ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Skyfall: Μισός αιώνας James Bond

Κινηματογραφικές ιστορίες σε συνέχειες. Σήμερα, η σειρά των ταινιών James Bond με τον Daniel Craig φτάνει στον απόλυτο εισπρακτικό θρίαμβο του 'Skyfall'.

Στο “Συνεχίζεται” θα ακολουθούμε κινηματογραφικές ιστορίες σε συνέχειες, μέσα από τις πιο διάσημες σειρές ταινιών του σινεμά, καθώς ήρωες και ιδέες αλλάζουν χέρια μέσα από το πέρασμα χρόνων ή και δεκαετιών.

Στα Τζέιμς Μποντ του Ντάνιελ Κρεγκ, ένα franchise μισού αιώνα μεταμορφώνεται σε κάτι μοντέρνο, μέσα από μια αλλοπρόσαλλη σειρά ταινιών όπου το κάθε φιλμ αποτελεί ακραία αντίδραση σε αυτό που προηγήθηκε, αλλά όλα είναι διασκεδαστικά με τον -διαφορετικό- τρόπο τους. Σήμερα επισκεπτόμαστε ξανά τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία στην ιστορία της σειράς, το ‘Skyfall’ της επετείου των 50 χρόνων.

«Ήταν το “Στη Σκιά των Τεσσάρων Γιγάντων”. Αυτή, για μένα, είναι η πρώτη ταινία Μποντ. Και ο Κάρι Γκραντ είναι ο πρόγονος του Μποντ», λέει ο Σαμ Μέντες, βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης του ‘American Beauty’, εξηγώντας τις βασικές του επιρροές προσεγγίζοντας τον 007. Περισσότερο Χίτσκοκ, λιγότερο Φλέμινγκ.

Σήμερα, έχοντας κάνει δύο Μποντ και μια ακόμα μετέπειτα εντελώς βρετανική και εντελώς action ταινία (το ‘1917’), πάλι με διευθυντή φωτογραφίας τον Ρότζερ Ντίκινς που, ας είμαστε ειλικρινείς, κάνει πάρα πολλή από τη δουλειά, ο Μέντες μπορεί να μοιάζει κάπως πιο λογική επιλογή ως κάποιος που ανέλαβε τα ηνία του Μποντ franchise μετά την απογοητευτική επίδοση του ‘Quantum of Solace’. Αλλά τότε ήταν τουλάχιστον απρόσμενη.

Όπως το έχει διηγηθεί ο ίδιος, τον προσέγγισε ο ίδιος ο Ντάνιελ Κρεγκ, με τον οποίον είχε συνεργαστεί στο παρελθόν, σε ένα πάρτυ γενεθλίων του Χιου Τζάκμαν. Ο Κρεγκ κι ο Τζάκμαν παίζαν τότε μαζί στο θέατρο στο ‘A Steady Rain’ κι ο Μέντες είδε την παράσταση και βρέθηκε στην παρέα. Ρώτησε τον Κρεγκ, τι θα γίνει, πότε θα κάνετε το επόμενο Μποντ; Ο Κρεγκ του απάντησε, Ξερωγώ; Θες να το κάνεις εσύ;

Έτσι γίνονται οι δουλειές, αγαπητοί ακροατές. Αυτό πρέπει να συνέβη κάπου στα μέσα Οκτώβρη του 2009- η παράσταση παιζόταν το τελευταίο τρίμηνο του ‘09 κι ο Τζάκμαν έχει γενέθλια στις 16 Οκτωβρίου. Ο Κρεγκ φυσικά δεν είχε καμία ντιρεκτίβα να προσεγγίσει τον Μέντες κατά αυτό τον τρόπο, όμως οι παραγωγοί Μπάρμπαρα Μπρόκολι και Μάικλ Τζ. Γουίλσον δεν πρέπει να βρήκαν την ιδέα άσχημη. Σύντομα οι πλευρές ήρθαν σε συμφωνία, καθώς ο Μέντες παραδέχεται πως ενώ αρχικά του φάνηκε παράξενη ιδέα, στην πορεία όσο το σκεφτόταν, τόσο ήθελε να το κάνει.

Η MGM αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα το 2010 που ανέστειλαν την παραγωγή του φιλμ, όμως ξεκινώντας από το 2011, και με τον Μέντες πλέον επισήμως σκηνοθέτη, η παραγωγή ξεκίνησε πυρετωδώς προκειμένου να πιάσει το φιλμ την επερχόμενη σημαδιακή επέτειο: Το 2012 θα έκλειναν 50 χρόνια από την πρώτη εμφάνιση του Μποντ.

Ένα ταξίδι στο παρελθόν

Αν το ‘Quantum of Solace’ πήρε τα ενθαρρυντικά μηνύματα του ‘Casino Royale’ και επιχείρηση να αποτυπώσει τον Μποντ ακόμα πιο ρεαλιστικά και με περισσότερο arty και ψυχολογικές έγνοιες, η αποτυχία του φιλμ απέναντι στους φανς και σχετικά και στα ταμεία, οδήγησε σε άλλη μια άμεση αντίδραση. Συνδυαστικά με την αφορμή που προσέφερε η επέτειος των 50 χρόνων, η σειρά ξαφνικά κοίταζε στην ντελώς ανάποδη πλευρά: προς τα πίσω.

Το ‘Quantum of Solace’ επιχείρησε κάτι το ανήκουστο, να συνεχίσει μια ταινία Μποντ ως απευθείας σίκουελ. Απέτυχε; Το ‘Skyfall’ όχι απλώς θα προχωρούσε σε μια νέα αρχή, αλλά θα έκανε αυτό που τελικά θα αποδεικνυόταν, στο τέλος της ταινίας, ως πλήρες reset. Ο επίλογος της ταινίας δεν κλείνει απλώς το μάτι στον Μποντ που ξέρουμε πως θα έρθει (όπως το τέλος του ‘Casino Royale’) αλλά πρακτικά λειτουργεί ως φόντο κάθε old school ταινία της σειράς, με τον Μποντ να μπαίνει στο παλιομοδίτικο γραφείο της ΜΙ6, να χαιρετά τη Μάνιπενι και να περνά τη μεγάλη δερμάτινης ένδυσης πόρτας ώστε να τον υποδεχθεί ο Μ.

Ο μεγάλος κακός της ταινίας, o Χαβιέ Μπαρδέμ λίγα χρόνια μετά το οσκαρικό απόγειο του “No Country for Old Men”, δεν ήταν ο πρώτος πρώην πράκτορας που στρεφόταν εναντίον του οργανισμού του (γεια σου, Άλεκ Τραβέλιαν, 006), όμως εκεί που στο παρελθόν τα κίνητρα του κακού συνδέονταν με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τώρα έχουν να κάνουν με την ίδια τη μυθολογία του Μποντ και την Μ της Τζούντι Ντεντς.

Έχουμε ξανά μια ΜΙ6 “όπως στα παλιά”. Έχουμε ξανά Q! «Ήθελα να επανεισάγω τον κόσμο της ΜΙ6 που είχε εξολοθρευτεί στο ‘Casino Royale’», λέει ο Μέντες. «Ήθελα να φέρω πίσω τον Q, ήθελα να κάνω κάτι με την Μ. Ήθελα να αποκτήσω μια αίσθηση τόπου με το Λονδίνο για το ποιο είναι το νόημα της ΜΙ6 – και, κατεπέκταση, ποιο είναι το νόημα του Μποντ. Και, άρα, το νόημα των ταινιών Μποντ». Η σειρά είχε γίνει πολύ αφαιρετική για να μπορέσει να επιζήσει, εν ολίγοις. Δύο ταινίες πίσω, η ιδέα ήταν “αυτός είναι ο νέος Μποντ”. Τώρα, η αναγκαιότητα ήταν, “αυτός είναι ο παλιός, και παντοτινός, Μποντ”.

Έχουμε μια ολόκληρη τρίτη πράξη του φιλμ που εντελώς συνειδητά αποτελεί “ταξίδι στο παρελθόν”, με τον Μποντ να οδηγά την Άστον Μάρτιν του πίσω στην επαρχία που τον γέννησε, να συναντά ένα φάντασμα από το παρελθόν του: Τον Κίνκεϊντ που παίζει ο Άλμπερτ Φίνεϊ και που για κάποιο διάστημα οι παραγωγοί όντως σκέφτονταν να προσφέρουν στον Σον Κόνερι. Τελικά δεν το τόλμησαν επειδή, κατά τον Μέντες, θα αποσπούσε τους θεατές, αλλά διαφωνώ: Η τρίτη πράξη ως υφίσταται, αποτελεί μια κορύφωση τόσο αυτοαναφορική που παρότι είναι εντυπωσιακά όμορφη (με τις φλόγες μες στη νύχτα και το επιβλητικό σέτινγκ να αποτελούν εμπνευσμένη παλέτα για τον Ντίκινς) καταλήγει κάπως σαν βαρίδι στον ρυθμό του φιλμ. Σε όλη την τρίτη πράξη ο Μποντ μας κλείνει το μάτι πως επιστρέφει στο παρελθόν, το δικό του και της σειράς. Ο Σον Κόνερι ως “πατέρας” του Μποντ όχι μόνο δε θα αποσπούσε, αλλά θα έδινε και αληθινό λόγο ύπαρξη σε όλο αυτό το τελευταίο κομμάτι του φιλμ.

«Ήθελα να πάρω τον νέο, σκληρότερο Μποντ -τον πιο αληθινό Μποντ, που έχει μεγαλύτερο εσωτερικό κόσμο- και να φέρω πίσω κάποια από τα πράγματα που θα με συνέδεαν ξανά με τον εσωτερικό μου 13χρονο», παραδέχεται. Από το μουσικό μοτίβο μέχρι τη χρήση αυτοκινήτων και γκάτζετ, μέχρι την επαναφορά μιας ανάλαφρης αίσθησης χιούμορ (βλέπει και τη σκηνή στο Μακάο με τον κροκόδειλο) αλλά και τον πολύ πιο φανταχτερό villain, παιγμένο φανταστικά και πειστικά over the top από τον Μπαρδέμ, επιστρέφοντας έτσι στην παράδοση των παραμορφωμένων εχθρών πριν τον “ένας από εμάς” Ντόμινικ Γκριν του Ματιέ Αμαλρίκ.

«Το ευκολότερο πράγμα στον κόσμος είναι να κάνεις ένα stunt σαν αυτό με την DB5» λέει ο Μέντες αναφερόμενος στην αποκάλυψη της κλασικής Άστον Μάρτιν. «Έχεις περάσει από αυτή την φανταστική σκηνή καταδίωξης με τον κόσμο στην άκρη του καθίσματός του, και είναι μια ευκαιρία να βρεις ξανά την ανάσα σου. Και να διασκεδάσεις το γεγονός πως είσαι σε μια ταινία Μποντ, πριν μπεις στην τρίτη πράξη. Μπορείς να ξεφύγεις με αυτά τα πράγματα, όσο έχουν το σωστό ρυθμό στο σωστό σημείο της ταινίας».

Η αποθεωτική υποδοχή του ‘Skyfall’ κατά την κυκλοφορία του (και από εμάς) σήμαινε ξεκάθαρα πως το κοινό ήταν έτοιμο και ήθελε αυτού ακριβώς του τύπου την επιστροφή παραδοσιακών στοιχείων. Ταυτόχρονα, σε μια απόσταση από το φιλμ, δε μπορεί παρά να παρατηρήσει κανείς πως αυτή η φετιχοποίηση του παρελθόντος, ίσως να λέει αρκετά και για την ευρύτερη διάθεση του κόσμου. Καθόλη τη διάρκεια του φιλμ, υπάρχει μία και μόνο ιδέα που επανέρχεται ξανά και ξανά, δίχως καμία λεπτότητα, ως ρεφρέν: “Οι παλιοί τρόποι ήταν καλύτεροι. Τελεία.”

(Κι είναι και αρκετά κυνικό. Η ιστορία που λένε τα branded αντικείμενα μες στην ταινία είναι κάπως συναρπαστική. Στην αρχή, ο Μποντ πίνει μια Heineken αντί για το εμβληματικό του Μαρτίνι, επειδή η Heineken πλήρωσε και είπε, Δε με νοιάζει, ο Μποντ θα πίνει Heineken σε μια σκηνή που δεν κάνει απολύτως τίποτα άλλο, επειδή έχω σποτάκια να βγάλω. Στο τέλος, ο Μποντ οδηγά την εμβληματική του DB5 επειδή το κοινό είπε, Θέλουμε τον παλιό Μποντ. Πώς επιτυγχάνεται οι συνύπαρξη των δύο; Το ‘Skyfall’ αυτό είχε να προτείνει.)

(Το ‘Quantum of Solace’ είχε μια άλλη λύση να αντιπροτείνει: Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ούτε αντικείμενα-φετίχ, ούτε αντικείμενα-διαφημίσεις. Κι αυτό υποτιμημένο.)

Πώς φτιάχτηκε το ομορφότερο Μποντ εδώ και δεκαετίες

Έχει ενδιαφέρον που ο Σαμ Μέντες είχε τον Χίτσκοκ και τις παλιομοδίτικες Μποντ περιπέτειες κατά νου όταν προσέγγιζε την ταινία του, γιατί όπως είδαμε στο προηγούμενο κείμενο, ακριβώς τα ίδια υλικά χρησιμοποίησε κι ο Μαρκ Φόρστερ για την δική του, αλλά το αποτέλεσμα δε θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετικό. Ίσως επειδή ο ένας τα χρησιμοποίησε ως υλικά κι ο άλλος ως στόχο;

Μιλώντας πάλι για τη ‘Σκια των Τεσσάρων Γιγάντων’, ο Μέντες λέει πως «έχει σπουδαίες σεκάνς δράσης και σπουδαίο ρομάντζο. Μπορείς να δεις την ηχώ αυτής της ταινίας διαμέσου του σινεμά των ‘60s». Και φέρνοντάς το ξανά πίσω στον Μποντ λέει, «Ο Κόνερι, όταν ξεκίνησε, ήταν μια ηχώ του Κάρι Γκραντ. Ο Κάρι Γκραντ ήταν ο πιο σέξι κι ο πιο κομψός – ο καλύτερος ηθοποιός». Μπορεί σίγουρα να δει κανείς την κατεύθυνση αυτή στο DNA της ταινίας και στο παίξιμο του Κρεγκ, ο οποίος είναι και πάλι πολύ καλός στο ρόλο, αλλά πολύ πιο old school Μποντ σε σχέση με τις πολύ πιο ευαίσθητες και αβέβαιες πτυχές των προηγούμενων δύο ταινιών.

Ο Μέντες φέρνει στην ταινία τον Τζον Λόγκαν (υποψήφιο για 3 Όσκαρ σεναριογράφο και δημιουργό του ‘Penny Dreadful’) για να ισιώσει το σενάριο, φέρνει κάποιους παλιότερούς του συνεργάτες στους οποίους εμπιστεύεται την όλη αισθητική υφή του κομματιού, από τον Τόμας Νιούμαν στη μουσική μέχρι φυσικά τον Ρότζερ Ντίκινς στη διεύθυνση φωτογραφίας.

Πετυχαίνουν κάτι αναμφίβολα πανέμορφο και διασκεδαστικό. Από το ορίτζιναλ κείμενο κατά την κυκλοφορία του φιλμ, γράφαμε μεταξύ άλλων πως: Μια μέρα θα κοιτάζουμε την ιστορία αυτών των ταινιών και θα αναγνωρίζουμε το ‘Skyfall’ ως το κομβικό σημείο όπου όλη η ιστορία, το τότε, το τώρα, το κάποτε της Μποντικής ιστορίας, ενώθηκε μέσα σε ένα αδιάκοπα απολαυστικό δίωρο.

Η νέα περιπέτεια θέλει τον πράκτορα και την Μ να αντιμετωπίζουν μια κρίση στη επαγγελματική σχέση τους, καθώς μια απειλή από το ένοχο παρελθόν της Μ έρχεται για να αναστατώσει το τώρα, σπέρνοντας την αμφιβολία σε ό,τι έχει χτίσει όλα αυτά τα χρόνια. Ήταν επιτέλους καιρός κάποιος να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι έχει ολόκληρη Τζούντι Ντεντς στο ρόλο, δίνοντάς της περισσότερα, και δυσκολότερα, πράγματα να κάνει.

Αλλά ασχέτως της Τζούντι Ντεντς, αυτή η κατεύθυνση της ιστορίας κάνει όλη τη διαφορά. Καθώς ο Μποντ και η Μ ανατρέχουν στο παρελθόν για να σώσουν το αύριο (το δικό τους και της πατρίδας τους), ο Μέντες κάνει κάθε τι παλιομοδίτικο να μοιάζει σημαντικό, απαραίτητο, υπέροχο. Η ταινία έχει διάσπαρτες έξυπνες αναφορές στην ιστορία του ήρωα που ξεπερνούν το απλό κλείσιμο του ματιού. Είναι απαραίτητη διαδρομή, θεματικά.

Αν το καλοσκεφτείς, στην απουσία ενός μεγάλου κοινού εχθρού-μπαμπούλα για την παγκόσμια ειρήνη, όλες αυτές οι ιστορίες που έχουν τις ρίζες τους στα μέσα του 20ου αιώνα, αναγκάστηκαν να κοιτάξουν βαθιά μέσα τους για να επιβιώσουν. Δεν υπάρχει πλέον ένας μανιακός που απειλεί τον πλανήτη. Υπάρχει ένα χαρισματικός κακός (απίστευτος στον απροσδόκητο ρόλο ο Χαβιέ Μπαρδέμ) για τον οποίο η υπόθεση είναι προσωπική. Και γίνεται προσωπική και για τον Μποντ.

Η φροντίδα στους χαρακτήρες (που έρχεται παρέα με μια πολύ δυνατή ερμηνεία από τον Ντάνιελ Κρεγκ όσο κι από την Ντεντς) υποστηρίζεται από τη διαφορετική προσέγγιση του Μέντες, ο οποίος έχοντας παρελθόν στο ανεξάρτητο σινεμά, ξέρει πώς να διανείμει τη δράση ώστε να μη χάνουμε ποτέ το δραματικό κέντρο βάρους. Έχει φέρει μαζί του και ένα από τους καλύτερους διευθυντές φωτογραφίας του σημερινού σινεμά, τον Ρότζερ Ντίκινς.

Υπάρχει μια σκηνή δράσης αρκετά νωρίς, στο Χονγκ Κονγκ, όπου ο Ντίκινς παίζει με τα χρώματα και τις σκιές και δημιουργεί ένα θέαμα που κόβει την ανάσα, ξεκάθαρο highlight της Μποντ ιστορίας. Δεν έχουμε ξαναδεί ποτέ κάτι τόσο αποστομωτικά όμορφο στην 50χρονη ιστορία του χαρακτήρα. Η σκηνή δράσης που έρχεται στην 3η πράξη της ταινίας είναι επίσης σκοτεινή και εκθαμβωτική την ίδια στιγμή. Γενικά το ‘Skyfall’ καταφέρνει να παραδίδει μοναδικές σκηνές δράσης δίχως να πέφτει στο παραμικρό γνώριμο μοτίβο. Επανεφευρίσκει το τι θα πει ‘Μποντ περιπέτεια’.

Τελικά ο μεγάλος θρίαμβος του Μέντες και της ομάδας του είναι ότι κατάφεραν αυτό ακριβώς: Να πάρουν πλήρως παλιομοδίτικα υλικά, και να με αυτά να υφάνουν κάτι που μοιάζει αν όχι μοντέρνο, τότε σίγουρα διαφορετικό και, με διάφορους τρόπους, φρέσκο.

Gossip Girl

Παρά τον τεράστιο θαυμασμό για το φιλμ που παραμένει, έχει πάντως ενδιαφέρον να το δούμε σε αυτό το context της πορείας της σειράς- ήταν εξάλλου κι ένας από τους βασικούς λόγους που μου φαινόταν τόσο συναρπαστική περίπτωση franchise.

Μιλάμε για μια σειρά ταινιών που είχε ξεκινήσει να χτίζει δική της νέα μυθολογία με πιο μοντέρνους όρους και τώρα στο ‘Skyfall’ βαράει σκληρό reset πίσω στα βασικά. Φτάνοντας να παίζει και κατ’εξακολούθηση αυτό το μοντέρνο nerd παιχνίδι των media, των μη-αποκαλύψεων των κλασικών ρόλων που παίζουν νέοι ηθοποιοί. Σε αυτή την ταινία, μέχρι την τελευταία σκηνή δεν ξέρουμε ότι ο Ρέιφ Φάινς παίζει τον Μ και η Ναόμι Χάρις παίζει τη Μάνιπενι, κάτι που φυσικά είχε συνοδευτεί από αντιστοίχως κρυπτικές δηλώσεις σχετικά με τους ρόλους, πριν την κυκλοφορία της ταινίας.

Η επιτυχία του ‘Skyfall’ έστειλε τη σειρά οριστικά σε αυτή την τροχιά. Στην επόμενη ταινία, ο Κριστόφ Βαλτς ΔΕΝ έπαιζε τον Μπλόφελντ (μέχρι που τον έπαιζε) όπως φυσικά κι ο Ράμι Μάλεκ ΔΕΝ θα παίζει τον Δρ. Νο στο επερχόμενο ‘No Time to Die’. Τα Μποντ του Κρεγκ ξεκίνησαν σε μια λευκή κόλλα χαρτιού διασκευάζοντας την τελευταία κλασική ιστορία του Ίαν Φλέμινγκ που είχε απομείνει και συνεχίζοντας από εκεί διαγράφοντας μια εντελώς νέα διαδρομή, και από το κρίσιμο σημείο του ‘Skyfall’ και μετά, αρχίζουν να παίζουν ένα παιχνίδι του “μάντεψε τον κλασικό χαρακτήρα” και ενώνοντας τελείες και διαφορετικά κομμάτια μυθολογίας.

Το κάνει κατά κύριο λόγο καλά ή αν μη τι άλλο διασκεδαστικά- αλλά η σχιζοφρένεια αξίζει παρατήρησης!

Σε αυτό το πλαίσιο δε γίνεται να μην υπογραμμίσουμε και την πιο πικρή ίσως γεύση που αφήνει η ταινία. Σε μια προσπάθεια ξεχωριστής και μοναδικής επανεισαγωγής της Μάνιπενι, το φιλμ παραδίδει ένα αληθινά δυσάρεστο arc χαρακτήρα. Την γνωρίζουμε αρχικά ως Ιβ, που παίζει η φανταστική αλλού Ναόμι Χάρις, την οποία ο Μέντες ήθελε στον ρόλο όταν την είδε στο θέατρο, στο ‘Frankenstein’ του Ντάνι Μπόιλ. Η Ιβ συστήνεται αρχικά ως μια ενδιαφέρουσα ηρωίδα που δυσκολεύεται στο πεδίο της δράσης, αλλά κάθε πιθανό ενδιαφέρον κομμάτι εξερεύνησης ενός τέτοιου χαρακτήρα διαλύεται από τον θεματικό οδοστρωτήρα του φιλμ, πετώντας την άτσαλα και βίαια πίσω από ένα γραφείο, στον παλιομοδίτικο ρόλο-πισωγύρισμα της Μάνιπενι, του office flirt του Μποντ, συνοδεία μιας νοηματικής γραμμής της τάξης του «καλό είναι να ξέρεις τη θέση σου». Μαζί με το «παλιότερα ήταν καλύτερα» mood του όλου φιλμ, η συγκεκριμένη στροφή του χαρακτήρα αφήνει κάτι το πολύ δυσάρεστο σαν επίγευση.

Εξίσου σκληρά και οριακά κακιασμένα φέρεται η ταινία και στη Σεβερίν της αναίτια καλής στο ρόλο, Μπερενίς Μαρλώ. Ο Μποντ γνωρίζει τη Σεβερίν στην κατά τα άλλα φοβερή σεκάνς στο καζίνο του Μακάο, και εκτός του ότι της την πέφτει τρία δευτερόλεπτα αφού μαθαίνει πως μικρή ήταν θύμα εμπορίου λευκής σαρκός, η κατάληξή της έρχεται σαδιστικά, στο φόντο μιας σκηνής όπου ο Κρεγκ κι ο Μπαρδέμ τα λένε ήρεμα και κουλ, και είναι μόνο 15” μετά τον αναίτιο θάνατό της, που καταφθάνουν οι ενισχύσεις.

Στο ‘Quantum of Solace’, αυτό ακριβώς κοίταζε επικριτικά ο Φόρστερ στο παρελθόν του franchise. Από όλα τα πράγματα στα οποία θα μπορούσε να έχει βρει έμπνευση η σειρά, o χαρωπός τρόπος με τον οποίο ξεφορτωνόταν γυναίκες στο φόντο των ηρωισμών του Μποντ, θα μπορούσε να είναι κάπως πιο κάτω στη λίστα.

«Ας μην ξεχνάμε πως είναι πράγματι μισογύνης», λέει λίγα χρόνια αργότερα ο Κρεγκ για τον Μποντ, σε ένα σημείο της καριέρας του που ξεκάθαρα είχε βαρεθεί να ερμηνεύει τον χαρακτήρα. Αυτή η στιγμή δεν είναι απολύτως σαφές πότε ακριβώς φτάνει. Στο ‘Skyfall’ φαίνεται να διασκεδάζει και είναι και καλός, έστω κι αν του λείπουν οι σαφώς περισσότερες διαστάσεις που έδινε στον ήρωα στα προηγούμενα φιλμ. Ήταν η τεράστια επιτυχία της ταινίας που τον έκανε να θέλει να πάει παραπέρα στην καριέρα του;

Έχει ενδιαφέρον να αναζητήσει κανείς το σημείο, ας γίνουμε λίγο gossip girls. Το διάστημα 2010-2011 ακριβώς πριν τα γυρίσματα του ‘Skyfall’ μοιάζει περίοδος-κλειδί. Εκεί, όσο η MGM έχει προβλήματα και η παραγωγή του Μποντ είναι αβέβαιη, ο Κρεγκ γυρίζει το φοβερό ‘Girl with the Dragon Tattoo’ του Φίντσερ και ταυτόχρονα παντρεύεται τη Ρέιτσελ Βάις έχοντας προηγουμένως παίξει μαζί της στο ‘Dream House’. Είναι επίσης η τελευταία χρονιά που ο Κρεγκ γυρίζει μη-Μποντ ταινία μέχρι το 2017 και το ‘Logan Lucky’, οπότε και επιστρέφει ξεκάθαρα κεφάτος και έτοιμος για να κάνει άλλα πράγματα.

Μετά από το ‘11, μια χρονιά δηλαδή σημαντική σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο για τον ίδιο, παίζει τον Μποντ στο ‘Skyfall’ που για τον ίδιο παρουσιάζει εμφανώς λιγότερες ερμηνευτικές προκλήσεις αλλά γίνεται η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία στην ιστορία του franchise, παίζει τον Μποντ σε ένα απόσπασμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το ‘12 και εμφανίζεται ως Μποντ σε διάφορες βάσει συμβολαίου υποχρεώσεις, σε διαφημίσεις, βιντεοπαιχνίδια κλπ. Όταν γύριζε το ‘Skyfall’ ήταν σε φανταστικό σημείο, αλλά από ό,τι φαίνεται γρήγορα η διάθεσή του ξίνισε απέναντι στο franchise, φτάνοντας στη διαβόητη πια ατάκα «Θα προτιμούσα να κόψω τις φλέβες μου από το να ξαναπαίξω τον Μποντ» το 2015.

Αλλά αυτό είναι ιστορία για ένα άλλο κείμενο, καθώς την επόμενη βδομάδα μιλάμε για το τρομερά περίεργο, σαχλό αλλά παράξενα διασκεδαστικό ‘Spectre’, κλείνοντας την πρώτη σειρά της στήλης.

***

Stray bullets:

*Ο Ντάνι Μπόιλ είναι ένα όνομα που περίεργα επανέρχεται διαρκώς εδώ. Πέρα από τη σύνδεση της Ναόμι Χάρις που αναφέραμε παραπάνω, σκηνοθέτησε κατά κάποιο τρόπο τον Μποντ στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του ‘12, στο συνοδευτικό της τελετής μικρού μήκους φιλμάκι ‘Happy and Glorious’, στο οποίο ο Μποντ καλείται στο παλάτι του Μπάκινγκχαμ από την ίδια τη βασίλισσα. (Φυσικά αργότερα θα αναλάμβανε να σκηνοθετήσει μια άξουαλ ταινία Μποντ, κάτι που δεν συνέβη τελικά ποτέ.)

*Επειδή αναφέρθηκαν κάπως στα γρήγορα στο κείμενο, να τονίσω πως: Τόσο ο Ρέιφ Φάινς ως (μπαταρισμένος) Μ, όσο και ο Μπεν Γουίσω ως νέος Q, είναι φανταστικοί. Τέλειο, απλά τέλειο κάστινγκ.

*Η αγαπημένη μου ίσως αληθινή ιστορία από τα γυρίσματα της ταινίας: Όταν κάτι γάντια που ψώνισε ο Ντάνιελ Κρεγκ στο Μακάο κόστισαν εκατομμύρια στο post-production της ταινίας.

*Φυσικά δε γίνεται να μην αναφέρουμε τα 15” δόξας της Τόνιας Σωτηροπούλου, ένα από τα ελάχιστα Bond girls στην ιστορία του franchise που κοιμήθηκαν με τον Μποντ και δεν πέθαναν μέχρι το τέλος της ταινίας. Εκλεκτό κλαμπ!

*Χαριτωμένη in-joke παραλλαγή της κλασικής «κουνημένο, όχι χτυπημένο» ατάκας. Ο Μέντες είχε την ίδια την ημέρα του γυρίσματος την ιδέα, η ατάκα να μην ειπωθεί ποτέ αλλά να υπονοηθεί μέσω της δράσης της σκηνής. Σε αυτήν, ο Μποντ δεν λέει κουβέντα καθώς βλέπει τον μπάρμαν να χτυπάει το ποτό του, κι όταν του το παραδίδει, ο Μποντ λέει «τέλεια». Λέει ο Μέντες: «Είναι επειδή δεν το έχουμε δει ποτέ όντως να χτυπιέται. Αυτός, για μένα, ήταν ένας τρόπος να κάνουμε το γνώριμο, παράξενο».

*Ένα δίχως credit πέρασμα από το σενάριο της ταινίας έχει κάνει ο θεατρικός συγγραφέας Τζεζ Μπάτεργουορθ, που μεταξύ άλλων είναι δημιουργός της σειράς ‘Britannia’, έχει γράψει ταινίες σαν το ‘Ford v Ferrari’ και ‘Black Mass’ και έχει ανεβάσει το πολυβραβευμένο ‘Jerusalem’ στο Royal Court Theatre με τον Μαρκ Ράιλανς. Ο Μπάτεργουορθ έκανε στο σενάριο κάποιες αλλαγές που θα ήθελε να δει ο 12χρονος εαυτός του- μια μάλλον κοινή δημιουργική γραμμή, όπως είδαμε και παραπάνω στο κείμενο. «Ο Μποντ δεν έχει σκηνές με άλλους άντρες. Ο Μποντ πυροβολά τους άλλους άντρες, δεν κάθεται να μιλάει μαζί τους», λέει στον New Yorker. O Μπάτεργουορθ επέστρεψε επίσημα στο ‘Spectre’ ενώ συνεργάστηκε με τον Μέντες και στο ‘Ferryman’, που το 2017 έγινε το γρηγορότερα sold out έργο στην ιστορία του Royal Court Theatre.

*To ‘Skyfall’ αποτέλεσε θρίαμβο στα ταμεία, την κριτική, το κοινό, τα βραβεία. Έβγαλε πάνω από 1,1 δις δολάρια στο παγκόσμιο box office, η μόνη ταινία Μποντ που το έχει καταφέρει, ενώ έγινε και η εμπορικότερη ταινία στην ιστορία του αγγλικού box office. Αποθεώθηκε από την κριτική, προτάθηκε για 5 Όσκαρ κερδίζοντας τα 2 (Τραγουδιού και Ηχητικού Μοντάζ), προτάθηκε για 8 BAFTA κερδίζοντας επίσης 2, κέρδισε Χρυσή Σφαίρα Τραγουδιού, κέρδισε 2 Γκράμι, κέρδισε μέχρι και βραβείο SAG, με τον Χαβιέ Μπαρδέμ μάλιστα να προτείνεται για Β’ Ανδρικό Ρόλο. Μια πετυχημένη ταινία, θα έλεγε κανείς.

*To κομμάτι της Αντέλ κέρδισε ό,τι μπορούσε να κερδίσει, επαναφέροντας άλλη μια μακρά μποντική παράδοση που είχε εγκαταλειφθεί με τις δύο προηγούμενες ταινίες: Το τραγούδι που έχει ίδιο τίτλο με την ταινία. Στον σχεδιασμό των τίτλων αρχή επιστρέφει o Ντάνιελ Κλάινμαν που έχει σχεδιάσει όλους τους τίτλους αρχής από το ‘GoldenEye’ και μετά, με μόνη εξαίρεση (φυσικά!) το ‘Quantum of Solace’, που σχεδίασε η κολεκτίβα MK12 ύστερα από απόφαση του σκηνοθέτη Μαρκ Φόρστερ.

*Ενιγουέι, ‘Skyfall’! Καλή ταινία. Πετυχημένη. Μπράβο σε όλους, εκτός από τους υπεύθυνους για τα arcs των Μάνιπενι και Σεβερίν. Την επόμενη βδομάδα κλείνουμε τη σειρά με το ‘Spectre’ και ανακοινώνουμε το επόμενο, καλοκαιρινότατο franchise που θα καλύψουμε Ιούλιο και Αύγουστο.