ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

O Άρης Τερζόπουλος δε νοσταλγεί περασμένα μεγαλεία

Μία συζήτηση εφ' όλης της ύλης με τον θρυλικό εκδότη του ΚΛΙΚ για την άνοδο και την πτώση του lifestyle, τη Μύκονο των 70s, τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής που πάντα τον απασχολούσαν, τη ζωγραφική, τις συγκρουσιακές σχέσεις των ανθρώπων, τα όνειρα για το αύριο και το γεγονός ότι κάποια στιγμή στην Ελλάδα χάσαμε ένα κομμάτι από την μπέσα μας.

«Στη Μύκονο πήγα για πρώτη φορά το Πάσχα του 1970. Στην καλύτερη εποχή της» μου λέει ο Άρης Τερζόπουλος, καθώς θυμάται ένα από τα καλοκαίρια της ζωής του. Ο άνθρωπος που άλλαξε τα εκδοτικά δεδομένα της Ελλάδας έχει πολλές ιστορίες να πει: για τα περιοδικά, το lifestyle, τις ανθρώπινες σχέσεις, τα μεγάλα ρίσκα που πήρε. «Ήταν άλλο νησί τότε. Υπήρχε μόνο η πόλη της Μυκόνου, κάτι λίγα στην Άνω Μερά, και κάτι ελάχιστα πράγματα στον Άγιο Στέφανο. Πήγαινες με το καράβι και κατέβαινες με βάρκα, αφού το πλοίο δεν άραζε στο λιμάνι».

Οι εντυπωσιακοί πίνακες που ζωγραφίζει ο Άρης Τερζόπουλος κουβαλούν αναμνήσεις από μία πολύ μεγάλη διαδρομή. Τα παιδικά χρόνια που κύλησαν μέσα σε ένα σπίτι με πατέρα έναν πρωτοπόρο εκδότη, οι πρώτες επαφές με το τυπογραφείο, οι νεανικές αναζητήσεις, τα ψυχεδελικά όνειρα, η διαχρονική του διάθεση να προβλέπει τις νέες τάσεις κάθε εποχής, τα διαβάσματα, η υπαρξιακή αγωνία, οι κομβικές κινήσεις στον χώρο του ελληνικού έντυπου τύπου, το ενδιαφέρον για την ψυχολογία, αλλά -κυρίως- μία απορία που τον βασάνιζε από τότε που ήταν μικρός: τελικά, τι είναι αυτό μέσα στο οποίο βρισκόμαστε; Όλα αυτά δίπλα στον El Greco και τον Salvador Dali.

Για όσους δεν προλάβαμε τις πρώτες μέρες της Μυκόνου, πριν έρθει η αναμενόμενη εμπορευματοποίηση στη διασκέδαση, οι αρχές των 70s είναι καλυμμένες με μία σχεδόν μυθική αχλή. Ο Άρης Τερζόπουλος μου λέει ότι δε μετανιώνει για όσα έκανε αλλά ούτε νοσταλγεί περασμένα μεγαλεία και εποχές. Κοιτάζει και πηγαίνει πάντα μπροστά. Παρόλα αυτά, εκείνα πρώτα τα καλοκαίρια στο νησί των ανέμων φαίνεται να έχουν χαραχτεί μέσα του: «Ήταν σαν να ήσουν σε κάποιο Αφγανιστάν που είχε θάλασσα αλλά βρισκόταν παράλληλα στο διάστημα. Ήταν πολύ ωραία η Μύκονος τότε. Ήταν αλλού τελείως».

H ψυχεδελική δεκαετία

Το ΚΛΙΚ κυκλοφόρησε το 1987 αλλάζοντας πραγματικά τα δεδομένα. Ήταν κάτι φρέσκο, κάτι ολοκαίνουργιο, κάτι που φαινόταν τελείως ξένο για το ελληνικό εκδοτικό τοπίο. Ο Άρης Τερζόπουλος, μέχρι τότε, είχε πολλές εμπειρίες στις βαλίτσες της ζωή του. Διέθετε γνώση του συγκεκριμένου χώρου, είχε πολύ ανοιχτό πνεύμα, είχε ταξιδέψει, είχε διαβάσει, είχε ζήσει πολλά. 

«Μπορώ και παίζω τένις, οπότε η καραντίνα δε μου στέρησε και τόσα πολλά – ίσως κάποιο εστιατόριο ή καμιά εκδρομή». Ένα πρώτο πράγμα που παρατηρεί κανείς όταν μιλά μαζί του είναι η μηδενική διάθεση να γκρινιάξει για το οτιδήποτε. «Το να πηγαίνω σε μπαρ μου φαίνεται εκτός ηλικίας πια. Πρόλαβα την ελληνική νύχτα σε εποχές πολύ ενδιαφέρουσες. Υποθέτω ακόμα καλά είναι – αλλά δε γνωρίζω τι γίνεται από πρώτο χέρι».

Η δεκαετία του 1970 συνήθως έχει δύο πολύ συγκεκριμένα κεφάλαια στην αφήγησή της: η χούντα και η μεταπολίτευση. Πολύ σπάνια ακούμε για τις τάσεις που κυριαρχούσαν -ή έστω έκαναν την εμφάνισή τους- πέρα από την πολιτική στην Ελλάδα. «Η πιο δημιουργική εποχή στη διασκέδαση ήταν τα 70s, ήταν πολύ διαφορετικά» μου αφηγείται ο Άρης Τερζόπουλος αν και δείχνει ότι όλα αυτά του ακούγονται τρομακτικά μακρινά πια.

«Ήταν μία αναλαμπή που κράτησε ένα-δύο χρόνια. Ήταν πολύ φωτεινή, μετά όμως έπεσαν πολλές ουσίες. Ξεκίνησαν με φούντες και μαλακά ναρκωτικά για να κυλήσει το πράγμα γρήγορα στην ηρωίνη»

«Τέλος πάντως, πέρασαν αυτά» λέει. Επιμένω, γιατί με ενδιαφέρει το θέμα. Εκείνος γελά κάπως συγκαταβατικά. Τι συνέβαινε στην Ελλάδα την πιο ψυχεδελική δεκαετία του 20ου αιώνα; «Υπήρξε τεράστια αλλαγή τότε μέσα σε μισό χρόνο. Εκεί που ήμασταν όλοι συντηρητικοί με γραβατούλες, βρεθήκαμε όλοι με γένια και μία γενικά αλλοπρόσαλλη κατάσταση – στις σχέσεις, στο φέρσιμο, σε όλα».

Υπήρξε άραγε αυτή η περιβόητη σεξουαλική επανάσταση; «Πολύ, πάρα πολύ» λέει, κάνοντας μία παρατεταμένη παύση, για να ανάψει ένα τσιγάρο. «Μέχρι τότε, η σεξουαλική επαφή ήταν δύσκολη, έπρεπε να ιδρώσεις για να την κερδίσεις. Μετά, ξαφνικά, έγιναν όλα πάρα πολύ εύκολα – ως που έπαψαν να με ενδιαφέρουν σε προσωπικό επίπεδο».

Λαμπερά χρόνια, μακριά μαλλιά, ελεύθερος έρωτας, πειράματα κάθε τύπου. Πώς εξελίχθηκε όμως εξελίχθηκε το σύνθημα sex, drugs and rock n’ roll;  «Ήταν μία αναλαμπή που κράτησε ένα-δύο χρόνια. Ήταν πολύ φωτεινή, μετά όμως έπεσαν πολλές ουσίες. Ξεκίνησαν με φούντες και μαλακά ναρκωτικά για να κυλήσει το πράγμα γρήγορα στην ηρωίνη – εγώ, ευτυχώς, δεν είχα ποτέ κλήση προς αυτά, αλλά πάρα πολλά παιδιά τότε μπλέχτηκαν άσχημα».

Η αφήγησή του δεν έχει κάποια νοσταλγικά χροιά ή τάση ηρωοποίησης. «Πολλοί φίλοι εκείνης της εποχής, ενώ ξέμπλεξαν από τα ναρκωτικά, πέθαναν τελικά στα 50 με 60 τους από προβλήματα που συνήθως είχαν να κάνουν με το συκώτι. Η ηπατίτιδα C πήρε πολύ κόσμο». Επιλέγει ένα σχεδόν όχι κυνικό αλλά κλινικό τόνο, όσο αφηγείται: «Κάτι πολύ φωτεινό έγινε σε ελάχιστο χρόνο πολύ σκοτεινό».

Μεγαλώνοντας μαζί με τη Γυναίκα

Για κάποιους ανθρώπους, η πορεία στη ζωή φαίνεται προδιαγεγραμμένη. Σαν να υπάρχει κάποιο κάρμα που γράφτηκε για αυτούς πριν από αυτούς. Ο Άρης Τερζόπουλος μεγάλωσε πρώτα στους Αμπελόκηπους, στη συνέχεια βρέθηκε στην οδό Ασκληπιού, αργότερα ανέβηκαν οικογενειακώς στο Ψυχικό. Εκείνος έχει ζήσει σε πολλές και διάφορες συνοικίες – από το Κολωνάκι και την Εκάλη μέχρι το Κεφαλάρι, όπου βρίσκεται σήμερα. Ο πατέρας του ήταν ο εκδότης Ευάγγελος Τερζόπουλος, γνωστός για τις ιστορίες της Disney αλλά και το περιοδικό Γυναίκα.

Σε αυτό το κλίμα μεγάλωσε και ανδρώθηκε επαγγελματικά ο Άρης Τερζόπουλος. Μέσα στη μυρωδιά από το χαρτί και το μελάνι του τυπογραφείου. «Η Γυναίκα κυκλοφόρησε όταν εγώ ήμουν πέντε ετών». Μάλιστα, σήμερα παραδέχεται χωρίς φόβο και πάθος ότι η παρουσία των γονιών του ήταν όχι απλά καθοριστική αλλά σχεδόν επιβλητική στη ζωή του. Ιδιαίτερα στις επιλογές που είχαν να κάνουν με τα συναισθήματα – κάτι, δηλαδή, που ισχύει για όλους μας αλλά ελάχιστοι άνθρωποι μπορούν να αντικρίσουν τον καθρέφτη και να το πουν.

«Η καθημερινή δουλειά μου ήταν περισσότερο στη Γυναίκα» μου λέει, βγάζοντας για λίγο τα γυαλιά που φορά. «Είχαμε δώσει μία γενική κατεύθυνση στο ΚΛΙΚ μαζί με τον Πέτρο Κωστόπουλο και έτσι εγώ ασχολούμουν περισσότερο με αυτό το περιοδικό». Ήταν πολύ διαφορετικές εποχές τότε για τα έντυπα, αυτό είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που πιάνω από τη συζήτηση. «Ήταν χαρά όλη η διαδικασία: να γράψεις το κομμάτι, να βγουν οι φωτογραφίες, να γίνει η σελιδοποίηση, να το δεις αρχικά τυπωμένο αυτό ως δοκίμιο, να το χαζέψεις σαν τεύχος στο περίπτερο».

Οι εποχές διαδέχονται η μία την άλλη και κάποια στιγμή σταματούν σε ένα κομβικό σημείο. Έτσι, όταν ήρθε η Μεταπολίτευση και ο πατέρας του αποχωρούσε σιγά-σιγά από το τιμόνι του περιοδικού, υπήρχε μία μεγάλη πρόκληση γραμμένη με νέον γράμματα στον αέρα: να ανταποκριθεί η Γυναίκα στους καινούργιους καιρούς. «Μία συνέντευξη με τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν ακριβώς αυτό που είχε συνηθίσει ο κόσμος από ένα γυναικείο περιοδικό» λέει με ένα κάπως ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη, πριν πάρει ξανά πιο σοβαρό τόνο: «Αντίστοιχα, έπρεπε τη δεκαετία του ‘90 να προσαρμόσω ξανά τη Γυναίκα στη νέα εποχή που άνοιγε».

Τελικά, το συγκεκριμένο περιοδικό θα μπορούσε να του είχε εξασφαλίσει τα πάντα, αν η μυθική πρόταση που του έκανε ο Πέτρος Κωστόπουλος στα τέλη της ίδια δεκαετίας γινόταν δεκτή. «Δυστυχώς, η συμφωνία δεν προχώρησε γιατί δεν το δέχθηκε ο αδερφός μου. Θα είχε φέρει τη ζωή μου εκεί που την ήθελα. Είχα σκοπό να φύγω και να ζήσω στην Αμερική για κάποιο καιρό και να βρω τι θα κάνω εκεί. Το πλάνο ήταν να απελευθερωθώ από όλα όσα είχα εδώ».

Στα 00s οι οικονομικές δυσκολίες γονάτισαν τον Άρη Τερζόπουλο. Πιο πριν όμως είχε προλάβει να κάνει πράγματα που άλλαξαν τα ελληνικά περιοδικά μία για πάντα. Είχε προλάβει να συνδεθεί επαγγελματικά με τον Πέτρο Κωστόπουλο ως ο πρώτος του εκδότης, είχε βιώσει κάτι σαν προδοσία όταν οι δρόμοι τους χώρισαν άτσαλα, και ήταν εκείνος που δεν έκανε δεκτή -έστω παρά τη δική του θέληση- μία οικονομική πρόταση που κανείς δε θα μπορούσε να αρνηθεί.

«Μέσα από ατέλειωτες βόλτες με τα πόδια στη Φιλοθέη προέκυψε η ιδέα, κουβέντα στην κουβέντα. Η εποχή ήταν κατάλληλη για να φτιαχτεί το ΚΛΙΚ».

Στον αστερισμό του ΚΛΙΚ

«Η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο ΚΛΙΚ ήταν η ατμόσφαιρα της καλής δημιουργίας. Ήταν ένα περιοδικό που για να βγει η διαδικασία θύμιζε πάρτι. Ήταν πραγματική χαρά, προτιμούσα να ήμουν εκεί παρά οπουδήποτε αλλού» θυμάται ο εκδότης που επί της ουσίας εφηύρε τον όρο lifestyle για τον ελληνικό τύπο. «Δεν είχα κανέναν αυστηρό όρο στις αίθουσες σύνταξης – μου άρεσε τα παιδιά να έρχονται ντυμένα όπως θέλουν, να φέρονται όπως νιώθουν πιο άνετα, να υπάρχει μουσική. Ήταν μία ωραία και ευχάριστη εποχή. Ένα κλίμα που δε νιώθω να υπάρχει πια σε αυτή τη δουλειά· δεν έχει το ίδιο ψάξιμο, δεν έχει την ίδια χάρη. Τα πάντα πρέπει να γράφονται πάρα πολύ γρήγορα. Ότι και να φτιάξεις, ότι και να βάλεις, την άλλη μέρα αποτελεί παρελθόν».

Πώς ήταν άραγε να δουλεύεις τότε για το ΚΛΙΚ; «Πηγαίναμε ταξίδι δέκα άτομα στην Αμερική, κάναμε ρεπορτάζ δέκα μέρες – και αυτό έβγαζε τα λεφτά του». Μέχρι σήμερα, θεωρεί πως όλα τα παιδιά που δούλευαν στο περιοδικό ήταν μεγάλα ταλέντα και με πολύ καλή κατανόηση των τάσεων. Σε αντίθεση με ό,τι νομίζουν όμως πολλοί δεν ήταν όλα ρόδινα εξαρχής σε αυτό το project.

Κεφ.1: Η γέννηση

«Ο Πέτρος ήρθε μια μέρα σπίτι μου στο Ψυχικό και μου είπε “παραιτήθηκα από τη δουλειά μου στο Υπουργείο Νέας Γενιάς”. Απάντησα λέγοντας: “Προσλαμβάνεσαι”. Δεν ήξερα ακριβώς τι θα έκανα μετά. Αρχικά, πίστευα ότι ίσως θα είναι χρήσιμος στο διαφημιστικό τμήμα» θυμάται ο Άρης Τερζόπουλος, καθώς επιστρέφει στις πρώτες μέρες του περιοδικού.

Με τον πρώτο διευθυντή του ΚΛΙΚ τους συνέδεε μία πρόσφατη φιλία που εξελίχθηκε σε επαγγελματική σχέση ζωής. «Μέσα από ατέλειωτες βόλτες με τα πόδια στη Φιλοθέη προέκυψε η ιδέα, κουβέντα στην κουβέντα. Η εποχή ήταν κατάλληλη για να φτιαχτεί το ΚΛΙΚ. Η τάση άλλαζε εκείνον τον καιρό και αποτυπωνόταν σε δύο ξένα έντυπα: το αγγλικό Face και το γαλλικό Actuel».

Πώς ακριβώς φαντάζονταν αρχικά το περιοδικό; Σίγουρα, με περισσότερη πολιτικοποίηση από όση είχε τελικά. «Δεν μπορείς να προβλέψεις τα πάντα, οι τάσεις είναι αμφίδρομες. Τότε, ήμασταν σίγουροι πως αν αυτό το project δεν περπατήσει, εκείνοι που θα φταίγαμε θα ήμασταν εμείς και μόνο εμείς».

Κλικ περιοδικό 24Media Creative Team

Κεφ.2: Η εκτίναξη

Στα πρώτα τρία τεύχη το ΚΛΙΚ δεν είχε βρει ακόμα τον βηματισμό του. «Φτάσαμε σε σημείο να προβληματιζόμαστε αν θα συνεχίσουμε ή όχι, στο τέταρτο τεύχος όμως το αφιέρωμα στο σεξ και το AIDS άλλαξε όλα τα δεδομένα» λέει ο Άρης Τερζόπουλος, συνεχίζοντας μία αφήγηση που τρέχει σαν ποτάμι. «Χωρίς να θυμάμαι πως προέκυψε ακριβώς, ήρθε μία προσφορά από κάποια εταιρεία να βάλουμε ως δώρο στο τεύχος ένα προφυλακτικό. Για το 1987 αυτή η κίνηση ήταν κάτι πολύ παραπάνω από προκλητική».

Αναρωτιέμαι πώς ένιωθε ο περίγυρος για ένα περιοδικό που βγαίνει με δώρο ένα προφυλακτικό και ξαφνικά πουλάει 150 χιλιάδες φύλλα. Ο μόνος όρος που έρχεται στο μυαλό μου είναι το λατινικό “casus belli”. Εκείνος συμφωνεί με ένα νεύμα του κεφαλιού. «Το ΚΛΙΚ ήταν ένας σταθμός. Κάτι τόσο ασυνήθιστο, τόσο ριζοσπαστικό και τόσο πέρα από τα όρια ώστε να δημιουργηθεί κατευθείαν ένας θρύλος γύρω από το όνομά του, σε χρόνια που ο ελληνικός τύπος βρισκόταν ακόμα σε πολύ συντηρητική φάση».

Ποια ήταν εκείνα τα στοιχεία όμως που το έκαναν ξεχωριστό; «Παρακολουθούσαμε συνεχώς το τι συμβαίνει και ήμασταν συγχρόνως δημιουργοί και εκφραστές των τάσεων. Αποτυπώναμε με επιτυχία το τι ακριβώς συνέβαινε γύρω μας. Αυτή ήταν εκείνη η εποχή – είτε μας αρέσει, είτε δε μας αρέσει». 

To lifestyle δημιούργησε μία απίστευτη αγοραστική κίνηση και μία άνευ προηγουμένου μόχλευση της υπάρχουσας διαφημιστικής αγοράς. Άλλαξε όλα τα δεδομένα καθώς νέα προϊόντα, νέα καταστήματα, νέες ανάγκες συνέρρεαν για να βρουν μια θέση στις σελίδες του. «Μπήκαν καινούργιες μάζες στο οικονομικό παιχνίδι (όπως οι άνθρωποι της επαρχίας), άλλαζε και η κοινωνία όπως καταλαβαίνεις, ενώ παράλληλα τότε ήταν σαφές το τι είναι και τι όχι καινούργιο. Τα περισσότερα πράγματα που συνέβαιναν είχαν την αίσθηση του νέου».

Κλικ περιοδικό 24Media Creative Team

 

Κεφ.3: Lifestyle, Sex, εμπορευματοποίηση

«Αν κοιτάξεις τα τεύχη της εποχής (ΚΛΙΚ, Max, Playboy) παρατηρείς μία μεγάλη απενοχοποιήση στο θέμα του σεξ. Το απόλυτο είδωλο της εποχής ήταν η Madonna, η οποία τόλμησε να κυκλοφορήσει ένα λεύκωμα με γυμνές της φωτογραφίες – κάτι, δηλαδή, που δε θα μπορούσε να κάνει ποτέ παλιότερα η Marilyn Monroe, αφού θα ήταν σκάνδαλο» μου εξηγεί ο Άρης Τερζόπουλος, πριν συνεχίσει: «Είναι ενδιαφέρον το πως το σπάσιμο των ταμπού της κοινωνίας προκύπτει μέσα από το mainstream. Όταν βλέπεις σε μία χολιγουντιανή ταινία με διάσημους πρωταγωνιστές ως βασικό θέμα το σεξ, τότε σημαίνει ότι έχει φτάσει η ώρα για να πάμε ένα βήμα παρακάτω».

Πραγματικά, τα περιοδικά της εποχής έφτασαν από το μηδέν στο άπειρο μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Ήταν άραγε μία επανάσταση, ένα σημείο των καιρών ή μία εμπορική εκμετάλλευση ενός φαινομένου; «Οι εποχές αλλάζουν και παρασύρουν μαζί και όλα τα άλλα φαινόμενα. Στις αρχές του 20ου ένας αστράγαλος ήταν σκάνδαλο, σήμερα οποιαδήποτε κοπελίτσα βγει ημίγυμνη με το μπικίνι της δεν αποτελεί καν θέμα» μου λέει, σαν ένα είδος εισαγωγής, στο τι έκανε και τι δεν έκανε το συγκεκριμένο περιοδικό: «Το ΚΛΙΚ αντιμετώπισε το σεξ τόσο ως εμπορικό αγαθό όσο  και ως μία ανάγκη απενοχοποιήσης. Ήταν και από τα δύο μαζί. Μια παγκόσμια ανάγκη να μην υπάρχουν ταμπού. Αυτές τις αλλαγές, τελικά, τις επιτρέπουν ή όχι οι κοινωνίες. Αν κάτι είναι εκτός εποχές δεν πρόκειται να σταθεί. Τα περιοδικά άλλωστε δεν τα αγοράζαμε εμείς». 

Κεφ. 4: Η ρήξη

Το ΚΛΙΚ έζησε πραγματικά μεγαλεία από το 1987 έως το 1995 συμπαρασύροντας μαζί του εκδότες, διευθυντές, ανταγωνισμό, αναγνώστες αλλά και την ίδια την αγορά. Εκείνο όμως που ξεκίνησε σαν κάτι ρηξικέλευθο δεν άργησε να γίνει νόρμα. «Είχε τελειώσει για μένα το lifestyle πριν τελειώσει η συνεργασία μου με τον Πέτρο [Κωστόπουλο]. Όταν παραξέφυγε το πράγμα προς το σεξ, έπαψε για μένα το συγκεκριμένο περιοδικό να μου είναι ιδιαίτερα ελκυστικό. Τότε τέλειωσε μέσα μου».

Καθώς λοιπόν άλλαζαν οι ισορροπίες και οι εποχές, η διαφαινόμενη ρήξη ανάμεσα σε εκδότη και διευθυντή οδήγησε σε έναν σεισμό. Ο τελευταίος πήρε 96 από τους 100 συντελεστές του ΚΛΙΚ στη νέα του εκδοτική προσπάθεια. «Ήταν πλήγμα. Από τότε έτρεχα να προλάβω τις διάφορες τρύπες που άνοιγαν – και δεν ήταν εύκολο». Για τον Άρη Τερζόπουλο, η εποχή που ακολούθησε ήταν πια αλλιώτικη, αφού το lifestyle έγινε κατεστημένο.

Σήμερα, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά, αφού όπως υποστηρίζει «δεν μπορείς πια να στηρίξεις μία έκδοση στο σεξ – έχει ξεπεραστεί, δεν είναι πρώτο θέμα», το ΚΛΙΚ όμως παραμένει ένα ιστορικός τίτλος. Τι ονειρεύεται για την επόμενη μέρα του; «Θα ήθελα ιδανικά το ΚΛΙΚ να εκδίδεται και ως ένα εξαμηνιαίο coffee table book».

«Το 1993 ήρθε η ώρα για το Γαιόραμα. Δεν μπορώ να κολλάω μία ζωή στα ίδια. Στο μυαλό μου ένιωσα ότι η καινούργια τάση που ήθελα να ακολουθήσω ήταν το ακριβώς αντίθετο του ΚΛΙΚ».

Social media και πραγματικότητα

Αν κάποιος σκρολάρει το feed του Άρη Τερζόπουλο στο Facebook θα δει πως αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από αναρτήσεις που έχουν να κάνουν με το ΚΛΙΚ. Για εκείνον, βέβαια, η ζωή δεν είναι μόνο δουλειά. Υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα: ο ελεύθερος χρόνος, τα χόμπι (όπως η ζωγραφική), η αναζήτηση μίας μεγαλύτερης αλήθειας πίσω από την πεζή πολλές φορές καθημερινότητα. «Η δουλειά είναι απλά κάποια πράγματα που κάνουμε» μου λέει, σε κάποια φάση της συζήτησης, πριν συνεχίσει: «Προσπάθησε όμως να σκεφτείς, έστω για ένα απόγευμα, πώς θα ήταν αν πιστέψεις ότι τίποτα γύρω σου δεν είναι αληθινό. Κάν’ το, έτσι για δοκιμή».

Εκείνος είναι ένας άνθρωπος που έχει ασχοληθεί για δεκαετίες με θέματα που άπτονται της ψυχολογίας, αφού θεωρεί ότι αυτός είναι ο δρόμος «για να καταλάβεις τον εαυτό σου αλλά και τους άλλους». Μάλιστα, τώρα που ο κοινωνικός και προσωπικός χρόνος επιταχύνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς είναι πιο σημαντική από ποτέ. «Ο χρόνος κυλά πολύ πιο γρήγορα στην εποχή μας».

Σκέφτομαι ότι είχα πολύ καιρό να μην τσεκάρω το κινητό μου και τα social media για πάνω από μια ώρα. Οι αφηγήσεις του Τερζόπουλου με κρατούν καρφωμένο σε όσα λέει. Τι πιστεύει όμως εκείνος για την ψηφιακή πραγματικότητα των κοινωνικών δικτύων; «Αν τα social media πέτυχαν τόσο πολύ είναι επειδή αποτελούν το πλέον ναρκισσιστικό φαινόμενο. Εκεί, ο καθένας μπορεί μέσα από την αυτοπροώθηση να γίνει ήρωας του εαυτού του».

Πίσω στα 90s: Γαιόραμα, Θεός, Θρησκεία

Ποια είναι άραγε τα θέματα που απασχολούν την ανθρωπότητα σήμερα; Αν εξαιρέσει κανείς την πανδημία, οι αλγόριθμοι, τα social media, ο υπερπληθυσμός και -ναι, δυστυχώς- η κλιματική αλλαγή. «Με ενοχλεί κάπως που αρκετοί άνθρωποι βλέπουν στο πρόσωπό μου μόνο το ΚΛΙΚ» εξομολογείται ο Άρης Τερζόπουλος. Η αλήθεια είναι πως αυτό απέχει πάρα πολύ από την πραγματικότητα. Ποιος άλλωστε ήταν ο πρώτος εκδότης ενός περιοδικού με καθαρά οικολογικό ενδιαφέρον που παράλληλα απευθύνθηκε στο μαζικό κοινό;

«Το 1993 ήρθε η ώρα για το Γαιόραμα. Δεν μπορώ να κολλάω μία ζωή στα ίδια. Στο μυαλό μου ένιωσα ότι η καινούργια τάση που ήθελα να ακολουθήσω ήταν το ακριβώς αντίθετο του ΚΛΙΚ. Ένα περιοδικό γεμάτο άρθρα εκλαϊκευμένης επιστήμης και story telling από εξειδικευμένους επιστήμονες για προβλήματα που παραμένουν τρομερά επίκαιρα λόγω κλιματικής αλλαγής» αναφέρει χαρακτηριστικά. Για εκείνον ήταν ένας διαφορετικός τρόπος δημοσιογραφίας, όπου η επιστήμη έπρεπε να ακούγεται σαν περιπέτεια.

Πώς αποφάσισε να κάνει μία τόσο πρωτοπόρα εκδοτική κίνηση, η οποία έπρεπε να στηριχθεί και επιχειρηματικά, σε χρόνια που το περιβάλλον ήταν ακόμα σχεδόν άγνωστη λέξη; «Η δουλειά μου ήταν μόνο τα περιοδικά, δεν είχα άλλη ατζέντα, και έτσι ακολουθούσα την αίσθηση που είχα για το προς τα πού θα πάνε τα πράγματα. Μάλιστα, λίγο αργότερα, στα τέλη των 90s ήρθε και άλλο ένα περιοδικό, το οποίο δεν έγινε καθόλου κατανοητό, που λεγόταν Θεός και θρησκεία. Τότε, για μένα ερχόταν μία εποχή που έμελε να αποτυπωθεί ως η σύγκρουση των πολιτισμών. Αυτή η ιστορία είχε μεγάλες προοπτικές αλλά συνάντησε τεράστιες δυσκολίες».

Ρίσκο, ρίσκο, ρίσκο. «Δεν έχω κάνει ποτέ καμία έρευνας αγοράς. Ήταν μόνο η αίσθηση που είχα για το τι έρχεται και το τι φεύγει». Αλήθεια, δε φοβήθηκε ποτέ; «Όχι. Είχαν κίνδυνο αυτές οι κινήσεις αλλά τον συνηθίζεις τον κίνδυνο» λέει, γελώντας, κλείνοντας τα μάτια, και σηκώνοντας το κεφάλι προς τα πίσω. «Όταν ήθελα να κάνω κάτι, το έκανα. Ευτυχώς ή δυστυχώς, ποτέ δεν πήγαινα στα σίγουρα. Με όλα αυτά που έκανα, πάλι καλά που είμαστε εδώ πέρα και μιλάμε».

Τα δύσκολα χρόνια

Η Γυναίκα δεν πουλήθηκε στην αστρονομική τιμή που μπορούσε να πουληθεί, οι πρώτες ενδείξεις της επερχόμενης καταστροφής του lifestyle Τύπου έκαναν την εμφάνισή τους στα 00s, και ο Άρης Τερζόπουλος βρέθηκε, κάποια στιγμή, επί ξύλου κρεμάμενος. «Έχασα όλον τον κόσμο έτσι όπως είχε στηθεί γύρω μου μέσα από τις ενέργειες του πατέρα μου. Ξαφνικά, βρέθηκα το 2006 χωρίς απολύτως τίποτα. Μία τεράστια απώλεια που έφερε ένα τεράστιο κέρδος: έμεινα με τον εαυτό μου, χωρίς άλλες προστασίες».

Τα χρόνια της ελληνικής κρίσης ακολούθησαν και εκατομμύρια Έλληνες βρέθηκαν μπροστά στο φάσμα μία προσωπικής οικονομικής καταστροφής. «Η πραγματικότητα είναι σκληρή, αν πέσεις πάνω στον τοίχο θα σπάσεις το κεφάλι σου» μου αναφέρει με νόημα αλλά και ένα ίχνος συμβουλής. Ίσως, ισχύει αυτό που λένε οι Αμερικανοί: σημασία δεν έχει πόσες φορές θα πέσεις αλλά πόσες φορές θα καταφέρεις να σηκωθείς ξανά.

«Έχασα πάρα πολλά από όλη αυτήν την ιστορία, αλλά χάνοντας κέρδισα τελικά περισσότερα». Ο τόνος της φωνής του δείχνει σταθερός. Το πιστεύει πραγματικά, δεν είναι κάποιο ψέμα που λέει στον εαυτό του για να χωνέψει καλύτερα το τι συνέβη. «Καλά που επέζησα, από αυτήν την περίοδο. Κάποια στιγμή δεν ήμουν σίγουρος αν θα βγω ζωντανός». 

Τελικά, τι ήταν αυτό που κράτησε τη ζωή του σε ράγες; «O κινητήριος μοχλός της ζωής μου ήταν πάντα η αναζήτηση, να βρω το μυστικό».

Ένα παράθυρο στο αύριο

Ο Άρης Τερζόπουλος, εκδότης του ΚΛΙΚ, 75 ετών, συνεχίζει κανονικά τη ζωή του. «Έχω την ίδια σχέση που είχα πάντα με το σώμα μου. Κάτι βέβαια που με εμποδίζει να καταλάβω την πραγματική μου ηλικία». Εργάζεται καθημερινά, παίζει τένις, ζωγραφίζει, έχει εκδώσει ένα βιβλίο, θέλει να εκδώσει άλλο ένα και θα ήθελε η μέρα να έχει 48 και όχι 24 ώρες.

«Θέλω να γράψω ένα κείμενο για τις ανθρώπινες σχέσεις και το πόσο μας επηρεάζει η γονεϊκή κατεύθυνση – πόσο δέσμιοι είμαστε από όσα εισπράξαμε από τους γονείς μας». Για εκείνον οι σχέσεις μας φέρνουν αναγκαστικά σε σύγκρουση με τον εαυτό μας, από τη μία η φύση θέλει να είμαστε ζευγάρια για να κάνουμε παιδιά, από την άλλη υπάρχει η αυθόρμητη τάση να είμαστε ελεύθεροι. «Μεγαλώνοντας οι έντονες επιθυμίες καταλαγιάζουν. Το να καταφέρει κανείς να είναι ευτυχής μέσα σε αυτήν την αντιθετικότητα όσο είναι νέος μου φαίνεται τρομερά δύσκολο. Άλλωστε, για να ευτυχήσει κανείς δε θα πρέπει να έχει απωθημένα».

Μήπως υπάρχει κάποιο μυστικό για όλους εμάς εκεί έξω; «Το πιο δύσκολο από όλα είναι να βρεις την αρμονία με τον εαυτό σου».

«Μετά τα μέσα των 80s, κάτι άλλαξε. Αντίστοιχα, εκείνη την εποχή με όλες τις αλλαγές που συντελέστηκαν χάσαμε κάτι από την αγνότητά μας».

Αντί επιλόγου

«Από το ‘90 που ξεκίνησε να παραχτίζεται η Μύκονος, άρχισε να έρχεται όλο και πιο κοντά στην Αθήνα. Έφτασε κάποια στιγμή να νομίζεις ότι είσαι δίπλα στη Γλυφάδα» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Άρης Τερζόπουλος, προς το τέλος της συνέντευξης, καθώς η συζήτηση έχει επιστρέψει ξανά στο νησί των ανέμων.

«Στα πρώτα χρόνια της Μυκόνου, όταν πήγαινες στο νησί, ένιωθες ότι είσαι κάπου πολύ μακριά». Προσπαθώ να καταλάβω αν το νησί ήταν μία ελεύθερη ζώνη για τη διασκέδαση, τις σχέσεις, και τις ιδέες. «Ναι, ήταν “τρελή” η Μύκονος από τότε. Είχε κάτι που δεν το έχω δει σε άλλο ελληνικό νησί – ίσως φταίνε οι άνεμοι που προκαλούν μία ελαφρά, ευχάριστη μέθη στους ανθρώπους».

Τι θυμάται από εκείνα τα ανέμελα χρόνια; «Ένιωθες μία αίσθηση ελευθερίας, σε ένα μέρος τρελούτσικο, σαν μία περίεργη αποκριά. Ακόμα και το ντύσιμο ήταν διαφορετικό. Ήταν μία ευκαιρία η Μύκονος να κάνουν οι άνθρωποι ότι τους ερχόταν· ήταν όμως όμορφα, πολύ όμορφα».

Συζητώντας με έναν άνθρωπο που έζησε από πρώτο χέρι τη Μεταπολίτευση, τα ξεκινήματα του lifestyle στα 80s όταν η πολιτικοποίηση μπήκε σε δεύτερη μοίρα, το glamour των 90s, αλλά και τα δύσκολα χρόνια της ελληνικής κρίσης όταν τα μεγάλα όνειρα γκρεμίστηκαν, η Μύκονος γίνεται κατά κάποιο τρόπο το σύμβολο της ίδιας της χώρας στο μυαλό του. 

Τελικά, τι πιστεύει ο Άρης Τερζόπουλος ότι συνέβη στο νησί μέσα από τις δεκαετίες; «Μετά τα μέσα των 80s, κάτι άλλαξε. Αντίστοιχα, εκείνη την εποχή με όλες τις αλλαγές που συντελέστηκαν χάσαμε κάτι από την αγνότητά μας. Μετά από αυτό, μπήκε πάρα πολύ η έννοια του ωφελισμού στη ζωή μας – παλιότερα οι ανθρώπινες σχέσεις είχαν περισσότερη μπέσα».