ΦΑΓΗΤΟ

‘Queen Burger’, συγγνώμη που αργήσαμε τόσο να σε αποθεώσουμε

O Στέφανος Τριαντάφυλλος αποθεώνει επιτέλους το μαγαζί που είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό μπεργκεράδικο.

Το Λονδίνο έχει τον Μπιγκ-Μπεν. Το Παρίσι έχει το Λούβρο. Έστω τον Πύργο του Άιφελ. Το Μιλάνο το Ντουόμο τον φούρνο Λουίνι. Το Κάιρο τις Πυραμίδες. Έτσι, λοιπόν και η Γλυφάδα έχει τα Queen. Το μπεργκεράδικο που είναι περισσότερα από ένα μπεργκεράδικο. Το μαγαζί που είναι περισσότερα από ένα μαγαζί. Είναι απλά το Queen. Μια κατηγορία μόνο του.

Αν γυρίσουμε πίσω το χρόνο σε φασ(τ)φόργουορντ -όπως γυρνάει συνήθως ο χρόνος πίσω- και αναζητήσουμε το big bang της μπεργκεροϊστορίας αυτού του τόπου θα καταλήξουμε στα ’70s. Ήταν το σημείο μηδέν. Το grand zero. Η στιγμή που από τους καλοφαγάδες του μέλλοντος θα αναφέρεται ως η “Άνοιξη του ’78”. Τότε, δηλαδή, που το μπιφτέκι-σε-ψωμί συστήθηκε στην Αθήνα.

Η ξενόφερτη μόδα μεταδόθηκε μέσω των Αμερικάνων της γειτονικής βάσης (του Ελληνικού) και οι οποίοι έμεναν κατά κύριο λόγο στη Γλυφάδα. Σε μια γωνιά της, λοιπόν, στην οδό Γιαννιτσοπούλου  -γνωστή και ως ο δρόμος του Άννα Ντορ ή ο δρόμος που καταλήγει στον Παιδότοπο- παρουσιάστηκε το hamburger, αλλά και η – ω Θεοί- σπιτική βάφλαΠου από ‘δω και μπρος θα αναφέρεται ως γουάφλ, ακολουθώντας τη φράση που κληροδότησε ο Μανώλης Μαυρομάτης: “έτσι μας το είπαν, έτσι σας το λέμε”. Γουαφλ. Έτσι το έλεγε ο Πάπα-Κουίν, όπως είχαμε βαφτίσει τον ηλικιωμένο κύριο που καθόταν πίσω από τη μηχανή. Μια φιγούρα – που πλέον έχει αποσυρθεί στη Λευκάδα-  η οποία συνδέθηκε με τα Queen περισσότερο και από τις πατάτες-μαγιό ή από το χαρακτηριστικό κάλεσμα από το μικρόφωνο “το σαΡΑντα ΤΕσσερα”.

 

Κι όλα αυτά σε ένα μαγαζί που παρέπεμπε στα αμερικάνικα dinners, αυτά που βλέπουμε στις ταινίες ως σκηνικό για συνάντηση με πληροφοριοδότη ή ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Με τον ανάλογο φωτισμό και την αντίστοιχη αισθητική.

Η μαθηματική σχέση Queen = μπέργκερ οπότε υπήρχε πολύ πριν μάθουμε τι σημαίνει Fast-Food. Πριν καν μπουν στη ζωή μας τα McDonald’s, τα Wendy’s και τα Goody’s. Και το πολυτιμότερο παράσημο τους είναι η νίκη έναντι του χρόνου. Για σαράντα χρόνια τα Queen είναι εκεί, στη γωνία της οδού Γιαννιτσοπούλου, την ώρα που για παράδειγμα τα Wend’y μάζεψαν τα mashroom melt τους και έφυγαν από τη χώρα, ενώ και τα McDonald’s εγκατέλειψαν προσωρινά την περιοχή, για να επιστρέψουν πριν μερικούς μήνες. Τα Queen, όμως, σταθερή αξία. Να μεγαλώνουν γενιές και γενιές.

Αναλλοίωτα στο χρόνο, έστω κι αν τα πρόσωπα πίσω από τον πάγκο άλλαξαν. Έστω κι αν η προ ετών ανακαίνιση έβγαλε από τους τοίχους τα κολάζ με τις φωτογραφίες διασήμων , που πέρα από καλτ ήταν και σήμα κατατεθέν. Δεν υπήρχε περίπτωση εμείς να πάμε στα Queen και να μην σχολιάσουμε την παρουσία του Γιώργου Λαμπάτου. Ποιος είναι ο Γιώργος Λαμπάτος; …. Ακριβώς… Έψαξες στο google ε;

 

ΟΚ, μας λείπουν τα παλιά τα καλά τα χρόνια. Τότε που αράζαμε με τις ώρες στα μεγάλα τετράγωνα μαρμάρινα τραπέζια, αυτά που αν είχαν στόμα θα μας είχαν ρίξει χριστοπαναγίες για τις φορές που τα λερώσαμε με κέτσαπ, μουστάρδα και παγωτό. Τότε που όταν περίμενες την παραγγελία σου στον πάγκο, ο τύπος που καθόταν από πίσω (ξέρεις αυτός με τον σκαραβαίο) περνούσε από το άνοιγμα το μαχαίρι και σε χτυπούσε στο στήθος και εσύ ψαχνόσουν κι εκείνος σε κοιτούσε απαθής σαν να μην συμβαίνει τίποτα κλείνοντας το μάτι στον διπλανό.

Από την άλλη όμως κάπως έτσι καταλαβαίνεις ότι τα χρόνια πέρασαν και πλέον δεν είσαι παιδί που πάει στα Queen μετά το μπάνιο ή κάθεται έξω τα βράδια του καλοκαιριού ως τις 05.00 μιλώντας για οποιαδήποτε βλακεία. Μόνο που για να το καταλάβεις πρέπει να πάρεις μια μεταβλητή (την παρτάρα σου που μεγαλώνει) και μια σταθερά: τα Queen δηλαδή. Μια αξία διαχρονική. Το ίδιο μπέργκερ. Οι ίδιες πατάτες-μαγιό. Το ίδιο χαμ με μπιφτέκι. Η ίδια βάφλα.

Τα Queen μπορούν να συγκριθούν με τον παιδικό έρωτα. Τον πρώτο δηλαδή που συνήθως είναι ο πιο δυνατός και χτυπάει κατακούτελα. Που όσα χρόνια κι αν περάσουν θα παραμείνει ξεχωριστός.

 

Γιατί αν δεν ξέρεις τα Queen το οποίο σημαίνει ότι α) δεν είσαι από τα νότια προάστια β) δεν σου αρέσει το φαγητό ή η ίδια η ζωή γ) δεν είσαι άνθρωπος, αλλά bot που είναι προγραμματισμένο να ανοίγεις σελίδες του Oneman, τότε θα πρέπει να μάθεις ότι το σωστό το μενού περιλαμβάνει: τσιζ, χαμ με μπιφτέκι, πατάτες-μαγιό. Αν τώρα είσαι μερακλής βάζεις και γουάφλ. Που να ξέρεις ότι είναι η πρώτη που προσγειώθηκε στα τραπέζια μας. Και μπορεί το ζυμάρι της να είναι ξεπερασμένο, αλλά είναι η μόνη που παραμένει πιστή στο παγωτό μηχανής. ΚΑΙ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΣΟ ΑΓΑΠΑΜΕ ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΠΑΓΩΤΟ ΜΗΧΑΝΗΣ.

Να δεχτώ ότι στην περίπτωση σου ισχύει το α) δεν είσαι από τα νότια προάστια. Να δεχτώ επίσης ότι δεν είσαι καν απ’ αυτούς που έπαιρναν το αυτοκίνητο τους παλιά για να ταξιδέψουν ως τη Γλυφάδα μόνο και μόνο για να φάνε στα Queen… Να δεχτώ ότι πρέπει να σου εξηγήσω τι σημαίνει γεύση Queen. Σημαίνει αφράτο ψωμάκι, μπιφτέκι από 100% μοσχαρίσιο κιμά, κρεμμυδάρα που φτιάχνει όλη τη γεύση), λεπτοκομμένες πατάτες με μερεμέτι πάνω μια σπατουλιά μαγιονέζα. Old-school ως το τέρμα. Χωρίς τυμπανοκρουσίες, φιοριτούρες, επιτηδευμένο κατάλογο.

Σαν να λέμε ότι είναι η Χάρλεϊ των μπέργκερ.

 

Στο Queen εξάλλου δεν πας για να φας “ένα περίεργο μπέγκερ”. Πας για να φας αυτό ακριβώς: Queen. Να κάνεις μια βουτιά στα ανέμελα εφηβικά σου χρόνια. Να μπίξεις τα δόντια σου στις αναμνήσεις. Να θυμηθείς τη γεύση με την οποία μεγάλωσες. Αυτό ξέρουμε, αυτό εμπιστευόμαστε, όπως έλεγε και η διαφήμιση. Για αυτό και ανά τακτά διαστήματα η απάντηση στο αέναο ερώτημα “τι θα φάμε” είναι η ίδια. Σταθερή σαν Ιταλό σέντερ-μπακ.

Συμφωνούμε ότι η μπεργκεροφαγία έχει εξελιχθεί. Έχει πάει μίλια μακριά. Όπως όμως όλοι οι μπασκετμπολίστες πρέπει να πληρώνουν ένα ποσοστό από το συμβόλαιο τους στον Γκάλη (το γκαλόσημο όπως είχε ονομαστεί), έτσι και τα σημερινά μπεργκεράδικα πρέπει να καταβάλουν φόρο στο Queen. Τη “βασίλισσα” του street food. Και τι έχουμε μάθει από το σκάκι και το Game of Thrones; Πάμε όλοι μαζί: πόσο σημαντική είναι η Βασίλισσα.

 

Γκουχ… Queen… γκουχ…