MASTERCHEF

H Μαρία Λαζαρίδου δεν φοβήθηκε ποτέ να είναι ο εαυτός της

Μπορεί η 24χρονη Θεσσαλονικιά να έφυγε νωρίς από το φετινό Masterchef, αλλά στο δικό μας οπτικό πεδίο παραμένει σταθερά σε πρωταγωνιστική θέση. Αυτή είναι η, γεμάτη δάκρυα και θάρρος, ιστορία της.

Με το που χτυπάει το κουδούνι για το πρώτο διάλειμμα, τα παιδιά του Γυμνασίου και του Λυκείου στην περιοχή Μαρτίου κατευθύνονται μαζικά στο κυλικείο. Εκεί, ωστόσο, δεν τους περιμένει η αγαπημένη φιγούρα της κυρίας Λένας, της ιδιοκτήτριας του κυλικείου εδώ και πολλά χρόνια. Στη θέση της βρίσκεται από το πουθενά η 21χρονη κόρη της, η Μαρία, με το χαρακτηριστικό Ραπουνζέλ-μήκους μαλλί. Και εκείνη τους χαμογελάει. Μόνο που το δικό της χαμόγελο είναι -δικαιολογημένα- παγωμένο.

«Το 2018, μια μέρα αφού άνοιξαν τα σχολεία μετά την Πρωτοχρονιά, ένα αυτοκίνητο ήρθε έπεσε με ταχύτητα πάνω στη μηχανή στην οποία ήταν οι γονείς μου (ιδιοκτήτες σχολικών κυλικείων). Το αποτέλεσμα ήταν η μητέρα μου να πάθει κάταγμα στη σπονδυλική της στήλη και να μείνει κατάκοιτη στο κρεβάτι. Δεν έμεινε παραπληγική, κυριολεκτικά για χιλιοστά. Και ο πατέρας μου, που συνήθως είναι βράχος, υπέστη ψυχολογικό σοκ. Ήταν η πρώτη φορά που τον είδα να λυγίζει. Αλλά δε γινόταν να κλείσουμε το κυλικείο. Οπότε αναγκάστηκα να πάω να δουλέψω εκεί για αρκετούς μήνες. Ξυπνάς στις πέντε το πρωί. Και μετά, όταν χτυπήσει το κουδούνι, σηκώνεσαι ανά μια ώρα για πέντε λεπτά, όπου γίνεται πραγματικά χαμός και το κεφάλι σου βουίζει, και μετά κάθεσαι και πάλι».

Μια απότομη προσγείωση στην πραγματικότητα για ένα κορίτσι που, ήδη από την πρώτη Γυμνασίου, είχε αποφασίσει ότι η μαγειρική ήταν κάτι παραπάνω από μονόδρομος για εκείνη.

«Αποφάσισα ότι θέλω να γίνω μαγείρισσα μετά από ένα ταξίδι σε συγγενείς μας στη Βοστόνη, όπου κάναμε οικογενειακώς το καλοκαίρι του 2009, πριν πάω στην πρώτη Γυμνασίου. Στο ταξίδι εκείνο επισκεφθήκαμε ένα εστιατόριο με μοριακή κουζίνα. Ήταν η πρώτη μου εμπειρία σε καλό εστιατόριο. Δε θυμάμαι τι δοκίμασα. Αυτό που θυμάμαι ήταν η απόλυτη ησυχία. Ότι, παρότι το μαγαζί ήταν γεμάτο, ήταν σαν εκκλησία. Καμία σχέση με Ελλάδα δηλαδή».

Για την ακρίβεια, αυτή η επιστροφή στο σχολείο, πρέπει να έμοιαζε λίγο με τραγική ειρωνεία για το ψηλόλιγνο κορίτσι από την Τούμπα που είχε αποφασίσει, ήδη από τα 13 του, ότι δεν σκοπεύει καν να τελειώσει το λύκειο.

«Όταν αποφάσισα -στο Γυμνάσιο- ότι θέλω να γίνω μαγείρισσα έψαξα και βρήκα μια σχολή στη Θεσσαλονίκη στην οποία μπορούσα να πάω ακριβώς μετά την πρώτη Λυκείου. Το αποφάσισα γιατί ήξερα τι θέλω να κάνω και δεν ήθελα να χάσω χρόνια από τη ζωή μου πηγαίνοντας σχολείο. Ήταν μια δύσκολη περίοδος και υπήρξε μια ένταση ανάμεσα σε εμένα και τους γονείς μου. Είχα συγκεκριμένο σχέδιο. Να πάω στη σχολή. Να κάνω την πρώτη πρακτική μου στην Κρήτη. Τη δεύτερη στη Χαλκιδική. Και, πριν τα 19 μου, να φύγω στην Αμερική».

Αυτό που παρέλειψα να σου πω είναι ότι η Μαρία, που απέδειξε το ταλέντο της ήδη ως φοιτήτρια στη σχολή μαγειρικής (κέρδισε, στα 16 της, δυο μετάλλια σε διεθνή διαγωνισμό ανάμεσα σε μάγειρες από 39 χώρες), είχε προλάβει ήδη, πριν την αναγκαστική περίοδο στο οικογενειακό κυλικείο, να κάνει ό,τι είχε υποσχεθεί στον εαυτό της.

«Από μικρή ήξερα να μαγειρεύω. Έχω φωτογραφία που ήμουν 3 χρονών με τη γιαγιά μου και έπαιζα με ζυμάρια. Εκείνη ήταν που μου έμαθε να φτιάχνω το πρώτο μου πιάτο το λιγδοπίτι (τυρόψωμο)».

Κάνοντας τις δυο πρώτες πρακτικές της σε Κρήτη (Grand Holiday Resort, Georgioupolis Resort) και Χαλκιδική (Sani Asterias). Και έχοντας προλάβει να φύγει Αμερική για να δουλέψει ήδη μια χρονιά (από τις 3 συνολικές που πήγε) σε ένα από τα καλύτερα εστιατόρια του Σάλεμ. Για την ακρίβεια φεύγοντας για την Αμερική με κίνδυνο της υγείας της.

«Έπαθα οξεία πυελονεφρίτιδα, από ένα μικρόβιο που κόλλησα, και ήμουν στο νοσοκομείο για τρεις εβδομάδες με 41 πυρετό. Βγαίνοντας οι γιατροί μου είπαν να μη διανοηθώ να ξεμυτίσω από το σπίτι για ένα μήνα. Να είναι σαν να συνεχίζω να είμαι στο νοσοκομείο καθώς ανά πάσα στιγμή μπορούσα να πάθω υποτροπή. Δυο μέρες μετά, εγώ ήμουν στο αεροπλάνο για Αμερική. Δεν μπορούσα να αφήσω τη δουλειά με τίποτα. Ειδικά την περίοδο του Halloween που πηγαίνουν στο Σάλεμ εκατομμύρια τουρίστες από όλη την χώρα».

Ναι, τόσο σοβαρά παίρνει τη μαγειρική η Μαρία (στην οποία κατά καιρούς έχουν κάνει προτάσεις και πρακτορεία μοντέλων της Θεσσαλονίκης). Θέλεις και άλλο παράδειγμα; Κάποια στιγμή, όταν για ένα τρίμηνο δεν είχε κάποια αξιόλογη πρόταση στα χέρια της, προτίμησε να δουλέψει υποδοχή παρά να πάει κάπου από όπου δεν είχε τίποτα να κερδίσει.

«Έφυγα από τη μαγειρική για μερικούς μήνες γιατί δεν ήθελα να δουλέψω στη Θεσσαλονίκη σε κατώτερο εστιατόριο από αυτό του Sani Asterias, όπου ήμουν. Δεν ήθελα να αναλωθώ σε κάτι τέτοιο. Να πάω δηλαδή κάπου και να ξεχάσω αυτά που ξέρω. Οπότε το συγκεκριμένο χειμώνα προτίμησα να δουλέψω σερβιτόρα σε καφετέρια και υποδοχή στο bar Tokyo».

Ένα δηλαδή από τα μαγαζιά που έτσι και αλλιώς η Μαρία, που βγαίνει από τα 16 της, προτιμά καθώς έχει μεγάλη αγάπη για την ηλεκτρονική μουσική.

«Ήμουν από μικρή νυχτόβια. Μου αρέσει πολύ η ηλεκτρονική μουσική και να πηγαίνω σε ρέιβ πάρτι. Το να χορεύω είναι για μένα η ψυχανάλυσή μου. Όταν χορεύω, ξεσπάω. Σκέψου ότι το χόμπι μου είναι να φτιάχνω μουσική και να μιξάρω. Στο τελευταίο είμαι καλύτερη. Έχω και δυο φίλους DJ που με βοηθάνε».

«Εννοείται πως έχω βάλει πάρα πολλές φορές τα κλάματα σε κουζίνα».

Εκεί που θέλω να δώσεις έμφαση δεν είναι, ωστόσο, στο πόσο αποφασισμένη είναι να πετύχει επαγγελματικά. Ούτε στο γεγονός ότι μοιάζει να μην κάνει τίποτα άλλο πέρα από το να δουλεύει (βλέπε 13-14 ώρες την ημέρα, από τα 16 της). Αυτό που θεωρώ ότι τη χαρακτηρίζει, το στιγμιότυπο από εκείνη που κρατώ από το παιχνίδι (εκεί που ο Ιωάννης την έλεγε «η πιο γλυκιά ξινούλα») είναι το δάκρυ.

Συγκεκριμένα το πώς, όταν νιώθει ένταση ή εκνευρισμό, καταφέρνει το πρόσωπό της να παραμένει ανέκφραστο. Με το μοναδικό στοιχείο που προδίδει τα συναισθήματά της να είναι ένα δάκρυ που ξαφνικά, σαν αυτόνομο, μοιάζει να κυλάει από το μάγουλο της.

«Εννοείται πως έχω βάλει πάρα πολλές φορές τα κλάματα σε κουζίνα. Για την ακρίβεια, τώρα που το σκέφτομαι, όντως έχω κλάψει σε όλες τις κουζίνες που έχω υπάρξει. Κλαίω και συνεχίζω να δουλεύω».

Σκέψου ότι, σε όλη την περιπέτεια της με τη μητέρα της, με την οποία είναι ιδιαίτερα δεμένη, δεν έχυσε ούτε ένα δάκρυ. Οι ποταμοί άνοιξαν αργότερα, όταν βρέθηκε να δουλεύει στο Nammos, σε πολύ δύσκολες συνθήκες.

«Με το που ένιωσε καλύτερα η μητέρα μου, αρκετούς μήνες αργότερα, μου είπε να ψάξω δουλειά και να φύγω για να μη χάσω άλλο χρόνο από τη ζωή μου. Με παίρνουν στο Nammos ως τη μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε 17 άντρες. Πηγαίνω. Αλλά ήμουν τόσο χαλιά ψυχολογικά που, με το που έφυγα από το σπίτι, ξέσπασα. Έκλαιγα κάθε μέρα. Πέρασα δύσκολα τη συγκεκριμένη περίοδο. Και λίγο μετά έπαθα υπερκόπωση. Αυτό που κρατάω είναι τα λόγια του σεφ που με έπιασε και μου είπε “15 χρόνια δεν έχω ξαναεπιλέξει γυναίκα να είναι μαζί μου στην κεντρική κουζίνα. Έχω βάλει στοίχημα για εσένα και θέλω να τα καταφέρεις”. Από εκείνη τη στιγμή και μετά ήμουν το δεξί του χέρι».

Για μένα η Μαρία είναι εξαιρετικό παράδειγμα του ότι οι άνθρωποι κατά 99% είναι συνήθως το ακριβώς αντίθετο από αυτό που τους αρέσει να δηλώνουν ή να δείχνουν. Δείχνει σκληρή αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι.

«Δεν ντρέπομαι να εκφράζω τα συναισθήματά μου. Ούτε συγκρατώ τα δάκρυά μου. Επίσης, θεωρώ ότι κάποιος μπορεί να είναι πολλά πράγματα (σκληρός, καλός, ξινός, γλυκός) ταυτόχρονα. Γενικότερα ως άνθρωπος, αν και δε φαίνεται, είμαι πολύ ανοιχτή και διαχυτική. Όταν γνωρίσω κάποιον, θα τον αγκαλιάσω. Είμαι έτσι ως άνθρωπος».

Ας πούμε ότι έχει καταλάβει από μικρή ότι τα πράγματα είναι δύσκολα. Ειδικά όταν κάποια έχει τη δική της εξωτερική εμφάνιση και δουλεύει σε ένα τόσο ανδροκρατούμενο επάγγελμα.

«Δεν είχα ποτέ μου θέμα αυτοπεποίθησης. Ήδη από το Γυμνάσιο κατάλαβα ότι ο κόσμος με θεωρεί όμορφη. Επίσης, είμαι γενικά πάρα πολύ απελευθερωμένη με το σώμα μου. Δε θεωρώ τίποτα προκλητικό στο ανθρώπινο σώμα. Για αυτό και όποτε μπορώ κάνω γυμνισμό, συνήθως στη Χαλκιδική. Προκλητικές είναι μόνο οι συμπεριφορές, όχι τα σώματα».

Ειδικότερα, αν συνυπολογίσεις στην περίπλοκη εξίσωση της ζωής της ότι είναι bisexual, όπως αποκάλυψε -μετά το παιχνίδι- κατά τη διάρκεια ενός Instagram live προκειμένου να βγει και να βοηθήσει έναν follower της που έψαχνε να βρει τρόπο να το πει στους γονείς του.

«Δε νομίζω ότι αφορά κανέναν τι λέω εγώ στον προσωπικό μου λογαριασμό. Αισθάνθηκα απλώς ότι το συγκεκριμένο παιδί χρειαζόταν βοήθεια. Και του είπα τη γνώμη μου. Είμαι χαρούμενη μάλιστα που, μετά το live, μου στέλνουν δεκάδες μηνύματα, αγόρια και κορίτσια, που ψάχνονται με το πώς να διαχειριστούν τη σεξουαλική τους ταυτότητα. Μου λένε ότι μένουν σε χωριά και ότι δεν έχουν κανένα να μιλήσουν. Απαντώ σε όλους. To θεωρώ σημαντικό το να έχει ο άλλος κάποιον να μιλήσει. Και μου δείχνουν ότι το εκτιμούν».

Κάτι που η ίδια έκανε ήδη από τα 15 της, όταν, περνώντας μπροστά από το Pride της Θεσσαλονίκης, γύρισε και το είπε στον πατέρα της.

«Του ανέφερα απλώς ότι “τους στηρίζω και ότι θέλω να πάω και εγώ γιατί ανήκω σε αυτή την κοινότητα”. Έλξη για τις γυναίκες αισθάνομαι από την παιδική μου ηλικία. Δεν έχει τύχει μέχρι τώρα να κάνω σχέση με γυναίκα, παρά μόνο με άντρες, αλλά δεν είναι κάτι που αποκλείω. Επειδή, πάντως, θεωρώ φυσιολογικό το να αισθάνεσαι έλξη για όποιον θέλεις, δε θεωρώ ότι όλο αυτό είναι και άξιο συζήτησης».

Ας πούμε απλά ότι η σεξουαλικότητά της, την οποία έκανε γνωστή και στους συμπαίκτες της στο MasterChef οι οποίοι δεν είχαν κανένα πρόβλημα με αυτή, είναι μια ακόμη πτυχή μιας δυναμικής προσωπικότητας που δεν επιτρέπει στην κοινωνία να της βάλει ταμπέλες και να περιορίσει τα όνειρα και τα θέλω της.

«Είναι αρχή μου να μην κρύβομαι ποτέ από τίποτα και από κανέναν. Και όσον αφορά αυτούς που δεν καταλαβαίνουν, απλώς βαριέμαι να μπω στη διαδικασία να τους εξηγήσω τι συμβαίνει».

Κατά τα άλλα ναι, η Μαρία, έχει υποστεί bullying αλλά δεν το κάνει θέμα.

«Συνήθως bullying τρώω από τους υπόλοιπους μάγειρες. Μοναδική φορά που έχασα την ψυχραιμία μου και έφυγα από την κουζίνα ήταν όταν ένας μάγειρας, την ώρα του πάσου, με είπε γλειφτράκι επειδή είχα καλή σχέση με τον σεφ. Υπήρχε επίσης ένας σεφ που γύρισε και μου είπε “εντάξει, ρε Μαρία, ξέρεις ποια είναι η θέση σου σαν γυναίκα στην κουζίνα”. Μου έπεσαν τα μαλλιά και σηκώθηκα απλά και έφυγα».

Ναι, δεν έχει περάσει από δουλειά που κάποιος (μάγειρας; σερβιτόρος;) να μην έχει ισχυριστεί ότι έχει καταφέρει να κάνει κάτι παραπάνω μαζί της. Αλλά και πάλι δεν το κάνει θέμα.

«Αυτό που συνήθως λένε για μένα είναι ότι έχω “πάει” μαζί τους. Όχι μόνο οι μάγειρες που δουλεύω μαζί, ακόμη και οι σερβιτόροι. Αυτό είναι η καθημερινότητά μου. Και σκέψου ότι εγώ ποτέ, μα ποτέ, δεν μπλέκω τη δουλειά με τα προσωπικά».

Ναι, το ξέρει ότι υπάρχουν πολύ χειρότερα είδη ρατσισμού σε αυτόν τον πλανήτη από το να είσαι δακτυλοδεικτούμενη απλώς και μόνο επειδή είσαι όμορφη. Γιατί η Μαρία, με ύψος 1,75 και ψηλά πόδια, είναι όμορφη. Το ξέρει από την εφηβεία της όταν άρχισε να ακούει τις πρώτες φήμες για τον εαυτό της.

«Ως γυναίκα άργησα να κάνω ολοκληρωμένη σχέση. Ωστόσο,  θυμάμαι να κάθομαι σε καφετέρια και να ακούω κάποιον από μια αντροπαρέα δίπλα μου, που δεν ήξερα καν, να αναφέρει το όνομά μου και να συζητάει για το πώς πέρασε μαζί μου στο κρεβάτι το προηγούμενο βράδυ. Οπότε σηκώθηκα, πήγα μπροστά του και τον ρώτησα “αν τουλάχιστον περάσαμε καλά”. Τον άφησα παγωτό».

«Στο Masterchef ξεκίνησαν να με φλερτάρουν πριν καν μπούμε στο σπίτι, ήδη από τις audition και στο ξενοδοχείο που μέναμε όλοι μαζί για 20 ημέρες. Δεν ήταν ένας, ήταν πολλοί. Αλλά δεν πρόκειται να σου πω ονόματα. Μάλιστα κάποιος, ήδη από το ξενοδοχείο, μου έκανε πρόταση να το παίξουμε ζευγάρι μέσα στο παιχνίδι για την τηλεθέαση. Του απάντησα ότι δεν πρόκειται να κάνω κάτι τέτοιο. Και αυτός ήταν ο λόγος που είχα διαχωρίσει τις σχέσεις μου με κάποια άτομα που προσπαθούσαν να παίξουν ένα ρόλο και να με βάλουν και εμένα μέσα σε αυτό, παρότι είχα ξεκαθαρίσει ότι δε με ενδιαφέρει αυτό».

Ένα Masterchef  στο οποίο η Μαρία μπήκε πολύ ψύχραιμα και συνειδητά.

«Από τα 15 μου φεύγω σεζόν, Θεσσαλονίκη είμαι 4 μήνες το χρόνο. Ουσιαστικά δεν έχω βάση, όλο το χρόνο είμαι στη γύρα. Και επειδή ακριβώς δεν έχω βρει ακόμη τον τόπο που θέλω να ζήσω, είπα στα τέλη του 2019 να δοκιμάσω και την Αθήνα. Μετακόμισα στο Παλαιό Φάληρο, απορρίπτοντας πρόταση για Κουρσεβέλ, για να ψαχτώ και να κάνω καινούργιο ξεκίνημα. Λόγω Covid-19 αυτό δεν έγινε. Οπότε αποφάσισα να λάβω μέρος στο MasterChef για να περάσω τον χρόνο μου λίγο πιο αποδοτικά, από το να είμαι κλεισμένη σπίτι μου».

Όπως εξίσου ψύχραιμα η Μαρία μου κάνει και την αποτίμηση της παρουσίας της μέσα στον διαγωνισμό.

«Μαγειρικά δε θεωρώ ότι ανταπεξήλθα. Και αυτό γιατί, υποσυνείδητα, επηρεάστηκα πολύ από την καθημερινότητα. Παρότι ο διαγωνισμός ταίριαζε στον χαρακτήρα μου αφού έχω μάθει να λείπω από το σπίτι, να είμαι μακριά από τους φίλους μου και να συγκατοικώ με άσχετα άτομα. Οπότε το περιβάλλον μου ήταν πολύ οικείο».

Διευκρινίζοντας ότι χωρίς σχέση μπήκε και χωρίς σχέση βγήκε από το παιχνίδι.

«Τι ήταν αυτό που έμαθα από την τηλεόραση; Ότι τα είχα με τον Γιάννη, τον Στέφανο και δεν ξέρω με ποιον άλλο. Αυτό ήταν πολύ αστείο. Και ότι ο Τζαμάλ μπορεί να μιλάει τόσο πολύ. Δεν έχω δει σχεδόν κανένα επεισόδιο γιατί θέλω να έχω στο μυαλό μου αυτό που έζησα».

Και επισημαίνοντας ότι δεν είναι σίγουρη με ποιον τρόπο ακριβώς σκοπεύει να διαχειριστεί τη δημοσιότητα που έφερε και θα φέρει η δημόσια παρουσία της. Ξεκινώντας από τις διάφορες προτάσεις για συμμετοχή σε τηλεοπτικές εκπομπές που της έχουν ήδη γίνει.

«Το ξέρω ότι πρέπει να “εκμεταλλευτώ” τη δημοσιότητα, αλλά δε μου αρέσει να δείχνομαι. Ειδικά επειδή ξέρω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πολύ κακοπροαίρετοι και επιφανειακοί. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω τι ακριβώς θέλω να κάνω από εδώ και πέρα. Είμαι μικρή και θέλω να δοκιμάσω και άλλα πράγματα, πέρα από μαγειρική.  Αν και μεγαλύτερος στόχος μου παραμένει το να έχω κάποια στιγμή το δικό μου εστιατόριο. Δε θέλω να γίνω η καλύτερη σεφ του κόσμου. Αυτό που θέλω είναι να είμαι το αφεντικό του εαυτού μου. Ξέρω ακριβώς πώς θέλω να είναι. Έχω βρει μέχρι και πως θα είναι το πάτωμα. Πρόκειται για ένα concept για wine bar restaurant που το έχω δει στην Αμερική και δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα».

«Νιώθω τύψεις που άφησα την παιδικότητα μου και την εφηβεία μου τόσο νωρίς πίσω».

Τι θέλω να συγκρατήσεις από τα παραπάνω; Ότι η Μαρία, που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην ομάδα του σεφ Θοδωρή Αφεντάκη στο Dionysos Zonars στην Ακρόπολη, είναι ακριβώς τόσο αντιφατική όσο φαίνεται. Παρότι δηλαδή έχει υπάρξει οικονομικά ανεξάρτητη από τα 15 της, συνεχίζει μέσα της να νιώθει μικρό παιδί.

«Νιώθω τύψεις που άφησα την παιδικότητα μου και την εφηβεία μου τόσο νωρίς πίσω. Οπότε προσπαθώ με νύχια και με δόντια να κρατάω την ηλικία μου ζωντανή. Έχοντας μακρύ μαλλί, φορώντας σκουλαρίκι στη μύτη, δεν ξέρω και εγώ πως».

«Έχω πάει δύο φορές στη ζωή μου για ψυχανάλυση.Την πρώτη όταν ήμουν στο δημοτικό επειδή ξαφνικά μια κολλητή μου άρχισε να με αποφεύγει. Και τη δεύτερη όταν έκανα σχέση με κάποιον που αποδείχθηκε μυθομανής. Όταν το συνειδητοποίησα τον παράτησα επιτόπου. Γενικότερα είναι σαν να έχω ένα διακόπτη. Με το που καταλαβαίνω ότι κάτι ή κάποιος δε μου αρμόζει, τον κατεβάζω και φεύγω. Με τον τρόπο αυτό δεν πληγώνομαι».

Μοναδική σταθερά μέσα σε όλο αυτό, οι μάλλον όχι πολύ καλές επιλογές σε σχέσεις (έχει κάνει δυο, από δυο χρόνια η καθεμία) που επιμένει να κάνει.

«Για να κάνω καλύτερες επιλογές θα πρέπει, όντως να υπάρχουν καλύτερες επιλογές. Δεν ξέρω ποιο είναι το μυστικό που με κέρδισαν. Πάντως και οι δυο άντρες με διεκδίκησαν πάρα πολύ στενά. Ήταν, με ωραίο τρόπο, επίμονοι. Γενικότερα μου αρέσει να ερωτεύομαι. Και, αν ερωτευτώ, δε με νοιάζει τι είναι ο άλλος. Αν ερωτευτώ, μετά γίνομαι χαλί να με πατήσει. Επίσης, είμαι πολύ αφοσιωμένη. Κάτι που δεν έχει να κάνει με τον άλλο. Έχει να κάνει με εμένα. Δεν το δέχομαι ο εαυτός μου να παρασυρθεί όταν έχω σχέση».

Περίπλοκες σχέσεις με ανθρώπους που, μεταξύ άλλων, αντιμετώπιζαν περίπλοκα προβλήματα.

«Δεν έχω μπλέξει ποτέ. Και αυτό γιατί έχω γενικά φοβερό αυτοέλεγχο ως άνθρωπος. Δεν παρασύρομαι ποτέ. Ίσα-ίσα που εγώ είναι αυτή που τους παρασύρω προς το καλό. Στο να είναι πιο ευγενικοί, πιο δουλευταράδες, στο να σέβονται το περιβάλλον. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη μητέρα του ενός να έρχεται και να μου λέει “Σε ευχαριστώ, κορίτσι μου, που έκανες τον γιο μου άνθρωπο”».

Ναι, είναι ακριβώς όπως το άκουσες. Το να έχεις σχέση με τη Μαρία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο.

«Η αλήθεια είναι ότι, όταν βλέπω κάποιον που έχει θέματα και ξέρω ότι μπορώ να τον βοηθήσω, τον βοηθάω. Ας πούμε απλά ότι με τις δυο σχέσεις μου και πέρασα καλά και έζησα πολλά. Όμως χρειάστηκε να κάνω πολλές θυσίες. Υπό μια έννοια τους έστρωσα και μετά έφυγα. Και σίγουρα οι δυο τους, για τις επόμενες κοπέλες τους, θα είναι καλές επιλογές. Τι κέρδισα εγώ; Εμπειρία. Αν και πλέον δε σκοπεύω να το ξανακάνω».

Τι μένει για το τέλος; Η απάντησή της όταν τη ρώτησα τι είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να πει κάποιος για εκείνη. Εκείνο που θα την πλήγωνε βαθιά και ανεπανόρθωτα. Ύστερα από μια παύση, μου απάντησε : «Το να πει κάποιος ότι είμαι κακοπροαίρετη». Και αυτό λέει τα πάντα που χρειάζεται να γνωρίζεις για εκείνη.