του σχολείου στον Νότη Σφακιανάκη (κανένα σχόλιο). Πλέον για την διασκέδασή μου θα πάω κυρίως σε μπαρ (όρθιο και μη), σε συναυλίες ή στο θέατρο.

Υπάρχουν όμως κάποιες φορές μέσα στη χρονιά που θέλω και τα μπουζούκια μου, κυρίως γιια το γεγονός ότι για όσο είσαι εκεί είναι λες και σταματάει ο χρόνος, σα να βρίσκεσαι σε ένα άλλο σύμπαν που όλοι είναι χαρούμενοι και “ζωντανοί”.

Έχει τύχει να βρεθώ πολλές φορές σε συζητήσεις με ανθρώπους που δεν αντέχουν ούτε στην σκέψη κάποια πίστας. Κακής ποιότητας ποτό, ατμόσφαιρα με μυρωδιά τσιγάρου και ιδρώτα, δεν χρειάζεται περισσότερα κάποιος για να τα απεχθάνεται, όποτε μέχρι κάποιο σημείο τους κατανοώ.

Τώρα όσο γι’ αυτούς που τα απεχθάνονται με όλο τους το είναι έχω να πω: Bouzoukia. Because no great story ever started with someone going to a techno party». -Άρτεμις, 31 ετών, ιδιωτική υπάλληλος