ΦΑΓΗΤΟ

Τα γαριδάκια που αγάπησα

Δρακουλίνια, Φουντούνια, Πιτσίνια, 3D, pringles και γιατί τα Φοφίκο δεν μπορούν να συγκριθούν με τις Τρύπες (το συγκρότημα)

Είναι κάποιες φορές, στο περίπτερο δηλαδή, σε εκείνο το σταντ που στεκόμασταν για ώρες μικροί, που δεν υπάρχει δίλημμα. Υπάρχουν απόψεις όσα και τα γαριδάκια που τρώγαμε. Γιατί δεν ήταν ένα δύο τα ανταγωνιστικά. Ήταν πολλά. Οπότε πρόβλημα. Δρακουλίνια, Φουντούνια, Πιτσίνια, 3D pringles, Φοφίκο και άλλες λιχουδιές που αγαπήσαμε.

Δρακουλίνια ο Ηλίας Αναστασιάδης

Υπάρχει ένας άγραφος νόμος μεταξύ ημών των μασόνων του περιπτέρου. Αυτός: ‘Όσο περισσότερο λιγδιάζεται το χέρι από το περιεχόμενο της γαριδοσακούλας, τόσο μεγαλύτερη είναι η απόλαυση τελικά’. Για πολλά χρόνια, δεν ήξερα/δεν είχα προσέξει καν τα βασικά συστατικά (τυρί-ντομάτα) των Δρακουλινίων. Μου αρκούσε που μετά την επίθεση και το άδειασμα της σακούλας, είχα να ασχοληθώ τουλάχιστον με 5 δάχτυλα βουτηγμένα στο μότζο του σνακ. Το ευτυχές γεγονός ότι το Δρακουλίνι χρησίμευε και ως prop για τάχα ψεύτικη τρομακτική μασέλα το έκανε να ριζώσει ακόμη πιο βαθιά μέσα μου.

Μεροληπτώντας υπέρ τους, σίγουρα νιώθω ότι παραμελώ τα υπόλοιπα σνακ-παιδιά μου, αλλά αν ερχόταν η μέρα της κρίσης που τα ‘γαριδάκια’ θα αποκτούσαν ζωή και θα αλληλοσπαράζονταν μέχρι τέλους, θα έπαιρνα ξεκάθαρα το μέρος κάθε σακούλας Δρακουλίνια, ξεχωριστά.

Φουντούνια “αμά λάχει ναούμε” ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Δεν έτρωγα τέτοια πράγματα εγώ. Ούτε καν τα θεωρούσα αιτία για να πάω σινεμά μικρός. Προς Θεού. Επειδή φαντάζομαι ότι το κλασικό πατατάκι-ρίγανι είναι εκτός συναγωνισμού (λογικό αφού είναι πατατάκι κι όχι γαριδάκι), τότε θα πρέπει να καταλήξω στους δύο βασικότερους λόγους για να λερώσει κανείς τα χέρια του: τα φουντούνια και τα πιτσίνια. Δύο σνακ υπερ-ληγωτικά, όπως πρέπει να είναι ένα σνακ που σέβεται τον εαυτό του. Αν δηλαδή καταναλώσεις όλη τη σακούλα και α) δεν γεμίσεις γλίτσα τα χέρια σου β) δεν έχει κάνει όσο περισσότερο θόρυβο μπορείς τσαλακώνοντας τη συσκευασία γ) δεν χρειάζεσαι τουλάχιστον ένα βαρελάκι κοκα-κόλα δεν έχεις κάνει δουλίτσα.

Στο crash-test θα διάλεγα -με πόνο καρδιάς- τα φουντούνια, που είχαν και ένα συγκριτικό πλεονέκτημα: τρωγόντουσαν πανεύκολα. Είχαν το κατάλληλο σχήμα για την διαδικασία της “μιας-χαψιάς”. Κανένα ροκάνισμα. Μόνο κατάποση. Ίσως βέβαια στην επιλογή μου, να δουλεύει το υποσυνείδητο περισσότερο και όχι τόσο το στομάχι. Ίσως γιατί τελικά δεν κατάφερα να ξεπεράσω ποτέ αυτή την επική διαφήμιση του Χάρι Κλιν. “Σαλάμ αλέκουμ, αλέκουμ σαλάμ” και “φουντούνια αμά λάχει ναούμε”. Beat that πιτσίνια.

Πιτσίνια ο Πάνος Κοκκίνης

Είχα να φάω χρόνια, ένεκα απαγόρευσης από την σύζυγο, αλλά με το που έσκασε το δίλημμα πήγα σφαιράτος στο σουπερμάρκετ και κατέβασα τα ράφια. Η πρώτη σακούλα έφυγε πριν φτάσω στο σπίτι. Και η δεύτερη στην διαδρομή γκαράζ-ασανσέρ-εξώπορτα. Και μάλιστα χωρίς να έχω τίποτε πρόχειρο να πιω. Ναι, εντελώς ‘χαρντκορ’ φάση.

Στην τρίτη ήταν πια που θυμήθηκα τι ήταν αυτό που αγαπώ τόσο στα πιτσίνια μου, πέρα από τις αναμνήσεις από τα διαλείματα στο 1ο δημοτικό Καλλιθέας που μου ξυπνούν μέσα. Το γεγονός δηλαδή ότι περιέχουν μπέικον. Έτσι τουλάχιστον νόμιζα όταν ήμουν πιτσιρίκι. Κάτι που αυτομάτως σημαίνει ότι δεν είναι junk, όπως τα υπόλοιπα γαριδάκια, αλλά κανονικό φαγητό. Ένα γευστικό, θρεπτικό και ολοκληρωμένο γεύμα.

Το ξέρω ότι ακούγεται γελοίο. Η μάνα μου, πάντως, τότε που της το είχα πει, το πίστεψε (σ.σ. γελώντας, για να μου κάνει το χατίρι). Η σύζυγος πάλι, όχι.

Δρακουλίνια ο Μάνος Μίχαλος

Πάλεψα μέσα μου για να βγάλω μια απόφαση, να αγνοήσω το ροκανιστό τρόπο με τον οποίο τρώω τα φουντούνια, επηρεσμένος από τους Τσιπ και τους Ντέηλ αυτού του κόσμου ή να προσπεράσω την τυρίλα των original γαριδακίων, που θες 2 λίτρα νερό για να συνέλθεις. Και θα πω τα δρακουλίνια, όπως ο χαμένος αδερφός μου Ηλίας Αναστασιάδης, επειδή έχω μια μαζοχιστική τάση σε όλα αυτά τα υποτυπώδη φαγητά, θέλω να μην μπορώ άλλο, για να πιω νερό, κόκα κόλα ή απλώς να πάρω ανάσα. Και αυτό το πικάντικο, αλμυρό, σχεδόν καυτερό της ντοματοτυρίλας και της πάπρικας πραγματικά με έφτανε στα όριά μου. Υπήρχαν στιγμές, που οι σιελογόνοι αδένες μου, δεν μπορούσαν να κουνηθούν από τη μάκα που αφήνουν τα δρακουλίνια αν τα φας όπως πρέπει και όχι σαν κορίτσι. Και να ξέρω, τα δρακουλίνια είναι mainstream, ενώ τα πακοτίνια είναι άποψη. Καλά, φέρτε μου τώρα ένα μεγάλο σακουλάκι και θα το φάω σαν τον Ντέιμον στο Vampire Diaries.

Πιτσίνια ο Χρήστος Χατζηιωάννου

Έχω περάσει από όλες τις φάσεις των γαριδακίων. Παρέα με την αδερφή μου να παίρνουμε καμιά δεκαριά σακουλάκια για να χτυπήσουμε το απόγευμα βλέποντας τηλεόραση. Και μέχρι μια ηλικία ήταν στάνταρ ένα απόγευμα μέσα στην εβδομάδα να το ξεφτυλίζω το θέμα. Δεν έτρωγα ένα σακούλι κάθε μέρα. Έτρωγα δέκα σακούλια μία συγκεκριμένη ημέρα με λίτρα αναψυκτικού για να ξεκολλάει η γαριδακίλα από τη γλώσσα, τα δόντια, το μυαλό. Τα στανταράκια ήταν τρία. Δρακουλίνια, πακοτίνια, πιτσίνια.

Μόνο που τα πιτσίνια μού φαίνονταν πολύ λίγα στο πακέτο. Κι αυτό γιατί τα έβαζα φούχτες μέσα στο στόμα και τέλειωναν σε 2 λεπτά, με τον κορεσμό από το bacon να γεμίζει το είναι μου αλλά το σακουλάκι να είναι ερμητικά άδειο. Δεν με παρηγορούσαν τα πακοτίνια (πέντε πέντε στο στόμα και μετά Fanta), ούτε τα δρακουλίνια τα οποία τα έπαιζα συνήθως εναλλάξ με πατατάκι ή ποπ κορν. Ήθελα πιτσίνια. περισσότερα, τραγανά, υπέροχα πιτσίνια.

ps: Τώρα αν πάω περίπτερο θα πάρω 3D αλλά έχω χαλάσει τώρα πια και δεν ξέρω να εκτιμώ το τίμιο πιτσίνι.

Pringles ο Θοδωρής Δημητρόπουλος

Ας είμαστε ειλικρινείς, η φάση φουντούνια/πιτσίνια σε βραδιά Όσκαρ/μπάλας είναι το τέλειο. Αλλά αυτό είναι κάπως συγκεκριμένο- αν μου έλεγες τώρα, να διαλέξω ένα πράγμα από το περίπτερο, θα έπιανα τα πράσινα Pringles. (Πάντα πράσινα, by the way. Ό,τι κι αν τρώω, η πράσινη εκδοχή κερδίζει. Εκτός, ξέρεις, αν μιλάμε για σαλάτες.) Καταρχάς όπως είναι η συσκευασία-σωλήνα σου δίνει την αίσθηση πως κρατάνε για πάντα. Σίγουρα κρατάνε περισσότερο. Σε κάνει να προσπαθήσεις. Το κάθε επόμενο πατατάκι δεν είναι μια απλή μηχανική κίνηση, είναι μια συνειδητή απόφαση: “Τώρα θα φάω ένα πατατάκι” -> χώνεις το χέρι βαθιά γέρνοντας λίγο τη σωλήνα ώστε να κυλήσουν λίγο πιο κοντά στην τρύπα τα επόμενα στη σειρά. Και μετά, είναι το ίδιο το Pringle. Συνήθως στη διάρκεια της βραδιάς αλλάζω τρόπους με τους οποίους τα τρώω, γιατί όλοι απολαυστικοί είναι. Υπάρχει η τοποθέτησή του στο στόμα κατά πλάτος, ίσα να το κλείνει όλο, και μετά το απότομο κλείσιμο, με το πατατάκι να διαλύεται στο στόμα σου. (Ενισχυμένη εκδοχή, αλλά μόνο για μία φορά ανά πακέτο γιατί αλλιώς θα αρχίσουν να σου τελειώνουν γρήγορα: Η ίδια κίνηση αλλά με ΔΥΟ πατάκια. ΕΠΟΣ.) Υπάρχει το τσίκι-τσίκι με δαγκωματιές σκίουρου που αποτελειώνουν το πατατάκι λίγο-λίγο. Υπάρχει το κατά μήκος πέταγμα στο στόμα (προαιρετικό το δάγκωμα στα δύο). Υπάρχει το ‘παίρνω πρώτα μια τζούρα αυτής της γεύσης που είναι απλωμένη πάνω στο κάθε πατατάκι’. Και μετά έχεις το mix ‘n’ match. Γενικότερα, ας πούμε πως αν καμιά φορά τρώω Pringles βλέποντας κάποιον όχι τρομερά συναρπαστικό αγώνα, το ενδιαφέρον γρήγορα μετατοπίζεται στα πατατάκια.

Φουντούνια η Ρομίνα Δερβεντλή

Μετά λύπης μου (και απερίγραπτης ντροπής) αποκαλύπτω ότι συμφωνώ με τον κύριο Στέφανο Τριαντάφυλλο. Και όχι μόνο στην τελική επιλογή μου, αλλά σε όλη του την επιχειρηματολογία. Οι βασιλιάδες των ανθιυγεινών σνακς ήταν, είναι και θα είναι τα φουντούνια και τα πιτσίνια. Προτείνω αλλαγή στην ονομασία της κατηγορίας των “γαριδακίων” σε ένα απο αυτά. Σαν παιδί για κάποιον λόγο- και όχι για υγιεινή διατροφή, πιστέψτε με- οι γονείς μου δεν μου τα έπαιρναν. Σε χάι κέφια είχε στο ντουλάπι των καλουδίων πατατάκια. Σε πιο χάι κέφια πατατάκια με ρίγανη. Οπότε, έτσι και σέρβιρες μπροστά μου φουντούνια έχανα τον έλεγχο. Αν μου τα είχες σεταρισμένα με πιτσίνια, βρισκόμουν στον παιδικό γαστρονομικό παράδεισο. Αυτά είχα να πω. Ακόμα δεν έχω συνέλθει. Όχι από την λιγούρα. Από το γεγονός ότι έχω την ίδια άποψη με τον Στέφανο. Θα είναι η τελευταία φορά, το ορκίζομαι στον εαυτό μου. Δεν χωράει άλλη ντροπή στον μικρόκοσμό μου.

3D η Ελιάνα Χρυσικοπούλου

Αυτές ειναι οι δύσκολες αποφάσεις της ζωής. Και όχι μόνο τώρα, μπροστά στον υπολογιστή, αλλα καθε φορά μπροστά στο περίπτερο. Το πρόβλημα εκεί, βέβαια, λύνεται με τον γνωστό τρόπο: γιομίζεις μια σακούλα με δρακουλίνια ΚΑΙ πιτσίνια ΚΑΙ πίτσα μεξικάνα ΚΑΙ crunchy ΚΑΙ ό,τι παίζει από νέες κυκλοφορίες ΚΑΙ ό,τι άλλο σου γυαλίσει. Αλλά πριν από όλα, το χέρι οφείλει να πιάσει το μπλε διαστημικό σακουλάκι με τα ιπτάμενα 3D. Ιστορική αναδρομή: τα μικρά χρυσαφένια καλαμποκένια (;) χωνάκια ξεκίνησαν ως αρπαχτή.  Τα πουλούσαν οι περιπτεράδες μαζί με ένα ζευγάρι γελοία χάρτινα γυαλιά 3D για να βλέπεις άκρως ενδιαφέροντα βιντεάκια  με μίσχους από ορχιδέες, αλογάκια καρουζέλ και φυσητά γυαλιά στο Star Channel. Από τότε όμως είχαν φανεί οι πραγματικές τους δυνατότητες, το potential τους να γίνουν κλασικά. Επιστροφή στο σήμερα, όπου τα 3D επικράτησαν  ως  διαχρονική αξία περιπτέρου ένα μικρό αλλά βαρύ σακουλάκι γεμάτη απερίγραπτη συνθετική απόλαυση. Κάπου εδώ οφείλω να καταγγείλω πως οι σκευωρίες και τα συμφέροντα τα πολεμούν, τοποθετώντας τα σχεδόν πάντοτε στο κάτω κάτω ραφάκι του γαριδακοστάντ. Λευτερία στα 3D!

 

Φοφίκο ο Στέλιος Αρτεμάκης

Πραγματικά αν θα έκανα ποτέ petition για να επιστρέψει κάτι στη ζωή μου θα ήταν τα Φοφίκο. Που μπαίνουν στην ίδια κατηγορία με Τρύπες, Wendy’s,  Νιλς Χόλγκερσον,  “Κάστρα και Πολιορκητές, γκαζόζα Γεράνη και καλοκαίρια με τρύπα του όζοντος. Ναι, για τόσο παλιά μιλάμε.

Προσοχή όμως. Πρέπει να καταλάβεις γιατί. Τω καιρώ εκείνω τα παιδιά δε μεγάλωναν με Kinder έκπληξη και γάλα με δισθενές ασβέστιο. Υπήρχαν  γαριδάκια, πακοτίνια/πιτσίνια (δηλαδή γαριδάκια με μπέικον) και τα ισότιμα φουντούνια που είχαν το πλεονέκτημα λόγω φουντουκιού και φιστικιού. Και ενώ τα φουντούνια ήταν στρόγγυλα και παραφουσκωμένα -με το που τα μάσαγες έλιωναν- αυτά ήταν μικρά και γεμάτα.

Τα Φοφίκο ήταν τίμια.

Πες μας το δικό σου αγαπημένο γαριδάκι στο Twitter (πατάς κουμπί και γράφεις)