Columbia Pictures/Alamy/Visualhellas.gr/Illustration: Kωνσταντίνος Μπαντούνας
ΤΑΙΝΙΕΣ

30 χρόνια μετά, Η Μέρα της Μαρμότας παραμένει μία πανέξυπνη κωμωδία

Επιστροφή σε μία από τις καλύτερες κωμωδίες του Χόλιγουντ και από τις αξιομνημόνευτες ερμηνείες του Bill Murray, τόσο λόγω των 30ων γενεθλίων της, κυρίως όμως γιατί θα είναι πάντα μία feelgood επιλογή για τα Χριστούγεννα. 

«Μπορείς να κρατήσεις ένα μυστικό, Larry;», ρωτά ο Phil Connors (Bill Murray) τον οπερατέρ του (Chris Elliott). «Μάλλον φεύγω από το PBH. Αυτή θα είναι η τελευταία φορά που θα καλύψουμε το Groundhog μαζί». 

Κάνει αυτή την εξομολόγηση με πολύ μεγάλη απόλαυση, λες και η σκέψη και μόνο του να κάνει του χρόνου την ίδια μέρα, στις 2 Φεβρουαρίου, ένα ακόμα ρεπορτάζ για τη Μέρα του Groundhog, τη Μέρα της Μαρμότας δηλαδή (που στο μεταξύ υπάρχει στ’ αλήθεια, θεσμοθετήθηκε το 1887 και έκτοτε, γιορτάζεται κάθε χρόνο), στο Πανξατόνι της Πενσιλβανία φαντάζει με θανατική καταδίκη για την καριέρα του. 

Και πού να ήξερε τη συνέχεια. Ότι θα καταλήξει για τον ίδιο, όχι κάτι που «φαντάζει», αλλά κάτι που «είναι». Θα είναι στην πραγματικότητα μία ισόβια κάθειρξη σε κάθε επίπεδο, προσωπικό, επαγγελματικό, υπαρξιακό. 

Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, ο Phil Connors είναι ένας μισάνθρωπος τηλεοπτικός μετεωρολόγος, που κάνει απρόθυμα το ρεπορτάζ για τον εορτασμό της συγκεκριμένης μέρας (αν βγει η μαρμότα από την τρύπα της κατά τη διάρκεια της ημέρας, δει τη σκιά της, φοβηθεί και τρέξει πίσω στο λαγούμι της, τότε θα ακολουθήσουν έξι ακόμα εβδομάδες με χειμωνιάτικο καιρό. Διαφορετικά, αν δεν φοβηθεί, θα έρθει η άνοιξη πιο νωρίς) μαζί με τον οπερατέρ και την παραγωγό ειδήσεων του καναλιού, Rita Hanson (Andie MacDowell). 

Έχοντας ολοκληρώσει το ρεπορτάζ τους, οι τρεις τους παίρνουν τον δρόμο του γυρισμού για το Πίτσμπεργκ, αλλά μία τρομερής έντασης χιονοθύελλα τους επιστρέφει αναγκαστικά στο Πανξατόνι για να διανυκτερεύσουν εκεί για ακόμα μία νύχτα. 

Ο Phil ξυπνάει το επόμενο πρωί της 3ης Φεβρουαρίου και ανακαλύπτει ότι ξαναζεί το χθες, δηλαδή τη Μέρα της Μαρμότας στις 2 του μήνα και η οποία εξελίσσεται όπως ακριβώς η προηγούμενη, με τον ίδιο να είναι ο μοναδικός που αντιλαμβάνεται όλο αυτό το παράδοξο που συμβαίνει. 

Αν και αρχικά αισθάνεται κάπως μπερδεμένος, όταν αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι η ζωή του πλέον είναι αυτή, να κοιμάται και να ξυπνάει και να ζει σε λούπα τη μέρα της 2ης Φεβρουαρίου, αποφασίζει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση και να το διασκεδάσει με το πάγωμα του χρόνου. 

Τι κάνει; Ό,τι μπορείς να φανταστείς: μαθαίνει τα μυστικά των κατοίκων της πόλης, αποπλανεί γυναίκες, κλέβει λεφτά, μεθάει, οδηγεί σαν τρελός, απαγάγει τη μαρμότα, τον Punxsutawney Phil, πηγαίνει φυλακή -ε και, αφού αύριο πάλι νομοταγής θα είναι-, κάνει ακόμα και προσπάθειες -παταγωδώς αποτυχημένες- να τον ερωτευτεί η Rita. 

Βασικά, τους εκμεταλλεύεται όλους, τους κοροϊδεύει όλους και μαζί τη γυναίκα που αγαπά, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Το συνειδητοποιεί, πέφτει σε κατάθλιψη, κάνει πολλές απόπειρες αυτοκτονίας, που φυσικά αποτυγχάνουν, αφού το επόμενο πρωί ξυπνάει ζωντανός -και μόνος- για να ζήσει πάλι την ίδια μέρα. 

Τι του απομένει από εδώ και στο εξής; Να κάνει την έκπληξη. Να προσπαθήσει να γίνει καλύτερος άνθρωπος – είπαμε, είναι μισάνθρωπος. Αρχίζει να χρησιμοποιεί τη μέχρι τώρα τεράστια γνώση του για τα γεγονότα της μέρας που ζει και ξαναζεί και ξαναζεί για να βοηθήσει όσους περισσότερους συνανθρώπους του μπορεί στο Πανξατόνι, να γίνει φίλος τους, να σώσει ζωές – να κάνει το καλό, να το ρίξει στον γιαλό. Παράλληλα, χρησιμοποιεί τον χρόνο για να διευρύνει τις γνώσεις και τις δεξιότητές του, όπως να παίζει πιάνο, να φτιάχνει γλυπτά από πάγο, να μιλάει γαλλικά.

Η ιστορία για τον Phil εξελίσσεται προβλέψιμα. Γίνεται πράγματι καλύτερος άνθρωπος, κάνει ένα ρεπορτάζ για τη Μέρα της Μαρμότας τόσο εντυπωσιακό που και οι υπόλοιποι τηλεοπτικοί σταθμοί γυρίζουν τα μικρόφωνα σε αυτόν για να κάνει τη μετάδοση, καταφέρνει να εντυπωσιάσει τη Rita, χωρίς πονηριές και ξαφνικά, πέφτει για ύπνο μαζί της και ξυπνάει το επόμενο πρωί και η μέρα ναι, έχει αλλάξει. Το ημερολόγιο δείχνει 3 Φεβρουαρίου, η ημερομηνία έχει αλλάξει, η μέρα που ξημέρωσε είναι επιτέλους μία άλλη μέρα.

Το Η Μέρα της Μαρμότας (Groundhog Day) έκανε πρεμιέρα τον Φεβρουάριο του 1993, πριν από 30 χρόνια. Για τον Murray είναι «ίσως η καλύτερη δουλειά που έχει κάνει ποτέ», όπως ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει την κωμωδία φαντασίας του αείμνηστου Harold Ramis. Και να φανταστείς ότι αρχική επιλογή ήταν ο Tom Hanks, που αρνήθηκε τον ρόλο γιατί: «το κοινό θα καθόταν και θα περίμενε να γίνω καλός, γιατί πάντα υποδύομαι τον καλό. Αλλά ο Bill είναι ένας τόσο μίζερος καριόλης εντός και εκτός οθόνης, που μπορεί το κοινό να περίμενε ότι θα δει την ανατροπή».

Βέβαια, εδώ που τα λέμε, το θέμα της ταινίας ή καλύτερα, η πρόθεση αυτής δεν είναι να γίνουμε μάρτυρες κάποιου ανατρεπτικού τέλους, ούτε καν να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε και να καταλάβουμε πώς ο Phil έμεινε κολλημένος στο time-loop του. Όχι, ο Danny Rubin δεν έγραψε το σενάριο μαζί με τον Harold Ramis με αυτό το σκεπτικό. 

Το θέμα είναι να ανακαλύψουμε τελικά πώς μπορεί κανείς να αποφύγει να πέσει σε απόγνωση όταν αντιμετωπίζει το μαρτύριο της επανάληψης, όταν ζει στο repeat, που σε ελεύθερη μετάφραση αυτή η επανάληψη είναι ας πούμε σαν τη δική μας καθημερινότητα, την καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου. Μην μου πεις ότι δεν αισθάνεσαι ότι ζεις τα ίδια και τα ίδια κάθε μέρα, ειδικά μέσα στο Δευτέρα-Παρασκευή; Ότι δεν νιώθεις πολλές φορές εγκλωβισμένος μέσα σε μία γυάλινη σφαίρα χιονιού, όπως ο Phil, παγιδευμένος σε μία ύπαρξη απόλυτης στασιμότητας, σε μία ανέγγιχτη από το πέρασμα του χρόνου ζωή που στερείται εν τέλει νοήματος και ψάχνεις να το βρεις; Ότι δεν έζησες, ότι όλοι δεν ζήσαμε τη Μέρα της Μαρμότας στα χρόνια της πανδημικής κρίσης και της καραντίνας;

Και το ερώτημα επανέρχεται και θα επανέρχεται γιατί είναι διαχρονικό: πώς μπορεί κανείς να διαχειριστεί αυτή την κατάσταση. Να αποφύγει να πέσει σε απόγνωση και σε ματαίωση, όταν αντιμετωπίζει τέτοιο μαρτύριο; Ή ακόμα και όταν πέσει μέσα και αρχίζει να βυθίζεται, πώς θα αναδυθεί στην επιφάνεια;

Γι’ αυτό, μιλάει η ταινία, για τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να ξεπεράσουμε τον μηδενισμό και τα «μέρη» στα οποία μπορούμε να βρούμε σκοπό, ικανοποίηση, γαλήνη. Τα «μέρη» αυτά δεν τα συναντάς σε αυτά που πετυχαίνεις ή σε αυτά που θα πετύχεις στη ζωή, αλλά τελικά στο πώς ζεις, στο πώς επιλέγεις να ζήσεις τη ζωή σου μέρα με τη μέρα, πώς διαχειρίζεσαι ό,τι σου ρουφάει τη ζωή από μέσα σου. Αυτό έχει τη μεγαλύτερη σημασία. 

Αν το καλοσκεφτείς και ανασύρεις στη μνήμη σου την υπόθεση του Η Μέρα της Μαρμότας, ακριβώς εκεί έκανε στροφή 360 μοιρών ο Phil και βρήκε το νόημα της ύπαρξής του, όντας μάλιστα αιχμάλωτος σε μία ζωή που ζούσε στο repeat. Γιατί, όπως έλεγε και ο Γάλλος φιλόσοφος Gilles Deleuze, η αλλαγή μπορεί να προκύψει ακόμα και μέσα από την επανάληψη, κάτι που η ταινία ακολουθεί κατά γράμμα.

Ο Phil άλλαξε τρόπο σκέψης και ζωής, άφησε πίσω τη μισανθρωπία, τη μιζέρια και κυνικότητά του και άνοιξε την καρδιά και την ψυχή του. Αυτή η ανοιχτωσιά τον λύτρωσε και κατ’ επέκταση, λυτρώνει και τον θεατή. Η ιστορία του Η Μέρα της Μαρμότας λειτουργεί το ίδιο λυτρωτικά για τον πρωταγωνιστή και το κοινό, όπως για παράδειγμα Η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία του Charles Dickens. Στον Phil Connors βλέπουμε έναν Ebenezer Scrooge.

Εν κατακλείδι, το Η Μέρα της Μαρμότας είναι μία απολαυστική κωμωδία. Είναι μία ανέλπιστα πανέξυπνη κωμωδία με βάθος, που φιλοσοφεί για τη ζωή και το κάνει με τον πιο ωραίο τρόπο, μέσα από χιουμοριστικές καταστάσεις. Είναι μία αναπάντεχα χριστουγεννιάτικη ταινία, που ενώ δεν έχει γιορτινές εικόνες (μόνο το χιόνι ίσως), κουβαλά όλα αυτά που συνιστούν το πνεύμα των Χριστουγέννων. Είναι μία ταινία, που θα βλέπεται σήμερα, αύριο, για πάντα – στο repeat.