«Δεν ήμουν στους ήρωες του Πολυτεχνείου, ήμουν απλά τυχερός»
Ο Μάκης Κατωπόδης διηγείται όλα όσα είδαν τα μάτια του μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο, στα μέσα Νοέμβρη του 1973. Τα λογύδρια στα σκαλάκια της Πρυτανείας, το σοκ μπροστά στην εικόνα με το τανκ πάνω στην πύλη και το σπίτι της συμφοιτήτριας που αποδείχθηκε καταφύγιο και τους γλίτωσε από τα χειρότερα.
- 17 ΝΟΕ 2025
Ο Μάκης θυμάται ακόμα τα σκαλάκια στην Πρυτανεία, εκείνη την Τετάρτη. Συμφοιτητές, φίλοι και γνωστοί, ανεβοκατέβαιναν και αγόρευαν. Το ημερολόγιο έδειχνε 14 του Νοέμβρη, 1973. Το μυαλό ενίοτε ξεχνά, μα μοιάζει αδύνατο να διαγράψει από τον σκληρό δίσκο του εγκεφάλου αυτές τις εικόνες.
Μιλάμε στο τηλέφωνο και πριν γυρίσει πίσω στο χρόνο, μου εξηγεί ότι όλα όσα συνέβησαν 52 Νοέμβριους πριν, μπορούν μόνο ένα επίθετο να τοποθετήσουν δίπλα στο όνομα του. «Ήμουν τυχερός, όχι ήρωας», μου λέει.
Ο Μάκης Κατωπόδης, σπουδαστής τότε στους Χημικούς Μηχανικούς, φρουρούσε το κτίριο της σχολής. Διηγείται στο OneMan όλα όσα είδαν τα μάτια του στα μέσα εκείνου του Νοέμβρη, μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο. Από τα λογύδρια στα σκαλάκια της Πρυτανείας, μέχρι τα άλαλα χείλη της συμφοιτήτριας που τράπηκε σε φυγή μαζί, για να γλιτώσουν από τους διψασμένους για φοιτητικό αίμα, χωροφύλακες, αστυνόμους και παρακρατικούς.
Ο λόγος σε εκείνον, λοιπόν.
«Η ιστορία ξεκινά την Τετάρτη, 14 του μήνα. Είμαστε μαζεμένοι οι πολυτεχνίτες μαζί με συμφοιτητές από τη Νομική, το Μαθηματικό κι άλλες σχολές κι αρχίζουμε και λέμε: ‘“Τι κάνουμε τώρα;”.
Σε κάποια περίεργα κείμενα που βγήκαν και έλεγαν για 100–150 προβοκάτορες, δεν φάνηκε πουθενά και σε καμία στιγμή κάτι τέτοιο. Αυτοί που κατέβηκαν από το Μαθηματικό και τη Νομική ήταν φίλοι φίλων, επώνυμοι φοιτητές εκείνης της εποχής.
Αυτό που ήταν εντυπωσιακό και που συνέβη μπροστά στα σκαλιά της Πρυτανείας, ήταν η συζήτηση για το τι κάνουμε από εδώ και στο εξής. Μένουμε στο Πολυτεχνείο; Το καταλαμβάνουμε ή δεν το καταλαμβάνουμε; Θυμάμαι τους ανθρώπους που μίλησαν, τους έχω εικόνα έτσι όπως ήταν τότε. Άλλοι ήταν υπέρ και άλλοι κατά. Δεν υπήρχαν κομματικές γραμμές, μόνο η προσωπική άποψη του καθενός για το πώς έβλεπε τα πράγματα.
Η απόφαση που πάρθηκε δεν έγινε με ψηφοφορία. Απλώς, έκλεισαν οι πόρτες. Άρα όσοι ήμασταν εκεί, είτε υπέρ είτε κατά, γίναμε ένα σώμα. Μείναμε και αγωνιστήκαμε. Το κρισιμότερο στάδιο για μένα ήταν στα σκαλιά. Έχω ακόμα την εικόνα στο μυαλό μου από το πώς ανεβοκατέβαιναν, από το πώς επιχειρηματολογούσαμε υπέρ της μιας ή της άλλης κατεύθυνσης.
Από εκείνο το σημείο μέχρι τα ξημερώματα του Σαββάτου οργανώναμε πώς θα τρώνε όσοι μπαίνουν μέσα, επικοινωνούσαμε φτιάχνοντας τον ραδιοσταθμό και οργανώθηκε ένα ιατρείο επειδή φοβόμασταν ότι μπορεί να συμβεί κάτι.
Η μετάβαση από Τετάρτη μέχρι Παρασκευή ήταν ομαλή, με συμπαράσταση καλλιτεχνών. Είχε έρθει και ο Ξυλούρης θυμάμαι. Κάποια στιγμή η συζήτηση επανήλθε στο αν μένουμε ή φεύγουμε, και θέλαμε να μείνουμε.
Είχε προαναγγελθεί μια συνέντευξη τύπου του Μαρκεζίνη και για αυτό το λόγο αποκλείαμε να γίνει κάτι. Από Τετάρτη μέχρι Παρασκευή η συμμετοχή όλο και μεγάλωνε· άνθρωποι από όλα τα μήκη και πλάτη της Αθήνας. Τεράστιο ρόλο έπαιξε και ο ραδιοσταθμός στο κάλεσμα.
Φτάνουμε στην Παρασκευή, που ξεκίνησε η επέμβαση. Εγώ, που ήμουν φρουρός στο κτίριο των Χημικών Μηχανικών, δεν καταλάβαινα πολλά. Όταν βγήκαμε έξω και είδαμε τις εικόνες, χάος, χαμός. Κρότοι, καπνογόνα, τραυματίες. Συνειδητοποιήσαμε ότι τελείωσε η ιστορία. Απόψε λήγει το θέμα, λέγαμε. Θέλαμε να δούμε τι κάνουν τα παιδιά και πώς βγαίνουμε από εδώ.
Όταν εμφανίστηκαν οι στρατιωτικοί και τα τανκς, υπήρξε διαπραγμάτευση για να λήξει ομαλά το θέμα, να φύγουμε ειρηνικά από εκεί. Η πρόθεση όμως των χωροφυλάκων δεν ήταν η ίδια· ήθελαν να μας μαζέψουν όλους. Δεν θα μας άφηναν να βγούμε έτσι έξω. Το τανκ ήταν με το κανόνι στραμμένο προς το Πολυτεχνείο. Πήρε εντολή και όρμησε, ρίχνοντας την πύλη κάτω.
Εγώ εξακολουθούσα να βρίσκομαι στο κτίριο των Χημικών Μηχανικών. Το κτίριο των Μηχανολόγων, όπου ήταν ο σταθμός, επικοινωνούσε μαζί μας. Τα παιδιά που ασχολούνταν με τον ραδιοσταθμό μάς ενημέρωσαν ότι “έληξε το θέμα” και ότι αποχωρούμε. Βγαίνουμε έξω και… ο Θεός βοηθός, στον οποίο Θεό δεν πιστεύαμε κιόλας.
Το θέμα είναι πως η τύχη κάποιους τους έριξε στο χώμα, κάποιους τους τραυμάτισε, κάποιους τους οδήγησε στη σύλληψη και στα βασανιστήρια, και κάποιους άλλους, τους τυχερούς, τους έβγαλε έξω κύριους.
Ήταν άδειο το προαύλιο των Χημικών Μηχανικών, πίσω από την Αρχιτεκτονική, και υπήρχαν εκεί κάποιοι λίγοι οπλισμένοι στρατιώτες. Όταν είδα την πόρτα κάτω και το τανκ από πάνω, έχοντας εικόνα των παιδιών που ήταν πάνω στις κολώνες και στην πύλη, δεξιά–αριστερά, ήμουν σε σοκ. Δεν έχω αισθανθεί έτσι στη ζωή μου.
Βγήκαμε έξω και ήταν παρατεταγμένοι αστυνομικοί, που είχαν απαγορεύσει τον δρόμο προς Ομόνοια και μας έστελναν προς το Μουσείο. Βγαίναμε τρεις μαζί: εγώ, ένας φίλος και μια συμφοιτήτρια στη μέση. Καθώς περπατούσαμε, χτύπησαν τον Βαγγέλη, τον φίλο μου και τον βούτηξαν, τον συνέλαβαν. Εγώ με την κοπέλα φύγαμε δεξιά και είπαμε: “Πού πάμε; Ευθεία προς Πατήσια ή πάνω προς Εξάρχεια;” Εκείνη ήταν τρομοκρατημένη μέσα στο χάος. Και εγώ δεν πήγαινα πίσω, φοβόμουν. Ξέραμε ότι πυροβολούσαν και έριχναν παντού.
Μου είπε: “Εδώ κοντά μένω, στα Εξάρχεια”. Ευτυχώς, όσοι ήταν εκεί συγκεντρωμένοι ήταν δικοί μας. Πήγαμε σε ένα στενάκι στην πλατεία, χωθήκαμε, και πέρασε η νύχτα. Δεν υπήρχε τρόπος να ειδοποιήσεις τους δικούς σου. Καταλαβαίνεις… η μάνα μου είχε τρελαθεί. Το πρωί πήρα το λεωφορείο και γύρισα σπίτι. Στις 7–8 το πρωί, ο κόσμος πήγαινε στη δουλειά του. Ανέβηκα στην Ακαδημίας και ήταν περίπου φυσιολογικά.
Τις επόμενες μέρες αρχίσαμε κάποιες μικροσυγκεντρώσεις. Από τύχη κάποιοι σαν εμένα γλίτωσαν τον κίνδυνο και κάποιοι άλλοι σαν εμάς σκοτώθηκαν».
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.