ORIGINALS

Τα μεγαλύτερα challenges του Oneman

Με αφορμή το Navarino Challenge, οι δημοσιογράφοι του Oneman θυμούνται τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετώπισαν στη ζωή τους. Σοβαρές και μη.

Δεν είναι απαραίτητο να έχεις ανέβει το Everest για να πεις ότι έχει αντιμετωπίσει ένα κάποιο challenge στη ζωή σου. Ο καθένας από εμάς έχει βρεθεί αντιμέτωπος με μικρά και μεγάλα “βουνά” στη ζωή του, είτε μιλάμε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά. Το θέμα είναι ότι καθένας από εμάς στάθηκε απέναντι στην πρόκληση και την αντιμετώπισε με τον δικό του τρόπο. Κάποιοι από εμάς εδώ στο Oneman θα βρεθούμε και μπροστά στην πρόκληση που βάζουν τα 5, τα 10 και τα 21 χλμ των διαδρομών στο Navarino Challenge αυτής της χρονιάς.

Το Navarino Challenge, η επιτυχημένη διοργάνωση που έχει σαν στόχο την ευαισθητοποίηση στο θέμα της παιδικής παχυσαρκίας και την προβολή των πλεονεκτημάτων της μεσογειακής διατροφής επιστρέφει με νέες προκλήσεις, το τριήμερο 11-13 Σεπτεμβρίου, στην Costa Navarino. Σε μία διοργάνωση που έχει κερδίσει την αγάπη του κόσμου τα τελευταία χρόνια, εκατοντάδες δρομείς συμμετέχουν σε αυτό που θεωρείται ένας από τους πλέον επιτυχημένους αγώνες δρόμου στη χώρα. Με το υπέροχο Μεσσηνιακό τοπίο να ενδείκνυται για τρέξιμο και τις διαδρομές να περνούν από μέρη ορόσημα για τη χώρα μας, η Costa Navarino φιλοξενεί μία μικρή γιορτή του αθλητισμού και της ζωής. Θυμήσου τι λέγαμε πέρυσι τέτοια εποχή με τον υπερμαραθωνοδρόμο και πρόσωπο του αγώνα κάθε χρονιά, Dean Karnazes, και έπειτα δες σε ένα βίντεο όσα πρέπει να ξέρεις για το event.

 

Με αφορμή τη φετινή διοργάνωση, τη συμμετοχή και τη χορηγία του Oneman σε αυτήν, ορισμένοι δημοσιογράφοι θυμούνται και περιγράφουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις τις οποίες κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μέχρι στιγμής στη ζωή τους.

Spoiler: Οι απαντήσεις περιλαμβάνουν από συμμετοχή σε ημιμαραθώνιο μέχρι τις ευθύνες της πατρότητας.

Η νίκη σε διαγωνισμό hot dog για τον Στέφανο Τριαντάφυλλο

 

Κάθε άνθρωπος έχει ένα ταλέντο. Το δικό μου είναι να κουνάω πολύ γρήγορα τα σαγόνια μου (*είπε και ακούστηκε η μουσική από το “Jaws” από πίσω). Έχω εμπνευστεί το τάβλι του πεζοδρομίου, διαθέτω εξαιρετικό αριστερό λέι-απ, έχω καλή μνήμη, για παράδειγμα μπορώ να σου πω απ’ έξω την 12άδα του ΒΑΟ από το 1997 και πραγματικά πολύ μεγάλο μεγάλο δάχτυλο ποδιού. Αυτό θα ήταν το βιογραφικό μου. Αν όμως βρισκόμουν σε συνέντευξη για δουλειά και με ρωτούσαν ποιο είναι το πιο δυνατό μου χαρακτηριστικό θα έλεγα ότι “κανείς δεν τρώει πιο γρήγορα από μένα”. ΟΚ, υπάρχουν κι άλλοι που τρώνε πολύ, αλλά κανείς που να τρώει πιο γρήγορα. Μιλάμε για κατηγορία Ουσέιν Μπολτ, όχι για τους Εμίλ Ζάτοπεκ που κάθονται σε ένα τραπέζι και μπορούν να τρώνε επί δύο ώρες λες και βρίσκονται κάτω από τον γεροπλάτανο. Οπότε όταν το Oneman έκανε διαγωνισμό για το ποιος θα φάει πιο γρήγορα εφτά hot dogs ξημέρωσε η μέρα με το μεγαλύτερο challenge της ενήλικης ζωής μου: έπρεπε να αποδείξω ότι είμαι το πιο γρήγορο πηρούνι (έστω κι αν τρώγαμε με τα χέρια) του γραφείου. Τελικά το μόνο προκλητικό σχετικά με το event αποδείχτηκε το γεγονός ότι τόλμησαν να βάλουν στο ίδιο τραπέζι συναγωνισμό και να μη μου δώσουν απευθείας το χρυσό μετάλλιο. Τέσσερα λεπτά και 40 κάτι δευτερόλεπτα. Τόσα χρειάστηκαν. Με τον λεβιέ στο “ρελαντί” για να μην μπουκώσει (κυριολεκτικά) το μηχάνημα. Ο δεύτερος έκανε υπερδιπλάσιο χρόνο. Οι μισοί τα παράτησαν στη μέση. Οι υπόλοιποι αγκομαχούσαν και κατέβαζαν ασθμαίνοντας το ένα χοτ-ντογκ μετά το άλλο. Όχι εγώ όμως. Το ψωμί με το λουκάνικο εξαφανιζόταν με χάρη και στυλ. Έτρωγα σαν να έκανα όλη μου τη ζωή αυτό το πράγμα. Που το έκανα δηλαδή, αλλά καταλάβατε. Είχα προπονηθεί πολύ όλα αυτά τα χρόνια για να αφήσω άλλον να λάμψει. Όχι μες στο σπίτι μου. Όχι στο παιχνίδι μου.

Ο τερματισμός με κράμπα σε εξετάσεις Ναυαγοσωστικής για τη Δώρα Τσαμπάζη

 

Ειρωνικό, είναι η τρίτη χρονιά που θα παραβρεθώ στο Navarino Challenge και δεν έχω να θυμάμαι μια σοβαρή πρόκληση στη ζωή μου. Δεν βάζω μέσα εξετάσεις, πανεπιστήμια και σχολές. Αυτά λίγο πολύ όλοι τα έχουμε περάσει, έστω με 5. Δεν το λες και challenge να πάρεις 5 στην Λογιστική Κόστους. Μετά, θυμάμαι τις εξετάσεις που έδωσα στο άνθος της νιότης μου, για το πτυχίο της Ναυαγοσωστικής. Από μωρό παιδί στα κολυμβητήρια, είχα τον αέρα της νικήτριας που θα το πάρει το χαρτί χαλαρά. Η ατυχία ξεκίνησε, όταν η περίοδος μου αποφάσισε να έρθει την ημέρα των εξετάσεων. Δεν μάσησα. Κατέβασα 3 παυσίπονα και ξεχύθηκα στο νερό σαν χέλι. Στο δεύτερο κομμάτι των εξετάσεων, στα 100 μέτρα ναυαγοσωστικό ελεύθερο, έπρεπε να πιάσω χρόνο κάτω από δύο λεπτά. Το είχα άνετα. Την ώρα της εξέτασης, μια κράμπα επική με βρήκε στα πρώτα 25 μέτρα. Από αυτές τις κράμπες που σου συμβαίνουν απότομα μες τον ύπνο και θέλεις να κόψεις το πόδι σου και να το ταΐσεις στα σκυλιά. Που δεν σταματούν με τίποτα, αντίθετα δυναμώνουν. Δυναμώνουν μέχρι να πεις, “Θα τα ξεράσω όλα, αρκεί να σταματήσεις!!” Οι επιλογές μου ήταν να επιταχύνω και με κίνδυνο να μην τερματίσω ποτέ, η δεύτερη να ζητήσω επανάληψη και να γελάσουν μαζί μου και οι πέτρες και η τρίτη να συνεχίσω με πιο αργή ταχύτητα. Διάλεξα την τρίτη επιλογή. Στα τελευταία 20 μέτρα, βλέπω τον προπονητή μου να χτυπιέται σαν χταπόδι, εγκεφαλικό φάση και να μου κάνει νοήματα. Όλοι ξέρουμε τι νοήματα ήταν αυτά. “Τρέχα, πώς πας έτσι; Κοιμάσαι όρθια! Θα κοπείς!” Για να μην τα πολυλογώ. Τερμάτισα με χρόνο 1.58. Πέρασα τις υπόλοιπες δοκιμασίες σβηστά και πήρα το πτυχίο. Σήμερα, ο μόνος λόγος να κολυμπήσω 100 μέτρα ελεύθερο είναι να με κυνηγούν ταυτόχρονα καρχαρίες, σκυλόψαρα, σμέρνες, πιράχγας, ηλεκτροφόρα χέλια και διάφορα άλλα συμπαθητικά πλασματάκια του νερού.Και πάλι παίζεται. Μπορεί και να τους δοθώ.

Ο ημιμαραθώνιος της Θεσσαλονίκης για τον Χρήστο Χατζηιωάννου

Δεν θα πω για τα χιλιόμετρα που έτρεξα γιατί δεν είναι δα και κανένα κατόρθωμα. Ακόμα σκύβω το κεφάλι από ντροπή κάθε φορά που φτάνει Νοέμβρης και για άλλη μια χρονιά δεν έχω προπονηθεί για να κάνω τον Μαραθώνιο. Για μένα πάντως ήταν ένας κάποιος στόχος. Έχοντας εξαντλήσει κάθε πιθανό δεκάρι στην επικράτεια και έχοντας κάνει αρκετά 15άρια την περασμένη σεζόν, ένιωθα ότι θα τον βγάλω σχετικά εύκολα τον αγώνα. Ήταν ένα challenge αλλά σχετικά βατό από άποψης προπόνησης. Μέχρι να ανακαλύψω το πρόγραμμα που είχα να ακολουθήσω μέχρι να φτάσω σε εκείνο το βράδυ Σαββάτου και τον αγώνα στη Θεσσαλονίκη. Πέμπτη ξημερώματα – σχεδόν άυπνος – πετούσα για Λονδίνο για να πάρω συνέντευξη σε εκείνον τον τυχαίο μωρέ τον M. Night Shyamalan. Τρεχάλα να προλάβω να είμαι στην ώρα μου για την αποκλειστική πρώτη προβολή του πιλότου του Wayward Pines, τρεχάλα για να κάνω check in στο ξενοδοχείο πριν να επιστρέψω για την συνέντευξη, τρεχάλα (πόσο κακή λέξη) για να προλάβω το event το βράδυ. Στις 12 επέστερεψα στο ξενοδοχείο με το ξυπνητήρι να δείχει 4 το πρωί. Η πτήση από Λονδίνο για Θεσσαλονίκη με ανταπόκριση ήταν στις 6:30. Δύο πτήσεις, αυπνία, ταλαιπωρία και φτάνω Θεσσαλονίκη στις 3 το μεσημέρι. Check in στο Μακεδονία Palace και γρήγορα να πάω να παραλάβω κλειδιά για το Air BnB που είχαν νοικιάσει οι κολλητοί μου για να μείνουμε από την επόμενη μέρα. Τρία απανωτά επαγγελματικά ραντεβού (το ένα με τη ναυαγοσώστρια Δώρα Τσαμπάζη) και δείπνο επαγγελματικό πριν φτάσω στις 12 το βράδυ στο δωμάτιο στα όρια εξάντλησης. Εντάξει, το πρωινό του Σαββάτου δεν το λες και ιδιαίτερα κοπιαστικό αλλά την ώρα που ξεκίνησε ο αγώνας ένιωθα ότι δεν θα βγάλω ούτε τρία χιλιόμετρα, πόσω μάλλον τα 21 που έβγαλα. Την ώρα της εκκίνησης εκείνο έμοιαζε με το μεγαλύτερο challenge που είχα αντιμετωπίσει αθλητικά ποτέ στη ζωή μου.

 

Μία νίκη σε διαγωνισμό καραόκε για την Έρρικα Ρούσσου

Η σχέση μου με τα challenges είναι εξαιρετική αλλά, κομματάκι συμφεροντολογική. Συμμετέχω σε αυτά εκ του ασφαλούς. Και μόνο. Αν δεν ξέρω ότι έχω τουλάχιστον τα 2/3 των πιθανοτήτων με το μέρος μου, δεν μπαίνω καν στη διαδικασία. Κανένα ταξίδι εν προκειμένω, μόνο προορισμός και τα συναφή. Όταν αποφάσισα λοιπόν να μπω μεταξύ των διαγωνισθέντων σε καραόκε ήξερα πρώτον, τους αντιπάλους μου. Θα πω ότι ο Στράτος Τζώρτζογλου μπροστά τους έκανε καριέρα στη διεθνή δισκογραφία και θα πάω στο δεύτερον. Δεύτερον λοιπόν, μετά από 13 χρόνια πιάνο ήμουν πεπεισμένη ότι δεν μπορεί να είμαι τόσο παράφωνη. Και τρίτον, ήξερα το κόλπο. Ναι, υπάρχει: Οποτεδήποτε και αν βρεθείς με ένα μικρόφωνο στο χέρι, το μόνο που έχεις να κάνεις για να μην γίνεις ρεζίλι είναι να τραγουδήσεις όσο πιο σιγά γίνεται. Ξέχνα δηλαδή κορώνες και δεύτερες φωνές. Στην περίπτωσή μου πράγματι, ισχύει το μεταξύ τυφλών βασιλεύει ο μονοφθαλμος, ωστόσο δεν έκρυψα ποτέ τις μακρινές μου σχέσεις με τους γαλαζοαίματους .

FYI: Όταν σήκωσα το χρυσό μικρόφωνο στο χέρι (όντως μικρόφωνο, faux χρυσό) είπα ότι δεν έχει σημασία η νίκη και ότι το έκανα για την εμπειρία. Τόσο τρολ.

Η παρακολούθηση μιας ολόκληρης συναυλίας του Μιχάλη Χατζηγιάννη για τον Κωνσταντίνο Αμπατζή

 

Είχε πολλή ζέστη εκείνη την ημέρα. Η Αθήνα τον Ιούλιο δεν παλεύεται, τουλάχιστον μέχρι να πέσει ο ήλιος και εγώ δεν φημίζομαι για την αντοχή μου στον καύσωνα. Δώσαμε ραντεβού στο Κολωνάκι και μέσα στο λιοπύρι, ξεκινήσαμε να ανεβαίνουμε προς το Λυκαβηττό. Ο ιδρώτας είχε αρχίσει να κυλάει στο πρόσωπό μου και η εξουθένωση μου χτυπούσε την πόρτα, καθώς η ανηφόρα γινόταν όλο και πιο απότομη. Δεν θυμάμαι σε πόση ώρα καλύψαμε τη διαδρομή, εμένα πάντως μου φάνηκαν ώρες ολόκληρες. Βρήκαμε μια θέση στα βραχάκια με σχετικά καλή οπτική γωνία στο θέατρο του Λυκαβηττού και καθίσαμε. Κανονικά, σε έναν δίκαιο κόσμο, η ανταμοιβή μου για έναν τέτοιο άθλο, αυτή την πεζοπορία μέσα στη ζέστη η οποία ολοκληρώθηκε με άβολο κάθισμα σε βραχάκια, θα έπρεπε να είναι μια βουτιά σε μια τεράστια πισίνα. Ίσως και ένα μασάζ από κάποια χερουβείμ ή έστω ένα λουκούλειο γεύμα με νέκταρ και αμβροσία σε ένα δροσερό περιβάλλον με την αγαπημένη μου μουσική να παίζει σε λούπα και μικρά κουτάβια να παίζουν τριγύρω μου. Αλλά όχι, όλη αυτή η ταλαιπωρία δεν ήταν καν το χειρότερο μέρος της βραδιάς. Έπρεπε να υπομένω και δυο ώρες τουλάχιστον γεμάτες με τα τραγούδια του Μιχάλη Χατζηγιάννη. Κοριτσάκια να ουρλιάζουν και στίχοι που δεν ήμουν σίγουρος ότι τους άκουγα ή απλά είχα ζαλιστεί από τη ζέστη και τους φανταζόμουν. Εκείνο το βράδυ πρέπει να άκουσα το “Χέρια Ψηλά” δέκα φορές, είμαι σίγουρος, το ορκίζομαι. Όμως άντεξα. Δεν λύγισα. Έκατσα μέχρι τέλους. Εννοείται πως ο λόγος που είχα βρεθεί στη συναυλία ήταν μια κοπέλα, αλλά αυτό δεν νομίζω ότι μειώνει τον άθλο μου. Ο ήλιος είχε πέσει, η επιστροφή ήταν κατηφορική, ανά πάσα στιγμή θα μπορούσα να αποχωρήσω και κανείς να μην καταλάβει τίποτα. Όμως δεν έφυγα, για πάντα θα έμενα αν ρωτούσες. Ανέχτηκα μέχρι και encore. Πες με καλομαθημένο, όμως όταν επέστρεψα σπίτι ένιωθα ότι είχα μόλις ολοκληρώσει το μεγαλύτερο challenge της ζωής μου.

Η πατρότητα για τον Μάνο Μίχαλο

Μην βιάζεστε, δεν την επιλέγω για το μελό, για το κλισέ ή για να πει το (γυναικείο) κοινό “αχ, μωρέ, τι γλυκός αυτός ο Μίχαλος”. Το γράφω γιατί αν με ήξερες, φίλε αναγνώστη λίγο καλύτερα, θα συμφωνούσες μαζί μου ότι πρόκειται για πρόκληση, όχι μαλακίες. Αναβλητικός, αναποφάσιστος, ανοργάνωτος μέσα στη (φαινομενική) τάξη που προσπαθώ να επιβάλλω στα πράγματα γύρω μου, με ζητήματα, με φοβίες, με άγχη και άλλες ταλαίπωρες σκέψεις, πού πάω ο Καραμήτρος ως πατέρας; Υποτίθεται ότι πρέπει να του δίνω καλό παράδειγμα, να με βλέπει δυνατό ακόμα και όταν δεν νιώθω έτσι και να τον κατευθύνω σωστά, για να μη λοξοδρομήσει. Παρότι, λοιπόν, όλα αυτά φαντάζουν εφικτά όταν έχουν να κάνουν με τον εαυτό σου, ο δείκτης δυσκολίας φτάνει στη στρατόσφαιρα όταν αφορά το γιο σου ή την κόρη σου, γιατί ξέρεις ότι κάθε λάθος, το πληρώνει εκείνος πρώτα και όχι εσύ. Γνωρίζω πάντως ότι αυτή η πρόκληση δεν έχει ολοκληρωθεί, δηλαδή δεν την έχω φέρει ως πέρας καθώς πρόκειται για μια on going διαδικασία. Πίστεψε με όμως, φίλε αναγνώστη (άντε, άντε και φίλη αναγνώστρια), ότι κάθε μήνας που περνάει και τον αφήνεις πίσω σου έχοντας μόνο λίγες αμυχές λαθών και όχι κάτι παραπάνω, αποτελεί νίκη. Μεγάλη και τρανή.

Ραντεβού στις 11 Σεπτεμβρίου στο Navarino Challenge, για ένα τριήμερο δράσεων και αθλητισμού. Το Oneman θα είναι εκεί.