ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ed Wood, ο ορίτζιναλ Disaster Artist του Χόλιγουντ

O «χειρότερος σκηνοθέτης όλων των εποχών» ήταν κάτι περισσότερο από την υστεροφημία του.

Υπάρχει ένα ποίημα του Καρυωτάκη, από τα σχετικά γνωστά του, με τον τίτλο-σιδηρόδρομο ‘Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων’ αφιερωμένο σε όλους εκείνους τους ποιητές που έγραψαν, στοχάστηκαν, εκφράστηκαν μέσα από την τέχνη, αλλά κανείς δεν αναγνώρισε το έργο τους.

Οι καλλιτέχνες που δεν πέτυχαν, που δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ είναι ίσως οι πιο αδικημένοι από τους «αποτυχημένους» κάθε άλλου πεδίου ανθρώπινης δραστηριότητας. Ένας καλλιτέχνης του οποίου το έργο δεν αναγνωρίζεται γίνεται αυτόματα τρελός, περίεργος, γραφικός ή -πιο συχνά- χαραμοφάης.

Του κόσμου η καταφρόνια τούς βαραίνει

κι αυτοί περνούνε αλύγιστοι και ωχροί,

στην τραγικήν απάτη τους δοσμένοι

πως κάπου πέρα η Δόξα καρτερεί

Υπάρχει όμως και μια άλλη κατηγορία καλλιτεχνών, η μικρότερη όλων, που αφορά καλλιτέχνες των οποίων η δημιουργία έγινε γνωστή μόνο και μόνο λόγω του πόσο κακή ήταν. Μια από τις πιο βασικές περιπτώσεις είναι ο «χειρότερος σκηνοθέτης όλων των εποχών», ο Edward Davis Wood Jr.

Γεννημένος στη Νέα Υόρκη το 1924, από μια μητέρα που ήθελε απεγνωσμένα μια κόρη και τον έντυνε με κοριτσίστικα ρούχα, ο Ed έδειξε από πολύ μικρός ένα τρομερό ενδιαφέρον για τις τέχνες. Έγινε συλλέκτης κόμικς, περιοδικών, ταινιών. Ήταν ένας geek του Μεσοπολέμου με είδωλο τον μεγαλύτερο ίσως ηθοποιό ταινιών τρόμου της εποχής, τον Bela Lugosi. Στα 17, πήρε ως δώρο για τα γενέθλιά του, την πρώτη του κάμερα. Την ίδια στιγμή είχε υιοθετήσει ένα τελείως διαφορετικό από τον mainstream της εποχής τρόπο ζωής (υπερβολικά μεγάλη αγάπη για τον κινηματογράφο, cross-dressing, περίεργες επιλογές επαγγελμάτων), κατατάχτηκε στον στρατό και έγινε ήρωας πολέμου. Η μία μόνο στιγμή αναγνώρισης σε όλη τη ζωή του, είχε να κάνει με τον θάνατο και τη βία του πολέμου. Oι εικόνες που βίωσε εκεί τον στοίχειωσαν για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Διαβάζοντας τη βιογραφία της ζωής του Ed Wood, διαβάζεις κάτι που λίγο πολύ περίμενες:

O Εd είχε γίνει ο τύπος που έλεγε συνέχεια παραμύθια, κάποιες φορές ανακαλύπταμε ότι κάποια από αυτά ήταν αληθινά

Το 1947, ο Ed κάνει το μεγάλο βήμα που πρέπει να κάνει κάθε άνθρωπος με όνειρα παρεμφερή με εκείνα του Ed. Μετακόμισε στο Hollywood. Εκεί ξεκίνησε από πολύ νωρίς να γράφει σενάρια για ταινίες και διαφημιστικά, χωρίς καμιά ιδιαίτερη επιτυχία. Ο ίδιος είχε πειστεί ήδη ότι το δικό του αριστούργημα είναι προ των πυλών. Το 1952, έρχεται μια στιγμή που ονειρευόταν από πολύ μικρός, καθώς γνωρίζει από κοντά τον Bela Lugosi, τον άνθρωπο που έπαιξε τον Κόμη Δράκουλα στην ομώνυμη ταινίας του 1931. H στιγμή που έρχεται αντιμέτωπος με το είδωλό του μπορεί να είναι από τις πιο ευχάριστες εμπειρίες ή τις πιο μεγάλες απογοητεύσεις για έναν άνθρωπο. Για τον Ed ήταν μάλλον το πρώτο σε μια περίοδο -όσον αφορά τον Lugosi- που θα περίμενε κανείς το δεύτερο.

Στο ‘Glen or Glendas’

Για διάφορους προσωπικούς και όχι μόνο λόγους η καριέρα του Lugosi πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Ηλικιωμένος και στα όρια της φτώχειας, εξαρτημένος από τη μορφίνη, προσπαθούσε να επιβιώσει σε έναν κόσμο που δεν τον χώραγε πια. O Lugosi δέχεται να παίξει σε ταινίες με σκηνοθέτη τον Ed Wood σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βγάλει κάποια χρήματα. Το 1953 στο ‘Glen or Glenda’, το 1955 στο ‘Bride of the Monster’ και το 1956 στο περίφημο ‘Plan 9 from Outer Space’, που θεωρήθηκε –κάπως σαν το ‘The Room’ τώρα- η χειρότερη ταινία όλων των εποχών από τα 80ς και μέχρι την εμφάνιση του Τόμι του Γουαϊζό. Στη διάρκεια των γυρισμάτων, ο Lugosi πεθαίνει, αλλά σκηνές που δεν προορίζονταν παρά μόνο για test footage χρησιμοποιούνται τελικά από τον Ed Wood. Για τις υπόλοιπες σκηνές αντικαταστάθηκε από τον Tom Mason.

Μετά τον θάνατό του ειδώλου του, ο Ed Wood δεν θα τα παρατήσει και θα συνεχίσει  να ψάχνει το δικό του αριστούργημα, τον δικό του ‘Citizen Kane’, μιας και είχε εμμονή και με τον σπουδαίο Orson Welles. Δεν έχει νόημα να παραθέσουμε όλες τις προσπάθειες που έκανε ο Wood, αλλά ήταν πραγματικά πολλές. Προφανώς καμία δεν έγινε το διαμάντι που όλη του τη ζωή ήταν πεπεισμένος ότι θα δημιουργήσει. Καλύτερα, δεν ήρθε η καταξίωση για κανένα από τα κατά τον ίδιο διαμάντια που δημιουργούσε. Το 1978 έρχεται το μόνο πράγμα που θα εμπόδιζε τον Ed να συνεχίσει το κυνήγι της καλλιτεχνικής καταξίωσης. Πεθαίνει στο διαμέρισμά του από ανακοπή, ζώντας με βαριά κατάθλιψη και έχοντας φτάσει στα όρια του αλκοολισμού.

Πολύ πιθανόν οι περισσότεροι αποτυχημένοι ζώντες καλλιτέχνες να ελπίζουν ότι κάποια συνθήκη θα αλλάξει, κάτι θα μεταβληθεί στο μέλλον, ώστε τελικά να αναγνωριστεί το έργο τους, έστω και μετά θάνατον. Δεν ξέρω αν το ίδιο ίσχυε και για τον Ed Wood, όσο πλησίαζε προς τη δύση της ζωής του. Μάλλον ναι. Τελικά όμως αναγνωρίστηκε. Λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, αρχίζει δειλά-δειλά να δημιουργείται ένα cult και ο ίδιος να γίνεται διάσημος ως το ακριβώς αντίθετο του Οrson Welles. Στην περίπτωση του Εd Wood, η συνθήκη όντως άλλαξε. Πώς θα μπορούσε να περιμένει κάποιος που πέθανε το 1978 ότι λίγα χρόνια αργότερα άνθρωποι θα βλέπουν ταινίες φανατικά, επειδή είναι πολύ κακές;

Στο ‘Glen or Glendas’

Το 1994 έρχεται η στιγμή που ο Εd Wood θα γίνει γνωστός στα μαζικά κοινά, -παράδοξο!- όχι για μια ταινία που δημιούργησε ο ίδιος. Ο Tim Burton, καταξιωμένος ήδη για μια σειρά ταινιών, πιάνει την περσόνα του Wood και φτιάχνει την ομώνυμη ασπρόμαυρη ταινία του. Γραμμένη από τον Scott Alexander και τον Larry Karaszewski του ‘American Crime Story’. Αναμφισβήτητα πολύ τολμηρή επιλογή που τελικά έπιασε (εντάξει δεν έπιασε τόσο ως προς το box office) και έγινε, κατά τη γνώμη μου, αν όχι η καλύτερη, τότε μια από τις καλύτερες ταινίες του. Kαι πέτυχε, γιατί από την αρχή ως το τέλος ο Burton, ο σκηνοθέτης με τις μπόλικες ήδη επιτυχίες, είχε κάνει μια επιλογή.

Αναμφισβήτητα η φιγούρα του αποτυχημένου καλλιτέχνη είναι από τα πιο εύκολα πράγματα για να στήσει κανείς τη δική του φαρσοκωμωδία. Ο Burton όμως, παρά τις διάφορες σκηνές όπου διακωμώδησε τον Ed Wood, του συμπεριφέρθηκε με έναν σχεδόν συγκινητικό σεβασμό, με το σεβασμό που αρμόζει σε κάποιον που, παρότι δεν τα κατάφερε ποτέ να βγάλει το αριστούργημα, αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωή του στην τέχνη. Η ταινία είναι μεν μια βιογραφία, αλλά είναι και ταυτόχρονα ένας φόρος τιμής στον άνθρωπο ο οποίος αναγνωρίζεται γενικά και τελείως συμβατικά ως ο χειρότερος σκηνοθέτης όλων των εποχών. Παρότι μοιάζει θεωρητικά τελείως διαφορετική από την υπόλοιπη φιλμογραφία του Burton, η ταινία είναι παντελώς μπαρτονική. Το παραμύθι είναι η βιομηχανία του Hollywood και η χώρα των ευκαιριών και η μοναχική φιγούρα που είδαμε σε τόσες άλλες ταινίες του Burton δεν έχει ψαλίδια αντί για χέρια, αλλά πρόκειται για έναν σκηνοθέτη χωρίς αναγνώριση.

Βασικό μέρος της ταινίας αφιερώνεται στη σχέση του Ed Wood με τον Bela Lugosi. Στον Ed Wood (ποιος καταλληλότερος να τον παίξει από τον Johnny Depp) καθρεφτίζονται όλοι οι ενθουσιώδεις και φιλότιμοι δημιουργοί που δεν έφτασαν πουθενά, επειδή απλά τους έλειπε το ταλέντο. Ένας ενήλικας που συνεχίζει να δρα μέχρι το τέλος ως ένα ονειροπόλο παιδί. Σε κάθε σκηνή από τα γυρίσματα των ταινιών του, τον βλέπουμε να κοιτάει με θαυμασμό και να σιγοψιθυρίζει τα λόγια. Υπερκινητικός και ενθουσιώδης. Διαρκώς έτοιμος να ζήσει το όνειρό του.

Στο πρόσωπο του Lugosi (ένα καταπληκτικός και βραβευμένος με όσκαρ Martin Landau) όλοι εκείνοι που έφτασαν κάποτε στην κορυφή, αλλά κάποια στιγμή αδυνατούσαν να προσαρμοστούν στις νέες καταστάσεις. Ένας ηλικιωμένος πρώην σταρ που σε αντίθεση με τον Ed Wood έχει αφήσει στην άκρη την ονειροπόληση και απλά προσπαθεί να επιβιώσει στον νέο κόσμο που ορθώνεται μπροστά του. Βαριεστημένος, αυστηρός. Διαρκώς σίγουρος ότι το όνειρο τέλειωσε γι’αυτόν.

Ο ίδιος ο Burton δηλώνει κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, δίνοντας τη δική του οπτική για την περίπτωση του Εd Wood, ότι:

Είχα πάντα πρόβλημα με τις λέξεις “πραγματικότητα” και “κανονικό”, γιατί κάτι που κάποιος μπορεί να το βλέπει κανονικό, εσύ μπορεί να το βλέπεις αφύσικο

Για τον ίδιο λόγο, το cross-dressing γίνεται και αυτό κομμάτι που δεν παρουσιάζεται απλώς για να σκανδαλίσει, αλλά κυρίως για να τονίσει αυτή την εναλλακτική οπτική απέναντι στα πράγματα. H επιλογή αυτή του Εd Wood γίνεται, όπως και οι ταινίες του, μέρος μιας αισθητικής που δεν είναι κακή, αλλά δεν ταιριάζει με την κυριαρχική. Άλλωστε, αν δει κανείς τις ταινίες του θα καταλάβει ότι δεν μιλάμε για έναν τυχοδιώκτη, αλλά για έναν άνθρωπο με ένα σταθερό όραμα με βάση το οποίο κινήθηκε, ένα όραμα που δεν ταίριαζε στον καιρό του.

Στο ‘Alice in Wonderland’ που γύρισε ο Burton 16 χρόνια μετά, αυτή η εναλλακτική αισθητική φαίνεται στα λόγια της Aλίκης: «Και αν ήταν σωστό να φοράς έναν μπακαλιάρο στο κεφάλι- θα τον φόραγες; Για μένα ο κορσές είναι σαν μπακαλιάρος».

Ο Burton, που πάντα ένιωθε ένας outsider, είναι σαν να βλέπει στον Ed Wood το alter ego του από μια παράλληλη διάσταση. Μια διάσταση στην οποία ο ίδιος συνεχίζει να λατρεύει τον κινηματογράφο, αλλά έχει την ατυχία η αισθητική του να μην ταιριάζει με εκείνη των άλλων. Μια διάσταση χωρίς τους εκατομμύρια θαυμαστές. Μια διάσταση που ο outsider βιώνει την κακή πλεύρα της περιθωριοποίησης. Ταυτόχρονα είναι σαν να επικρίνει την εξουσία, όπως αυτή εκδηλώνεται με βάση τα κυρίαρχα αισθητικά πρότυπα, τον κανόνα, αλλά και να δείχνει την ανθρώπινη πλευρά του δημιουργού ανεξάρτητα από την πρόσληψή του από κριτικούς και κοινό.

O Ed Wood αγνοήθηκε όσο ήταν ζωντανός και έγινε αντικείμενο σαρκασμού μετά θάνατον. Ήταν όμως ένας άνθρωπος που, όσο και αν δεν αναγνωρίστηκε, όσο και αν δεν μπόρεσε να πηδήξει το τεράστιο κοινό που χωρίζει την πρόθεση του καλλιτέχνη με την εφαρμογή αυτού που είχε στο μυαλό του, κατάφερε κάτι καταπληκτικό: λάτρεψε κάθε δευτερόλεπτο, κάθε σκηνή από όλες όσες δημιούργησε. Βρήκε στις ταινίες του το αριστούργημα που κανείς άλλος δεν μπορούσε να δει. Αυτό είναι σίγουρα κάτι αξιοθαύμαστο.

Pull the string! Pull the string! A mistake is made.

A story must be told.

Bella Lugosi, Glen or Glenda (1956)

ΑΛΛΑ ΠΡΟΦΙΛ ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝ:

O ορίτζιναλ ορίτζιναλ Disaster Artist ήταν Έλληνας
Το ρομπότ και το κορίτσι: Ο Μichael Bay ως τα ‘Transformers’
Ο Michael Mann και τα φώτα της πόλης
O Wes Anderson μπορεί να σε κάνει να κλάψεις
Το ‘Disaster Artist’ του James Franco είναι το απόλυτο κινηματογραφικό πάρτι