ΤΑΞΙΔΙ

Διασχίζοντας τον Ατλαντικό πάνω σε ένα ιστιοπλοϊκό

Πέντε Έλληνες ιστιοπλόοι διέσχισαν τον ωκεανό από τη μία άκρη έως την άλλη συναντώντας φυσητήρες, μπουρίνια, πελώρια κύματα και μαγικά ηλιοβασιλέματα. Αυτά είναι όσα κρατούν από τα 2700 ναυτικά μίλια του επικού ταξιδιού τους.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΛΑΖΑΡΟΣ ΤΣΙΓΚΑΚΟΣ

Πώς είναι άραγε να βρίσκεσαι μόνος στο κέντρο ενός απέραντου ωκεανού με μοναδικούς συμμάχους σου τα πανιά, τα ναυτικά σκοινιά και τον αέρα τη στιγμή που ο καιρός αγριεύει ή όταν ένας πελώριος φυσητήρας κάνει την εμφάνιση του σε απόσταση αναπνοής; Πριν λίγο καιρό, το ελληνικό πλήρωμα του ιστιοπλοϊκού I NEVERLAND είπε το «ναι» σε μία μεγάλη περιπέτεια: η συμμετοχή του στον αγώνα Atlantic Rally for Cruisers σήμαινε ότι θα έπρεπε να διασχίσει 2700 ναυτικά μίλια από τις Κανάριες Νήσους μέχρι την εξωτική Σάντα Λουτσία.

Το τόλμησαν, τα κατάφεραν και τώρα έχουν μία σπουδαία ιστορία να πουν με τίτλο «Ο διάπλους του Ατλαντικού Ωκεανού πάνω σε ιστιοφόρο».

Το εγχείρημα είχε για εμπνευστή, χρηματοδότη, διοργανωτή και κυβερνήτη τον Αλέξη Μεντεκίδη. Εκείνος μαζί με τον πολύπειρο Χριστόφορο Πριτσούλη, διευθυντή της σχολής ιστιοπλοΐας του Ναυτικού Ομίλου Θεσσαλονίκης (ΝΟΘ), αλλά και τους Αλέξανδρο Δραγούτση, Κωνσταντίνο Ντιτσιόπουλο και Λάζαρο Τσιγκάκο έφεραν εις πέρα ένα ταξίδι που ακούγεται σαν υπεράνθρωπος άθλος μετά από 20 μέρες, 18 ώρες και 17 λεπτά.

Τα μέλη του πληρώματος, όλοι τους επαγγελματίες κυβερνήτες ιστιοπλοϊκών σκαφών με πολλά χρόνια εμπειρίας και πολλές διακρίσεις στις πλάτες τους, κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο τους μέσα από αγαστή συνεργασία.

Περήφανοι για το γεγονός ότι αυτό συνέβη μέσα από αρμονική συμβίωση (κάτω από πολλές φορές ψυχοφθόρες συνθήκες), αφηγούνται στο OneMan όσα εκείνοι κρατούν από αυτήν την επική περιπέτεια.

«Το συναίσθημα της αβεβαιότητας που κυριαρχούσε στη σκέψη μου ήταν η πιο δυνατή ανάμνησή μου από τον διάπλου του Ατλαντικού» θυμάται ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΝΤΙΤΣΙΟΠΟΥΛΟΣ, πριν συνεχίσει: «Είναι απίστευτο το πόσα πράγματα συνειδητοποιείς πως μπορούν να συμβούν όταν βρίσκεσαι στη μέση του ωκεανού· πράγματα που δεν μπορείς να προβλέψεις την ώρα που κάθεσαι στον καναπέ με το κινητό σου σερφάροντας στο διαδίκτυο για να προετοιμάσεις το ταξίδι σου. 

Δε θεωρώ τον εαυτό μου κινδυνολόγο και στην καθημερινή μου ζωή νομίζω ότι προβλέπω και προετοιμάζομαι για τα πάντα. Αλλά εκεί, στην ανοιχτή θάλασσα καταλαβαίνεις ότι δεν μπορείς να τα ελέγξεις όλα. 

Παρ’ όλο που το πλήρωμα ήταν άρτια καταρτισμένο (και ότι καλύτερο θα μπορούσες να επιλέξεις), το σκάφος πολύ καλά εξοπλισμένο με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και σε άριστη κατάσταση (με δυνατότητα επικοινωνίας με τη στεριά, με δυνατότητα λήψης μετεωρολογικού δελτίου), στο πεδίο αποδείχθηκε πως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. 

Για παράδειγμα, ο άνεμος που περιμέναμε ήταν τελικά ασθενέστερος προσθέτοντας άλλες τρεις μέρες στο ταξίδι μας. Αυτό σημαίνει περισσότερες προμήθειες φαγητού και νερού, τις οποίες δεν μπορείς να κουβαλάς και σε μεγάλες ποσότητες λόγω περιορισμένου χώρου.

Μια άλλη μη ελεγχόμενη κατάσταση ήταν τα βραδινά μπουρίνια κατά τη διάρκεια της νύχτας, τα οποία είναι απρόβλεπτα ως προς την ένταση του ανέμου. Ένα μπουρίνι, εάν δεν το προλάβεις, μπορεί να σου καταστρέψει τα πανιά, πράγμα που σε κάνει ακυβέρνητο. Σκεπτόμενος ότι η πιο κοντινή σου βοήθεια, από κάποιο διερχόμενο πλοίο ή σκάφος, βρίσκεται μία ή και δύο μέρες μακριά, σε πιάνει ένα ρίγος.

Σε αυτό το ταξίδι ένιωσα ότι τα 30 χρόνια της εμπειρίας μου είναι λίγα τελικά και πως η δύναμη του ωκεανού και της φύσης θα υπερισχύει πάντα της εμπειρίας και της τεχνολογίας.

Αυτός, τελικά, είναι και ο λόγος που με έχει μαγέψει η θάλασσα, διότι κάθε μέρα έχει κάτι καινούριο να σου δώσει. Ποτέ δεν μπορείς να πεις ότι τη γνωρίζεις πραγματικά».

Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΡΑΓΟΥΤΣΗΣ θυμάται πως: «Ο διάπλους του Ατλαντικού είναι όνειρο και επιθυμία κάθε ιστιοπλόου. Έτσι, όταν μου έγινε η πρόταση από τον Αλέξη Μεντεκιδη αμέσως δέχτηκα. Ασχολούμαι 35 χρόνια με την ιστιοπλοΐα και η επιθυμία μου να ταξιδέψω στα νερά του ωκεανού ήταν μεγάλη. 

Όσο πλησίαζαν οι μέρες του απόπλου δεν κρύβω ότι υπήρχε ένα σφίξιμο μέσα μου. Πού πάμε; Θα τα καταφέρουμε; Πώς θα κυλήσουν τόσες μέρες στο σκάφος; Πώς θα δέσουμε ως πλήρωμα όλοι μας;

Δεν μπορώ να ξεχάσω ένα βράδυ όπου είχα βάρδια 12-2 και βρισκόμασταν μέσα σε ένα μπουρίνι. Ετοιμαζόμουν στην καμπίνα και προσπαθούσα να ισορροπήσω μέσα στις άτσαλες κινήσεις του σκάφους από τα κύματα και τον αέρα. 

Βγαίνοντας έξω αντίκρισα τα κύματα όπου έφταναν εύκολα τα 6 μέτρα και αμέσως πήγα στο τιμόνι. Στο μυαλό μου έτρεχαν σκέψεις: Πού βρισκόμαστε; Πόσο μακριά είναι ο προορισμός; Τι θα γίνει σε περίπτωση κάποιας αβαρίας; Θα τα καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε κάτι το απρόοπτο; Ο ωκεανός είναι απέραντος και αυτό με μάγεψε. Ήμασταν πολύ μικροί σε σχέση μα το μεγαλείο του!

Σίγουρα και η στιγμή του τερματισμού ήταν μεγάλη και δυνατή: Όταν τερματίσαμε ήταν περίπου 3 το πρωί τοπική ώρα. Όλο το πλήρωμα ήμασταν στο κατάστρωμα και αγκαλιαστήκαμε. Συγκινηθήκαμε.

Ήταν μεγάλο επίτευγμα για το όποιο νιώθουμε χαρά και υπερηφάνεια που το πραγματοποιήσαμε. Τέλος, καλό, όλα  καλά»

«Όσο καλά κι αν είσαι προετοιμασμένος δεν μπορείς να είσαι ποτέ σίγουρος ότι θα καταφέρεις να διασχίσεις τον Ατλαντικό Ωκεανό» αναφέρει ο ΛΑΖΑΡΟΣ ΤΣΙΓΚΑΚΟΣ, πριν μιλήσει για τις δικές του αναμνήσεις «Οι ιστιοπλόοι είμαστε ελεύθερες ψυχές και έτσι οι εποχές που ζούμε τα τελευταία χρόνια με τις καραντίνες και τα lockdowns είναι πολύ παράξενες για εμάς. Για αυτόν τον λόγο θα χαρακτήριζα το συγκεκριμένο ταξίδι ως όνειρο ζωής και ως ένα παράθυρο “άγριας” ελευθερίας μακριά από τον πολιτισμό.

Μου είναι αρκετά δύσκολο να ξεχωρίσω τις στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ από τον διάπλου του Ατλαντικού, κάποιες όμως σίγουρα έχουν “γράψει” πολύ δυνατά μέσα μου.

Θα θυμάμαι για πάντα ένα συγκεκριμένο βράδυ: είχε τελειώσει η βάρδια μου και κοιμόμουν στην καμπίνα, όταν άκουσα έναν πολύ δυνατό θόρυβο. Κατάλαβα στη στιγμή ότι είχε κοπεί το μαντάρι του μπαλονιού. Το συγκεκριμένο πανί είχε εμβαδό 207 τ.μ. και έπεσε αμέσως στη θάλασσα. 

Εγώ με τον Κώστα το μαζεύαμε, όσο ο Χριστόφορος ήταν στο τιμόνι και προσπαθούσε να κάνει απαλές κινήσεις ώστε να μην μπλεχτεί κάτω από το σκαφός – παλεύαμε να το ανεβάσουμε, αλλά 207 τ.μ. είναι πολλά, και μεγάλος ο κίνδυνος να μπλεχτείς παρόλο που είσαι δεμένος και φοράς σωσίβιο.

Ήταν βραδύ, είχαμε ελάχιστη ορατότητα, τα κύματα ήταν αρκετά μεγάλα και γνωρίζαμε ότι αν ένας από τους δύο μας έπεφτε στη θάλασσα θα ήταν δύσκολο να βρεθεί από το υπόλοιπο πλήρωμα…

Αντίστοιχα, δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου την εικόνα ενός φυσητήρα όσο ήμουν στο τιμόνι: μισό μίλι μακριά να πετιέται ένας τεράστιος πίδακας νερού που έβγαινε από το σώμα του πελώριου κήτους.

Όσο για το τι κρατώ σαν μάθημα από αυτό το ταξίδι; Εμείς οι άνθρωποι έχουμε πολύ μεγάλη ιδέα από τον εαυτό μας. Όταν όμως βρεθείς εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης, στη μέση του Ατλαντικού, αντιλαμβάνεσαι πόσο μικροί είμαστε μπροστά τους»

Ο συγκυρβερνήτης ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΡΙΤΣΟΥΛΗΣ έχει μία πολύ συγκεκριμένη ανάμνηση που δεν μπορεί να βγάλει από το μυαλό του: «Κάθε πρωί είχα βάρδια 6 με 8 – έξω ήταν ακόμα σκοτάδι.

Χάζευα τον ουρανό και έβλεπα τον Σταυρό του Νότου (ένα σύμπλεγμα αστεριών που δε φαίνεται από τις ελληνικές θάλασσες), παρατηρούσα στο GPS τη θέση μας στη μέση του ωκεανού η οποία απείχε 1500 μίλια από τη μία στεριά και άλλα 1500 από την άλλη, και περηφανευόμουν που είχα την ευκαιρία να κάνω ένα τόσο μακρινό ταξίδι: τον διάπλου του Ατλαντικού Ωκεανού.

Έχω χάσει τον πατέρα μου -που ήταν και αυτός ιστιοοπλόος και μάλιστα ένας από τους πρώτους Έλληνες ωκεανοπόρους- εδώ και 11 χρόνια. Έτσι, καθώς βρισκόμουν στη μέση ενός απέραντου ωκεανού με τον λαμπερό αστερισμό πάνω από το κεφάλι μου, με τη μουσική του Θάνου Μικρούτσικου σε στίχους Νίκου Καββαδία να με συντροφεύει, ερχόταν στο μυαλό μου η δική του ύπαρξη αλλά και η απώλειά του.

Αυτή ήταν η πιο δυνατή, η πιο συγκινητική στιγμή του ταξιδιού τόσο για το μυαλό όσο και την ψυχή μου.

«Χίλιες φορές το μετάνιωσα, άλλα καμαρώνω που το τόλμησα και το κατάφερα» - Αλέξης Μεντεκίδης, κυβερνήτης του I Neverland

Τι ήταν τελικά ο διάπλους του Ατλαντικού για τους πέντε Έλληνες ιστιοπλόους; Μάλλον, μια διαφορετική εμπειρία. Αντί επιλόγου, λοιπόν, ακολουθούν όσα μας αφηγήθηκε ο κυβερνήτης του I Neverland, ΑΛΕΞΗΣ ΜΕΝΤΕΚΙΔΗΣ: «Ένα μικρό σκαφάκι στη μέση ενός τεράστιου ωκεανού. Τι είναι αυτό που με έκανε να πάρω μια τέτοια απόφαση; Τι ήθελα να αποδείξω, και σε ποιόν; 

Όταν οι συνθήκες είναι καλές το σκάφος σκίζει μεγαλόπρεπα τη θάλασσα, η διάθεση ανεβαίνει και ο τιμονιέρης αισθάνεται κυρίαρχος των θαλασσών. Η μπουνάτσα κάνει το ασταμάτητο κούνημα του σκάφους ανυπόφορο, φέρνει εκνευρισμό, δεν μπορείς να σταθείς πουθενά και λογαριάζεις στο μυαλό σου πόσο μπορείς να ταξιδέψεις με τα πετρέλαια. 

Όταν πάλι ο καιρός αγριεύει όλο το πλήρωμα γίνεται ένα, ο κάθε ένας βασίζεται στους υπόλοιπους για να βοηθήσουν στη δύσκολη στιγμή και προπάντων στην Παναγία και τον Αη-Νικόλα.

Ο ουρανός το βράδυ έχει τόσα αστέρια που δεν τα έχεις φανταστεί. Όταν το φεγγάρι φωτίζει τη νύχτα νιώθεις το βλέμμα του Θεού να σε προσέχει. Ο ήλιος την αυγή και το δειλινό χαρίζει στα σύννεφα ένα απόκοσμο χρυσάφι. 

Και μετά από 20 ημέρες ταλαιπωρίας φτάνεις σε μια νέα γη με τροπική βλάστηση, εξωτικά φρούτα, δυνατό ρούμι, πρόσχαρους, καλοσυνάτους ανθρώπους, λες και είναι ο παράδεισος – η μήπως όχι; Να γιατί μάγεψε τους κονκισταδόρες!

Ένα παράτολμο ταξίδι που σε κάνει να μετρηθείς με τον εαυτό σου και σου χαρίζει εικόνες μοναδικές. Χίλιες φορές το μετάνιωσα, άλλα καμαρώνω που το τόλμησα και το κατάφερα».