AP Images
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Πώς συντηρείται η αστυνομική βία σε μια αμερικανική πόλη

Η βία και η αστυνομική καταστολή στη Βαλτιμόρη του 1980 και του σήμερα. Πώς μπορεί εν τέλει να νικηθεί η αστυνομική βία;

“Είμαστε ένα έθνος βαριά οπλισμένο, επιρρεπές στη βία, βρίσκει απόλυτα λογικό το να παρέχει οπλισμό στους αστυνομικούς του, μαζί και το δικαίωμα να πυροβολούν όποτε κρίνουν πως πρέπει να το κάνουν. Στην Αμερική, μόνο ένας αστυνομικός μπορεί να σκοτώσει, ως μια πράξη προσωπικής επιλογής και πρωτοβουλίας”.

Αυτά γράφει μεταξύ άλλων ο David Simon στο βιβλίο ‘Homicide: Life on the Street’, μια αναλυτική καταγραφή της καθημερινότητας στην αστυνομική διεύθυνση της Βαλτιμόρης, σε διάστημα ενός έτους. Το συγκεκριμένο βιβλίο γράφτηκε τη σεζόν 1987-88, όμως ελάχιστα φαίνεται πώς έχουν αλλάξει στην καθημερινότητα των μεγαλουπόλεων.

Ένας φόνος – ‘πρότυπο’

Στις 13 Μαΐου 1980, ο αστυνομικός επιθεωρητής Stephen McCown έμπαινε σε μια πιτσαρία μαζί με συνάδελφο του. Εκεί βρισκόταν ο 17χρονος JaWan McGee μαζί με φίλους του. Σύμφωνα με τις μετέπειτα δηλώσεις του επιθεωρητή, ο McGee προκαλούσε τρόμο στους θαμώνες του μαγαζιού, δείχνοντας με χειρονομίες πως είχε σκοπό να προβεί σε εγκληματική ενέργεια, ενδεχομένως και ληστεία. McGee και McCown διασταύρωσαν τα βλέμματα τους, μέσα σε ένα μαγαζί που είχε πια ερημώσει.

Ο McGee φάνηκε να χαϊδεύει στην τσέπη του παντελονιού του ένα όπλο. Ο ΜcCown αντιλήφθηκε την κίνηση. Δεν έχασε χρόνο. Τον πυροβόλησε τρεις φορές από την μέση και κάτω. Ο McGee έμεινε παράλυτος.

Στη δικαστική διαμάχη που ακολούθησε, ο συνήγορος του McGee προσπάθησε να αναδείξει συνεχιζόμενες πρακτικές βίας από την αστυνομική διεύθυνση της Βαλτιμόρης, βάζοντας στο κάδρο της ενοχής, τον McCown, έναν επιθεωρητή με εννέα χρόνια εμπειρίας, αλλά και τον Επίτροπο της Αστυνομίας, Donald Pomerlau. Ποτέ δεν στάθηκε εφικτό να αποδειχθεί πως η αστυνομία της Βαλτιμόρης πυροβολούσε και σκότωνε με κυνική μανία, όπως ήθελε η πλευρά του McGee, όμως έπρεπε να γίνει μια θυσία, ώστε να σιγάσει έστω προσωρινά, η οργή του πλήθους.

Ο Pomerlau απέλυσε τον McCown και περίπου ένα χρόνο αργότερα, διακριτικά και ήσυχα, ο ίδιος  πήρε μετάταξη και αντικαταστάθηκε από τον Αφροαμερικανό Bishop Robinson. Μια νότα αισιοδοξίας είχε καλύψει γλυκά μια αρκετά πικρή αλήθεια που είχε προκύψει από τη συγκεκριμένη υπόθεση: πως μπροστά στην επιβίωση των διοικούντων, κάθε αστυνομικός ήταν αναλώσιμος.

Αν η επιλογή του να πυροβολήσει κρινόταν σωστή, τότε ήταν ήρωας. Αν ήταν οριακά σωστή, τότε μπορεί να δεχόταν επίπληξη, ίσως να έμενε χωρίς δουλειά και μισθό για ένα μήνα. Αν ήταν λάθος, με συνοπτικές διαδικασίες το σώμα τον ξέβραζε στα βράχια της ανεργίας.

Η Μεγάλη Εικόνα

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η κοκαΐνη δημιουργούσε συνθήκες επιδημίας στα μεγάλα αστικά κέντρα των ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Reagan δεν μπορούσε να διανοηθεί πως στην ατσαλάκωτη εικόνα του νεοφιλελεύθερου οικονομικού ‘θαύματος’ της χώρας του, θα υπήρχαν τοξικομανείς να κείτονται στα σκαλιά χλιδάτων διαμερισμάτων και στις γωνιές των κεντρικών λεωφόρων. Δεν έπρεπε να υπάρχουν μικρά παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι σε κατάσταση αποσύνθεσης, λίγα μέτρα μακριά από το ‘Studio 54’, το Palladium και την Danceteria, εκεί όπου celebrities χόρευαν και ούρλιαζαν σαν ανθρωπόμορφα speedy gonzales, λιώμα επίσης από την κοκαΐνη.

Έπρεπε όμως, να γίνουν συλλήψεις. Οι φτωχογειτονιές μπήκαν στο επίκεντρο των πογκρόμ της αστυνομικής καταστολής. Οι αστυνόμοι έγιναν καριερίστες, απέκτησαν κίνητρα προαγωγής που συνδέονταν με τις συλλήψεις. Λέει ο David Simon σε κείμενο του από το 2015:

“Θέλουν να βρουν νέους αξιωματικούς και διοικητές, να δώσουν προαγωγές, τι κάνουν; Μπαίνουν σε μια βάση δεδομένων υπολογιστή και βλέπουν “α, αυτός ο επιθεωρητής έκανε 50 συλλήψεις και έκλεισε 30 υποθέσεις μέσα σε ένα χρόνο,ο άλλος όμως έκλεισε 60 υποθέσεις. Μόλις σας περιέγραψα την κουλτούρα της αστυνομικής διεύθυνσης της Βαλτιμόρης, εκεί όπου η αστυνομική έρευνα για τη διαλεύκανση μιας υπόθεσης πάει συνήθως χαμένη και προτεραιότητα έχουν οι δολοφονίες, οι έφοδοι, οι συλλήψεις και η περισυλλογή πτωμάτων από τους δρόμους“.

Τι συμβαίνει σήμερα;

Η αστυνομία βρίσκεται διαρκώς στους δρόμους, στις γειτονιές, εκεί όπου είναι εμφανές πως θα υπάρξουν ‘λαβράκια’ ως προς το εμπόριο ναρκωτικών, τις κλοπές και κάθε άλλα μικρά και μεγάλα αδικήματα του σύγχρονου ποινικού κώδικα. Η γειτονιά του Freddie Gray (Sandtown Winchester/Harlem Park), ενός ακόμα νεαρού Αμερικάνου που πέθανε από τραυματισμούς που προήλθαν από σύγκρουση με αστυνομικούς, έχει ποσοστά ανεργίας που ξεπερνούν το 51% και 464 κλήσεις για υποθέσεις ναρκωτικών σε διάστημα ενός έτους.

To παιχνίδι είναι σικέ, όπως έλεγε και ο Bodie στο ‘The Wire’, με τους εμπόρους ναρκωτικών να πουλάνε παραμύθα και λίγα ψιλά στα παιδιά των φτωχογειτονιών και την αστυνομία να στέκει με τα όπλα της απειλητικά, ενώπιον κάθε παιδιού με hoodie και Nike sneakers που κάνει την κίνηση να βγάλει κάτι (τι άραγε:) από τη τσέπη του.

Ο Mark Puente της Baltimore Sun έχει καταγράψει βέβαια, τουλάχιστον 100 υποθέσεις μέσα σε μια χρονιά (2014), όπου η αστυνομία πλήρωσε 5,7 εκατομμύρια δολάρια σε οικογένειες θυμάτων, με αφορμή υποθέσεις ξυλοδαρμών και βασανιστηρίων. Ακούγεται σαν μια σταγόνα στον ωκεανό.

Υπάρχει λύση;

O θρύλος λέει πως κάθε φορά που κάποιος εκστομίζει διάφορες ιδεαλιστικές φαντασιώσεις όπως ‘Defund the police’, τότε έρχεται στον ύπνο του το φάντασμα του Φίλιππου Πλιάτσικα και του τραγουδάει “αν θα μπορούσα τον κόσμο να άλλαζα, θα ξαναέβαφα γαλάζια την θάλασσα”.

Μια σχετική έρευνα του 2019 από την Civic Analytics, αποκάλυψε πως η συντριπτική πλειοψηφία Αφροαμερικανών, Λατίνων-Ισπανόφωνων και Λευκών Αμερικάνων, θέλουν όχι λιγότερη, αλλά αρκετά περισσότερη αστυνομία σε περιοχές με υψηλή εγκληματικότητα. Η μείωση του budget της αστυνομίας, η μείωση των αστυνομικών δυνάμεων, μάλλον αφορούν κυρίως ζάμπλουτους σελέμπριτι που προστατεύονται συνήθως από πολυάριθμη ιδιωτική ασφάλεια.

Από την άλλη πλευρά, η παρουσία αστυνομικών στους δρόμους, οι οποίοι έχουν την εκπαίδευση και την επίγνωση πως μπορούν να καταστείλουν την βία χωρίς να λειτουργήσουν όπως ο John Wayne στα western, χωρίς να αδειάζουν το περιεχόμενο ενός όπλου στον πρώτο ύποπτο, είναι επιτακτική. Ήδη έχει αποδειχθεί πως τα αστυνομικά τμήματα που δεν εφαρμόζουν πρακτικές ανακρίσεων που περιλαμβάνουν απόπειρες στραγγαλισμών, έχουν παρουσιάσει σημαντική πτώση ως προς τα περιστατικά ένοπλων συγκρούσεων με πολίτες.

Η πίεση από το κίνημα του Black Lives Matter έχει οδηγήσει κάποιες πολιτείες στο να αποθαρρύνουν την χρήση όπλων στους αστυνομικούς. Στη Νέα Υόρκη, το 1996, οι αστυνομικοί ξόδεψαν 1296 σφαίρες σε ένοπλες συγκρούσεις. Το 2018, μόλις 136.

Κάθε σημαντική κοινωνική αλλαγή παίρνει χρόνο και απαιτεί διαρκές αγώνα για να επιτευχθεί. Δεν είμαι σίγουρος ότι το μποϊκοτάρισμα ορισμένων αγώνων του NBA μπορεί να επιφέρει άμεσες κοινωνικές αλλαγές, είναι όμως ένα ακόμα δυνατό μήνυμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως η καθημερινότητα των ΗΠΑ επί προεδρίας Trump περιέχει ρατσιστικό μίσος και προφάσεις περί ‘ασφάλειας’ που ενισχύουν την αστυνομική καταστολή και βια. Καμία κοινωνική νίκη, κανένας πόλεμος δεν υπήρξε ποτέ ‘παιχνιδάκι’, για όσους τόλμησαν να λάβουν μέρος. The game is rigged. Αλλά αυτή η νίκη πρέπει να επιτευχθεί.