AP Photo/Hassan Ammar
ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

“Μου φαίνεται σαν πόλεμος”: Το συγκινητικό γράμμα μιας 17χρονης στο ONEMAN

Το απότομο pause στο οποίο μπήκε η ζωή μας, μέσα από το μάτια μιας μαθήτριας της τρίτης Λυκείου.

H Xριστίνα Κάρλου, όπως και χιλιάδες μαθητές, ή όπως όλη η Ελλάδα για να είμαστε πιο ακριβείς, έζησε ενδεχομένως τις πενήντα πιο περίεργες μέρες της ζωής της σε καραντίνα. Αυτό είναι το δικό της ημερολόγιο καραντίνας, όπως το εμπιστεύτηκε στο Oneman, δίνοντάς μας την άδεια να το δημοσιεύσουμε.

Αγαπητό μου ημερολόγιο,

Έτσι δεν ξεκινούσαμε το ημερολόγιο όταν ήμασταν μικρά; Ένα ημερολόγιο ήταν συνηθισμένο δώρο εκείνη την εποχή. Να μου πεις, σιγά τα χρόνια που πέρασαν. Αν και λίγα τα χρόνια είναι πολλά τα γεγονότα που τα κατακλύζουν. 17 χρονών πλέον και νιώθω την ανάγκη να μοιραστώ με τον εαυτό μου αυτές τις στιγμές, ίσως σε ένα ασφαλές μέρος. Εδώ ας πούμε! Δεν φοβάμαι μην ξεχάσω γιατί όπως θα καταλάβεις κι εσύ, τέτοιες μεγάλες στιγμές δεν ξεχνιούνται. Απλά θέλω σε κάθε προβληματισμό ή δύσκολη στιγμή να ανατρέχω στο παρελθόν ώστε να θυμάμαι και να παίρνω δύναμη. Ναι θα τα ξεπεράσω όλα τα εμπόδια! Ναι, λοιπόν, αυτό είναι οι άνθρωποι. Συλλέκτες αναμνήσεων και εμπειριών.. Ωραία, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…

Παραμονή καραντίνας

Τη Δευτέρα δεν είχαμε σχολείο, το έκλεισαν για απολύμανση είπαν. Εμείς τα παιδιά το εκλάβαμε ως τριήμερο. Δεν είχαμε καταλάβει την σοβαρότητα του πράγματος. Την Τρίτη , λοιπόν, από την πρώτη έως και την έβδομη ώρα που είχαμε, όλοι οι καθηγητές με ανησυχία στο βλέμμα μας μιλούσαν για τον κορονοϊό και τα μέτρα πρόληψης που έπρεπε να πάρουμε. Με καμία σιγουριά σε αυτά που έλεγαν προγραμματίσαμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα την τετραήμερη εκδρομή και την γιορτή της 25ης Μαρτίου. Σχόλασα και ανυποψίαστη γύρισα σπίτι. Μίλησα με τη μητέρα μου και η απάντηση μετά από όλα αυτά που της είπα για το σχολείο και την ημέρα ήταν, “μας περιμένουν δύσκολες μέρες”.

Ανησύχησα, δεν θα πω ψέματα. Αφού φάγαμε είπα να ξαπλώσω στον καναπέ να δω κανένα όνειρο γιατί η πραγματικότητα δεν μου άρεσε και τόσο. Ξύπνησα μετά από περίπου μία ώρα από τις φωνές. Η τηλεόραση στη διαπασών έδειχνε ανθρώπους πανικόβλητους να τρέχουν στα σούπερ μάρκετ να προλάβουν. Τι τους κυνηγούσε και έκαναν έτσι; Έφτασε η συζήτηση στις ειδήσεις στον τομέα εκπαίδευση. ‘Κλειστά τα σχολεία για 14 μέρες’.

Για να κλείνουν τα σχολεία πρέπει να είναι σοβαρά τα πράγματα, είπα μέσα μου. Κρατιόμουν όμως γιατί βάση του μαθήματος της γλώσσας τα ΜΜΕ είναι πάντα υπερβολικά για να κερδίσουν τηλεθέαση. Χωρίς να συγκινούμαι και ιδιαίτερα που έκλεισαν τα σχολεία, κανονίζω καφεδάκι με την κολλητή. Καθόμαστε και πριν καν προλάβουμε να παραγγείλουμε μου λέει “μάλλον είναι η τελευταία φορά που βγαίνουμε”.

Μα καλά τι έχουν πάθει όλοι; Τρομάζω. Με παίρνει τηλέφωνο η μητέρα μου, τα ίδια έλεγε και εκείνη. “Δεν πρέπει να ξαναβγείτε κοριτσάκι μου.. πρέπει να προφυλαχτούμε.. πρέπει.. πρέπει..πρέπει..” Γυρίζω σπίτι. Δεν προλαβαίνω να βάλω τα κλειδιά στην πόρτα μου ανοίγει εξοπλισμένη με μάσκα, γάντια, αντισηπτικό. Σαν να παίζω σε ταινία επιστημονικής φαντασίας. Μου ζήτησε να βγάλω τα παπούτσια έξω από το σπίτι και με ύφος αποφασισμένου εγκληματία που ήδη μου έχει βάλει το όπλο στο κεφάλι και με σημαδεύει, μου λέει να βγω στο μπαλκόνι, να αφήσω την τσάντα μου να αεριστεί και να βγάλω τα ρούχα, όσο εκείνη θα μου φέρει καθαρές πιτζάμες. Καινούργια μόδα αυτή; Αφού έκανα ό,τι μου είπε ο εκτελεστής με το Dettol καθίσαμε μαζί κάτω από τον απορροφητήρα όσο εκείνη έκανε ένα τσιγάρο. Ξεφυσάει τον καπνό και μου ψιθυρίζει μία λέξη. ‘Καραντίνα’. Κάτι μου έλεγε ότι θα κάνω καιρό να δω τον έξω κόσμο αλλά δεν ήθελα το πιστέψω.

Καραντίνα, ημέρα πρώτη

Έκλεισα όλα τα ξυπνητήρια που είχα βάλει για να προλάβω την πρώτη ώρα και κοιμήθηκα ως το μεσημέρι. Στις 14.00 έφαγα πρωινό. Τόσο ωραίο πρωινό είχα καιρό να φάω. Έφτιαξα pancakes, έστυψα μια πορτοκαλάδα, γάλα με δημητριακά, όλα τέλεια. “Είμαι στις ευπαθείς ομάδες”, μου λέει η μητέρα μου. Ένιωσα σαν να είμαι η κολόνα του σπιτιού που πρέπει να στηρίξει χωρίς κανένα λάθος ή επιπολαιότητα το σπίτι από οποιονδήποτε σεισμό. Την πήρα αγκαλιά και της είπα με αποφασιστικότητα ότι θα τα καταφέρουμε. Όντως το πίστευα. Πίστεψα σε εμάς όσο ποτέ. Εξάλλου λένε πως σε κάθε πρωτόγνωρη κατάσταση της ζωής μας πρέπει να δείχνουμε πίστη και θάρρος.

 

 

Στις 16.00 έφαγα μεσημεριανό. Αν και το αγαπημένο μου, δεν ήθελα να φάω. Διάφορες σκέψεις περιτριγύριζαν το μυαλό μου, όπως για παράδειγμα, πόσο καιρό θα κρατήσει αυτό; Πώς θα περάσω τον χρόνο μου κάνοντας κάτι ποιοτικό χωρίς να τον χάσω; Θα μπορέσω να δω τους φίλους μου, την οικογένεια μου; Αυτά και άλλα τόσα ερωτήματα δεν με άφησαν ούτε το βράδυ να κοιμηθώ.

Καραντίνα, ημέρα δεύτερη

Ξύπνησα το ‘πρωί’ με μία δημιουργική αύρα. Ήθελα να κάνω κάτι για να περάσω χρόνο με τον μοναδικό άνθρωπο που μπορούσα νόμιμα να συνυπάρχω, τη μητέρα μου. Έψαξα τα κοινά μας και το πιο διασκεδαστικό που θα μπορούσαμε να κάνουμε στο σπίτι είναι να μαγειρέψουμε. Αφού τη βοήθησα με όλα τα φαγητά και τα γλυκά που δεν είχαμε ξαναφτιάξει, ενδεχομένως και να μην είχαμε ξαναφάει, καθίσαμε μαζί στον καναπέ να δούμε μία ταινία την οποία μου είχαν προτείνει.

Δεν ξεφύγαμε καθόλου από το mood που ήδη βρισκόμασταν καθώς η ταινία ήταν βαριά και αρκετά καταθλιπτική. Εννοείται πως το τέλος δεν ήταν καθόλου ευχάριστο και αυτό μας έβαλε πάλι στην διαδικασία των ερωτημάτων. Η μητέρα μου απτόητη κοιμήθηκε σαν πουλάκι δίπλα μου ενώ εγώ ξεκίνησα σειρά στο Netflix. Netflix & chill που λένε και τα δημοσιεύματα.

Αφού πήγε 4 το ξημέρωμα και ακόμα δεν είχα διακρίνει ίχνος νύστας, μπήκα να χαζέψω λίγο στο Instagram και έπεσα πάνω σε μία δημοσίευση. “Άμα θες να διαβάσεις μία ιστορία η οποία δεν υπάρχει, γράψ’ την εσύ”, έτσι έλεγε. Μμμ.. δημιουργικότατο σκέφτηκα, ας δοκιμάσω. Μέχρι τις 6 το πρωί έγραφα κάθε σκέψη που περνούσε από το μυαλό μου. Ας κοιμηθώ όμως τώρα γιατί πάλι μεσημέρι θα ξυπνήσω.

Δύο ημέρες μετά

Άκουσα το πρωί στο ραδιόφωνο ότι η καραντίνα είναι περίοδος ενδοσκόπησης. Εντάξει, ήρθε η ώρα της αυτοκριτικής λοιπόν. Στο γυμνάσιο η αγαπημένη μου καθηγήτρια μάς έλεγε ότι πρέπει να περνάμε χρόνο με τον εαυτό μας, μακριά από κινητό, social media, πολιτισμό. Αν δεν αντέχουμε εμείς την παρέα του εαυτού μας, πώς έχουμε την απαίτηση να την ανεχτούν οι δικοί μας άνθρωποι;

Έκλεισα το κινητό, την πόρτα του δωματίου μου, αφήνοντας σημείωμα στην μητέρα μου που έλεγε “περνάω χρόνο με τον εαυτό μου, σου προτείνω να κάνεις το ίδιο”. Ωραία πέρασα, καλό τυπάκι φάνηκα. Έγραψα σε ένα χαρτί όσα λάθη έχω κάνει, τι θέλω να αλλάξω, τι θέλω να κρατήσω και πολλά άλλα. Βγαίνοντας από το δωμάτιο η μητέρα μου σοκαρισμένη με ρώτησε αν είμαι καλά.

Αύριο είναι μια καινούργια μέρα, ας είμαι αισιόδοξη

Είχε ήδη βραδιάσει. Μα πώς περνάνε έτσι οι μέρες, ούτε που το πήρα χαμπάρι. Αύριο όμως τι θα κάνω; Πρέπει να μπω πάλι σε μια σειρά, να δημιουργήσω μία ρουτίνα, να φτιάξω ένα πρόγραμμα. Αύριο είναι μια καινούργια μέρα. Ας είμαι αισιόδοξη.

Το βράδυ παρακολούθησα ένα ντοκιμαντέρ το οποίο έδειχνε πώς περνάνε την ημέρα τους οι άστεγοι, οι πρόσφυγες, οι χρήστες, οι απροστάτευτοι πολίτες. Ομολογώ ότι σε σχέση με μερικούς, που σίγουρα βρίσκονταν σε καλύτερη θέση από αυτούς, ήταν πιο αισιόδοξοι. Ζουν τη ζωή τους εκτιμώντας πολλά αν όχι όλα από αυτά που εμείς θεωρούμε δεδομένα, με αγάπη για την ζωή και συνείδηση για το τι συμβαίνει. Μετά από όλο αυτό, ευχαρίστησα τον Θεό που έχω όλα όσα χρειάζομαι για να είμαι ευτυχισμένη και να προστατέψω τον εαυτό μου, και έπεσα ήσυχη για ύπνο.

Δύο εβδομάδες μετά

Και καθώς όλες οι προηγούμενες μέρες πέρασαν διαβάζοντας και κάνοντας διαδικτυακά μαθήματα κοιτώντας το ταβάνι, αποφάσισα να αλλάξω λίγο παραστάσεις και να φτάσει η χάρη μου μέχρι το μπαλκόνι. Αφού το καθάρισα και έφτιαξα το όλο κλίμα ώστε να με εμπνέει, ξεκίνησα να διαβάζω ένα λογοτεχνικό βιβλίο που μόλις πριν 5 μέρες παρήγγειλα. Η ώρα πέρασε, ο ήλιος έπεσε και έχοντας ελάχιστο φως από το κεράκι με άρωμα βανίλια στο τραπεζάκι σταμάτησα να διαβάζω, μην πάθω και τίποτα…

Στο δίπλα ακριβώς τετράγωνο κάποιοι έκαναν ένα mini party. Και τι δεν είχαν βάλει στην playlist. Οι εναλλαγές του DJ ακραίες, από Καρρά άλλαζε σε Beatles και από Beatles σε κλασικά αραβικά τραγούδια Μπουρναζίου. Για καληνύχτα περιττό να πω ότι έβαλε ‘Fy me to the moon’ από Frank Sinatra, αντιπερισπασμός για την μουσική ποιότητα που τον διακατείχε.

Αν και πολύ κουρασμένη που έφτασα μέχρι το μπαλκόνι του δωματίου μου, άκουσα όλη τη μουσική βραδιά και μάλιστα έκανα αρκετά όνειρα σε περίπτωση που την ημέρα των γενεθλίων μου μπορούσα να κάνω κι εγώ party. Εννοείται πως θα τον καλούσα και μάλιστα θα τον πλήρωνα για να είναι ο προσωπικός μου DJ. Κάπως έτσι αγαπητό μου ημερολόγιο έκλεισε κι αυτή η νύχτα της καραντίνας, αφού βέβαια οι γείτονες κάλεσαν την αστυνομία για να σταματήσει επιτέλους το πρόγραμμα και κατ’ επέκταση να κοιμηθούν τουλάχιστον μία ώρα μέχρι να λαλήσουν τα κοκόρια.

Ενάμιση Μήνα Μετά (σ.σ. λίγο πριν το τέλος της καραντίνας)

Ακόμα σε καραντίνα, ακόμα μέσα στο σπίτι. Οι προηγούμενες βδομάδες κύλησαν ακριβώς όπως η τελευταία. Τηλεόραση, ύπνος, καμία καινούργια ιδέα, κανένα ενδιαφέρον. Πανδημία λένε, Κορονοϊός λένε, θα πεθάνουμε όλοι λένε, μα εγώ τουλάχιστον την έχω γλιτώσει. Όπως καταλαβαίνεις τίποτα δεν κυλάει σωστά. Οι καφετέριες έχουν κλείσει, τα σχολεία είναι ακόμη κλειστά και αμφιβάλλω αν θα ανοίξουν. Οι έξοδοι συνεχίζουν να απαγορεύονται και βγαίνουμε μόνο αν στείλουμε μήνυμα στο 13033 και φυσικά με ανάλογους αριθμούς που δηλώνουν το λόγο που είμαστε έξω. Σαν πόλεμος μου φαίνεται! Τα θύματα εξίσου πολλά, φόβος, πόνος, νοσταλγία, έλλειψη, είναι τα μοναδικά συναισθήματα που δημιουργούνται.

Η μόνη διαφορά με τον πόλεμο είναι ότι ο εχθρός είναι αόρατος. Οι μοναδικοί στρατιώτες είναι οι ιατροί και κανένας άλλος χωρίς τις ανάλογες γνώσεις δεν μπορεί να βοηθήσει. Το μόνο που μας έχει ζητηθεί είναι να μένουμε σπίτι. Παντού η ίδια φράση, το ίδιο σύνθημα. Λίγο το ‘χεις; Έχω κλείσει ενάμιση μήνα που είμαι κλειδαμπαρωμένη μέσα κι ακόμα αναρωτιέμαι τι κάνω και τι ΘΑ κάνω. Ακόμα και σειρήνες ακούω. Στον ύπνο μου, στον ξύπνιο μου. Η αστυνομία παραφυλά μη βγει κανένας έξω χωρίς σοβαρό λόγο. Κι αν βγει το πρόστιμο είναι πότε 150 ευρώ, πότε 300 ευρώ. Απ’ ό,τι φαίνεται η ψυχική υγεία και η ανάγκη συναναστροφής με ανθρώπους δεν είναι και πολύ καλός λόγος για να περάσεις την πόρτα του σπιτιού. Όλοι είμαστε καχύποπτοι με όλους. Ακόμα και με τους γονείς μας. Η κακή αυτή καθημερινότητα είναι η ίδια εδώ και βδομάδες, με πολύ μικρές αλλαγές όπως το μεσημεριανό γεύμα και τα τραγούδια -ή τουλάχιστον η σειρά τους- του ραδιοφώνου.

Ακόμα και οι σειρές στην τηλεόραση είναι επαναλήψεις, από την αρχή, από το μηδέν, ακριβώς όπως η ζωή μας. Κάθε μέρα μου φαίνεται αιώνας και ταυτόχρονα αέρας κοπανιστός. Το καλό είναι ότι έχω αναπτύξει κατά πολύ τις μαγειρικές μας ικανότητες. Το κακό είναι ότι ακόμα κι αν ο κορονοϊός δεν μας σκοτώσει, σίγουρα θα πεθάνουν πολλά πράγματα μέσα μας, κι αυτό είναι που με τρομάζει πιο πολύ και από τον θάνατο.

Το να ζω χωρίς να ζω, το να υπάρχω χωρίς να υπάρχω, το να φωνάζω βοήθεια ουρλιάζοντας ενώ στην πραγματικότητα είναι όλοι κουφοί, ή μάλλον με έχουν βάλει σε σίγαση. Πάτησαν ένα pause στην ζωή μου κι εγώ σαν χαλασμένο βινύλιο παίζω εμμονικά το ίδιο κομμάτι μέχρι να με φτιάξουν. Άραγε θα με φτιάξουν; Ήταν πολύ βίαιη η αποκοπή από τον κόσμο για να ελπίζω σε κάτι καλό, σ’ ένα αύριο… Κάπου διάβασα ότι άλλοι άνθρωποι έχουν 3.000 ‘αύριο’, κάποιοι άλλοι έχουν 1.000, κάποιοι έχουν 10 και κάποιοι όμως δεν έχουν κανένα. Έχοντας αγκαλιά μόνο το σήμερα. Και το κάθε σήμερα εξαρτάται από εμάς αν θα χαραχθεί για κάθε πιθανό αύριο ή θα προσπεράσει.

Τελικά τίποτα σ’αυτή τη ζωή δεν θεωρείται δεδομένο, ούτε καν ο αέρας που αναπνέουμε κι αυτό το κατάλαβα τώρα. Τώρα που δεν μπορώ να πάρω τους αγαπημένους μου ανθρώπους αγκαλιά. Τώρα που δεν μπορώ να πάω με την παρέα μου για τον καθιερωμένο καφέ στο πάρκο. Τώρα που δεν μπορώ να αγγίξω τίποτα χωρίς γάντια. Τώρα που δεν μπορώ να μυρίσω τίποτε άλλο πέρα από αντισηπτικό και οινόπνευμα. Τώρα που δεν μπορώ να είμαι ο εαυτός μου. Τώρα εκτιμάω το παραμικρό που πριν από μόλις έναν μήνα θεωρούσα αυτονόητο. Μου λείπει πολύ η ζωή μου και φοβάμαι ότι δεν θα είναι ξανά όπως παλιά.

Αυτή η περιπέτεια, ακόμη κι αν δεν είχε τόση πολλή δράση, θα πρέπει να μας αφήσει ένα μήνυμα ζωής. Κάθε πάθημα γίνεται μάθημα και μόνο έτσι συνεχίζουμε σωστά. Υπόσχομαι, λοιπόν, στον εαυτό μου ότι δεν θα επαναλάβω τα ίδια λάθη και θα φέρομαι ευλαβικά στην μετά κορονοϊού ζωή μου χωρίς να την θεωρώ δεδομένη. Θα πω λόγια που δεν είπα γιατί φοβήθηκα, θα αγκαλιάσω πιο σφιχτά, θα χαμογελάσω πιο πολύ, θα αγαπήσω πιο πολύ, θα κατανοήσω και θα εκτιμήσω τα μικρά καθημερινά πράγματα που κάνουν την ζωή πολύχρωμη και που κάποτε θεώρησα ρουτίνα. Με λίγο παραπάνω βάρος στην πλάτη μου όμως με ορθάνοιχτα μάτια, κοιτάω μπροστά.