ΒΡΑΒΕΙΑ ΙΡΙΣ

«Έμαθα να περπατώ μέσα στις φλόγες, δίχως να καώ»: Η βραβευμένη πρωταγωνίστρια του Παρί στο OneMan

H Melika Foroutan κέρδισε το βραβείο Α' Γυναικείου Ρόλου στα φετινά Ίρις του ελληνικού σινεμά. Η πρωταγωνίστρια του φιλμ Pari μας μιλά για την Ελλάδα που γνώρισε και για τα δακρυγόνα στα Εξάρχεια.

H Παρί είναι μια μητέρα, είναι μια Ιρανή μητέρα χαμένη σε μια δαιδαλώδη Αθήνα εν βρασμώ. Στα μάτια της, το κέντρο της πόλης μοιάζει με λαβύρινθο, με έναν μυστηριώδη, απειλητικό χώρο τον οποίο πρέπει να αντιμετωπίσει. Ή, καλύτερα, να γνωρίσει. Αναζητώντας τον γιο της αλλά -τελικά- και τον εαυτό της.

Η Melika Foroutan είναι γεννημένη στην Τεχεράνη αλλά σπούδασε φιλοσοφία και ιστορία μεγαλώνοντας στη Γερμανία όπου και ξεκίνησε την καριέρα της ως ηθοποιός. Έχει δουλέψει σε σειρές και ταινίες όμως ο προκλητικότερος ρόλος της ήρθε από τον Eλληνοϊρανό σκηνοθέτη Σιαμάκ Ετεμαντί, στην ταινία Pari, που είδαμε στις αίθουσες το περσινό καλοκαίρι.

«Η Ελλάδα γίνεται ξανά η κινητήρια δύναμη για την επανεξέταση της Ευρώπης».

Στο Pari, η σημερινή Αθήνα γίνεται πεδίο αναζήτησης και δράσης. Μια πόλη με τα σημάδια της, με την τέχνη της, με τα πρόσωπά της, αποτυπώνεται με τρομερή αίσθηση αλήθειας από τον Ετεμαντί, όσο η κάμερά του ακολουθεί την ηρωίδα του σε κάθε γωνιά της πόλης. Και είναι πραγματικά, μια ταινία εξ ολοκλήρου πάνω στην πρωταγωνίστριά της, η οποία βρίσκεται σε κάθε πλάνο, σε κάθε σεκάνς, σε κάθε έκρηξη και αναζήτηση.

Για την εκπληκτική της ερμηνεία, η Melika Foroutan τιμήθηκε χτες βράδυ με το βραβείο Ίρις Α’ Γυναικείου Ρόλου, και εμείς τη βρήκαμε σε ένα διάλειμμα των γυρισμάτων της επόμενης δουλειάς της, για να μάθουμε περισσότερα για την εμπειρία της γυρίζοντας το Pari στην Αθήνα.

Πώς ήρθατε σε επαφή με τον Σιαμάκ Ετεμαντί πριν σου δώσει τον ρόλο της Παρί; Γνωριζόσασταν πριν;

Ο Σιαμάκ ήταν ο πρώτος άνθρωπος που μου προσέφερε ρόλο στα φαρσί, με εξέπληξε πολύ ότι ένας Ιρανός σκηνοθέτης, που ζει στην Ελλάδα, με βρήκε στο Λος Άντζελες όπου έμενα τότε. Δε γνωριζόμασταν, αλλά είχαμε κάποιους κοινούς Ιρανούς φίλους στη βιομηχανία. Υποθέτω αυτό μας ένωσε.

«Στο ξεκίνημα των γυρισμάτων τα μάτια μου δε σταματούσαν να βουρκώνουν. Είπα στον Σιαμάκ ότι μπορεί να έχει να κάνει με μια νευρικότητα. Γέλασε και μου είπε ότι ήταν τα δακρυγόνα που έρχονται από έξω».

Τι σε τράβηξε πιο πολύ στην ταινία;

Γεννήθηκα στο Ιράν, από όπου προέρχεται ο πατέρας μου, μετακομίσαμε στη Γερμανία τέσσερα χρόνια μετά την επανάσταση, στο μέσον του πολέμου Ιράν/Ιράκ, όταν ήμουν εφτά χρονών. Έχω πολύ ζωντανές αναμνήσεις από εκείνη την εποχή, η παιδική μου ηλικία είχε σχηματιστεί από την ιρανική κουλτούρα. Θυμάμαι πολιτικές συζητήσεις, τη γιαγιά μου να προσεύχεται με το τσαντόρ της, θυμάμαι πώς η κοινωνία έγινε πιο καταπιεστική και άκαμπτη μετά την ιρανική επανάσταση.

Αυτό μου έδωσε μια αίσθηση για τον πόθο της Παρί, για την περιέργειά της για μια διαφορετική ζωή, ερχόμενη σε μια διαφορετική χώρα. Ήταν δώρο να μου δοθεί ένας τόσο περίπλοκος, δυνατός και ενδιαφέρων χαρακτήρας, που διανύει μια τόσο τεράστια ανάπτυξη διαμέσου του στόρι, χωρίς να πέφτει στα τυπικά κλισέ που συναντάς συνήθως στην απεικόνιση μουσουλμάνων γυναικών, ιδίως σε δυτικές ταινίες.

Γνώριζες την Ελλάδα πριν την ταινία; Η ταινία περιλαμβάνει κάποια πολύ συγκεκριμένα πολιτιστικά και κοινωνικά στοιχεία από τη σημερινή πραγματικότητα. Ήταν μια μεγάλη ανακάλυψη για σένα;

Επισκέφθηκα την Ελλάδα ως τουρίστας κι έκανα ό,τι κάνουν οι τουρίστες. Επισκέφθηκα όλα τα φωτογενή και όμορφα μέρη που έχει να προσφέρει η Ελλάδα. Έμαθα για την ελληνική μυθολογία στο σχολείο και έπαιξα κάποιους πολύ οργισμένους χαρακτήρες από τα κλασσικά ελληνικά έργα στο θέατρο!

Η Παρί έρχεται στην Αθήνα στο μέσον μιας προσφυγικής κρίσης, λίγα χρόνια μετά την οικονομική κρίση, και αυτό που βλέπουμε μέσα από τα μάτια της είναι μια Ευρώπη σε αναβρασμό. Κάποιοι άνθρωποι ίσως απογοητεύτηκαν που η Παρί δεν επισκέπτεται την Ακρόπολη, αλλά μας δείχνει μια διαφορετική πλευρά της σύγχρονης Ελλάδας, μας ρίχνει κατευθείαν μέσα στις επαναστατικές διαδηλώσεις, στο θυμό, στις αναταραχές. Η Ελλάδα γίνεται ξανά η κινητήρια δύναμη για την επανεξέταση της Ευρώπης.

Τι θυμάσαι πιο πολύ από την περίοδο των γυρισμάτων; Υπάρχει κάποια ιστορία που σου έρχεται πάντα;

Έχω πολλές αξέχαστες στιγμές από τα γυρίσματα, αμέτρητες ιστορίες, είχα μια αξέχαστη εμπειρία στην Αθήνα. Θυμάμαι πως ένιωθα μεγάλη άνεση με τα άτομα γύρω μου, οι πάντες ήταν πολύ υποστηρικτικοί και σαν οικογένεια. Είχαμε μερικές πολύ δύσκολες στιγμές να γυρίσουμε, δουλεύαμε πολύ κατά τη διάρκεια της νύχτας, και δεν ένιωθα τίποτα παρά υποστήριξη. Επίσης, γέλασα πολύ στο σετ.

Θυμάμαι μια φορά, βασικά στο ξεκίνημα των γυρισμάτων, όπου τα μάτια μου δε σταματούσαν να βουρκώνουν, και είπα στον Σιαμάκ ότι μπορεί να έχει να κάνει με μια νευρικότητα. Γέλασε και μου είπε ότι ήταν τα δακρυγόνα που έρχονται από έξω. Κάναμε γύρισμα στα Εξάρχεια τότε και μου είπε πως αυτό συμβαίνει κάθε Σαββατοκύριακο και πως θα το συνηθίσω.

Πες μου για τη διαδικασία, τι είδους προετοιμασία έκανες;

Ήρθα στην Αθήνα δύο βδομάδες πριν τα γυρίσματα για να κάνω πρόβες με τον Σιαμάκ και με τη Rezvan Zandieh, μια Ιρανή ηθοποιό και cultural coach. Η Rezvan κι εγώ μοιραστήκαμε ένα διαμέρισμα, σηκωνόμασταν το πρωί, είχαμε ιρανικό πρωινό, ακούγαμε ιρανική μουσική και μιλάγαμε αυστηρά και μόνο στα φαρσί. Δεν είχα επισκεφθεί το Ιράν για πολύ καιρό και ήταν σημαντικό να νιώσω ξανά μια βαθιά σύνδεση. Έπρεπε να μάθω πώς να περπατώ και να κάθομαι σωστά φορώντας τσαντόρ, κάτι που με βοήθησε να ανακαλύψω τη σωματικότητα του χαρακτήρα.

Ο Shahbaz Noshir, που παίζει τον σύζυγό μου στην ταινία, κι εγώ έπρεπε να διαβάσουμε πολύ και να κάνουμε πολλές πρόβες για να γνωριστούμε καλύτερα. Ο Σιαμάκ μου ζήτησε επίσης να μιλάω αγγλικά με φαρσί προφορά σε όλη αυτή τη διάρκεια. Επίσης, ήταν πολύ συναρπαστικό για μένα να γνωρίσω τόσο υπέροχους ηθοποιούς όπως τη Σοφία Κόκκαλη, τη Λένα Κιτσοπούλου και τον Αργύρη Πανταζάρα.

Η ταινία αντικατοπτρίζει πολλά από τα ζητήματα της σημερινής Αθήνας. Ως άτομο που ζει σε άλλη χώρα, είχες πρόβλημα να συνδεθείς με αυτά; Σου έφερε στο νου κάτι από τη δική σου πραγματικότητα;

Δεν είναι μόνο η σημερινή Αθήνα που παρουσιάζεται. Η Παρί θα μπορούσε να έχει επισκεφθεί τις ΗΠΑ ή τη Βενεζουέλα και θα είχε έρθει αντιμέτωπη με παρόμοιες καταστάσεις αναστάτωσης. Και φυσικά η Παρί είναι κάπως απογοητευμένη όταν φτάνει στην Αθήνα, απλώς για να δει την ίδια ένταση που γνωρίζει από τους δρόμους του Ιράν εδώ και 40 χρόνια.

Τι καινούριο έμαθες γυρίζοντας το Παρί;

Έπρεπε να μάθω πώς να βλέπω πράγματα για πρώτη φορά και πώς να χάσω την κακομαθημένη ευρωκεντρική ματιά μου. Έπρεπε να μάθω πώς θα είναι η αίσθηση του να χάνεις το παιδί σου. Και να αναζητήσω κάτι χωρίς να γνωρίζω τι αναζητώ. Και τέλος, έμαθα πώς να περπατάω μέσα από τις φλόγες, δίχως να καώ.