ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

46 λεπτά με τον Παύλο Χάπιλλο

Ο Παύλος του MasterChef μας μίλησε για τη διαφορετικότητα, για τη ζωή του μέχρι σήμερα, για το MasterChef, για όλα όσα θέλει να ετοιμάσει και για την ελληνική κοινωνία που σιγά-σιγά φαίνεται να χάνει την αλληλεγγύη της.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: THE DREAMER

Ο Παύλος Χάπιλλος έσκασε στην ελληνική τηλεόραση σαν δυνατή βροντή στον καθαρό ουρανό και μας έκανε να πιστεύουμε ότι το τηλεοπτικό μέλλον προμηνύεται λαμπρό. Ο35χρονος σεφ  με τον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του απέδειξε ότι ναι, τελικά, τα σωστά πρότυπα μπορούν να έχουν χώρο και να κάνουν υψηλά νούμερα τηλεθέασης για τους σωστούς λόγους. Με τη συμμετοχή του Παύλου στο MasterChef καθημερινά γίναμε μάρτυρες, μέσα από τη συχνότητα του STAR, σε κάτι που δεν περιμέναμε: ότι ένα ριάλιτι μαγειρικής, μπορεί να κάνει την κοινωνία ακόμα καλύτερη. Αυτό προσπάθησε και από ότι φαίνεται τα κατάφερε.

 

 

Ο Παύλος, λοιπόν, που προσπαθεί να δικαιολογεί τους ανθρώπους και όχι να τους κρίνει, μίλησε (ίσως για πρώτη φορά είδαμε κάτι τόσο έντονο τηλεοπτικά) για αγάπη, αποδοχή, διαφορετικότητα, για τα βιώματα του, για πράγματα που κανονικά θα έπρεπε να έχει λύσει ο καθένας στο σαλόνι του σπιτιού του. Το λέει και ο ίδιος στη συνέντευξη που ακολουθεί. «Δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι σαν κοινωνία». Το κοινό αγάπησε τον «Παυλίτο» επειδή με την ειλικρίνεια και την ευθύτητά του τσάκισε τα στερεότυπα δείχνοντας ότι υπάρχει κι άλλος δρόμος για να πεις κάποια πράγματα. Παρέδωσε δωρεάν μαθήματα ζωής υπηρετώντας μέσα στο παιχνίδι όσα έλεγε κατά τη διάρκεια των q+a μπροστά στην κάμερα. Με χαμόγελο, χιούμορ και αυτοσαρκασμό, μένοντας μακριά από ίντριγκες, πισώπλατες μαχαιριές και τσάμπα μαγκιές, αγαπήθηκε και έγινε η αδυναμία του κόσμου, που εκ του αποτελέσματος πλέον μπορούμε να πούμε ότι γοητεύτηκε από το ήθος και από την αξιοπρέπειά του.

Στα πλατό του MasterChef δεν φόρεσε κάποια μάσκα για να γίνει αρεστός. Ήταν ο εαυτός του. Στενοχωρήθηκε, έκλαψε, γέλασε με την ψυχή του, διακωμώδησε τον εαυτό του, είπε τα πράγματα με τον ακέραιο τρόπο που τα έβλεπε. Και φυσικά μίλησε ανοιχτά για τον εαυτό του εξιστορώντας το γκέι βίωμα του. «Μιλάω και για τους φίλους μου, γιατί έχω φίλους που δεν έχουν γίνει ακόμα αποδεκτοί από την οικογένειά τους απλά επειδή είναι διαφορετικοί», μου είπε κάποια στιγμή. Στο καφέ που κάτσαμε για να τα πούμε, την ώρα που η σερβιτόρα ήρθε να πάρει παραγγελία, απλά του είπε «Χαίρομαι που σε βλέπω. Νιώθω ότι σε ξέρω χρόνια». Το ίδιο κι εμείς.

Ο πατέρας μου είναι σεφ. Οπότε μαγειρεύαμε στο σπίτι από μικροί. Επειδή έχω και έναν αδερφό μετά το σχολείο γυρνούσα σπίτι και ετοίμαζα φαγητό για εκείνον και για εμένα μιας και οι γονείς μου δούλευαν. Οπότε ναι, μαγείρευα από μικρός. Μάλιστα, ο πατέρας μου όταν πήγαινε να λάβει μέρος σε διαγωνισμούς μαγειρικής με έπαιρνε μαζί του ως βοηθό στις προετοιμασίες.

Η μαγειρική ήταν πολύ σημαντική στην οικογένειά μου. Ο πατέρας μου βέβαια δεν ήθελε κανείς μας να ασχοληθεί με τη μαγειρική. Ίσως, γιατί δούλευε πολλές ώρες και δεν ήθελε κάτι τέτοιο και για εμάς.

Άργησα να υποβάλλω την αίτηση. Την έκανα τον Σεπτέμβρη. Έτσι πήγα. Το είχα στο μυαλό μου να μπω και να πω την ιστορία μου, το βίωμά μου, κάτι που δεν είχε ειπωθεί τηλεοπτικά μέχρι σήμερα. Είχα σχέδιο δηλαδή. Παρόλο που στο μυαλό μου υπήρχε ο φόβος ότι μπορεί να με κράξουν γιατί εντάξει, μην κοροϊδευόμαστε, στην Ελλάδα βρισκόμαστε. Χάρηκα πολύ που τελικά πήγε καλά.

Στην Αθήνα ήρθα τον Μάρτη του ‘20 λίγο πριν το πρώτο lockdown. Είχα φύγει από το Βερολίνο μετά από έναν χωρισμό. Δεν ήμουν και πολύ καλά, είχα παραιτηθεί από τη δουλειά μου και δεν ήξερα τι να κάνω. Το σκεφτόμουν να δηλώσω συμμετοχή στο MasterChef καιρό, αλλά με τον κορονοϊό το πήρα επιτέλους απόφαση.

Η αλλαγή μπορεί να φαντάζει δύσκολη, ίσως όμως και να μην είναι τόσο. Όταν τελείωσα το πτυχίο μου στη Θεσσαλονίκη ήθελα να κάνω ένα πολύ συγκεκριμένο μεταπτυχιακό, στα πολυμερή που έχουν βιολογικές ιδιότητες. Έκανα αίτηση σε 3 πανεπιστήμια. Το ένα με δέχτηκε, το άλλο στο Λονδίνο που ήθελα να πάω με απέρριψε και μου είχε μείνει αναπάντητο ένα στο Εδιμβούργο. Έτσι, τελείωσα από Θεσσαλονίκη και πήγα στην Κύπρο χωρίς να ξέρω τι θα κάνω. Από το Εδιμβούργο μου απάντησαν τελικά στα μέσα Σεπτέμβρη, επειδή ήταν διακοπές, και βρέθηκα σε μία κατάσταση όπου μέσα σε δύο εβδομάδες τα μάζεψα και πήγα.

«Δε θα άλλαζα κάτι στην παρουσία μου στο MasterChef. Συνειδητοποίησα από πολύ μικρός ότι έναν ρόλο μπορώ να παίξω σε αυτή τη ζωή».

Έκατσα έναν χρόνο στο Εδιμβούργο, μετά έπιασα δουλειά σε μια εταιρεία διανομής χημικών στο Λονδίνο. Έμαθα πολλά πράγματα περί ευρωπαϊκής νομοθεσίας, τι χημικά χρησιμοποιούν στα προϊόντα, πόσο κακή ενημέρωση έχει ο καταναλωτής, πώς αγνοούμε πολλά πράγματα στον βωμό του χρήματος. Ήταν μια ενδιαφέρουσα εμπειρία αλλά έμαθα πράγματα που θα προτιμούσα να μην τα γνωρίζω. Εκεί έμεινα 3μιση χρόνια.

Η Γερμανία έχει μία κοινωνική πολιτική προστασίας γιατί κοινωνικά οι Γερμανοί δεν έχουν αλληλεγγύη οπότε η πολιτεία αναγκάζεται να νομοθετήσει την κοινωνική προστασία. Στην Ελλάδα υπάρχει μία κοινωνική αλληλεγγύη, επειδή δεν υπάρχουν νόμοι. Νιώθω όμως ότι το χάνουμε λίγο και αυτό. Αναρωτιέμαι τι συνέβη στη χώρα της φιλοξενίας.

Μπορεί να είμαι ερασιτέχνης αλλά έχω επενδύσει πολλά χρόνια στη μαγειρική. Όταν μπήκα στον διαγωνισμό, ένιωθα πολύ μειονεκτικά συγκριτικά με τα υπόλοιπα παιδιά. Όσο περνούσε ο καιρός και προχωρούσε αυτό το πράγμα έβλεπα τελικά πόσα πολλά πράγμα ξέρω. Έχω δει, έχω ταξιδέψει, έχω φάει. Ένιωθα πιο σίγουρος για τον εαυτό μου.

Ακόμα δεν ξέρω τι μέρα είναι. Ήθελα να πάρω λίγο τον χρόνο μου με το που βγήκα από το σπίτι του MasterChef.

Στο σπίτι περνούσε η ώρα. Διαρκώς κάτι κάνεις. Δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς ότι δεν έχεις ίντερνετ, το συνηθίζεις δηλαδή. Δε με ενόχλησε καθόλου που δεν είχα κινητό. Μου έλειψαν βέβαια τα σινεμά, οι βόλτες στα μουσεία και οι φίλοι μου.

Tις ημέρες που χιόνισε και αποκλειστήκαμε για πέντε ημέρες μέσα στο σπίτι ήταν σαν να παίζουμε στη Λάμψη του Κιούμπρικ. Πέντε μέρες δεν κάναμε τίποτα. Όταν πηγαίναμε στο στούντιο δεν προλαβαίναμε να κάτσουμε.

Αυτό που μου είπαν οι γονείς μου ήταν ότι φάνηκε ότι έχω περάσει δύσκολα. Έχω απίστευτους γονείς, με υπεραγαπούν κι έκαναν ότι μπορούσαν και καταλαβαίνω τις δυσκολίες γιατί ήμουν κι εγώ ένα δύσκολο παιδί. Στο σχολείο πέρασα δύσκολα, ειδικά μέχρι να πάω Λύκειο. Ήμασταν και σε ένα μικρό χωρίο, ξενόφερτοι αφού δεν είχα μεγαλώσει εκεί, οπότε, ναι στην αρχή ήταν αρκετά δύσκολα.

Έχω ενσυναίσθηση και κουβαλάω μαζί μου ιστορίες άλλων ανθρώπων. Για παράδειγμα, έχω φίλους που δε μιλούν με τους γονείς τους επειδή είναι γκέι. Αυτό που ήθελα να πω ήταν μια πιο ολική ιστορία, ήθελα να μιλήσω, όχι μόνο για τα δύσκολα που πέρασα εγώ αλλά και για την αδικία του να βάζεις κάποιον στο περιθώριο επειδή δεν τον καταλαβαίνεις. Δε χρειάζεται να τον καταλάβεις. Αν δεν καταλαβαίνεις κάτι, μπορεί να μην είναι για σένα. Και είναι ΟΚ αυτό, δε χρειάζεται όλα τα πράγματα να είναι για όλους.

Προέρχομαι από μία οικογένεια όπου ο τρόπος επικοινωνίας μας ήταν με ευγένεια και ψυχραιμία. Σαν γκέι άντρας ζω και τα προνόμια του άντρα αλλά επειδή συναναστρέφομαι με γυναίκες και με γκέι ζω και την άλλη πλευρά. Αυτό το mansplaining το βλέπω. Λέει κάτι μία γυναίκα και ο άντρας προσπαθεί να το εξηγήσει αλλιώς, με διαφορετικά λόγια γιατί ξέρει καλύτερα. Οπότε, καταλαβαίνω τη μεριά εκείνου που δεν έχει κριθεί ποτέ στη ζωή του, δεν έχει βρεθεί στο στόχαστρο, την πιάνω την άγνοια του και πιστεύω ότι με το να κρίνεις κάτι δε βοηθάς τον άλλο να αλλάξει στην πράξη. Δεν του δείχνεις έναν άλλο δρόμο. Αν πήγαινα και τους έλεγα «είστε όλοι αγράμματοι, είστε όλοι ηλίθιοι», δε θα οδηγούσε κάπου. Δε θα υπήρχε διάλογος. Αν όμως του δείξεις ότι υπάρχει και άλλος τρόπος για να πει αυτό που σκέφτεται, χωρίς να του ακυρώσεις ακριβώς την άποψη του, αλλά δείχνοντας του ότι ο τρόπος που τη λέει δεν είναι σωστός, μπορείς να κερδίσεις. Νομίζω ότι το καταλάβαιναν.

Το χιούμορ είναι πολύ καλός μηχανισμός αυτογνωσίας. Αν μπορείς να σαρκαστείς, να γελάσεις με τον εαυτό σου, αποδυναμώνεις όλο αυτό το τεράστιο πράγμα, αυτό το πρόβλημα που έχεις στο κεφάλι σου και σου φαίνεται βουνό. Οπότε έτσι έχω μάθει να το δουλεύω και νομίζω ότι το χιούμορ είναι πολύ καλό μέσο επικοινωνίας γιατί μπορείς να περάσεις πράγματα στον άλλο με ωραίο τρόπο.

Δε θα άλλαζα κάτι στην παρουσία μου στο MasterChef. Συνειδητοποίησα από πολύ μικρός ότι έναν ρόλο μπορώ να παίξω σε αυτή τη ζωή. Αυτός είμαι. Είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά ότι μπορεί να πάω και να με βρίζουν όλοι μετά, αλλά εγώ τη δουλειά μου θα την κάνω, θα μιλούσα για αυτά που ήθελα να μιλήσω. Κάπως έτσι την είδα. Δε θα μπορούσα να αλλάξω κάτι. Α, ναι, τώρα που το ξανασκέφτομαι θα έβγαζα τα κόκαλα στο πιάτο που έβγαλα στο επεισόδιο που αποχώρησα.

Η διαφορετικότητα είναι χάρισμα. Υπάρχει πολλή διαφορετικότητα στον κόσμο, δεν είναι μόνο οι τρανς, οι γκέι, οι παχύσαρκοι. Θα ήταν καλό να αρχίσουμε να βλέπουμε τους ανθρώπους όχι σαν κόπιες μιας κοινωνικής προσδοκίας αλλά σαν διαφορετικά όντα. Είναι ωραία η διαφορετικότητα και νομίζω ότι ήμαστε φτιαγμένοι για να μας αρέσει, αλλά τη φοβόμαστε. Ας σταματήσουμε να τη φοβόμαστε.

Δεν είναι ότι αποστασιοποιούμαι αλλά καταλαβαίνω τους ανθρώπους. Είμαι ένας άνθρωπος που του αρέσει να φτιάχνει πράγματα, ειδικά σχέσεις ανθρώπων αν και γνωρίζω ότι δεν είναι πάντα καλό αυτό.

Είχα πάθει σοκ που με συμπαθούσαν όλοι. Ακόμα και ο Ράπτης που στην αρχή είχαμε πολλά προβλήματα. Ήμουν ο άνθρωπος που του έλεγα “για όνομα του θεού τι είναι αυτά τα πράγματα που κάνεις;” και έβριζα και τους άλλους γιατί οι άντρες βλέπουν έναν φίλο τους να κάνει κάτι άσχημο και πάνε να τον δικαιολογήσουν. Δε θα του πουν «ρε μαλάκα αυτό που κάνεις είναι σεξιστικό». Τελεία, είναι σεξιστικό. Ακόμα και αν το καταλαβαίνουν, ακόμα και να το νιώθουν, δεν πρόκειται να το πουν. Δε θέλουν να κάνουν αυτή τη δύσκολη συζήτηση. Πήγαινα και στον Ιωάννη και στον Διονύση και τους έλεγα «ρε παιδιά εμένα με ακούει αλλά όχι όπως εσάς. Αφού ξέρετε ότι μαλακίζεται γιατί δεν του λέτε τίποτα;».

Υπήρχε toxic masculinity μέσα στο Master Chef. Ο Διονύσης, ο Ιωάννης και ο Πάνος (Ράπτης) αντιπροσωπεύουν ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας.

Οι άντρες, από το δημοτικό ακόμα, αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας μαθαίνουν. Αυτό του τσαμπουκά, του χαβαλέ, που σοβαρά μιλάνε μόνο με χαβαλέ.

Όταν δολοφονήθηκε ο Ζακ Κωστόπουλος, τα ΜΜΕ έτρεξαν να μιλήσουν για τον κλέφτη, τον πρεζάκια, ενώ δεν ήταν κάτι από αυτά. Ο τρόπος που του συμπεριφέρθηκαν ο μαγαζάτορας και η αστυνομία επειδή ήταν διαφορετικός ήταν κάτι πολύ σοκαριστικό. Πιστεύεις ότι έχει προχωρήσει η κοινωνία αλλά δεν είναι έτσι. Ακόμα και στο Βερολίνο έχουν γρονθοκοπήσει φίλο μου στο μετρό επειδή είναι γκέι. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας.

Όταν ήμουν φοιτητής στη Θεσσαλονίκη μια φορά με είχαν φτύσει στον δρόμο. Μια άλλη φορά με σταμάτησε αστυνομικός και ήθελε να μου κάνει εξακρίβωση επειδή με είδε να φιλιέμαι στον δρόμο. Δεν είχε καν σήμα μαζί του, ήταν με πολιτικά και ήρθε να μου πουλήσει τσαμπουκά. Τελικά, δεν έγινε τίποτα, ήταν τότε με τη ζαρντινιέρα και όταν είδε την κυπριακή ταυτότητα τρόμαξε.

Προτιμώ πρώτα να δικαιολογώ τους ανθρώπους, να προσπαθώ να καταλάβω γιατί κάνουν κάτι. Δεν θέλω να κρίνω.

Θέλω να με θυμούνται απλά ως τον Παύλο, αυτό που έδειξα, αυτό είμαι.

Ισχύει αυτό που μου είπε ο Διονύσης εκείνη την ημέρα. «Έτσι μιλάμε στην κουζίνα». Εγώ το έχω ζήσει. Ο πατέρας μου δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος αλλά ξέρω τι γίνεται μέσα στις κουζίνες. Έχω ακούσει ιστορίες φρίκης, να σου πετάει ο άλλος ζεστά τηγάνια, επειδή έτσι έχουν μάθει οι άντρες. Είναι μια ανδροκρατούμενη βιομηχανία. Παρόλο που αν ρωτήσεις, όλοι οι άντρες σεφ, έμαθαν από γυναίκες. Γιαγιάδες, μανάδες, θείες. Τα έχουμε δει και στο Chef’s Table.

Οι γυναίκες συνήθως έχουν μια ομάδα κυρίως γυναικών και έχουν πολύ διαφορετικό τρόπο επικοινωνίας και διαφορετικούς ρυθμούς, ισχύει ότι είμαστε διαφορετικοί αλλά δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε να μάθουμε ο ένας από τον άλλο. Οπότε στην Ελλάδα είναι πολύ πίσω σε αυτό. Υπάρχουν γνωστές γυναίκες σεφ που έχουν αφήσει το στίγμα τους στη γαστρονομία αλλά δεν ξέρω με ποιο κόστος. Νομίζω ότι οι γυναίκες που μπαίνουν σε μια τέτοια βιομηχανία, για να επιβιώσουν, μαθαίνουν να επικοινωνούν όπως το κάνουν οι άντρες.

Την πάω πολύ την Μαρίνα. Είναι επιθετική γυναίκα και έχει δυναμικό τρόπο επικοινωνίας – είναι αυτό που σου έλεγα πριν. Για να επιβιώσεις σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο πρέπει να μάθεις να μιλάς και να επικοινωνείς με αυτό τον τρόπο. Δεν γίνεται διαφορετικά. Η Μαρίνα είναι μετανάστρια δεύτερης γενιάς, είμαι σίγουρος ότι η ζωή την έκανε έτσι σκληρή. Αν ήταν άντρας και έλεγε αυτά που λέει η ίδια δε θα είχε συμβεί τίποτα, το οποίο λέει πολλά.

Νιώθω πιο άνετα με τη ζαχαροπλαστική. Είδα όμως ότι μπορώ να κάνω πολλά πράγματα. Και μέσα στο MasterChef έμαθα άπειρα πράγματα, ήταν σαν σχολείο. Ειδικά στις αντιγραφές, το κάνεις και δεν πιστεύεις ότι μπορείς στο τέλος να βγάλεις το ίδιο πιάτο, να το καταφέρεις.

«Θέλω να το πάρει η Μαργαρίτα, το αξίζει πάρα πολύ».

Είναι ο μηχανισμός μου τέτοιος που πάντα προετοιμάζομαι για τα χειρότερα. Οπότε αν προετοιμαστώ για τα χειρότερα, δε θα πληγωθώ. Επίσης, δεν είμαι ανταγωνιστικός, διασκεδάζω το παιχνίδι. Οπότε συνδυαστικά μπορεί να προετοιμαζόμουν ψυχολογικά για το χειρότερο ωστόσο δε σταματούσα να προσπαθώ. Το στρες δεν μπορώ να ελέγξω. Κι ακόμα κι αν φαινόμουν νευρικός, έτσι είμαι γενικότερα. Το διασκέδασα όμως αρκετά το παιχνίδι.

Οι κριτές ήταν τέλειοι. Με τον Κουτσόπουλο είχαμε τρελή αγάπη, με τον Κοντιζά κάναμε πολλές μαγειρικές συζητήσεις, ο Ιωαννίδης έχει πάρα πολύ γέλιο.

Θέλω να κρατήσω αυτή την πλατφόρμα που μου έχει δοθεί, θέλω να πω κι άλλα πράγματα, έχω κι άλλα να πω. Δε με φαντάζομαι σε κουζίνα, δεν ήταν ακριβώς ποτέ αυτός ο σκοπός μου. Κάποια στιγμή να φτιάξω ένα ωραίο δικό μου μαγαζάκι, με τις συνταγές μου, να έρχεται ο κόσμος να δοκιμάσει, ναι. Το να πάω σε κουζίνα δεν ξέρω καν αν είναι αυτό που θέλω.

Αυτά που φανταζόμουν να κάνω στον διαγωνισμό τα έχω κάνει. Ήθελα να περάσω ένα μήνυμα. Τώρα θέλω να κρατήσω αυτή τη σχέση με το κοινό. Νιώθω ήδη πετυχημένος ακόμα και να με ξεχάσουν σε ένα χρόνο, νιώθω ότι αυτά που είπα αγγίξανε πολύ κόσμο. Και το βλέπω από τα μηνύματα, emails. Νομίζω ότι τώρα περισσότερο μου ταιριάζει να κάνω κάτι στο YouTube. Έτσι το σκέφτομαι, θέλω να έχω επικοινωνία με το κοινό. Μετά βλέπουμε πώς θα πάει.

Θέλω να το πάρει η Μαργαρίτα, το αξίζει πάρα πολύ.