© iStock
ΠΟΛΗ

Μήπως η BEAT έχασε τελείως τον προσανατολισμό της;

Χρέωση προμίσθωσης κοντά στα 2 ευρώ, έξοδα που απορροφούν οι πελάτες και μία διαφήμιση ευθεία αναφορά στην ακροδεξιά ρητορική του Donald Trump. Να μερικά στοιχεία που κάνουν πραγματικά κακό στην εικόνα του κάποτε πιο επιτυχημένου ελληνικού app.  

Πέρασαν ήδη 11 χρόνια που η BEAT, όχι άδικα, πρωταγωνιστεί τόσο στην αγορά των ταξί όσο και στα ρεπορτάζ για τις πιο επιτυχημένες ελληνικές start-up, και κατ’ επέκταση στα δημοσιεύματα με τις πιο επιτυχημένες ελληνικές εφαρμογές και πλατφόρμες. Για τους περισσότερους από εμάς μοιάζει σαν χθες όταν έπρεπε να καλέσουμε στο τηλεφωνικό κέντρο των Ραδιοταξί με ανάμεικτα συναισθήματα: λίγο εκνευρισμό για τη δυσκολία συνεννόησης, λίγο άγχος για να το αν θα εξυπηρετηθούμε, λίγη απογοήτευση για την ελληνική πραγματικότητα που έχει μείνει πίσω. 

Η αλήθεια είναι ότι η BEAT έσκασε σαν αστραπή αλλάζοντας το τοπίο. Καλύτερες υπηρεσίες, καλύτερες συμπεριφορές, τίμιες τιμές στους πελάτες και, γενικότερα, μία εικόνα που εξέπεμπε υγεία και σύγχρονο τρόπο σκέψης.

Πράγμα αρκετά σπάνιο δηλαδή, σε μία αγορά όπου οι νέες ελληνικές εταιρείες πολύ συχνά ζουν και αναπνέουν για ένα ΕΣΠΑ ή αναζητούν μετά μανίας πολιτικούς συμμάχους. Άλλωστε, το τοπίο μόνο ευνοϊκό δεν είναι για αυτές – είμαστε αρκετά πίσω ως χώρα στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε το νέο επιχειρείν.

Κόντρα λοιπόν σε όλες τις προβλέψεις, η BEAT κατάφερνε να κάνει επιτυχημένα βήματα, να έχει ευτυχισμένο το κοινό της και να ανοίγει μεγάλες δουλειές στο εξωτερικό. Μέχρι που το success story άρχισε να στραβώνει: μετά την εξαγορά της από γερμανικό κολοσσό, ξεκίνησαν τα παράπονα για (μεγάλες) καθυστερήσεις και προβλήματα ακόμα και στο ίδιο το app.

Αυτά όμως είναι πράγματα που συμβαίνουν, υπάρχουν καλές περίοδοι και κακές περίοδοι, υπάρχουν -για όλους μας- καλές και κακές μέρες. Τις τελευταίες ώρες όμως βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι τελείως πρωτόγνωρο. Είναι σαν η BEAT να «χάλασε» ξαφνικά.

Κρίση ταυτότητας

Το πρώτο χτύπημα ήρθε με ένα email: Η BEAT ανακοίνωνε ότι από εδώ και μπρος θα υπάρχει κόστος προμίσθωσης 1,92 έως 2 ευρώ. Η ίδια υποστηρίζει πως αυτά τα χρήματα θα πηγαίνουν κατευθείαν στην τσέπη των οδηγών, και ότι αυτό γίνεται μόνο και μόνο για να προσελκύσουν περισσότερους κατόχους ταξί να συνεργαστούν με την εφαρμογή. Απώτερος σκοπός; Να εξυπηρετηθούμε καλύτερα και πιο γρήγορα εμείς οι πελάτες.

Ναι, η παγκόσμια ενεργειακή κρίση σίγουρα επηρεάζει τις τιμές σε κάθε μήκος και πλάτος της εγχώριας αγοράς. Ναι, συνεχίζουμε να έχουμε από τις πλέον χαμηλές χρεώσεις πανευρωπαϊκά όσον αφορά τα ταξί. Ναι, σε ελεύθερη αγορά βρισκόμαστε, οπότε κάθε εταιρεία έχει δικαίωμα να αυξήσει τις τιμές κατά το δοκούν.

Την ίδια όμως στιγμή, μπορούμε και εμείς ως καταναλωτές να αγανακτούμε όταν βλέπουμε τα πάντα γύρω μας να ακριβαίνουν. Έχουμε δικαίωμα στον εκνευρισμό καθώς η μία μετά την άλλη εταιρεία μας χτυπά φιλικά την πλάτη ενώ παράλληλα ανεβάζει τις τιμές. Δυστυχώς, ούτε εμείς μπορούμε να απορροφήσουμε τα πάντα – κάτι θα πρέπει να κόψουμε.

Η συγκεκριμένη όμως απόφαση ίσως και να μπορεί να δικαιολογηθεί (από όποιον θέλει να τη δικαιολογήσει). Εκείνο που είναι δύσκολο να χωνέψει κανείς είναι η καμπάνια με την οποία προσπαθεί να προσελκύσει τους οδηγούς ταξί η BEAT.

Τι βλέπουμε εδώ; Λογικά, ένα κακό αστείο, λίγο χιούμορ που δεν έπιασε – ή και μπορεί να έπιασε, θα δείξει. Πρόκειται για το γνωστό προεκλογικό σύνθημα του Donald Trump που μόλις βρήκε χρήση στην ελληνική πραγματικότητα.

Ίσως, αρκετοί να το προσπεράσουν με ελαφριά την καρδιά στα πλαίσια κάποιου «ωχαδερφισμού». Δυστυχώς, όμως, εκείνο που δεν καταλαβαίνουν όσοι πήραν τις αποφάσεις για τη συγκεκριμένη καμπάνια είναι ότι πρόκειται για την κανονικοποίηση ενός ακροδεξιού συνθήματος στον βωμό του marketing.

Αλήθεια, τώρα, θέλει η BEAT να ταυτιστεί με ένα μοτό που από πίσω του κρύβει μία βαθιά ρατσιστική ρητορική; Ή μήπως ξεχάσαμε τόσο γρήγορα την εισβολή στο Καπιτώλιο σαν να είναι άλλο ένα viral στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο που ζούμε;

Συγγνώμη, αλλά το Make America Great Again μόνο αστείο δεν είναι στον δημόσιο λόγο. Δεν είναι κάποια πλακίτσα μεταξύ φίλων πίσω από κλειστές πόρτες. Αντίθετα, είναι μία τρομερά άστοχη κίνηση.