Photo by Taylor Jewell/Invision/AP
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Η Lily Gladstone πάντα ήθελε να καταπολεμήσει το σύνδρομο του απατεώνα

Η πρωταγωνίστρια του Scorsese μάς μιλάει για το βάρος του Killers of the Flower Moon, τη σχέση της με την κοινότητα των Osage, και το σύνδρομο του απατεώνα της.

«Ένα πράγμα που θυμάμαι ότι ήταν καθαρά αυτοσχεδιασμός, που ήταν πανέξυπνο, ήταν η σκηνή με το πρώτο ραντεβού τους που τελειώνει με τη βροχή. Η σκηνή αυτή τελείωνε αρχικά με τη Mollie να γίνεται τύφλα [γέλια]». Η Lily Gladstone συμμετείχε σε δύο συνεντεύξεις Τύπου για τους ψηφοφόρους των Χρυσών Σφαιρών – το κείμενο περιλαμβάνει αποσπάσματα και από τις δύο – και το εκτόπισμά της, κατά κάποιο τρόπο, δεν διέφερε και πολύ από αυτό στο Killers of the Flower Moon για το οποίο είναι υποψήφια στην κατηγορία Α΄ Γυναικείου Ρόλου.

Δεν είναι λίγο, δεν είναι καν μονάχα σημαντικό το να κάνει πρεμιέρα ένα ιστορικό έπος του Martin Scorsese με τον Robert De Niro και τον Leonardo DiCaprio στο Φεστιβάλ Καννών, και να μιλούν όλοι για την άγνωστη στο ευρύ κοινό συμπρωταγωνίστριά τους. Τόσο πολύ που το Oscar buzz της Gladstone είχε ξεκινήσει από τότε, με πολλούς εσωτερικούς της βιομηχανίας να μη γνωρίζουν καν πώς να την παρουσιάσουν. Στις συνεντεύξεις των Σφαιρών είχε ξανά τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές και τον εμβληματικό σκηνοθέτη της στο πλευρό της, όμως η γαλήνια λάμψη της ήταν διαπεραστική.

«Η κοινότητα όμως αισθάνθηκε πως αυτή δεν θα ήταν η Mollie», συνέχισε η Gladstone, εξηγώντας γιατί είδαμε μία πολύ διαφορετική σκηνή στο σπίτι της Mollie όταν το επισκέφθηκε για πρώτη φορά ο Ernest.

«Μας είπαν ότι η Mollie θα απολάμβανε ένα ποτήρι ουίσκι, αλλά δεν ήταν γνωστή ως κάποια που θα διαχειριζόταν το αλκοόλ όπως η αδελφή της Anna για παράδειγμα. Έτσι, αυτή η σκηνή άλλαξε με βάση μία ιστορία. Πολλούς από τους αυτοσχεδιασμούς τους κάναμε επειδή περνούσαμε πολύ χρόνο στην κοινότητα και ακούγαμε για το πώς θα ήταν η δυναμική μεταξύ τους».

Πίσω στο 2019, όταν την προσέγγισε για πρώτη φορά για τον ρόλο η υπεύθυνη του casting Ellen Lewis, η ταινία των έντεκα υποψηφιοτήτων Όσκαρ ήταν πολύ διαφορετική. To Killers που διασκεύασε ο σεναριογράφος του Dune, Eric Roth, από το βιβλίο του David Grann του 2017, διαδραματίζεται μερικές δεκαετίες μετά την ανακάλυψη πετρελαίου στον καταυλισμό του έθνους των Osage, όταν τα χρήματα από την έκρηξη αυτή έφεραν τεράστιο πλούτο στην κοινότητα μαζί με ένα κύμα προσοχής από καιροσκόπους outsiders που προσπαθούσαν να κερδίσουν μέρος της περιουσίας τους μέσω γάμου, χειραγώγησης ή δολοφονίας.

Ο DiCaprio που τελικά ανέλαβε τον ρόλο του κουφιοκέφαλου, ολισθηρού συζύγου της Mollie, είχε αρχικά οριστεί να υποδυθεί τον Tom White, το πρωτοπαλίκαρο του FBI που ηγείται μιας έρευνας για τις συνεχιζόμενες δολοφονίες των Osage. Η Gladstone σχεδίαζε oύτως ή άλλως να δεχτεί τον ρόλο εάν της δινόταν, όμως είχε άγχος για το γεγονός ότι αυτό το βάναυσο κεφάλαιο της ιστορίας των Osage θα παρουσιαζόταν ως ένα μυστήριο που θα έπρεπε να λυθεί από την αλαζονική ομοσπονδιακή αστυνομία.

Τότε όμως συνέβη η πανδημία και, κατόπιν προτροπής του DiCaprio και του Scorsese, αντί να επικεντρωθεί στον White η νέα εκδοχή εστίασε στους Osage και στα συστήματα που επέτρεπαν στους δράστες να ξεφεύγουν. Έτσι ο γάμος των Burkharts έφτασε να γίνει ο πυρήνας της ταινίας, ως κύριο παράδειγμα των εγκλημάτων που συνέβαιναν στην τοπική κοινότητα των αυτοχθόνων στο σύνολό της.

Victoria Will/Invision/AP

Εξίσου σημαντικό και ελπιδοφόρο για τη Gladstone ήταν πως η κοινότητα των ιθαγενών στο Gray Horse της Οκλαχόμα όπου έλαβαν χώρα ορισμένες από τις δολοφονίες, είχε προσκαλέσει τον Scorsese σε ένα δείπνο στα τέλη του 2019, στο οποίο είχε παρευρεθεί. Η Gladstone το είδε ως σημάδι ότι οι Osage σκόπευαν να εισακουστούν στη διαδικασία παραγωγής, και ότι ο Scorsese θα ήθελε να τους δώσει αυτό το πεδίο.

Προτού πάρει τον ρόλο της Mollie άλλωστε, πριν υποδυθεί τη θλιμμένη μητέρα στο Reservation Dogs, και νωρίτερα από την ερμηνεία της στο Certain Women της Kelly Reinhardt που τη σύστησε σε όσους παρακολουθούμε στενά τον ανεξάρτητο αμερικανικό κινηματογράφο, η Gladstone δίδασκε σε μαθητές την ιστορία των ιθαγενών της Αμερικής, στο πλαίσιο ενός εκπαιδευτικού θεατρικού προγράμματος. Ο σεβασμός στις κουλτούρες των ιθαγενών λοιπόν, ήταν ήδη κοντά στην καρδιά της.

«Ούσα Αμερικανίδα αυτόχθων και έχοντας παίξει ρόλους ιθαγενών για μεγάλο χρονικό διάστημα, συχνά οι ρόλοι αυτοί αφορούν φυλές από τις οποίες δεν προέρχομαι, και έτσι υπάρχει μία περίοδος κατά την οποία πρέπει να εγκλιματιστώ με τον εκάστοτε πολιτισμό. Δεν είμαστε μονόλιθος. Δεν είμαστε κάτι το ομογενοποιημένο. Η γλώσσα των Osage ας πούμε είναι ξένη για μένα. Πολλοί απλώς υποθέτουν πως όλοι οι αυτόχθονες ηθοποιοί απλώς μιλάμε «τη γλώσσα των ιθαγενών Αμερικανών» […]

Το να αποδίδεις την κουλτούρα με ένα τόσο ζωντανό τρόπο ορίζει το σκηνικό με έναν τρόπο που δεν είναι απλώς όπως όταν, για παράδειγμα, πηγαίνεις σε ένα παζάρι και αξιολογείς την αυθεντικότητα ενός χαλιού που έφτιαξε κάποιος ντόπιος τεχνίτης. Εδώ πρέπει να έχεις έναν ολόκληρο κόσμο που να μοιάζει αληθινός, ώστε να έχεις αυθεντικά ανθρώπινα όντα τα οποία το κοινό θα αγαπήσει και με τα οποία θα συνδεθεί».

Victoria Will/Invision/AP

Ακόμα και στο πλαίσιο του Killers of the Flower Moon, μίας παραγωγής που περιλαμβάνει πολλά αυτόχθονα ταλέντα τόσο μπροστά όσο και πίσω από την κάμερα, η γεννημένη στη Montana Gladstone, με καταγωγή από τους Piegan Blackfeet, τους Nez Perce και την Ευρώπη, έχει αναλάβει μεγάλο μέρος της αφήγησης. Και ενώ η ιστορία του χαρακτήρα της είναι γεμάτη τραύμα, ο Scorsese φροντίζει να αναδείξει φρέσκες πλευρές των Osage, όπως τη χαρά και το γέλιο τους, αντιστρατευόμενος τα συνήθη κινηματογραφικά στερεότυπα που προκύπτουν μάλλον από στείρα ιστορικά ντοκουμέντα για τους αυτόχθονες, αντί για την πραγματική συνύπαρξη μαζί τους.

«Μιλήσαμε γι’ αυτή την αρχοντική, αυτοκυριαρχούμενη γυναίκα, και αυτόν τον άνδρα που ζει για να σπάσει λίγο από αυτό το κέλυφός της και να την κάνει να γελάσει», συνέχισε η Gladstone σχετικά με τη σκηνή του πρώτου ραντεβού. «Όμως αυτή η σκηνή, όταν την ξαναγράψαμε, βασίστηκε στη γιαγιά του Wilson Pipestem, τη Rose, που συνήθιζε να κάθεται όταν έπεφτε βροχή με ανοιχτές παλάμες, τυλιγμένη με μία κουβέρτα, με έναν πολύ προσευχητικό τρόπο, απλώς ακίνητη. Ο Leo είχε τον σπουδαίο αυτοσχεδιασμό για να δείξει αυτή τη συνεχή δυναμική και αντίθεση μεταξύ αυτών των δύο χαρακτήρων, η οποία νομίζω ότι ήταν πραγματικά η καρδιά της χημείας τους».

«Μερικές από τις σκηνές τις γυρίσαμε με διάφορους τρόπους, διαφορετικά επίπεδα καχυποψίας στη Mollie, διαφορετικά επίπεδα συνενοχής στον Ernest, διαφορετικά επίπεδα πραγματικής αγάπης ή προσποιητής αγάπης, διαφορετικά επίπεδα χειραγώγησης. Και ήταν πραγματικά μια πολύ διασκεδαστική άσκηση υποκριτικής και μου θύμισε όταν ήμουν στη σχολή, όπου σου δίνεται απλά ένα κείμενο χωρίς κανένα πλαίσιο. Σου δίνονται απλά ατάκες και κείμενα και μετά είσαι εσύ αυτή που τα χρωματίζεις».

Victoria Will/Invision/AP

Με τον DiCaprio πήγαν μετά την πρώτη γνωριμία τους σε ένα εστιατόριο. Ο πάγος έσπασε γρήγορα.

«Μετά από αυτό, κάναμε αρκετές συναντήσεις με την κοινότητα. Ήταν πραγματικά απίστευτο το να μπαίνουμε σε μία κοινότητα που δεν είχε ιδέα για το ποιοι ήμασταν ως άτομα, αλλά ήξερε ποιους ήμασταν εκεί για να παίξουμε. Άρχισαν να μας αντιμετωπίζουν ως αυτούς τους χαρακτήρες. Δεν είναι απλώς ότι θα μας αποκαλούσαν Ernest ή Mollie. Δεν έκαναν τέτοιου τύπου σκηνοθεσία. Όμως από συνάντηση σε συνάντηση, ήταν σχεδόν σα να μας έκαναν λιανά ποιο ήταν αυτό το ζευγάρι και σαν εμείς να ήμασταν, κατά κάποιο τρόπο, τοποθετημένοι σε αυτούς τους ρόλους από την κοινότητα. Ανακαλύπταμε πράγματα που ίσως δεν υπήρχαν στο βιβλίο, ακούγαμε ιστορίες από τους ανθρώπους, και παρατηρούσα τρόπους που μπορούσα να ενσωματώσω αυτά που η προφορική παράδοση του τόπου έχει να πει για όλη αυτή την περίοδο, και αυτούς τους δύο χαρακτήρες.

Καθώς χτίζαμε τους χαρακτήρες μας ξεχωριστά, χτίζαμε επίσης, καθώς κάναμε αυτές τις συναντήσεις, τη δυναμική που μπορεί να είχε αυτό το ζευγάρι. Όταν αρχίσαμε τη δουλειά, ένιωθα ότι ήμασταν σε ελεύθερη πτώση πολλές φορές. Δεν ήμασταν σίγουροι ότι αυτή η δυναμική θα λειτουργούσε στην οθόνη με τον τρόπο που λειτουργούσε στην πραγματικότητα. Έμοιαζε αδύνατο».

Η συνεργασία με τους Osage ήταν σχεδόν η μοναδική πυξίδα που μπορούσαν να έχουν για την αληθινή φύση της σχέσης του ζευγαριού. Μαζί με τον Scorsese και την τριπλά οσκαρική Thelma Schoonmaker, τη σταθερή υπεύθυνη μοντάζ του Scorsese, η τετράδα είχε πιάσει τον μίτο του δεσμού τους και προσπαθούσε να βρει τον δρόμο της μέσα σε έναν λαβύρινθο από πληροφορίες και απόψεις.

«Την πρώτη κιόλας εβδομάδα είχαμε μία σκηνή που τη μετακινήσαμε, τη δοκιμάσαμε αλλιώς, την αντιστρέψαμε. Καθώς όμως δοκιμάζαμε τις σκηνές, το υλικό και όλες αυτές τις πιθανές δυναμικές – γιατί ξέραμε ότι θα τις βρίσκαμε καθώς προχωρούσαμε – ο Marty δούλευε με τη Thelma καθόλη τη διάρκεια. Η Thelma έπαιρνε το υλικό και το επέστρεφε με σημειώσεις, όχι σε πραγματικό χρόνο γιατί είναι ταινία, όμως συνέθετε την ιστορία και λύναμε μαζί αυτό το μεγάλο παζλ για το ποια ήταν πραγματικά αυτή η δυναμική του ζευγαριού. Για εκείνη, αυτό που λειτουργούσε κάθε φορά ήταν πως η αγάπη τους ήταν γνήσια, όπως ακριβώς έλεγε η κοινότητα, όπως ακριβώς υποστήριζε ο Ernest μέχρι την ημέρα που πέθανε ότι ήταν».

Με τον Martin Scorsese στο σετ του Killers of the Flower Moon

«Αρχίσαμε να αναζητάμε την κληρονομιά του ποιοι ήταν μέσα από ιστορίες για το πώς ήταν τα παιδιά τους, τόσο ο Cowboy όσο και η Elizabeth», περιγράφει. «Τα παιδιά τους περνούσαν πολύ χρόνο μαζί. Φρόντιζαν το ένα το άλλο. Ο Cowboy παρέμεινε κοντά στον Ernest ακόμα και μετά τη δίκη, ακόμα και όταν πέθανε η μητέρα του. Ο Ernest επέστρεψε στη χώρα των Osage και εμφανιζόταν στις εκδηλώσεις της κοινότητας. Ο κόσμος ήταν ενήμερος. Οι άνθρωποι θυμούνται ότι ερχόταν σε συγκεντρώσεις, καθόταν πίσω-πίσω, και εξακολουθούσε να στοιχειώνει κάπως την περιοχή.

Όλα αυτά τα στοιχεία μάς λένε ότι υπήρχε κάτι αληθινό σε αυτή την οικογένεια, σε αυτή τη σχέση. Αυτό ήταν ένα αρκετά ξεκάθαρο μονοπάτι για μένα. Έπρεπε πάντα να βρίσκω κάποιο τυφλό σημείο που θα είχε η Mollie και στο οποίο θα μπορούσε να κρυφτεί ο Ernest, και πολλά από αυτά είχαν να κάνουν με την αίσθηση του εαυτού της ως γυναίκα Osage, είχαν να κάνουν με την εξυπνάδα της και το πόσο τον πίστευε, αλλά και με το πόση καχυποψία θα είχε ως προς τον Hale. Ο Hale υπερηφανευόταν ότι μιλούσε άπταιστα τη γλώσσα τους και πραγματικά οικειοποιήθηκε με πολλούς τρόπους την ταυτότητα των Osage, όμως το έκανε με μία τόσο πατερναλιστική διάθεση. Αποκαλούσε τον εαυτό του βασιλιά. Εφάρμοσε ένα είδος ιεραρχικού βασιλικού συστήματος που δεν υπήρχε στους Osage. Ακόμα και μετά τη δίκη, μετά από όλα αυτά, είχε αρκετούς ανθρώπους που χειραγωγήθηκαν και πίστεψαν ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να το κάνει αυτό. Κάποιοι Osage ήταν και στην κηδεία του».

Η διαδικασία μόνο εύκολη δεν ήταν για τη 37χρονη Gladstone που, όπως πολλοί late bloomers στην καριέρα τους, δεν ένιωθε πάντα ότι ήταν ακριβώς κατάλληλη για μία αποστολή όπως είναι μία από τις μεγαλύτερες αμερικανικές τραγωδίες στην ιστορία.

«Ως άνθρωπος και ως ηθοποιός, είναι τρομακτικό το να μπαίνεις σε αυτή την ομάδα δημιουργών. Αυτό το μέρος του μυαλού σου που αμφιβάλλει για τον εαυτό του, κάνει πολύ τρομακτικό το να είσαι η καινούρια στη γειτονιά. Είμαστε πολλοί που πρέπει να το ξεπεράσουμε αυτό, τα συναισθήματα του συνδρόμου του απατεώνα, την αίσθηση ότι δεν θα τα καταφέρουμε καλά. Όλα αυτά ήταν τόσο εύκολο να ξεπεραστούν επειδή ο Leo και ο Marty είναι τόσο υπομονετικοί, τόσο γενναιόδωροι, τόσο αφοσιωμένοι σε αυτή την ταινία. Άλλωστε είμαστε η τέχνη μας».

Αναγνωρίζοντας το βάρος της ευθύνης, η ηθοποιός στράφηκε στην Κληρονόμο. Την ταινία του William Wyler (1949) για μία αφελή νεαρή γυναίκα που ερωτεύεται έναν γοητευτικό άνδρα για τον οποίο ο συναισθηματικά βίαιος πατέρας της υποψιάζεται ότι είναι απλώς ένας προικοθήρας. Η ταινία είχε κερδίσει τέσσερα Όσκαρ, μεταξύ των οποίων αυτό της Καλύτερης Ταινίας και του Α΄Γυναικείου για την Olivia de Havilland.

Victoria Will/Invision/AP

«Είχα πλήρη επίγνωση ότι, με αυτόν τον ρόλο, θα έπρεπε να ισορροπήσω το να παίζω μία γυναίκα Osage σύμφωνα με τον τρόπο που με καθοδηγούσε το έθνος Osage αφού αυτή είναι η ιστορία τους, είναι οι γυναίκες τους, αλλά και να καλύψω αυτό το κενό που υπάρχει στη Χρυσή Εποχή του Κινηματογράφου, στην οποία νιώθω ότι αυτή η ταινία ζει σε μεγάλο βαθμό παρότι είναι γυρισμένη το 2021 και βρισκόμαστε στο 2023. Αισθάνομαι ότι είναι μέρος της εποχής από την οποία θα προερχόταν η Κληρονόμος. Θα έπαιζα μία παραδοσιακή γυναίκα Osage, αλλά και μία κλασική πρωταγωνίστρια, συγχωνεύοντας κάπως αυτά τα δύο.

Οι γυναίκες των Osage είναι πραγματικά γεμάτες με χάρη, με αυτή τη αριστοκρατικότητα που είχαν οι κλασικές σταρ της εποχής. Και αυτό που βρήκα πολύ όμορφο, αναφερόμενη στην Κληρονόμο, ήταν ότι η Olivia de Havilland προερχόταν από μια τόσο καταπιεστική πατριαρχική κοινωνία που είχε χρήματα, ενώ η Mollie προέρχεται από μία μητριαρχική κοινωνία που έχει χρήματα. Εκεί που μεγάλωσε η Mollie, οι γυναίκες ήταν υπεύθυνες για όλα αυτά. Ως μητριαρχική κοινωνία, οι γυναίκες των Osage κατέχουν τα πάντα.

Η Mollie προέρχεται από μία κοινότητα όπου οι οικογένειες γιορτάζουν όταν γεννιέται μια κόρη. Το ρητό που λέει στην αδελφή της Άννα στην ταινία προέρχεται από έναν από τους συμβούλους μας των Osage: “Το να έχεις μια αδελφή είναι σαν να έχεις πλούτο”. Μου άρεσε να έχω αυτή την κλασική γυναίκα της χρυσής εποχής του κινηματογράφου ως αναφορά, καθώς και τις γυναίκες των Osage. Η Κληρονόμος ήταν πραγματικά μία ερμηνεία-οδηγός, αλλά σίγουρα επαναπροσδιορίστηκε ως μία γυναίκα ιθαγενής Αμερικανίδα από μία γυναικοκρατούμενη και υποστηρικτική κοινότητα».

Αυτή θα είναι η δικιά της κληρονομιά.

«Η ιστορία απέκλεισε τις αυτόχθονες γυναίκες από το να είναι πρωταγωνίστριες στη Χρυσή Εποχή στις δεκαετίες του ’30, ’40, ’50. Σε αυτή την ταινία όμως έχουμε όλες αυτές τις υπέροχες γυναίκες στην οθόνη».

Το Killers of the Flower Moon παίζεται ακόμα στις ελληνικές αίθουσες.