ΦΑΓΗΤΟ

Τα αγαπημένα μας παϊδάκια στην Αθήνα

Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος, γνωστός και ως 'ο Εκλεκτός', ανοίγει το κουτί της Γνώσης και γράφει για τα μέρη που σερβίρουν τα καλύτερα παϊδάκια στην πόλη. Καλή τύχη.

Αποκλείεται να μην έχεις ακούσει τη φράση. Ιδανικά προφέρεται συνδυασμένο από βραχνή φωνή, με μαγκιόρικο γρέζι και μουστάκι κιτρινιασμένο από τσιγάρο. Συνήθως λέγεται από τον ίδιο άνθρωπο που στα οικογενειακά τραπέζια κάνει το αστείο “οι νέοι κάθονται από ‘δω”. Τι λέει η φράση; “Ότι το παϊδάκι και οι γυναίκες θέλουν χέρι”. Και η πίτσα. Και το μπέργκερ. Και το να αλλάξεις λάστιχο. Κι αυτό χέρι θέλει. Και το κάνεις χειρουργική επέμβαση. Να πληκτρολογήσεις στον υπολογιστή αυτό το κείμενο. Και σχεδόν όλα τα πράγματα στην καθημερινότητα μας  θ έ λ ο υ ν  χ έ ρ ι .

Τι χαζή έκφραση Θε μου.

Το θέμα μας, όμως, δεν είναι οι κακές εκφράσεις, έστω κι αν το θέμα μας είναι πάντα οι κακές εκφράσεις. Όπως και να ‘χει το παϊδάκι είναι κάτι το ξεχωριστό σε ότι αφορά την ελληνική γαστρονομική κουλτούρα. Είναι το ιερό δισκοπότηρο της κρεατοφαγίας. Όχι μόνο επειδή είναι πεντανόστιμο, αλλά επειδή αποτελεί την κορύφωση του “τραπεζιού”, όπως τουλάχιστον το καταλαβαίνουμε εμείς. Οι καλτσοσανδαλοφόροι τουρίστες όταν λένε “τρώμε” εννοούν μια ατομική σαλάτα και ένα πιάτο. Αν εμείς δεν έχουμε μπροστά μας -τουλάχιστον- μια αλοιφή, ν – 1 πατάτες (όπου ν τα άτομα που βρίσκονται στο τραπέζι. Αν είμαστε πχ τρεις τότε δύο και πάει λέγοντας), κάτι σε τυρί, κάτι που να καταλήγει σε -κεφτέ, ακόμη δύο για τη μέση κι ένα κυρίως έκαστος λέμε ότι “δεν φάγαμε”, αλλά ότι τσιμπήσαμε, ή χαζορημαδοφάγαμε.

Σε όλη αυτή τη διαδικασία, κατά την οποία απαγορεύονται ρητώς οι παπάρες με το ψωμί καρφωμένο στο πιρούνι (α ναι και η παπάρα θέλει χέρι), η φάση είναι κάτι ανάμεσα στο τσιμπούσι των Γαλατών στην τελευταία σελίδα κάθε Αστερίξ και του Mad Max του καινούργιου. Συνεχόμενες χεριές στο κέντρο του τραπεζιού σαν άλλοι Μάικλ Φελπς. Πιρουνίσματα. Ποτήρια να γεμίζουν. Ποτήρια να αδειάζουν. Σερβιτόροι να πηγαινοέρχονται. Αεροπλανικές βουτιές αντικειμένων στην αλοιφή και πάει λέγοντας. Καταλαβαίνει οπότε κανείς ότι όλη αυτή η διαδικασία δεν ολοκληρώνεται χωρίς τα παϊδάκια. Το συγκεκριμένο πιάτο είναι για το τραπέζι ότι και η χοντρή (δεν κρίνουμε εδώ) τραγουδίστρια για την όπερα.

Η ρίψη της πιατέλας με τα παϊδάκια στο κέντρο του τραπεζιού ισοδυναμεί με παύση πυρών προς πάσα κατεύθυνση. Όλα τα μάτια και όλα τα χέρια. επικεντρώνονται στο λεμόνι και στο κρέας. Με αυτή τη σειρά. Poetry in motion.

Ωραία. Νομίζω ότι μπήκαμε στο κλίμα. Κι επειδή εμείς εδώ δεν είμαστε υπέρ του να τρώει “τo oneMAN και του παιδιού να μη δίνει” να προτείνουμε τα τρία (συν ένα) αγαπημένα μας μέρη για παϊδάκια στην Αθήνα.

Ρεμούτσικο

 

Πολυβραβευμένο. Δυνατό. Πανίσχυρο. Ανίκητο. Στον αντίστοιχο διαγωνισμό που έτρεξε πέρσι στο “Αθηνόραμα” κατέκτησε την πρώτη θέση για το “μαγαζί με τα καλύτερα παϊδάκια στην Αθήνα”. Βέβαια, την αντίστοιχη (χρυσή) θέση στην καρδιά μας – όπως λέει και το δημοσιογραφικό κλισέ – την έχει κερδίσει προ πολλού. Φανταστική ταβέρνα σε ένα παλιό κτίριο που σε ταξιδεύει αυτόματα στην ελληνική επαρχία (έστω κι αν βρίσκεται στον Άγιο Δημήτριο), από αυτές που δεν ξέρεις τι να πρωτοδιαλέξεις. Τι να λέμε τώρα; Τυροπιτάκια και παστουρμαδοπιτάκια που σκοτώνουν, κοντοσούβλι υποψήφιο για βραβείο Όσκαρ, Μπάφτα μπορεί και νόμπελ και για γαρνίρισμα το βραβευμένο παϊδάκι.

Αγίου Δημητρίου 120, Άγιος Δημήτριος

Το Στέκι του Ηλία

 

Αν μπει στην εξίσωση και ο παράγοντας “τοποθεσία”, τότε το συγκεκριμένο στέκι κερδίζει κατά κράτος. Τρία γκολ στο κεφάλι από το ημίχρονο. Βρίσκεται στο σημείο που ενώνονται τα Πετράλωνα και το Θησείο, δίπλα στις γραμμές του τρένου και είναι ιδανική επιλογή για την Άνοιξη και το καλοκαίρι, διότι διαθέτει μια ασυναγώνιστη πράσινη αυλή. Το παϊδάκι του είναι τόσο ξακουστό, που μεταφέρεται από στόμα σε στόμα. Όχι, δηλαδή το παϊδάκι, η φήμη. Αυτή μεταφέρεται στόμα με στόμα. Γιατί να μεταφέρουμε το παϊδάκι στόμα με στόμα; Ποιο άρρωστο μυαλό σκέφτηκε κάτι τέτοιο. Τα παϊδάκια δεν τα μοιραζόμαστε ποτέ.

Θεσσαλονίκης 7, Θησείου

Τσομπανάκος

 

Ένα από τα καλά κρατημένα μυστικά αυτής της πόλης. Κι αυτό γιατί στον Τσομπανάκο δεν σε βγάζει ακριβώς ο δρόμος σου. Είναι χωμένο σε κάτι αδιέξοδα στην Καισαριανή κοντά στα γήπεδα μπάσκετ και ποδοσφαίρου. Αυτό, βέβαια, δεν το εμπόδισε να γίνει μπασκετικό και δημοσιογραφικό στέκι. Ο σερβιτόρος, που αποτελεί και μια από τις ατραξιόν του μαγαζιού, σε βάζει αμέσως στο κλίμα, ρωτώντας τα απαραίτητα. Η πρώτη του ερώτηση είναι “πόσα” και εννοεί κιλά παϊδάκια. Αλλά δεν τα λέει παϊδάκια, τα λέει “φρούτα του δάσους”. Γιατί τόσο καλό είναι το παϊδάκι του Τσομπανάκου. Τρώγεται σαν φρουτάκι.

Ανακρέοντος 2, Καισαριανή

Το θέμα μας είναι τα καλά παϊδάκια της Αθήνας. Αν έπρεπε να διευρύνουμε την έννοια Αθήνα θα βάζαμε αρκετά μαγαζιά από τα Καλύβια και τα πέριξ. Επειδή όμως οφείλουμε να κάνουμε μια εξαίρεση όταν μιλάμε για τα κορυφαία αθηναϊκά παϊδάκια, τότε θα πρέπει να βάλουμε έστω και με wild card:

Ο Κρητικός

 

Βρίσκεται στην Κάντζα, ή όπως αλλιώς προφέρεται σε εκείνα τα μέρη η “μέση του πουθενά”. Προσφέρει όλων των ειδών τα κρέατα, αλλά έχει γίνει διάσημο για τα παϊδάκια του. Κι αν δεν πιστεύετε εμένα, πιστέψτε τον Πίνι Γκέρσον, τον πιο καλοφαγά προπονητή στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ο “Κρητικός” αποτελούσε το αγαπημένο στέκι του άλλοτε προπονητή του Ολυμπιακού, το οποίο μάλιστα επισκέπτεται ακόμη και τώρα κάθε φορά που βρίσκεται στη χώρα μας. Οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία, γιατί απλά: ο Πίνχας ξέρει.

Αιόλου 49, Κάντζα