Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson
ΜΟΔΑ

Οι designers της Αθήνας που δίνουν φωνή στα ρούχα μας

Τέσσερα ανεξάρτητα brands με φεμινιστική, κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική συνείδηση αποκαλύπτονται στο OneMan.

Η μόδα δεν είναι απλώς αισθητική, αλλά εργαλείο ταυτότητας, έκφρασης και πολιτικής τοποθέτησης. Τέσσερις designers με έδρα τους την Αθήνα δημιουργούν τα δικά τους ανεξάρτητα clothing brands και χαράσσουν τον δικό τους δρόμο.

Hysterical, Ovary Gang, Azirat και Ohet δεν είναι απλά labels με ρούχα. Είναι φωνές. Πηγές ορατότητας, φεμινιστικού θυμού, ειλικρινούς ταύτισης και δημιουργικής αντίστασης.

Πίσω από κάθε brand βρίσκονται άνθρωποι που μετατρέπουν το προσωπικό σε συλλογικό: η Αλέξια με streetwear φεμινιστικά manifestos, η Γιασμίν με τις αραβικές της ρίζες που μπλέκονται με την αστική κουλτούρα της Αθήνας, η Νεφέλη που στήνει μια «υστερική» φωνή απέναντι στην κανονικότητα, και το δίδυμο της Ohet που αποδεικνύει πως το graphic design μπορεί να γίνει κοινότητα και δήλωση.

Τέσσερις ιστορίες που δείχνουν πως η ελληνική σκηνή ανεξάρτητης μόδας δεν κοιτά απλώς τάσεις αλλά διαμορφώνει ουσιαστικούς διαλόγους με τον κόσμο. Μέσα από μπλούζες, στάμπες και χρώματα, θέτουν ερωτήματα, σπάνε στερεότυπα και – πάνω απ’ όλα – φωνάζουν: είμαστε εδώ.

Νεφέλη Σεργιάδη, Hysterical 

Η Νεφέλη Σεργιάδη (@hysterical.brand) γεννήθηκε στην Αθήνα «ανάμεσα στην ελληνική ξεροκεφαλιά του μπαμπά της και στο πολωνικό “θα δούμε” της μαμάς της», μεγαλωμένη ως το δεύτερο νεότερο μέλος ενός «φανταστικού κλαμπ αγοριών», που σήμαινε όπως λέει, «σπορ, ιδρώτας και ξύλο». Τελικά, η ταμπέλα «αγοροκόριτσο» ίσως ήταν ο τρόπος της κοινωνίας να της λέει από μικρή «δε συμμορφώνεσαι καλά, προσπάθησε περισσότερο». Spoiler alert: δεν συμμορφώθηκε κι ας είναι 36 ετών.

Από μικρή είχε διάφορους τρόπους έκφρασης, το σχέδιο όμως την καταλάβαινε περισσότερο. Τελικά, σπούδασε αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο και κατέληξε να τριγυρνάει σε εργοτάξια. Απολύθηκε από τη δουλειά της για τη ριζοσπαστική της άποψη πως τα queer άτομα είναι στην ουσία, άνθρωποι. Χρησιμοποίησε τα λεφτά της αποζημίωσης για να ξεκινήσει το δικό της φεμινιστικό brand γιατί σκέφτηκε πως όταν η πατριαρχία σε τσαλακώνει, πετάς ό,τι σου φόρεσε και φτιάχνεις το δικό σου.

«Η ιδέα για τη δική μου σειρά ρούχων καθόταν στο μυαλό μου τα τελευταία τρία χρόνια. Όσο πιο πολύ διάβαζα για τον φεμινισμό και έσκαβα μέσα μου, τόσο πιο πολύ ήθελα να εκφράσω την οργή που ένιωθα μέσα από τις προσωπικές δημιουργίες. Το όνομα προέκυψε οργανικά, σε συνέχεια των εμπειριών μου. Στον επαγγελματικό μου βίο, ένας χαρακτηρισμός που μου είχε “φορεθεί” ήταν: “γλωσσού”, γιατί έκανα το απίστευτο να λέω τι σκέφτομαι! Έτσι σκέφτηκα όλους τους χαρακτηρισμούς που μας έχουν φορέσει όλα αυτά τα χρόνια και πως η υστερική – “Φροϋδικά” ή “Ιπποκρατικά” – είναι μια ταμπέλα που έχει αντέξει το πέρασμα του χρόνου. Τότε κατάλαβα πως δεν υπάρχει καλύτερη ονομασία για αυτό που θέλω να φτιάξω: μια υστερική που σχεδιάζει κάτι και το πουλάει, και βρίσκει κόσμο να ταυτίζεται; Πώς τολμάει»;

Επόμενος στόχος της είναι να σχεδιάσει και τα ίδια τα ρούχα κάποια στιγμή, γιατί ως μηχανικός θέλει να έχω τον πλήρη έλεγχο των υλικών. Για την ώρα, όμως, επικεντρώθηκε στο να βρει κάποια τα οποία είναι 100% βαμβακερά, υψηλής ποιότητας και ιδανικά όχι φτιαγμένα σε χώρες όπου τα δικαιώματα των εργαζόμενων (όλων των φύλων) καταπατώνται. « Αυτό θα παραμείνει σταθερός στόχος του brand, καθώς το να κοτσάρω ένα φεμινιστικό μήνυμα σε μπλούζα που να μην πληροί τα παραπάνω, θα ήταν το λιγότερο υποκριτικό».

Το brand αποτελεί μια έκφραση των σκέψεων και του χαρακτήρα της, συνεπώς συνδέεται με τον φεμινισμό και την κοινωνική δικαιοσύνη όσο και η ίδια. Κάθε εμπειρία της, κάθε προσπάθεια της κοινωνίας να της φορέσει μια ταμπέλα ξένη και κάθε αίτημα κομφορμισμού τη βοήθησαν να καταλάβει τον δικό της τρόπο να υπηρετήσει ιδέες που θεωρεί σημαντικές.

«Γιατί κάθε “μας έχετε κουράσει με την woke agenda” θα πρέπει να απαντιέται με ένα eye roll. Γιατί κάθε “δεν ηρεμείς λίγο;” θα πρέπει να απαντιέται με ένα “αφήστε μας να νευριάσουμε επιτέλους”. Δεν ξέρω αν η κοινωνική δικαιοσύνη θα είναι όντως μια πραγματικότητα στο μέλλον, αλλά ξέρω ότι σίγουρα δεν θα έρθει αν δεν μπορούμε να μιλάμε και να εκφραζόμαστε ελεύθερα».


Για την ίδια, η μόδα έχει δείξει ήδη ιστορικά πως μπορεί να επιφέρει κοινωνική αλλαγή, θετική αλλά και αρνητική. Από την εποχή της αποικιοκρατίας, όπως εξηγεί, κατά την οποία αφαιρέθηκαν ολόκληρες πολιτισμικές ταυτότητες και επιβλήθηκε ενιαίος ξεχωριστός ρουχισμός, στη θρησκεία που χρησιμοποίησε τον ρουχισμό ως σύμβολο για τη διάδοσή της.

«Δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει και από τα διάφορα κύματα του φεμινιστικού κινήματος, όπου η μόδα επαναπροσδιόρισε την έννοια της θηλυκότητας και έπειτα κατέρριψε τα φυλετικά στερεότυπα. Σήμερα η μόδα κουβαλάει μια οικονομικο-κοινωνικο-πολιτική δήλωση. Στην εποχή του fast-fashion, με φανερές τις οικολογικές καταστροφές αλλά και την ανθρώπινη εκμετάλλευση για την παραγωγή της, φαίνεται πως οι επιλογές μας κουβαλάνε μια ευθύνη. Η μόδα είναι ένα εργαλείο έκφρασης, που μεταφέρει και επικοινωνεί μηνύματα πέρα από τα μοτίβα και τα σλόγκαν που μπορεί να παρουσιάζουν τα ίδια τα ρούχα. Αν και δεν μπορεί από μόνη της να αλλάξει ολοκληρωτικά την κοινωνία, μπορεί να ενισχύσει φωνές, να αμφισβητήσει κατεστημένα και να προκαλέσει ταραχή (και αλλαγή) – όπως έχει κάνει εδώ και αιώνες».

Τα σλόγκαν και τα σχέδιά της γεννιούνται από τις καθημερινές προκλήσεις και εμπειρίες της ζωής της ως γυναίκα. Παίρνει τις κουραστικές, τοξικές φράσεις που ακούμε από παιδιά – όπως το “boys will be boys” – και τις μετατρέπει σε μηνύματα πρόκλησης και αλληλεγγύης. «Στόχος μου να φωνάξω “σε βλέπω, σε νιώθω, έχεις δίκιο” είτε μέσα από τα σχέδιά μου όπως το “Let girls be angry” είτε μελλοντικά κάτι πιο προκλητικό, γιατί όπως είπαμε είμαι και “γλωσσού”».

Αλέξια Μπελογιάννη, Ovary Gang

«Η μόδα μπορεί να φαίνεται επιφανειακή αλλά αποτελεί πάντα εργαλείο έκφρασης και διαφορετικότητας», λέει η Αλέξια Μπελογιάννη.

Η Αλέξια (@ovarygangbrand), γεννημένη τη δεκαετία του ’90 και μεγαλωμένη στα ’00s στην Καλλιθέα με τη μητέρα και τη γιαγιά της, είναι η δημιουργός του Ovary Gang, ενός brand που ξεκίνησε ως πτυχιακό project και εξελίχθηκε σε φωνή μόδας με κοινωνική συνείδηση. Η αρχική ιδέα γεννήθηκε το 2014, όταν σπούδαζε fashion design στο Λονδίνο.

Τότε, σε μια συλλογή εμπνευσμένη από τον μινωικό πολιτισμό, είδε τυχαία τη φράση “Ovary Gang” σε ένα γκραφίτι. Της κόλλησε αμέσως και επτά χρόνια μετά, το 2021, τυπώθηκαν τα πρώτα 100 T-shirts του brand. Η αρχική σκέψη ήταν να τα πάρουν φίλοι και γνωστοί. Η ανταπόκριση όμως ξεπέρασε κάθε προσδοκία.

Το brand αγαπήθηκε γρήγορα και η εξέλιξη ήρθε φυσικά. Πρώτα δημιουργήθηκε το ηλεκτρονικό κατάστημα, ενώ τον Απρίλιο άνοιξε και ο φυσικός χώρος του Ovary Gang στην Κυψέλη. Εκεί βρίσκει κανείς αυθεντικά streetwear κομμάτια όπως Τ-shirts, hoodies και καπέλα, αλλά και συνεργασίες με άλλα brands, όπως κεραμικά με το Tapada Art Lab και σαπούνια με το Soap Up Project. Όλα τα προϊόντα του brand κατασκευάζονται εξολοκλήρου στην Ελλάδα – από τη ραφή και το τύπωμα μέχρι τα ίδια τα υφάσματα. Μια επιλογή που, όπως λέει η Αλέξια, «στην ελληνική πραγματικότητα είναι πολύ ακριβό χόμπι».

Πέρα από την αισθητική, το Ovary Gang φέρει σαφή κοινωνική και φεμινιστική τοποθέτηση. «Για να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη πρέπει αρχικά να αντιληφθούμε το πρόβλημα, να το κατανοήσουμε σε βάθος», εξηγεί η δημιουργός. «Αυτό που προσπαθώ εξαρχής με τα σχέδιά μου είναι να θέσω κάποια ζητήματα στη σφαίρα του mainstream, τυπωμένα σε ένα μπλουζάκι ώστε να πυροδοτήσει μια συζήτηση εδώ και τώρα».

Όταν ρωτάται αν η μόδα μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο κοινωνικής αλλαγής, η απάντηση είναι σαφής: «Η μόδα μπορεί να φαίνεται επιφανειακή αλλά αποτελεί πάντα εργαλείο έκφρασης και διαφορετικότητας. Δημιουργεί κοινότητες και δίνει πλατφόρμα για πολιτικό και κοινωνικό λόγο, από τους πανκάδες και τη Vivienne Westwood το ’70 μέχρι και σήμερα». Για την ίδια, κοινωνική αλλαγή δεν είναι μόνο τα μηνύματα, αλλά και ο τρόπος κατανάλωσης: «Αλλαγή είναι να πάρεις ένα μπλουζάκι από ένα local brand στη γειτονιά σου».

Τα μηνύματα που εμφανίζονται στα ρούχα της γεννιούνται μέσα από την καθημερινότητα. «Αντλώ έμπνευση από την επικαιρότητα, από τους φίλους μου, μια ατάκα που λέμε και μου έχει κολλήσει. Κάποιες φορές βάζω μηνύματα που χρειάζομαι εγώ να ακούσω ανάλογα με τη φάση που περνάω», λέει η Αλέξια, αποδεικνύοντας πόσο προσωπικό και βιωματικό είναι το περιεχόμενο των δημιουργιών της.

Τέλος, καθοριστικό ρόλο στην πορεία του brand παίζουν τα social media. «Νομίζω πλέον βλέπεις ανθρώπους και brands να γίνονται γνωστοί σε μια μέρα μέσω των social. Είναι σπουδαίο μέσο να βρεις το κοινό σου και να σε βρουν, όπως επίσης και η άμεση επικοινωνία μαζί τους», τονίζει.

Γιασμίν Azirat, Αzirat

Η Γιασμίν (@byazirat) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, έχοντας καταγωγή από την Ιορδανία. Από μικρή ζούσε ανάμεσα σε δύο κόσμους: τη ζωή στην Ελλάδα και τις καλοκαιρινές επισκέψεις στην Ιορδανία, όπου οι αραβικές της ρίζες παραμένουν ζωντανές μέσα της. Όπως λέει, αυτές οι ρίζες διαμορφώθηκαν μέσα από τις μυρωδιές, τα χρώματα, τις εικόνες και τις καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων, έχοντας ένα μεγάλο σόι και ισχυρούς δεσμούς εκεί.

Η σχέση της με τη μόδα ξεκίνησε μέσα από το μακιγιάζ. Εργαζόταν ως make-up artist και βρισκόταν διαρκώς κοντά σε φωτογραφίσεις, styling και creative direction. Από εκεί γεννήθηκε η ανάγκη για ένα προσωπικό project, ένα εγχείρημα που θα της προσφέρει πλήρη δημιουργικό έλεγχο, από το design μέχρι την επικοινωνία. Έτσι γεννήθηκε το brand της, ένα passion project που δεν το αντιμετωπίζει ως ένα απλό clothing brand, αλλά ως μέσο για να αναδείξει τον πολιτισμό της και να αφηγηθεί ιστορίες μέσα από τα ρούχα. Κύριος στόχος της είναι να προβάλει την όμορφη, ευαίσθητη και ανθρώπινη πλευρά της αραβικής κουλτούρας – μια πλευρά που συχνά στη Δύση δεν παρουσιάζεται με δίκαιο ή αυθεντικό τρόπο.


Για τη Γιασμίν, αυτό το project είναι μορφή έκφρασης αλλά και σύνδεσης με τις ρίζες της. Το brand έχει στον πυρήνα του την ανάγκη να φανεί η αυθεντική πλευρά μιας κουλτούρας που παρερμηνεύεται ή απεικονίζεται μονόπλευρα. Τα χρώματα, οι εικόνες και η ενέργεια που αποτυπώνονται στα ρούχα της, προέρχονται από την αραβική της ταυτότητα. Κι αυτό δεν μένει σε θεωρητικό επίπεδο – στις φωτογραφίσεις συμμετέχουν συχνά μέλη της οικογένειάς της ή άτομα αραβικής καταγωγής που ζουν στην Αθήνα. Έτσι, κάθε φωτογράφιση χτίζει σταδιακά μια κοινότητα.

Το brand της, όπως τονίζει, λειτουργεί σαν ένα community-based project. Μια κοινότητα χτίζεται οργανικά, είτε μέσα από τις φωτογραφίσεις, είτε μέσω των social media, όπου η αλληλεπίδραση είναι συνεχής. Από ένα απλό story κάποιου που φοράει ένα από τα ρούχα της, μέχρι μηνύματα με βαθιά ταύτιση με το concept, η σύνδεση είναι αυθεντική και ανθρώπινη. Οι άνθρωποι που επιλέγουν να φορέσουν τα ρούχα της, είναι, όπως λέει, απλά «πολύ cool».

Αυτό που εισπράττει είναι ότι όσοι τα φορούν εκπέμπουν κάτι αληθινό και αυθεντικό. Κάθε φορά που τους βλέπει στον δρόμο ή σε tags στα social media, νιώθει χαρά και συγκίνηση. Από σχόλια όπως «με ρώτησαν όλοι από πού είναι» μέχρι θετικά λόγια για την ποιότητα και την αίσθηση των ρούχων, η στήριξη του κόσμου αποτελεί για εκείνη μια μορφή επιβεβαίωσης πως αυτό που κάνει έχει σημασία.

Πέρα από την αισθητική, το brand της Γιασμίν έχει σαφή κοινωνική και πολιτική διάσταση. Όπως δηλώνει ξεκάθαρα, όλο το εγχείρημα είναι μια πολιτική πράξη. Θέλει να αναδείξει τη δύναμη και τη χάρη του αραβικού πολιτισμού – ενός πολιτισμού που έχει υποστεί και συνεχίζει να υφίσταται παρεξηγήσεις, πολεμική και παραπληροφόρηση. Στη μαζική κουλτούρα, όπως αναφέρει, οι Άραβες παρουσιάζονται συχνά ως οι «κακοί» της ιστορίας. Κι όμως, υπάρχει η δυνατότητα να αλλάξει αυτή η εικόνα, αρκεί να υπάρχει πρόθεση για γνώση.

Azirat

Αναφέρεται μάλιστα σε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: όταν επισκέφθηκε το ταχυδρομείο για να στείλει ένα πακέτο, η υπάλληλος που τη γνώριζε από προηγούμενες φορές, τη ρώτησε τι πουλάει. Όταν είδε τη σελίδα του brand, ενθουσιάστηκε, αλλά μόλις συνειδητοποίησε ότι σχετίζεται με την αραβική κουλτούρα, σχολίασε πως «εκεί οι γυναίκες είναι καταπιεσμένες». Δεν της έκανε εντύπωση, καθώς είναι μια προκατάληψη που έχει ακούσει πολλές φορές. Της εξήγησε πως αυτή είναι μια μερική εικόνα. Υπάρχουν συντηρητικές κοινωνίες, όπως υπάρχουν σε κάθε χώρα – ακόμα και στην Ελλάδα. Αυτό όμως δεν ορίζει όλο τον πολιτισμό. Της μίλησε για τη μητέρα της, η οποία μετά το διαζύγιο επέστρεψε στην Ιορδανία, ξεκίνησε τη ζωή της από την αρχή, εργάζεται, ζει ανεξάρτητα και αποφασίζει η ίδια για τον εαυτό της.

Η υπάλληλος έμεινε άφωνη καθώς δεν είχε φανταστεί πως μπορούσε να υπάρχει μια τέτοια ιστορία. Αυτό είναι και το βασικό ζητούμενο για τη Γιασμίν: να ανοίξουν νέες οπτικές, έξω από τα στερεότυπα. Να υπάρχουν συζητήσεις και να δημιουργείται χώρος για αλήθειες που δεν παρουσιάζονται στα mainstream μέσα.

Κλείνοντας, εκφράζει την ελπίδα της: Το brand της, Azirat, και η κοινότητα γύρω του, να συνεχίσουν να μεγαλώνουν, να ενώνουν ανθρώπους και να εκφράζουν κάτι αυθεντικό. Και δεν ξεχνά να στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: Λευτεριά στην Παλαιστίνη, το Λίβανο, το Κονγκό και το Σουδάν.

Ναννά Μιχαλοπούλου, Ohet Cloting

Η Ναννά και ο Νίκος (@ohetclothing) είναι δύο γραφίστες από την Αθήνα που αποφάσισαν να μετατρέψουν μια πτυχιακή εργασία σε ολοκληρωμένο brand. Η αρχή έγινε το 2017, όταν η Ναννά ξεκίνησε να σχεδιάζει ένα project για τη σχολή γραφιστικής, μια εργασία που τελικά δεν υπέβαλε ποτέ. Στην πορεία προστέθηκε στην ομάδα ο Νίκος για να βοηθήσει, και κάπως έτσι αποφάσισαν να μετατρέψουν την ιδέα σε πραγματικό προϊόν.

Το brand έκανε την πρώτη του εμφάνιση στα social media τον Μάρτιο του 2018, με ένα όνομα που κρύβει μια μικρή ιστορία: “Ohet” είναι ακρωνύμιο του αριθμού One Hundred Eighty Three.

Όπως τα περισσότερα ανεξάρτητα brands, η Ohet ξεκίνησε με μια σειρά από T-shirts με το logo και κάποια σχέδια. Από τότε όμως, κάθε χρόνο η ομάδα εμπλουτίζει τη συλλογή με νέα προϊόντα. Σήμερα, η Ohet προσφέρει μια ευρεία γκάμα: T-shirts, φούτερ, cargo βερμούδες, πουκάμισα, αξεσουάρ όπως καπέλα, κάλτσες, τσάντες, posters, ενώ για πρώτη φορά φέτος εντάσσονται και γυαλιά ηλίου στη συλλογή, που αναμένονται μέσα στον μήνα. Η παραγωγή γίνεται όσο το δυνατόν περισσότερο στην Ελλάδα, με στόχο την ποιότητα και τη στήριξη της τοπικής βιοτεχνίας. Όπως παραδέχονται, «στα περισσότερα τα καταφέρνουμε, κάποια προσπαθούμε ακόμα να βρούμε τρόπο να φέρουμε την παραγωγή εδώ».

Η δημιουργική διαδικασία είναι δυναμική και, πολλές φορές, απρόβλεπτη. «Κάποιες φορές είναι χαοτική, κάποιες βγαίνει πολύ εύκολα», λένε. Αυτό που κάνει τη διαφορά, είναι η ομάδα συνεργατών που έχουν διαμορφώσει: άνθρωποι με έμπνευση και φρέσκες ιδέες, οι οποίοι συμβάλλουν καθοριστικά στην εξέλιξη του brand.

Η Ohet, όμως, δεν έχει σκοπό απλώς να καλύψει την ανάγκη του «ντυσίματος». «Δεν νομίζω ότι καλύπτουμε ή θέλουμε να καλύψουμε κάποια τέτοια ανάγκη. Υπάρχουν εκατομμύρια brands, σχεδιαστές, μικρές επιχειρήσεις ή κολοσσοί στο ρούχο», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Ο στόχος τους είναι άλλος: να δημιουργήσουν μια φωνή. Είτε αυτή εκφράζεται μέσα από ένα ρούχο, ένα σχέδιο ή τη δημιουργία μιας κοινότητας, το brand λειτουργεί περισσότερο ως πλατφόρμα δημιουργικής έκφρασης παρά ως εμπορική επιχείρηση με στενή έννοια.


Τα social media παίζουν σημαντικό ρόλο στη διάδοση του brand, αλλά όπως παραδέχονται, είναι κι ένα πεδίο στο οποίο νιώθουν πως υστερούν. Παρ’ όλα αυτά, έχουν καταφέρει να χτίσουν μια κοινότητα με άτομα από διαφορετικά backgrounds, ηλικίες και στυλ — μια κοινότητα που μεγαλώνει σταθερά με τον δικό της ρυθμό. «Σίγουρα μπορούμε να γίνουμε πιο εξωστρεφείς στο κομμάτι των social και είναι κάτι στο οποίο δουλεύουμε συνέχεια», λένε.

Όσο για το φαινόμενο των νέων που ξεκινούν τα δικά τους brands; Η Ναννά το βλέπει θετικά: «Ο κόσμος έχει ανάγκη να δημιουργήσει και να εκφραστεί. Τα ρούχα είναι ένας τρόπος να το κάνεις αυτό, και μάλιστα με σχετικά χαμηλό budget. Είναι προσιτό και έχει τη δυναμική να βρει απήχηση».

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.