© Tourette Photography / Aντρέας Παπακωνσταντίνου
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ο Tefra90 μαυρίζει με την τέχνη του τα ταβάνια των κτιρίων

Οδηγήσαμε μέχρι τη Νέα Πέραμο για να καταγράψουμε την ιδιαίτερη πρακτική του Tefra90: χρησιμοποιώντας το μαύρο ίχνος του καπνού σχεδιάζει abstract συνθέσεις σε ταβάνια και καμβάδες. Κάτσαμε τρεις ώρες και μιλήσαμε για όλη την ιστορία του.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: TOURETTE PHOTOGRAPHY / AΝΤΡΕΑΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε σε ένα ακίνητο έξω από τα Μέγαρα, σε μια εγκαταλελειμμένη βιοτεχνία επίπλων στη μέση του πουθενά. Όταν φτάσαμε, η καγκελόπορτα της εισόδου ήταν ανοιχτή και έτσι δεν χρειάστηκε να σκαρφαλώσουμε, όπως περίμενα. «Γενικά, εμείς δεν σπάμε κλειδαριές, θέλουμε να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο», θα μου απαντήσει σχετικά, όσο ετοιμάζεται να ξεκινήσει το έργο, φορώντας αργά μια ολόσωμη φόρμα εργασίας.

Τον πάγο της αρχικής αμηχανίας σπάνε τα χελιδόνια τα οποία τρυπώνουν άξαφνα στον χώρο, κελαηδώντας μάλλον ενοχλημένα από την παρουσία μας και ψάχνοντας τη φωλιά που έχουν φτιάξει εσωτερικά της σκεπής στην ολόφωτη αίθουσα που από την τζαμαρία στην πρόσοψη μαντεύεις πως κάποτε στέγαζε το εκθετήριο της επιχείρησης.

Εκείνος αναποδογυρίζει έναν άδειο τενεκέ για να τον χρησιμοποιήσει πρόχειρα σαν σκαμπό και να δέσει καθιστός τα κεριά επάνω στο πτυσσόμενο κοντάρι. Έπειτα, φοράει τα πρισματικά γυαλιά με τα κάτοπτρα που του επιτρέπουν να βλέπει σε γωνία 90º –ένα εργαλείο απαραίτητο «για να μη διαλυθεί ο αυχένας» από τη στάση σώματος όπως θα κοιτά για ώρα το ταβάνι– και ανάβει τον αναπτήρα. Πλησιάζει τη φλεγόμενη συστάδα κεριών στο ταβάνι, πρώτα αργά, δοκιμαστικά. «Θέλω να ελέγξω την αντοχή του υλικού της σκεπής, πότε αλλοιώνεται το χρώμα, η υφή», εξηγεί παράλληλα.

Ο Tefra90 εφαρμόζει μια πολύ ιδιαίτερη πρακτική ζωγραφίζοντας με το ίχνος του καπνού.

Ο Tefra90 εφαρμόζει μια πολύ ιδιαίτερη πρακτική στο street art και γενικά στην τέχνη του: χρησιμοποιεί το ίχνος του καπνού για να σχεδιάσει μορφές, με έναν αντίστοιχο τρόπο όπως εκείνο που συνηθίζουν να κάνουν οι θρησκευόμενοι τη νύχτα της Ανάστασης για να σχηματίσουν σταυρούς στις εισόδους των σπιτιών τους. Στην προκειμένη περίπτωση, τα «καπνισμένα» σημάδια είναι abstract συνθέσεις μεγάλης κλίμακας που θα μπορούσες να παρατηρείς για ώρα, προσπαθώντας με τη φαντασία σου να μαντέψεις τις εικόνες που κρύβουν, όπως κάναμε με τα σύννεφα μικροί.

«Μακάρι να δείτε κάτι και να έρθει η ολοκλήρωση που ζητά το μυαλό».

Πρώτη φορά είχα δει την πρωτοποριακή δουλειά του Tefra90 στο πρότζεκτ Peramo, όταν μια ολόκληρη πτέρυγα στις πρώην εγκαταστάσεις της βιομηχανίας Softex στη Νέα Πέραμο είχε μεταμορφωθεί σε εναλλακτική δημόσια πινακοθήκη, καλυμμένη από άκρη σε άκρη με αριστοτεχνικά murals (δυστυχώς, τώρα πια εκείνο το πρότζεκτ αποτελεί παρελθόν, το ακίνητο απέκτησε νέα χρήση). Εκείνος είχε αναλάβει τα ταβάνια. Με τις «καπνισμένες» οροφογραφίες πάνω από το κεφάλι σου, είχες ακόμη πιο έντονη την αίσθηση ενός περιβάλλοντος που σε απορροφούσε.

Αρχικά, εφάρμοζε την πρακτική σε καμβάδες. Πλέον, έχει βρει τα εργαλεία για να το κάνει σε ταβάνια.
«Με ενδιαφέρει να μην είναι ενωμένα για να δημιουργούν το εφέ της κίνησης».

Το να παρατηρήσω από κοντά τη διαδικασία της ιδιαίτερης πρακτικής που εφαρμόζει ο εικαστικός ήταν μια δεύτερη αποκάλυψη για μένα. Από τη φύση της, η φωτιά είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ατμόσφαιρα του τελετουργικού. Ο χρόνος διαστέλλεται, όσο συγκεντρώνεσαι στη φλόγα. Βλέπω ότι το ίχνος του καπνού αλλάζει ανάλογα με την απόσταση που κρατά τα κεριά από το ταβάνι, αλλάζει επίσης ανάλογα πόσο θα επιμείνει στα σημεία. Ο ίδιος κρατάει σταθερό το κοντάρι και κινείται με αργές, ήπιες κινήσεις, γνωρίζοντας πως σε αυτή την πρακτική δεν υπάρχει τρόπος να σβήσεις ό,τι σχεδιάσεις.

«Σαν χορογραφία είναι έτσι όπως τα βλέπω», λέει χαμογελώντας, σχετικά με την κίνηση της φλόγας που είναι βέβαια αδύνατο να ελέγξει στο απόλυτο. Όσο προχωράει το έργο, μικροσωματίδια σκόνης και κάπνας ξεκολλάνε απ’ το ταβάνι και αιωρούνται αργά, σαν πούπουλα, τριγύρω μας, δίνοντας μια ξεκάθαρα performative διάσταση στην όλη διαδικασία.

Μάλιστα, με μία τέτοια performance είχε εγκαινιάσει πρόσφατα την ατομική έκθεση που παρουσιάζει στον χώρο του εστιατορίου Λινού Σουμπάσης και Σία, παραθέτοντας μια πρόσφατη σειρά έργων με ακρυλικά αλλά και ίχνη καπνού. Ο Tefra90 –για τη συζήτηση, Θοδωρής– έχει κάνει ακαδημαϊκές σπουδές επάνω στην οπτική επικοινωνία, το graphic design, τη ζωγραφική και τη χαρακτική, έχει ζήσει στα Ιωάννινα, στην Αθήνα και το Βερολίνο, ενώ πολύ πρόσφατα προσλήφθηκε ως δάσκαλος καλλιτεχνικών σε σχολείο στα Μέγαρα. Πέρα από τους τοίχους που βάφει από έφηβος, φτιάχνει και εκδίδει βιβλία τα οποία αντιμετωπίζει ως φορητές εκθέσεις, συμμετέχει σε διεθνείς διοργανώσεις και φουάρ, ενώ το στοιχείο το οποίο συνδέει όλη του την καλλιτεχνική παραγωγή είναι το abstract.

Καθισμένοι κοντά τρεις ώρες μέσα στην εγκαταλελειμμένη βιομηχανική μονάδα, μιλήσαμε για όλη αυτή τη διαδρομή.

«Η απόσταση φέρνει αποτέλεσμα, η επιμονή αλλάζει το αποτέλεσμα».
Η πρακτική του θυμίζει το εθιμοτυπικό της Ανάστασης με τους σταυρούς στις εισόδους των κτιρίων.

Τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια και τα «καπνισμένα» ταβάνια

Πότε άρχισε η φάση με το βάψιμο στα εγκαταλελειμμένα;

Η ανάγκη του να βάφεις κάπου πιο χαλαρά, χωρίς να φοβάσαι ότι θα σε τρέχουν, υπήρχε από πάντα. Από τη στιγμή που ξεκίνησα τις σπουδές και άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά το σχέδιο και τη ζωγραφική, να ψάχνω δηλαδή τις αξίες της ζωγραφικής, τη σύνθεση, τα μεγέθη, το στήσιμο στο χαρτί και αντίστοιχα στις μεγάλες επιφάνειες, τότε απέκτησα και το ενδιαφέρον να ξοδεύω παραπάνω χρόνο μπροστά στον τοίχο, όταν βάφω. Πιο ήρεμα, πιο εικαστικά. Βέβαια, το να μπαίνεις σε έναν εγκαταλελειμμένο χώρο είναι από μόνο του ενδιαφέρον – αυτό υπήρχε μέσα μου από μικρό παιδί, με κέντριζε π.χ. να βρω μια κρυφή στοά ή να εξερευνήσω το μέρος κάτω από μια γέφυρα ποταμού.

Υπάρχει ακόμα διαθέσιμο απόθεμα μέσα στην Αθήνα;

Στην αρχή, δε γνώριζα ότι υπήρχαν τόσες εγκαταλελειμμένες βιομηχανίες στην Αθήνα. Μάλιστα, ήταν ένας καλός τρόπος να γνωρίσω την ιστορία σχετικά με την ανάπτυξη της πόλης. Πώς δηλαδή απέκτησε αυτό το απόθεμα η περιοχή του Βοτανικού ή του Ελαιώνα, όπου περάσαμε την περίοδο της καραντίνας με την παρέα μου βάφοντας χωρίς να μας ενοχλήσει ποτέ κανείς. Ειδικά η αστυνομία δεν είχε κανένα λόγο να περάσει από εκεί. Σε λίγα χρόνια, κάτι τέτοιο θα είναι αδύνατο, αλλάζουν τα πράγματα. Από την άλλη, όπου και αν βρεθείς, τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια έχουν πάντα την ίδια ταυτότητα: είναι μεν άγνωστα, αλλά έχουν ίδια ιστορία, ίδια αρχιτεκτονική, ίδια μορφολογία, ενώ απ’ όταν έκλεισαν τα χρησιμοποιούν οι ίδιες κοινωνικές ομάδες για τους ίδιους σκοπούς. Πλέον, αισθάνομαι οικεία όποτε μπαίνω σε αυτά.

Πέρα από το πρότζεκτ στη Νέα Πέραμο, είχες συμμετάσχει και στη συγκλονιστική μεταμόρφωση ενός παλιού εργοστασίου στον Πύργο Ηλείας, που μετέπειτα αποτυπώθηκε στο ντοκιμαντέρ του Γιώργου Γκουνέζου.

Ναι, είχα μια φιλική συμμετοχή κάνοντας έναν-δύο τοίχους. Ήταν τρομερό αυτό που έκαναν τα παιδιά εκεί, ένα κανονικό case study για το πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο για εικαστικούς σκοπούς. Το όλο έργο ήταν έμπνευση και παραγωγή από τους OSK, που είχαν ξεκινήσει να βάφουν ως crew το 2001 (εξού και το όνομα της έκθεσης, 2001: An Exhibition by Outer Space Kids), και για την ακρίβεια από δύο μόνο μέλη του crew, τα οποία έχουν καταγωγή από τον Πύργο και έμειναν στην πόλη τους δυο χρόνια μετά την ενηλικίωσή τους. Το σημαντικό με εκείνο το πρότζεκτ ήταν ότι δεν υπήρχε προηγούμενο, κάτι που θα μπορούσες να καταφέρεις μόνο στην επαρχία. Η Αθήνα έχει πολύ κόσμο και λίγα διαθέσιμα σημεία.

Εσύ πώς ξεκίνησες να κάνεις την πρακτική με τα «καπνισμένα» ταβάνια;

Πρώτη φορά, το εφάρμοσα στο πρότζεκτ Peramo. Μέχρι τότε, δεν είχα σκεφτεί ότι μπορώ να το κάνω σε επιφάνεια τόσο μεγάλης κλίμακας όσο ένα ταβάνι. Ζωγράφιζα, δηλαδή, με τον καπνό από τα κεριά αλλά σε καμβάδες, σε οριζόντια θέση, ξαπλωμένος. Κι όταν μπήκαμε στις πρώην εγκαταστάσεις της Softex, παρατήρησα ότι μία από τις αίθουσες της πτέρυγας είχε λευκό ταβάνι, πράγμα σπάνιο για βιομηχανικό χώρο. Τις επόμενες μέρες, βρήκα και τα μέσα για να εφαρμόσω την πρακτική σε ταβάνια.

Θυμάσαι πώς ήρθε η αρχική ιδέα να πιάσεις τα κεριά;

Είναι ένα μέσο που αφήνει ίχνος, και έτσι θα ήταν αδύνατο για εμένα να το αγνοήσω και απλά να πάω παραπέρα. Μέσα στα χρόνια, έχει χρειαστεί να κάνω διάφορες δουλειές έξω από τις σπουδές μου, άλλες ενδιαφέρουσες και άλλες βαρετές, αλλά πάντα είχα το συνήθειο να ψάχνω τα ερεθίσματα γύρω μου, να αναζητώ μοτίβα, σαν να κάνω ένα είδος έρευνας. Μια περίοδο, λοιπόν, που δούλευα ως ντελιβεράς, έβγαζα φωτογραφίες από τους κοινόχρηστους χώρους των πολυκατοικιών. Έχω ένα πολύ μεγάλο αρχείο από τους σταυρούς που σχηματίζουμε με κεριά το Πάσχα. Το πρώτο φορητό έργο με καπνό το έκανα τελικά το 2018.

Δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο στο νου του. Χρωματίζει με τον καπνό «ώσπου να ισορροπήσει η σύνθεση».
Οι συνθέσεις είναι abstract. Όσο τις παρατηρείς, αναγνωρίζεις με τη φαντασία σου μορφές.
Περίπου 90 λεπτά απ’ όταν ξεκίνησε, τα κεριά έχουν τελειώσει. «Συνειδητοποιείς έτσι το πέρασμα του χρόνου».

Και εγώ, όταν είδα τα συγκεκριμένα έργα, αμέσως σκέφτηκα το εθιμοτυπικό της Ανάστασης.

Ναι, είναι ένα συνήθειο που έχει μείνει από την εποχή που μέναμε σε μονοκατοικίες. Εντωμεταξύ, στα σημερινά δεδομένα των πόλεων, παρατηρούμε πόσο αποδεκτό είναι να βανδαλίζει ένας χριστιανός την πολυκατοικία που κατά τα άλλα θέλει να είναι κάτασπρη, ενώ μάλιστα στην ίδια πολυκατοικία μπορεί να μένουν και μουσουλμάνοι, άθεοι ή τέλος πάντων λιγότερο χριστιανοί που δεν συμφωνούν με το να ζωγραφίζεις σταυρούς στην πυλωτή. Τους ζηλεύω να σου πω λίγο που έχουν τέτοια άνεση να κάνουν την τέχνη τους, απλά θα ήθελα να ήταν λίγο πιο ανεκτικοί και με εμάς που στην τελική την ίδια δουλειά κάνουμε (γέλια). Πάντως, θέλοντας και μη είναι κομμάτι της πόλης, εγώ έτσι το βλέπω.

Από εκεί βγήκε το Tefra90;

Παραδόξως, όχι. Κατά τύχη προέκυψε, μία περίοδο που έγραφα Kefir και έτσι αυθαίρετα το έκανα Tefra. Πιο πολύ μου έβγαζε νόημα όσο ήμουν έξω, όταν πολλοί μου έλεγαν πως είναι αναγραμματισμός του frate, που σημαίνει αδερφός. Αργότερα, το αιτιολόγησα στον εαυτό μου δίνοντας την εξήγηση ότι το 90 είναι από την ημερομηνία γέννησης και το τέφρα η κατάληξη, ας πούμε. Μπορεί να έλυνα και τα υπαρξιακά μου.

Ξεκίνησε να ασχολείται με το γκραφίτι από έφηβος. Σήμερα, βάφει κυρίως σε εγκαταλελειμμένα βιομηχανικά κτίρια.

Από τα Γιάννενα στην Αθήνα και το Βερολίνο

Πότε έπιασες τα σπρέι πρώτη φορά για να βάψεις;

Ασχολούμαι από την πρώτη Γυμνασίου. Θυμάμαι, μπήκα στον χώρο με ένα βιβλίο το οποίο βρήκα στη βιβλιοθήκη του σχολείου μου, το Χρώμα της Πόλης των εκδόσεων Οξύ, που είναι σημείο αναφοράς για πολλούς street artists στη χώρα. Ήταν κανονική αποκάλυψη. Την ίδια χρονιά, εμφανίστηκε στα Ιωάννινα ο Σωτήρης [σ.σ. Monos.Cwtos] με κάτι styles που ήταν αλλού για την εποχή. Επιθετικές γραμμές, χαρακτήρες, καθαρό γκραφίτι. Παίζει να έβαφε κάθε μέρα ο άνθρωπος – στα σχολεία, στο γήπεδο του ΠΑΣ Γιάννινα, ήταν οι πρώτες άδειες που δόθηκαν στην πόλη. Υπέγραφε τότε ως “Kazar”. Φαντάσου, το 2005 ξεκίνησε να βάφει το πανεπιστημιακό campus που ήταν καθαρό ως τότε και μέχρι το 2009 υπήρχαν περισσότερα από 400 κομμάτια. Όλη η παρέα και γενικά η γενιά μου είμαστε βαθιά εμπνευσμένοι από τον Σωτήρη, με τον οποίον βέβαια γίναμε αργότερα φίλοι. Εάν δεν υπήρχε αυτός, δε θα βάφαμε σήμερα.

Τότε όμως δεν έβαφες σε εγκαταλελειμμένα. Η λογική στον κώδικα του γκραφίτι είναι να αφήνεις την ταγκιά σου σε όσο πιο εμφανή σημεία γίνεται, εάν δεν κάνω λάθος.

Ναι, βέβαια. Στα Γιάννενα έκανα κυρίως bombing στους δρόμους [σ.σ. γρήγορα κομμάτια σε τοίχους χωρίς άδεια] και, μάλιστα, μέχρι σήμερα νιώθω proud για μερικά σημεία που είχα αφήσει το στίγμα μου και άλλοι απορούσαν πώς στο καλό σκαρφάλωσα εκεί πάνω. Εντάξει, στην εφηβεία αυτό που σε νοιάζει είναι να δημιουργήσεις την ταυτότητά σου στον δημόσιο χώρο και στον κοινωνικό περίγυρο, στις παρέες, οπότε τι καλύτερο από το να γράφεις το όνομά σου με τον πιο εμφανή τρόπο, στα πιο εμφανή σημεία. Γι’ αυτό κι εγώ έγραφα κανονικά το όνομά μου (γέλια). Teo από το Θοδωρής. Ώσπου κατάλαβα ότι δε βγαίνει σε καλό να βάφεις παράνομα με το όνομά σου.

Τι συνέβη δηλαδή;

Είχα βάψει έναν τοίχο και ο ιδιοκτήτης, βλέποντας την υπογραφή μου και βλέποντας μετά μια άλλη δουλειά που είχα κάνει, κατάλαβε ακριβώς ποιος ήταν ο τύπος που του βανδάλισε την περιουσία και μου έκανε μήνυση ονομαστικά. Η υπόθεση πήγε από αναβολή σε αναβολή και έξι χρόνια μετά, όταν πλέον εγώ φοιτούσα σε σχολή εικαστικών τεχνών, φτάνουμε στο δικαστήριο και τυχαίνει ο δικηγόρος μου να είναι συμμαθητής του. Οπότε, τη γλίτωσα. Εκείνος, λόγω του ότι σταμάτησε να βλέπει “Teo” στους τοίχους, υπέθεσε πως είχα σταματήσει, ότι πήρα το μάθημά μου και ότι είχα σοβαρέψει, και έτσι απέσυρε τελικά τη μήνυση.

Εσύ ένιωσες ποτέ ότι «σοβάρεψες» και το βάψιμο δεν είναι πια για σένα;

Όχι, δεν το είδα έτσι ποτέ. Αλλάζουν, βέβαια, αυτά που κάνω, αυτά που με ικανοποιούν. Αλλάζει το στυλ μου ανά περιόδους και αυτό που βγάζω στον τοίχο γίνεται ό,τι είμαι εγώ. Δε βαριέμαι κιόλας με αυτόν τον τρόπο.

Είχε υιοθετήσει το ψευδώνυμο Tefra90 πριν εφεύρει την πρακτική με τον καπνό.
«Αργότερα, το αιτιολόγησα στον εαυτό μου δίνοντας την εξήγηση ότι το 90 είναι από την ημερομηνία γέννησης και το τέφρα, η κατάληξη».

Μου έλεγες, όμως, ότι έχεις σταματήσει το bombing μέσα στην πόλη.

Το έχω σταματήσει, γιατί δεν βρίσκω κίνητρο. Έχει αλλάξει η πόλη, έχει αλλάξει η παρέα. Οπότε το να πάω σε μια γειτονιά και να γράψω το όνομά μου δεν ξέρω σε ποιον θα κάνει καλό – λογικά, το πιο πιθανό είναι να πουληθούν μερικά ακόμα ακίνητα σε εταιρείες, οι οποίες μετά θα τα νοικιάσουν σε τουρίστες που ψάχνουν το “urban στοιχείο” στην Αθήνα. Δεν ξέρω πότε θα βρούμε καινούργιο τρόπο να εκφραζόμαστε στην πόλη, αλλά φαίνεται για ακόμη μια φορά πως ό,τι και να εμφανιστεί, ο καπιταλισμός το χωνεύει. Οπότε, προς το παρόν είμαστε κάπως μουδιασμένοι. Ίσως το συγκρίνω και με εποχές που έχουν πια περάσει.

Σε ποιες περιόδους αναφέρεσαι;

Την περίοδο γύρω στο 2010. Τότε βάφαμε πολύ στο κέντρο, στο Μεταξουργείο, στα Εξάρχεια. Ήταν τελείως χαλαρά, όπως εδώ τώρα – διαλέγαμε απλά ένα σημείο και ζωγραφίζαμε μέρα-μεσημέρι. Τύπου, η αστυνομία να έρχεται και να κορνάρει απλά από μακριά, σαν να είμαστε αόρατοι. Είχαμε άλλη δυναμική, υπήρχαν έντονοι κοινωνικοί δεσμοί, ελεύθεροι χώροι, πράγματα τα οποία τώρα είναι υπό εξαφάνιση στο κέντρο. Οπότε, σε ποιον δρόμο να βάψεις και γιατί; Πολύ περισσότερο νόημα έχει να βρεθούμε ας πούμε σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο και να το «βάλουμε μπροστά» με την πρακτική μας. Μόνο με τα έργα στα ταβάνια βρίσκω ένα κίνητρο, σκέφτομαι να τα δοκιμάσω σε υπόστεγα πολυκατοικιών. Θα δούμε.

Τι είδους κίνητρο θα σε παρακινούσε, ας πούμε;

Δεν ξέρω. Να, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που σκέφτομαι ήταν η περίοδος που μετακόμισα στο Βερολίνο. Δήλωσα εράσμους εκεί, αλλά ο στόχος μου ήταν να μείνω μόνιμα. Τελικά, έκατσα μια τριετία. Εκεί, είχα τεράστιο κίνητρο. Τα μεγέθη εκεί ήταν πρωτόγνωρα, συγκλονιστικά. Έκανα μια δουλειά που γυρνούσα την πόλη για να αφήνω φυλλάδια στους χώρους πολιτισμού, και έτσι έβλεπα κάθε μέρα νέα γκραφίτι. Και όταν είχα ρεπό, το σαββατοκύριακο, ταξίδευα μία και δύο ώρες για το αμαξοστάσιο των εμπορικών τρένων. Δεν φαντάζεσαι – ατελείωτα yards στη σειρά με επιφάνειες μόνο από μέταλλο, χωρίς τζάμια. Το ιδανικό. Βάφαμε εκεί μέχρι να νυχτώσει.

«Είναι σημαντικό το ρίσκο στη ζωή και αυτό το βλέπεις στο abstract – δεν ξέρεις άμα μια κίνηση θα βελτιώσει ή θα χαλάσει αυτό που έφτιαξε».

Το abstract και οι «φορητές εκθέσεις» στα zin

Εντωμεταξύ, στις περισσότερες εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις που έχεις συμμετάσχει είσαι με την ιδιότητα του printmaker. 

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι στην κουλτούρα του γκραφίτι είναι βαθιά ενταγμένες οι αυτοεκδόσεις, αποτελούν ουσιαστικά κομμάτι του. Γιατί πλέον μπορεί να υπάρχουν τα social media και να ανεβάζεις τα έργα σου στο Instagram, αλλά παλιότερα ήταν στάνταρ πρακτική να κυκλοφορείς εκδόσεις με τους τοίχους σου φωτογραφημένους. Έτσι τύπωσα και εγώ το πρώτο μου βιβλίο το 2012 και έκτοτε το εξελίσσω πιο εικαστικά, αντιμετωπίζοντας τα artist books σαν φορητές εκθέσεις.

Βλέπω ότι στο τωρινό στυλ σου στο γκραφίτι εντάσεις σύμβολα τύπου ιερογλυφικά. Σε ενδιαφέρει γενικά το κομμάτι της γλώσσας;

Μοιάζουν με μία γλώσσα που δεν έχουμε εξερευνήσει, αλλά δεν είναι. Είναι στην ουσία abstract σύμβολα που βγαίνουν χειρονομιακά, από την αυθόρμητη κίνηση του χεριού μου. Η γλώσσα με ενδιαφέρει πάρα πολύ σαν κώδικας οπτικής επικοινωνίας. Ξέρεις, σε ένα χαοτικό τοπίο όπως αυτό που βρισκόμαστε τώρα [σ.σ. δείχνει με τα χέρια του τριγύρω, την εγκαταλελειμμένη πτέρυγα της βιοτεχνίας] έχουμε την ιδιότητα να εστιάζουμε πρώτα στα πρόσωπα τα οποία ενδεχομένως υπάρχουν, ίσως και για λόγους επιβίωσης, και αμέσως μετά στα γράμματα.

Έχεις σκεφτεί τι είναι αυτό που σε τραβάει στο abstract, ένα στοιχείο που συνδέει όλη σου την καλλιτεχνική παραγωγή;

Το λέω και στα παιδιά στο δημοτικό σχολείο στα Μέγαρα, όπου είμαι δάσκαλος εδώ και λίγο καιρό: ότι στην αφαιρετική ζωγραφική δεν υπάρχει λάθος, ότι εσύ είσαι εκείνος που θα αποφασίσει πότε το έργο τελειώνει, πότε «ισορροπεί». Επειδή για πρώτη φορά βρέθηκα σε θέση να παρατηρώ τον τρόπο μάθησης στις μικρές ηλικίες, πώς είναι να καταφέρνεις κάτι, να φοβάσαι, αυτό που τους λέω είναι, μην το φοβάσαι το χαρτί, δεν θα μας φάει αυτό, εμείς θα το φάμε! Είναι σημαντικό το ρίσκο στη ζωή και αυτό το βλέπεις στο abstract – δεν ξέρεις άμα μια κίνηση θα βελτιώσει ή θα χαλάσει αυτό που έφτιαξες.

Με τι ασχολείσαι περισσότερο όσο είσαι στο στούντιο;

Κάνω πολλά ακρυλικά και συγκεκριμένα ακρυλικά συνδυαστικά με το «κάπνισμα» από τα κεριά. Σε συμβολικό επίπεδο, μου αρέσει το γεγονός ότι το ένα στοιχείο έχει ως βάση το νερό και το άλλο τη φωτιά. Τέτοιας πρακτικής είναι όλα τα έργα που δείχνω αυτή την περίοδο στο Λινού Σουμπάσης & Σία. Μια ενότητα με αισθητική συνάφεια που ολοκλήρωσα από τον Νοέμβριο μέχρι τον Φεβρουάριο.

Τελικά, τι ζητάς να πετύχεις όταν κοιτάει κάποιο άτομο τα έργα σου;

Η διάθεσή μου απέναντι στη ζωγραφική είναι να κάνω έργα που η σύνθεσή τους εξιτάρει το μάτι, να βάλει το υποκείμενο στη διαδικασία να «διαβάσει» το έργο ανεξάρτητα με το πού θα οδηγηθεί το μυαλό του τελικά. Δεν υπάρχει αυτό που λένε, δεν καταλαβαίνω την τέχνη. Να κοιτάτε τα έργα, έχω να πω στον κόσμο, όπως ακούτε ένα instrumental τραγούδι – μπορεί να σας αρέσει χωρίς να ξέρετε νότες.

«Τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια έχουν πάντα την ίδια ταυτότητα. Πλέον, αισθάνομαι οικεία όποτε μπαίνω σε αυτά.»
Τα σημάδια δείχνουν ότι στο κτίριο που βρισκόμαστε έδρευε βιοτεχνία επίπλων.

Για περισσότερες πληροφορίες και υλικό από τον Tefra90, ακολούθησέ τον στο Instagram.