ΘΕΑΤΡΟ

Ο Αργύρης Ξάφης έχει μία ορμή που σε παρασύρει

Μία συζήτηση που έχει από Σώρρα και Trump μέχρι προσφυγικό και bitcoin με έναν ηθοποιό που δικαίως θεωρείται από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του.

Τα βαρύγδουπα. Αν υπήρχε ένας στιχουργός που σέβεται το ελληνικό γίγνεσθαι θα έπρεπε δίπλα στα ‘λαϊκά’ και τα ‘ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα’ να χωρέσει και ένα τραγούδι, για να μην πούμε δίσκο με τίτλο ‘τα βαρύγδουπα’. Αν σκεφτούμε το τι υπερβολές έχουμε κατά καιρούς όλοι μας πει ή γράψει ή ακούσει ή και τα τρία μαζί, τότε ‘τα βαρύγδουπα’ θα γίνονταν μεγάλη επιτυχία. Θα έσπαγαν ταμεία. Και κούπες.

Είμαι στην πλατεία Προσκόπων και τα σκέφτομαι όλα αυτά πολύ πριν ο Αργύρης με απόλυτη ειλικρίνεια στην ερώτηση ‘ποια είναι η λέξη που θεωρεί ότι κατά κάποιον τρόπο τον αντιπροσωπεύει’ διάλεξε το ‘παρασύρω’. Συγκεκριμένα, η απάντησή του πήγε κάπως έτσι: “Παρασύρω. Και το κάνω και μ’ αρέσει και συμβαίνει. Έχω μία ορμή που παρασύρει“.

Ο Αργύρης βρίσκεται καθ’ οδόν. Όπως με έχει ενημερώσει τηλεφωνικώς, ‘ψάχνει να παρκάρει’. Κάθισα στο πιο χωμένο τραπεζάκι του Αερόστατου, της καφετέριας που αργότερα θα μάθω ότι του αρέσει να δίνει τις συνεντεύξεις του.

Επιχείρησα παρέα με τον καφέ να εκμεταλλευτώ το χρόνο προς όφελός μου. ‘Τι να τον ρωτήσω πρώτα άραγε;’ Για το Σταυρό του Χορν που βρέθηκε στο λαιμό του το 2001; Για την επιτυχία της 10ης Εντολής και κατά πόσο ο κόσμος τον φοβόταν όταν τον πετύχαινε τότε στο δρόμο;*

*Δεν τον ρώτησα ούτε για το ένα ούτε για το άλλο.

Η επικαιρότητα της ημέρας είχε κάτι από Σώρρα. Το ίδιο και η συζήτηση που ξεκίνησε σχεδόν αμέσως μόλις εκείνος παρήγγειλε τον καφέ του και αφότου του είπα συγχαρητήρια για τη Λαμπεντούζα που ανεβάζει σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.

Από τον Σώρρα μέχρι τον Trump όλα αυτά μου μοιάζουν σαν ένα πράγμα το οποίο έχει να κάνει με ένα λάθος που ξεκίνησε πριν από χρόνια μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση: Ότι χρειαζόμαστε λιγότερους μορφωμένους ανθρώπους παρά εργάτες

Έχεις δει καθόλου Black Mirror;” με ρώτησε και όταν του έγνεψα καταφατικά μου είπε: “Ε λοιπόν, φοβάμαι πάρα πολύ ότι θα βγει ένα τρολ του Twitter πρωθυπουργός. Και θα βγαίνουμε και θα λέμε, καλά πώς έγινε αυτό το πράγμα;

*Κάπου εδώ, πατήθηκε και ‘official’ το rec στη συζήτησή μας.

ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ, ΗΛΙΘΙΕ!

Ο Argyris Xafis ως προφίλ στα social media είναι διακριτικά αθόρυβο. Στο μικρό stalking που έκανα λίγο πριν τον συναντήσω βρήκα πολλές κριτικές παραστάσεων δικών του, της γυναίκας του και μερικές προτάσεις για δουλειές φίλων του. Κάπου ενδιάμεσα στα κείμενα, που και που πετιέται και μία ατάκα δική του ή ‘άγνωστου φίλου του αγνώστου’.

Αρχίσαμε να μιλάμε για το διαδίκτυο και τις τρομακτικές δυνατότητες που μας έχει δώσει. (Αλήθεια, δεν περίμενα ότι η συζήτηση θα πήγαινε όπως πήγε)

Πέταξα ένα ‘η τεχνολογία έχει τρελάνει πολύ κόσμο’ και εκείνος πήρε το τσιτάτο όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται λέγοντάς μου: “Εσύ μου το λες θεωρητικά. Εγώ έχω φίλο που βγήκε από το Δρομοκαΐτειο πριν από 2,5-3 χρόνια. Έμπλεξε με τους Ανώνυμους, κάποιος του χάκαρε τον υπολογιστή και είχε την αίσθηση ότι έχασε τα πάντα και αφιέρωσε όλη του τη ζωή στο να βρει ποιος του το έκανε αυτό. Έχασε τη δουλειά του, για την ακρίβεια τον απέλυσαν από τη δουλειά του, σταμάτησε να κοιμάται, χώρισε με την γυναίκα του και για να μην στα πολυλογώ εισήχθη στο Δρομοκαΐτειο όπου και έμεινε δύο χρόνια. Αυτή είναι μία πραγματικότητα“.

Η πραγματικότητα ενός παιδιού με το οποίο μιλάγαμε για το ποια κοπέλα του άρεσε κτλ. Ένα πρώην ‘κανονικό’ θα λέγαμε παιδί“.

Έχει πέσει στα χέρια πολλών ανθρώπων ένα όπλο το οποίο δεν ξέραμε ότι μπορούσε να υπάρξει. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω ότι σε βάθος χρόνου αναγκαστικά, θα πέσουμε στο ανάποδο. Θα έρθει μία τρομακτική λογοκρισία. Επειδή εμείς έχουμε οδηγηθεί στην υπερχρήση αυτού του όπλου χωρίς κανένα φρένο, θα έρθει κάποιος που πατώντας πάνω σε αυτό το γεγονός, θα πάει από την άλλη μεριά

Με τους υπολογιστές ασχολούμαι από το 1991. 11 χρονών είχα pc και ήμουν ανάμεσα στους πρώτους που είχαν ίντερνετ. Τώρα, έχω πια τέτοια εξοικείωση μαζί του που κάνω ένα έτσι (σκρολάρει στον αέρα δίχως να αγγίζει το iPad) και ξέρω ποιο είναι το θέμα που με αφορά“.

Άλλωστε αυτή ήταν και η πρώτη δουλειά που θέλησα να κάνω. Είχα περάσει στο Πολυτεχνείο στους Ηλεκτρολόγους Μηχανικούς. Το κομμάτι μου ήταν η Ρομποτική, κτλ.

(!)

Είμαι στην ελληνική κοινότητα του bitcoin. Υπάρχουν πάρα πολλές ελληνικές start ups που βασίζονται πάνω στην τεχνολογία του bitcoin και του blockchain“.

Το blockchain ξέρεις τι είναι;

… σιωπή στην αντιπέρα όχθη.

Είναι μία απρόσβλητη αποκεντρωμένη database. Μία βάση δεδομένων που μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις οπουδήποτε. Αυτή η βάση είναι συνήθως, σε ένα server, άντε να είναι σε δύο, άντε να είναι σε δέκα. Το blockchain είναι η τεχνολογία που αποκεντρώνει τα δεδομένα έτσι ώστε αυτά, να είναι παντού έτσι ώστε η βάση να μην μπορεί να χακαριστεί ή να πέσει“.

Δεν ξέρω ποιος από τους δυο μας ευχαριστιόταν περισσότερο εκείνη τη σουρεάλ στιγμή που ένας ηθοποιός και μία δημοσιογράφος μιλούν για θέματα ‘υψηλής τεχνολογίας’ όπως:

Μετά τα capital controls, το bitcoin αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο λόγω πρακτικών αναγκών. Με το bitcoin μπορείς να περάσεις με όλη σου την περιουσία, γυμνός, όλα τα σύνορα. Να περάσεις ό,τι χρήματα έχεις. Δεν τα κουβαλάς, τα έχεις στο μυαλό σου και έχεις πρόσβαση σε αυτά με ένα password“.

Όσοι ασχολούνται με πολύ υψηλή τεχνολογία δεν φεύγουν γιατί μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους από εδώ. Χαζοί είναι να χάσουν τη θάλασσα και να πάνε στο κρύο; Κάνουν τα πάντα από εδώ και πουλάνε τον κώδικα στο εξωτερικό‘.

70′ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ Ή ΑΛΛΙΩΣ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΜΠΕΝΤΟΥΖΑ

 

Δεν νομίζω ότι πριν από είκοσι χρόνια θα ανεβάζαμε τη Λαμπεντούζα. Δεν υπήρχε η κοινωνική ανάγκη για να γίνει κάτι τέτοιο. Πριν από δέκα χρόνια, θα ήμασταν πολύ πιο ζεστοί και ανεκτοί από αυτό που είμαστε τώρα. Αυτή τη στιγμή, ο συνδυασμός της οικονομικής ανέχειας με την ανθρωπιστική κρίση καθιστούν την παράσταση πολύ πιο αναγκαία τώρα από οποιαδήποτε άλλη εποχή“.

Όταν βλέπεις ότι ένα κράτος σε τέτοια ζητήματα αντί να κόψει καταρχήν τα πόδια από πολλά φαινόμενα τα αφήνει απλώς να αναπαράγονται, τότε δεν μπορείς παρά να αναλάβεις από το δικό σου κομμάτι δράση“.

Είναι τεράστια η διαφορά του τότε (πριν από 20 χρόνια) από το σήμερα. Οι θείοι μου που είναι άνεργοι τώρα, τότε είχαν δέκα Αλβανούς στο χωράφι τους. Η αναλογία είναι τελείως διαφορετική. Ήταν τελείως ανάποδα τα πράγματα. Υπήρχε ένα κλίμα της εκμετάλλευσης προς αυτούς τους ανθρώπους και όχι φόβου. Αυτός που έλεγε παλιά με το 7 και το 8% ανεργίας ότι ‘έρχονται οι ξένοι και θα μας πάρουν τις δουλειές’ ήταν η Χρυσή Αυγή. Ένα κόμμα που τότε είχε ποσοστό 0,1%“.

Η ανάγκη της παράστασης είναι πολύ πιο πραγματική αυτή τη στιγμή, γιατί αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα θόλωμα. Δημιουργούνται τόσες ‘ναι μεν αλλά’ ιστορίες που ξεχνάς να δεις πολύ βασικά απλά πράγματα. Όχι ιδιαιτέρως έξυπνα ή ουμανιστικά, απλά σκέτο

Θα ήταν επί τούτου και με το ζόρι το να κάνεις τον Stefano -Στέφανο και τη Λαμπεντούζα- Λέσβο. Θα ήταν σαν να κοροϊδεύουμε τον κόσμο. Πάντα πρέπει να υπάρχει απόσταση. Πάντα πρέπει να έχεις την αίσθηση του μύθου για να μπορείς να διαχειριστείς κάτι“.

Ο ηθοποιός δεν εκτονώνεται. Η ομορφιά της τέχνης μας έχει να κάνει με την εκτόνωση του κοινού. Εγώ χαίρομαι όταν βλέπω ότι αυτό που κάνω βοηθάει το κοινό να ξεπεράσει κάτι, να λυτρωθεί από κάτι. Να οδηγηθεί προς μία δράση ή οτιδήποτε“.

Το να αφήσεις τον εαυτό σου να συγκινηθεί και να κλάψει είναι μία πολύ υγιής διαδικασία. Σαφέστατα και σας βλέπω και το γεγονός ότι το κάνω με βοηθάει να μην πέφτω σε δραματικότητες. Είναι πολύ σημαντικό να κρατάω σε εσάς κάτι το οποίο θα σας πάει παραπέρα“.

(σ.σ.): Την ώρα που ο Αργύρης περιγράφει επί σκηνής το ναυάγιο, νιώθεις την σκηνή να μπάζει από παντού νερά. Δεν αναφέρομαι στα δάκρυα του κοινού, αλλά στην τόσο ρεαλιστική απλότητα με την οποία ο ηθοποιός επιλέγει να μας βάλει μαζί του στη βάρκα και να μας πετάξει στα χέρια μερικά δεκάδες πτώματα προσφύγων.

‘Ο ΞΕΝΟΣ’ ΟΧΙ ΤΟΥ ΚΑΜΙ, Ο ΑΛΛΟΣ

 

Τον ρώτησα ‘πώς πιστεύει ότι αντιμετωπίζουμε εδώ στην Ελλάδα τους ξένους’, έπειτα πήρα πίσω τη λέξη ‘ξένος’. Μου χτύπησε κάπως άσχημα. Εκείνος πάλι είχε αντίθετη άποψη επ αυτής. “Ο ξένος είναι ωραία λέξη. Σε όλες τις τραγωδίες υπάρχει ένας ξένος“. Αρχίσαμε να μιλάμε για τους ξένους. Για τους ξένους που ξέρουμε να υποδεχόμαστε, για τους ξένους που ντρεπόμαστε πολλές φορές να αντικρίσουμε στα μάτια, για τους ξένους που δυστυχώς, δεν μπορούμε να βοηθήσουμε όσο θέλουμε.

Έχουμε μία τρομερή κόντρα. Είμαστε άλλη κοινωνία και άλλο κράτος. Αυτά τα δύο δεν ξέρω πότε θα καταφέρουμε να τα συνδυάσουμε. Είναι μία πολύ κουλή συνθήκη την οποία όταν είσαι μέσα, τη βιώνεις και την καταλαβαίνεις αλλά άντε να την περιγράψεις και να την εξηγήσεις στον υπόλοιπο κόσμο εκεί έξω“.

Η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν είναι ούτε ξενοφοβική ούτε ευθυνόφοβη. Είναι τρομακτικά φιλόξενη και πέραν των δυνάμεών της. Σε οποιοδήποτε κέντρο προσφύγων θα δεις ανθρώπους ατελείωτους να βοηθούν όπως μπορούν

Το ‘έχεις σκεφτεί να φύγεις;’ ήρθε πάνω στην ώρα. “Έτυχε τα τελευταία χρόνια να πρέπει να κάνω κάποια ταξίδια στο εξωτερικό. Είχα πάει φέρε ειπείν στην Ουγγαρία. Εκεί λοιπόν, θα έλεγα ότι η κοινωνία με το κράτος κατά κάποιον τρόπο συμβαδίζουν. Είναι μία μελαγχολική, απελπισμένη κοινωνία με πεντακάθαρους δρόμους. Δεν ξέρω αν το θέλω αυτό“. Θυμήθηκα μία δήλωσή του ότι θα ήθελε να ζει στο Παρίσι και μοιράστηκα μαζί του την απορία ‘να φανταστώ ότι τώρα πια, δεν είναι πια στις πρώτες επιλογές σου’.

Ναι ρε γαμώτο. Δεν είναι ό,τι χειρότερο να σου διαλύουν τα όνειρα; Αν ήμουν μόνος μου, μπορεί και να πήγαινα. Όταν νοιάζεσαι και για άλλους ανθρώπους είναι πολύ δύσκολο να κάνεις ένα τέτοιο βήμα. Αλλά ξέρεις κάτι; Ούτως ή άλλως, τώρα θέλω να ζω εδώ. Πιστεύω ότι εδώ η καλλιτεχνική ενέργεια και ανάγκη είναι πολύ μεγάλη“.

Η ΑΙΩΝΙΑ ΛΙΑΚΑΔΑ ΕΝΟΣ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ (ΤΟΥ ΗΘΟΠΟΙΟΥ)

 

Μιλώντας για εξωτερικό, μία ακόμη απορία ήρθε να συνοδεύσει τον καφέ μας σαν το μπισκοτάκι που κάθεται γραφικά στη δεξιά πλευρά του πιάτου: ‘γιατί δεν εξάγουμε θέατρο ενώ έχουμε τόσο καλό επίπεδο’; Άραγε.

Δεν υπάρχει μηχανισμός για το οτιδήποτε συμβαίνει στο θέατρο. Είναι όλα μικρές, ιδιωτικές φάρμες. Εδώ ακόμα δεν υπάρχει ρύθμιση για απλά πράγματα όπως ο κατώτατος μισθός. Και τώρα μπορεί εσύ αυτό να το ακούς συνδικαλιστικό αλλά δεν το λέω έτσι. Εννοώ ότι σε μία σύμβαση, μπαίνουν οι όροι στο πώς γίνεται μία δουλειά. Ο μισθός αυτός καθεαυτός είναι μία σειρά. Υπάρχουν άλλες 50 σελίδες που μιλούν για την ασφάλεια, για το πώς πρέπει να γίνονται οι οντισιόν και άλλα χίλια πράγματα που ρυθμίζουν καταρχήν το πώς δουλεύεις” .

Λείπει η αρχική νομοθεσία της εργασίας. Για να μπορέσω εγώ να ζω φέτος κάνω ό,τι μπορώ όσο μπορώ. Το γεγονός αυτό δεν επιτρέπει σε κάποιον να έρθει να μου πει ‘έλα να πάμε μία παράσταση στη Γαλλία’ γιατί καταρχήν δεν ξέρω πόσο κοστίζει όλο αυτό και γιατί θα πρέπει να σταματήσω τη δουλειά μου εδώ και να ψάχνω στα τυφλά“.

Βλέπω στο Facebook πολλούς ηθοποιούς να διαμαρτύρονται ‘γιατί δεν γίνονται οντισιόν’. Γιατί δεν αναγκάζει κανένας κανέναν για να γίνουν. Γι αυτό δεν γίνονται

Στο εξωτερικό όμως, όταν θέλει να έρθει στη χώρα μας μία παράσταση θα μας πουν οι συντελεστές της ‘θέλουμε 5000 ευρώ για να έρθουμε’. Γιατί έχουν τον αντίστοιχο μηχανισμό στη χώρα τους που τους επιτρέπει να ξέρουν τα κόστη“.

Ήμουν τέσσερα χρόνια στο σωματείο των ηθοποιών. Έφυγα. Ήμουν υπεύθυνος των Διεθνών Σχέσεων γιατί αυτό το κομμάτι μου άρεσε. Πήγαινα λοιπόν στις διάφορες συναντήσεις στο εξωτερικό. Όλοι καταλάβαιναν τις ιδιαιτερότητες στη χώρα μας γιατί μας αγαπούσαν αλλά δεν έκανε κανείς τίποτα για να γίνει το οτιδήποτε. Από την άλλη, οι εδώ υπεύθυνοι έβαζαν ο ένας τρικλοποδιά στον άλλο. Ούτε καν οι ίδιοι οι ηθοποιοί δεν καταλαβαίνουν το μέγεθος αυτού του πράγματος. Άρα πώς να γίνει κάτι;

‘Η ΛΕΞΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΛΕΣ’: ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

 

Πριν ξεκινήσω για τη συνέντευξή μου, ο Αμπατζής με όρκισε να ρωτήσω τον Αργύρη για το ‘Η λέξη που δεν λες’. Ούτως ή άλλως θα το έκανα. Όχι μόνο γιατί ως προϊόν είναι εξαιρετικά καλογυρισμένο αλλά και γιατί στους χαλεπούς τηλεοπτικούς καιρούς που βιώνουμε έχει καταφέρει να κάνει τον κόσμο να ξαναγυρίσει στο ‘σήμερα, δεν βγαίνω, θέλω να δω το καινούριο επεισόδιο’. Το αξιοσημείωτο της υπόθεσης; Ότι δεν μιλάμε για μία κωμική σειρά.

Ο Παπαδουλάκης είναι ένας πολύ σημαντικός καλλιτέχνης. Για μένα, ο τρόπος που αντιμετώπιζε τις σκηνές όταν δουλεύαμε και κάναμε πρόβες ήταν πρωτοφανείς και για τηλεοπτικό και για κινηματογραφικό σκηνοθέτη. Ξέρει αυτό που κάνει, έχει πολύ καθαρή ματιά και έχει και απαιτήσεις“.

Θα ήταν ατυχία αν αυτή η σειρά δεν εισέπραττε την αγάπη που εισπράττει“.

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ, ΟΣΟΙ ΠΙΣΤΟΙ ΠΡΟΣΕΛΘΕΤΕ (ΚΑΙ ΚΑΕΙΤΕ)

Α.: Για μένα χρόνος ξεκούρασης είναι όταν κάνω κάτι άλλο. Βλέπω τα πάντα όλα. Προτείνω σειρές σε ανθρώπους που γράφουν σε περιοδικά και δεν τις έχουν πάρει χαμπάρι.

Ε.: Για πες, ποια να ξεκινήσω;

Α.: Τι στυλ είσαι;

Ε.: Peaky Blinders, Lost.

Α.: Lost, να υποθέσω με τους πρώτους κύκλους.

Ε.:

Α.: Εντάξει, εντάξει κατάλαβα. Λοιπόν, να δεις το Atlanta. Και οι κριτικοί το έχουν πρώτο στις προτάσεις τους“. (#truestory)

Επίσης, φοβερή κωμωδία αλλά τρολιά είναι το Man seeking Woman. Μετά, το American Crime Story είναι απροσδόκητα ωραίο.

Ε.: Μου το έχουν ξαναπεί το American Crime Story αλλά δεν ξέρω, φοβάμαι ότι θα το βαρεθώ.

Α.: Άκου να δεις τι έπαθα. Εγώ είδα το πρώτο επεισόδιο έφτασα μέχρι τη μέση και το παράτησα. Μετά από δύο μήνες, λέω δεν μπορεί να αρέσει σε όλους και εγώ να το βαρέθηκα, ας του δώσω άλλη μία ευκαιρία. Το τελείωσα μέσα σε ελάχιστο διάστημα.

Ε.: Λες ε; Δεν ξέρω και με αυτό και με το Narcos έχω μία άρνηση.

A.: Με το Narcos μου έχουν φάει και μένα τα αυτιά, δεν το έχω δει όμως ακόμα.

Ε.: Εμένα το τελευταίο μου κόλλημα λέγεται The Girlfriend Experience.

Α.: Ναι, πολύ δυνατό. Το έχω δει όλο.

Ε.: Να ρωτήσω κάτι; Πότε προλαβαίνεις και τα βλέπεις όλα;

Α.: Έχω το άλλοθι ότι ‘είναι η δουλειά μου’ αλλά για να σου πω την αλήθεια μου έτυχε να είμαι σε μία οικογένεια που ο πατέρας μου έφερνε στο σπίτι δέκα βιντεοκασέτες την εβδομάδα. Από πολύ μικρός λοιπόν, φαντάσου ότι έβλεπα δύο ταινίες την ημέρα σίγουρα.

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΡΓΥΡΗ, ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ

Το σπίτι μας στο Περιστέρι ήταν πάνω από τρεις κινηματογράφους. Όταν λέμε πάνω, φαντάσου σε απόσταση αναπνοής. Ήταν Ριβιέρα, Έλενα από τη μία πλευρά και από την άλλη ήταν η Κύπρος. Ε λοιπόν φαντάσου ότι μέχρι και τα τέσσερά μου που φύγαμε από το Περιστέρι, πέρα από τα παιδικά που έβλεπα κάθε πρωί, έβλεπα και όλες τις ταινίες. Δεν μου έλεγε κανείς τίποτα αφού με ήξεραν“.

Δεν ξέρω ποια ήταν η πρώτη ταινία που είδα ωστόσο μου έχουν πει οι γονείς μου ότι όταν είδα το Κράμερ εναντίον Κράμερ τους έλεγα ‘μην χωρίσετε και εσείς’. Αυτό έγινε όταν ήμουν τριών-τεσσάρων χρονών. Τώρα αν το πρώτο πρώτο μου ήταν αυτό ή το King Kong ή τα Σαγόνια του Καρχαρία, θα σε γελάσω“.

LAST INTERVIEW A DJ SAVED MY LIFE

 

Πέρα από σειρές και ταινίες ο υπέροχος ελεύθερος χρόνος του Αργύρη είναι γεμάτος μουσική. “Είχαμε ένα συγκρότημα με το Δημήτρη τον Καμαρωτό από το οποίο έφυγα το 2001-2002, είχαμε βγάλει και cd“.

Με έξι ώρες ύπνου είμαι τέλεια. Δεν μπορώ να κοιμηθώ παραπάνω βαριέμαι

Δεν είναι λίγες οι φορές που στα πάρτι λήξης ή έναρξης παραστάσεων, θα δεις τον Αργύρη να παίζει μουσική ως Dj. “Το djλίκι ήταν από τις πρώτες μου δουλειές. Από 14 χρονών έπαιζα στα πάρτι του σχολείου και μετά σε άλλα σχολεία. Από την Ηλιούπολη μέχρι το Ίλιον. Τότε έπαιζα με βινίλια που αργότερα έδωσα στον Κορμοράνο για να κάνει remix“.

Παλιά, για να παίξεις μουσική έπρεπε να έχεις μουσική. Τώρα, για να παίξεις πρέπει απλά να έχεις μία συνδρομή στο Spotify“.

Πήρε το iPad στα χέρια. Έκρυψε επιμελώς τον κωδικό του και έψαξε μέσα σε δεκάδες apps που βρίσκονταν αποθηκευμένα στην επιφάνεια εργασίας. Βρήκε το πρόγραμμα και μου έδειξε. Έπειτα συνέχισε τη σύγκριση του τότε με το τώρα: “Παλιότερα, έπρεπε να έχω αμάξι για να κουβαλάω τους δίσκους. Έπειτα, κυκλοφορούσα με εκείνη την σιδερένια τσάντα που ήταν και της μόδας για να κουβαλάω τα cds μου. Τώρα πια, πάω μόνο με αυτό (το iPad)”.

Δράττομαι της ευκαιρίας να τον ρωτήσω: ‘Συμφωνείς ότι οι Dj είναι ένα από τα πιο trendy και αγαπημένα επαγγέλματα;’ Γέλασε και μου απάντησε: “God is a Dj όχι Dj is God“.

Η συζήτηση έκλεισε με την πρόσκληση του δασκάλου Αργύρη στο Ωδείο Αθηνών να πάμε να παρακολουθήσουμε την παράσταση που ανεβάζουν με το τμήμα του στις 8 και τις 9 Μαρτίου στο Μέγαρο. “Παίρνω ένα έτος και το φτάνω μέχρι τις διπλωματικές. Αυτήν ήταν η δεύτερη φουρνιά μαθητών που έβγαλα το 2016 και με αυτούς θα ανεβάσουμε τον Οιδίποδα“. Ναι, μέσα σε όλα τα παραπάνω προλαβαίνει να διδάσκει και υποκριτική. Να είναι είναι άραγε ένα από τα πιο γιγαντιαία παραδείγματα του ‘όταν θέλεις κάτι, χρόνο βρίσκεις’; Δεν ξέρω, ίσως. Παρόλα αυτά είναι συγκινητικά συμπαθής και ταλαντούχος για να κλείσω τη συνέντευξή μας με ένα τέτοιο τσιτάτο.

Υ.Γ.: Έτσι, για την τιμή των όπλων πρέπει να παραδεχτώ ότι και μένα τρόπον τινά με παρέσυρε. Ξεκίνησα ήδη το Atlanta (δυνατό) και ενώ με τις απομαγνητοφωνήσεις δεν τα πάω ιδιαιτέρως καλά, οφείλω να παραδεχτώ ότι η μίας ώρας και τριών λεπτών δική του, δεν κατάλαβα πότε πέρασε.